Μεθοδεύουν σαρωτικές αλλαγές στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση

Κατηγορία: 

Με τυμπανοκρουσίες οι σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις

Η υπουργός Παιδείας, στην εισήγηση που εκφώνησε από τους Δελφούς για τον προωθούμενο νέο νόμο-πλαίσιο, αφού διατύπωσε την πεποίθησή της ότι «η περίοδος του Πανεπιστημίου της Μεταπολίτευσης έχει κλείσει τον ιστορικό της κύκλο», δήλωσε ότι οι αλλαγές στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση «πρέπει να είναι πολύ βαθιές, και να αφορούν το DNA της λειτουργίας των Πανεπιστημίων και των Τεχνολογικών Ιδρυμάτων».

Φυσικά, το «σύνθημα» για την έναρξη δηλώσεων και διεργασιών για επικείμενες σαρωτικές αλλαγές σε ΑΕΙ και ΤΕΙ έδωσε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, ο οποίος εξάλλου αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα εφαρμογής ενός «Καλλικράτη και στην Παιδεία».

Εκείνο που καταρχάς καθίσταται σαφές είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας, Δια βίουΕκπαίδευσης και Θρησκευμάτων όχι μόνο σχεδιάζουν μεγάλες αλλαγές, αλλά τις διαφημίζουν ως τέτοιες.

 

Γιατί τώρα;

Η Διαμαντοπούλου σημείωσε ότι θα δημιουργηθούν -όχι ένας- αλλά τρεις διαδικτυακοί τόποι («ο ένας είναι για τους εκπαιδευτικούς, για τους καθηγητές, ο δεύτερος είναι για τους φοιτητές και ο τρίτος είναι για τους πολίτες και τους κοινωνικούς χώρους») προκειμένου να ...αναπτυχθεί συζήτηση για τις εκπαιδευτικές τις προτάσεις. Ευτυχώς γι’ αυτήν, οι απόψεις στις «ηλεκτρονικές διαβουλεύσεις» μπορούν να ελέγχονται και να φιλτράρονται από τους υπευθύνους των διαδικτυακών τόπων. Επίσης, δεν είναι δυνατό, ψηφιακά, να εκδηλωθούν μαζικές κινητοποιήσεις και ουσιαστικές αντιδράσεις.

Εννοείται, για μια ακόμη φορά, ο διάλογος για την εκπαίδευση λαμβάνει (όπως όλες οι κονσέρβες) ημερομηνία λήξης: θα διαρκέσει ακριβώς τρεις μήνες. Συμπέρασμα από τον διάλογο σίγουρα θα έχει βγει ως τον Φεβρουάριο, μήνα κατά τον οποίο η Διαμαντοπούλου θα φέρει το νομοσχέδιο προς ψήφιση στη Βουλή. Πρόθεση του υπουργείου είναι ο νέος νόμος-πλαίσιο να περάσει στην πράξη άμεσα, ίσως και από την επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά. Το πακέτο της μεταρρύθμισης θα έχει ολοκληρωθεί το 2013-14, με την εφαρμογή τού προτεινόμενου νέου συστήματος εισαγωγής στα ΑΕΙ.

Εν μέσω διπλής επιτήρησης, κηδεμονίας, υπερατλαντικών δόσεων, κοινωνικής αστάθειας, κ.λπ., προκαλεί εντύπωση η απόφαση του ΠΑΣΟΚ να ανοίξει τώρα ένα ακόμη μέτωπο, εκείνο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ωστόσο, το μόνο βέβαιο παραμένει το εξής: όσο αποπροσανατολιστική -από την εξέταση των κύριων πολιτικών γεγονότων- κι αν είναι μία συζήτηση για τον τρόπο εισαγωγής στα πανεπιστήμια το 2014, οι μεταρρυθμίσεις, αν περάσουν, θα είναι καθοριστικές.

Η Διαμαντοπούλου γνωρίζει ότι βάζει το χέρι της στη φωτιά. Αν μπορούσε να το αποφύγει, θα το απέφευγε. Όμως οι σχεδιασμοί της δεν μπορούν να ερμηνεύονται μονοδιάστατα. Ας συνεκτιμήσουμε ότι μόλις πριν λίγες εβδομάδες η υπουργός έκλεισε το θέμα των Κέντρων Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης - Κολεγίων, αναγνωρίζοντας απλόχερα πολλά από τα εν λόγω εκπαιδευτήρια, και ικανοποιώντας τους κολεγιάρχες και την ιδιωτική παρ-εκπαίδευση. Η επίθεση που εκδηλώνεται τώρα, με τον νέο νόμο-πλαίσιο, στην δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση, είναι ένας ακόμη κρίκος στην αλυσίδα των σχεδιασμών της κυβέρνησης.

 

Μία μη προκατειλημμένη προσέγγιση

Ας υποθέσουμε για ένα δευτερόλεπτο ότι αναγνωρίζουμε στην κυβέρνηση αγνές προθέσεις και ειλικρινές ενδιαφέρον για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, ειδικά μάλιστα για εκείνη που απευθύνεται σε φοιτητές και σπουδαστές από τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα. Ασφαλώς, ο όρος «μεταρρύθμιση» δεν οφείλει να είναι προκαταβολικά αρνητικά φορτισμένος. Υπάρχει άραγε λόγος να είμαστε καχύποπτοι με τους νέους σχεδιασμούς τού υπουργείου Παιδείας;

 

Επιχείρημα α΄ (οικονομική διαχείριση):

«Πολύ σύντομα θα αδυνατούμε πλέον να ανταποκριθούμε στοιχειωδώς στην κάλυψη των λειτουργικών αναγκών των πανεπιστημίων. Ειδικότερα για το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων αυτό σημαίνει ότι τα αποθεματικά του, που ήταν περίπου στο 35% του τακτικού προϋπολογισμού στην ουσία φέτος θα εξανεμιστούν και θα απομείνει ένα 5% για την επόμενη χρονιά. Όμως, με μια περαιτέρω μείωση του 10% θα αδυνατούμε πλέον να πληρώσουμε τις οφειλές μας προς τη ΔΕΗ, την ύδρευση»

(Γεροθανάσης Ι., πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, αναφορικά με τη μειωμένη χρηματοδότηση)

«Δε σημαίνει ότι δεν θα μπορέσουμε να λειτουργήσουμε προσφέροντας υπηρεσίας ποιότητας, αλλά ότι δεν θα λειτουργήσουμε καθόλου»

(Μυλόπουλος Γ., πρύτανης Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αναφορικά με τις περικοπές κονδυλίων σε βάρος του ιδρύματος, κατά 19 εκ. ευρώ περίπου)

«Περιμένουμε μείωση στον προϋπολογισμό μας έως και 30% και γι' αυτό λαμβάνουμε ήδη μέτρα περικοπών»

(Χατζηδημητρίου Γ., πρύτανης Πανεπιστημίου Μακεδονίας, αναφορικά με τα οικονομικά …προληπτικά μέτρα)

«Θα αναγκαστούμε να κόψουμε από τις λειτουργικές δαπάνες, τις αγορές υλικών, τα έργα ανάπτυξης, ακόμη και τον αριθμό των φωτοτυπιών που θα επιτρέπεται να βγάλει το προσωπικό. Αναγκαστικά θα μειώσουμε τις προσλήψεις εκτάκτων, με αποτέλεσμα και τη μείωση των μαθημάτων»

(Καρακολτσίδης Π., Πρόεδρος ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, αναφορικά με τους απλήρωτους λογαριασμούς του ΤΕΙ, και τις οφειλές, οι οποίες κινδυνεύουν να οδηγήσουν το εκπαιδευτικό ίδρυμα σε αναστολή της λειτουργίας του στο τέλος του τρέχοντος μήνα)

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς οικονομολόγος για να κατανοήσει την κρίσιμη οικονομική κατάσταση των δημόσιων τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας. Η Διαμαντοπούλου, μ’ όλες τις αγνές της προθέσεις, στον 8σελιδο λόγο που εκφώνησε, δεν βρήκε χώρο να αναπτύξει, ούτε με μισή φράση, το ζήτημα της υποχρέωσης της πολιτείας για την οικονομική στήριξη των ΑΕΙ και ΤΕΙ.

Το σχέδιό της υπουργού είναι η προώθηση της λεγόμενης «οικονομικής αυτοτέλειας» των πανεπιστημίων, με συγκρότηση «Συμβουλίων Διοίκησης» που θα επιφορτίζονται με «τη διοίκηση, τον προϋπολογισμό και τον στρατηγικό σχεδιασμό». Στα Συμβούλια αυτά θα συμμετέχουν πανεπιστημιακές «δυνάμεις» (;) αλλά και «δυνάμεις από την κοινωνία» (;)· η Διαμαντοπούλου στρώνει με ροδοπέταλα το έδαφος για είσοδο διαχειριστών-μάνατζερ στα πανεπιστήμια.

Για να είμαστε ακριβείς, η κατά τεκμήριον ελάχιστα συμπαθής υπουργός της κυβέρνησης, έχει άποψη για την οργάνωση της διαχείρισης των οικονομικών των πανεπιστημίων, αρκεί να μην επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός. Συγκεκριμένα, προτείνει την ίδρυση «Ανεξάρτητης Αρχής Χρηματοδότησης των Πανεπιστημίων» («νίπτει τας χείρας του» το υπουργείο Παιδείας) η οποία θα μπορέσει να εγγυηθεί προς τους φοιτητές αναβάθμιση υπηρεσιών, παρεχομένων «με τη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα».

Επίσης, με γλυκιές διατυπώσεις η Διαμαντοπούλου επαναφέρει τη συζήτηση στο ζήτημα της ανταποδοτικότητας των πανεπιστημίων, καταθέτοντας ως «στατιστικό στοιχείο» το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην 24η θέση της Ε.Ε. όσον αφορά στην απόδοση των επενδύσεων που έχει η χώρα μας από τη χρηματοδότηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης· «η απόδοση και η αποδοτικότητα των ιδρυμάτων» γίνεται πλέον προϋπόθεση για την οικονομική τους στήριξη από το κράτος, ενώ αναθερμαίνονται (νεοφιλελεύθερης εμπνεύσεως) όροι όπως: «φοιτητικά δάνεια», «κάρτα ή κουπόνι του φοιτητή», γενίκευση της αξιολόγησης η οποία πλέον «θα συνδέεται με συγκεκριμένους δείκτες».

 

Επιχείρημα β΄ (αρχές συγκρότησης και λειτουργίας):

Μολονότι το υπουργείο Παιδείας και η ηγεσία του κάνουν λόγο για θεμελιώδεις αλλαγές στο ..DNA και στον τρόπο λειτουργίας των ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας, μολονότι διαπιστώνουν ιστορικούς κύκλους να κλείνουν και άλλους να ανοίγουν, μολονότι ονομάζουν (κατά λέξη) τη μεταρρύθμιση στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης «μητέρα όλων των μαχών», δεν προσδίδουν αντίστοιχη μεγαλοπρέπεια στο πλαίσιο και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα διεξαχθεί ο προγραμματισμένος γόνιμος διάλογος.

Αν θα θέλαμε να είμαστε λίγο αυστηροί, θα λέγαμε ότι η Διαμαντοπούλου, με εισαγωγική της τοποθέτηση επί του θέματος των αλλαγών σε ΑΕΙ και ΤΕΙ, απαξίωσε στα όρια της προσβολής όλα τα συμβαλλόμενα στον διάλογο μέρη: αφού πρώτα μέμφθηκε με πολλούς τρόπους φοιτητές και καθηγητές (μίλησε για «πτυχία επ’ αμοιβή», «φοιτητές που συμμετέχουν σε εξετάσεις και περνούν μαθήματα δια αντιπροσώπων», «ιδιωτικές υπηρεσίες για συγγραφή διπλωμάτων και πτυχιακών εργασιών», «φαινόμενα νεποτισμού και συνδιαλλαγής», «στρέβλωση καθ’ υπερβολήν πολλών αρχών και αξιών, όπως αυτές τις ελευθερίας, του δημοκρατικού διαλόγου και  της πολιτικής συμμετοχής», κ.λπ.), υπέδειξε τον τρόπο διαλόγου (διαδικτυακά), και έδωσε στην εκπαιδευτική και ακαδημαϊκή κοινότητα χρονική προθεσμία (3 μήνες) για να συζητήσουν τα θέματα που εκείνη έθεσε («ο διάλογος δε θα είναι στο διηνεκές,  θα ξεκινήσει τώρα και θα τελειώσει στο τέλος Δεκεμβρίου»)· σημειωτέον, ο τρόπος παρουσίασης από τη Διαμαντοπούλου των συνθλιπτικών κατά τα άλλα αλλαγών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ήταν μάλλον ...τηλεγραφικός:

«Πρώτο σημαντικό, πηγαίνουμε από το Τμήμα στη Σχολή. Η είσοδος γίνεται στη Σχολή και δίνει τη δυνατότητα της επιλογής στα παιδιά, στους νέους φοιτητές: θέσπιση δηλαδή της βασικής ακαδημαϊκής μονάδας που θα απονέμει τα πτυχία.»: Με την ακριβή αυτή διατύπωση, και χωρίς πολλά ρήματα, η υπουργός διήλθε με τρεις στίχους την αλλαγή στον τρόπο εισαγωγής στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Κι όμως, μόνο οι μισές αλλαγές που σχεδιάζονται για το δημόσιο πανεπιστήμιο να εφαρμοστούν, η εικόνα του θα αλλάξει δραματικά:

α) για την πρόσβαση στα τριτοβάθμια ιδρύματα θα συνυπολογίζεται ο βαθμός της Β΄ και Γ΄ Λυκείου (τρίβουν τα χέρια τους οι ιδιοκτήτες φροντιστηρίων), βαθμός ο οποίος θα διαμορφώνεται και με εξετάσεις· η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας κόπτεται ότι θέλει να καταργήσει το εξετασιο-κεντρικό σύστημα διδασκαλίας σε ΑΕΙ και ΤΕΙ («αλλαγή του σημερινού συστήματος διδασκαλίας και εξεταστικών περιόδων, που έχει μετατρέψει πολλά από τα Ιδρύματά μας σε εξεταστικά κέντρα»), ωστόσο, προς το παρόν, το εξαπλώνει!

β) οι επιτυχόντες θα εισάγονται σε σχολή (π.χ. Φιλοσοφική) και στο δεύτερο έτος θα επιλέγουν τμήμα (π.χ. Φιλολογία). Αυτό καταρχάς απαιτεί πλήρη αναδιάρθρωση του υπάρχοντος προγράμματος σπουδών. Να θυμίσουμε ότι υπάρχουν πολλά τμήματα (π.χ. Ιστορικό-Αρχαιολογικό, Φ.Π.Ψ.) τα οποία παρέχουν από το τρίτο έτος σπουδών 2 ή περισσότερες κατευθύνσεις στους φοιτητές τους. Στην περίπτωση αυτή, διαμορφώνεται το ακόλουθο σχήμα: Πρώτο έτος, Σχολή. Δεύτερο έτος, Τμήμα. Τρίτο έτος, Κατεύθυνση. Υποβάλλεται στον φοιτητή και σπουδαστή η ιδέα αναγκαιότητας διαρκούς εξειδίκευσης των σπουδών του. Επιπροσθέτως,

γ) προνοείται «σύστημα πιστοποίησης όλων των προγραμμάτων σπουδών» (κάποτε ικανός όρος ήταν το πτυχίο) ενώ ανοίγεται διάπλατα ο δρόμος για σπουδές μέχρι ...τελικής πτώσεως, υπό την αποφθεγματική διατύπωση «οργάνωση και ακαδημαϊκή συνέχεια των προγραμμάτων σπουδών» και, βέβαια, «σύνδεση των προγραμμάτων Διά Βίου Μάθησης με τα Ανώτατα Ιδρύματα». Η πρόθεση του υπουργείου να τεμαχίσει τις σπουδές αφού τις αξιολογήσει («πιστοποίηση και αξιολόγηση των προγραμμάτων σπουδών», «επιλογή συστήματος τρόπου εφαρμογής και διασφάλισης της αξιοπιστίας των προγραμμάτων σπουδών») δεν κρύβεται. Η Διαμαντοπούλου κηρύσσει την έναρξη της κυνηγετικής περιόδου, με θηράματα τις ...διδακτικές μονάδες («υιοθέτηση και εφαρμογή του ευρωπαϊκού συστήματος ECTS με βάση τις διδακτικές μονάδες»). Ο φοιτητής και ο σπουδαστής είναι άνεργος όχι με ευθύνη της πολιτείας, πλέον, αλλά με ευθύνη δική του, διότι δεν συγκέντρωσε τον απαιτούμενο αριθμό διδακτικών μονάδων από σπουδές και σεμινάρια, πριν και μετά από το πτυχίο του.

δ) με φυσικό τρόπο, οι αλλαγές παρασέρνουν και τον τρόπο διεξαγωγής της «πρακτικής άσκησης», όπου αυτή προσφέρεται («αναδιάρθρωση του θεσμού της πρακτικής άσκησης»), αλλά και τα μεταπτυχιακά («νέος σχεδιασμός για το συντονισμό των μεταπτυχιακών προγραμμάτων»). Περαιτέρω διευκρινίσεις, δεν διατίθενται· ενδιαφέρουσα παραμένει η σύμπτωση ότι το υπουργείο Παιδείας διάλεξε τους Δελφούς για να ανακοινώσει ουσιαστικά με ...χρησμούς, έναν σαρωτικό στη σύλληψη «νόμο-πλαίσιο Νο2».

 

Επιχείρημα γ΄ (διεθνοποίηση):

Βασικός άξονας των σχεδιασμών του υπουργείου Παιδείας είναι η λεγόμενη «διεθνοποίηση του δημόσιου πανεπιστημίου και των σπουδών». Τη συζήτηση-σύγκριση με το καθεστώς των πανεπιστημίων του εξωτερικού άνοιξε ο Γ. Παπανδρέου, με μάλλον αστείο τρόπο· παρατήρησε ότι η διαδικασία επιλογής των σπουδών στην Ελλάδα σήμερα μοιάζει να είναι «…σοβιετικού τύπου, χωρίς μάλιστα να έχει τον προγραμματισμό της Σοβιετικής Ένωσης». Μοιάζει με χταπόδι, χωρίς να έχει οκτώ πόδια.

Σε κάθε περίπτωση, η εκφρασμένη πρόθεση της κυβέρνησης, διατυπωμένη κατά πρώτον από τον ίδιο τον Παπανδρέου («απαιτείται διεθνοποίηση των ιδρυμάτων» «ανάγκη για αξιοποίηση της παγκόσμιας εμπειρίας»), είναι να μπορέσει να λειτουργήσει το ελληνικό ΑΕΙ με πρότυπο τα ευρωπαϊκά και διεθνή ιδρύματα Η εισαγωγική τοποθέτηση της υπουργού Παιδείας έχει δάνεια από τη δυτικότροπη, «προχωρημένη» αντίληψη για την παιδεία, αυτό είναι βέβαιο· για την ακρίβεια, ό,τι χειρότερο έχει να επιδείξει η παγκόσμια τριτοβάθμια εκπαίδευση τη σήμερον, αυτό προτείνεται προς υιοθεσία:

α) Ο προτεινόμενος σαρωτικός Καλλικράτης στην τριτοβάθμια Εκπαίδευση, δηλαδή η συγχώνευση και κατάργηση Σχολών και τμημάτων ολόκληρων, έχει τις ρίζες του στις ανάγκες της κυβέρνησης για περικοπές κονδυλίων (οπότε μειώνουν την ήδη ελλιπή χρηματοδότηση) αλλά και στην προώθηση ενός νέου μοντέλου του «πολυδύναμου πανεπιστημίου». Η Διαμαντοπούλου παραλληλίζει: «Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σε όλες τις χώρες να υπάρχει μία ραγδαία προσπάθεια συνένωσης ακόμα και πολύ μεγάλων Πανεπιστημίων. Τρία Πανεπιστήμια στο Στρασβούργο σε όλη την περιφέρειά του, οχτώ στη Δανία, σε όλες τις χώρες γίνεται μία τέτοια προσπάθεια».

Αυτοί που μέχρι πρότινος ίδρυαν Τμήματα, χωρίς προϋποθέσεις και πρόγραμμα, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουν τους τοπικιστικούς και άλλους σχεδιασμούς τους, έρχονται τώρα να τα σφραγίσουν. Και οι κολεγιάρχες, βλέποντας τις εξελίξεις, καραδοκούν για να απλώσουν τις επιχειρήσεις τους τόσο στην περιφέρεια όσο και στα μεγάλα αστικά κέντρα.

β) Το πανεπιστήμιο που οραματίζεται η Διαμαντοπούλου μοιάζει περισσότερο με μία επικερδή επιχείρηση. Η υπουργός εμμέσως προτρέπει τα ΑΕΙ και ΤΕΙ να συνδεθούν με την Αγορά («το δημόσιο Πανεπιστήμιο που θέλουμε σήμερα … απαντά στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας» και «οι πυλώνες της μεταρρύθμισης οριοθετούνται: … σύνδεση των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ με την κοινωνία και την οικονομία».

Η εκπαιδευτική αυτή επιχείρηση φέρει, φυσικά, όλες τις προδιαγραφές της ΕΕ:

-Πρώτα απ’ όλα είναι ανοιχτό σε ελληνική αλλά και διεθνή πελατεία. Δέχεται όχι μόνο φοιτητές, αλλά και καθηγητές από το εξωτερικό, τους οποίους αντίστοιχα εξάγει. Μέχρι και η σχεδιαζόμενη πιστοποίηση των Ιδρυμάτων θα διενεργείται από «εμπειρογνώμονες με διεθνή σύνθεση». Η υπουργός δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει την ανάγκη για «ρευστότητα» των μετακινήσεων, ανταλλαγές, και «εντατικοποίηση της συμμετοχής των Πανεπιστημίων στα ευρωπαϊκά προγράμματα εκπαίδευσης».

-Με πρότυπο τη λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων και των κολεγίων-παραρτημάτων, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας προχωρά ένα βήμα παραπάνω, υποστηρίζοντας σήμερα ανερυθρίαστα την «ενθάρρυνση της ίδρυσης παραρτημάτων των ελληνικών Πανεπιστημίων και Τεχνολογικών Ιδρυμάτων σε άλλες χώρες». Με ποιους όρους άραγε; Πώς θα αντέξουν οικονομικά τα νέα αυτά εκπαιδευτικά ιδρύματα, τη στιγμή που τα μητρικά τους δημόσια πανεπιστήμια κυριολεκτικά καταρρέουν;

-Η Διαμαντοπούλου δεν παραλείπει να παραθέσει έναν ορισμό της «Διεθνοποίησης» («σημαίνει να δώσουμε περισσότερη Ελλάδα στον κόσμο και να ελκύσουμε περισσότερο κόσμο στην Ελλάδα»), αλλά εκείνος που το κάνει «πιο λιανά» είναι ο ίδιος ο Παπανδρέου: «πρέπει να δούμε πόσο μας κοστίζει ο κάθε φοιτητής και βεβαίως να το πληρώσουμε, αλλά ο ξένος μπορεί να καταθέτει την υποτροφία του, την οποία θα την αξιοποιούμε». Ήτοι, το νέο Πανεπιστήμιο θα προσελκύει ξένους φοιτητές (που προσομοιάζουν στους τουρίστες) με στόχο να τους αποσπάσει …το συνάλλαγμα! Ένας πρωτότυπος σίγουρα τρόπος για την επίσημη έναρξη επιβολής διδάκτρων σε προπτυχιακές σπουδές, με δούρειο ίππο, στη φάση αυτή, τους ξένους επισκέπτες των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων μας.

γ) Το τελευταίο «δώρο» της διεθνοποίησης είναι η παραγωγή «άξιων», «άριστων», «ανταγωνιστικών» φοιτητών και σπουδαστών, κατά τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά πρότυπα, δηλαδή πολιτικά απαθών και συνδικαλιστικά ανενεργών. «Εάν στην μεταπολίτευση το μείζον ζήτημα ήταν να μπει η πολιτική στο Πανεπιστήμιο, με την αντίληψη της αρχαιοελληνικής πολιτικής, σήμερα το ζητούμενο είναι η πολιτική για τα Πανεπιστήμια, για τα Τεχνολογικά Ιδρύματα, για το ακαδημαϊκό ίδρυμα της ποιότητας και της αριστείας· της ποιότητας για το σύνολο των φοιτητών και σπουδαστών που συμμετέχουν, για την αριστεία αυτών που μπορούν και πρέπει να ξεχωρίζουν» διδάσκει η Διαμαντοπούλου, η οποία πολύ θα ευχόταν να παρέλθει οριστικά η μεταπολιτευτική περίοδος του Πανεπιστημίου, στα πρώτα χρόνια της οποίας υπήρχε έντονη πολιτικοποίηση. Η υπουργός έχει την πεποίθηση ότι «η περίοδος του Πανεπιστημίου της Μεταπολίτευσης έχει κλείσει τον ιστορική της κύκλο. Αποτέλεσε αν μη τι άλλο μία κορυφαία κοινωνική και εκπαιδευτική τομή. Βοήθησε να διαμορφωθούν συνθήκες κοινωνικής και πολιτικής χειραφέτησης. Σήμερα ωστόσο είναι σαφές ότι δεν μπορεί να προσφέρει περαιτέρω».

 

Ενάντια στον σχεδιαζόμενο «Νόμο-Πλαίσιο Νο 2»

Στις επίσημες ηλεκτρονικές σελίδες τους, οι παρατάξεις της ΠΑΣΠ και της ΠΚΣ δεν βγάζουν τσιμουδιά για τις εξαγγελίες του υπουργείου Παιδείας. Η ΔΑΠ σχεδόν υπερθεματίζει για την αναγκαιότητα ριζικών αλλαγών στο δημόσιο Πανεπιστήμιο, και καταλογίζει (από μια εθνοκεντρική οπτική γωνία) ευθύνες στην κυβέρνηση διότι καλεί «ομάδα ξένων σοφών» ως συμβούλους στις διοικήσεις των Πανεπιστημίων, και διότι έχει μετονομάσει το άλλοτε Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων σε Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Εκπαίδευσης και Θρησκευμάτων, απομακρύνοντας τον όρο «Εθνικός» από τον πλήρη τίτλο του υπουργείου.

Η ΠΟΣΔΕΠ καταρχάς προσέρχεται στον «διάλογο» με το υπουργείο, καλλιεργώντας και εκείνη από την πλευρά της την ψευδαίσθηση ότι υπάρχει περιθώριο διαπραγμάτευσης πάνω στις θεμιτές προτάσεις της κυβέρνησης για τις σαρωτικές αλλαγές. Στον ίδιο διάλογο βρέθηκαν καλοθελητές μέχρι και πολιτικές παρατάξεις, όπως οι ..Οικολόγοι, οι οποίοι βρήκαν τρόπο να εξέλθουν από την πολιτική τους ανυποληψία!

Ακόμη και ο πιο καλόπιστος συνομιλητής, μπορεί να διαισθανθεί ότι οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες πρόκειται να διεξαχθεί «διάλογος» για τον νέο νόμο-πλαίσιο, ακριβώς καταλύουν τον διάλογο αυτό. Οι καθαυτό προτάσεις της Διαμαντοπούλου δεν ισοδυναμούν με ανώδυνες μεταρρυθμίσεις, αλλά με δραματικές αλλαγές στη δομή και σύσταση του δημόσιου πανεπιστημίου, αλλαγές που το κάνουν λιγότερο «δημόσιο» (με άλματα προς την ιδιωτικοποίηση) και λιγότερο «πανεπιστήμιο» (θα μοιάζει περισσότερο με επιχείρηση). Η εκπαιδευτική και ακαδημαϊκή κοινότητα, οι φοιτητές και οι σπουδαστές, τα ευρύτερα, κατά το δυνατόν, στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, πρέπει κατά πρώτον να ενημερωθούν για το προωθούμενο σχέδιο κατάλυσης, ουσιαστικά, της δημόσιας και δωρεάν τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και να λάβουν θέση σε εκείνο που ορθά προσδιόρισε η Διαμαντοπούλου, «στη μητέρα των μαχών».