Διαδικτυακή εκδήλωση με τίτλο «8η Μάρτη:Το γυναικείο κίνημα από το χθες στο σήμερα» πραγματοποίησε την Κυριακή 7/3/2021 το Μ-Λ ΚΚΕ.
Ακολουθούν οι ομιλίες των τριών συντροφισσών, Αναστασίας Λεοντή, Ν. Μ. και Μυρτώς Σουλιώτη και το βίντεο της εκδήλωσης:
Ομιλία σ. Αναστασίας Λεοντή:
Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Αγαπητές συντρόφισσες και σύντροφοι
Φέτος τιμάμε διαδικτυακά, λόγω της γνωστής συγκυρίας, την Ημέρα της Γυναίκας.
Πριν 111 χρόνια, το 1910, η Διεθνής Συνδιάσκεψη Σοσιαλιστριών Γυναικών, με πρόταση της Κλάρα Τσέτκιν, όρισε την 8η Μάρτη σαν Παγκόσμια Ημέρα των Γυναικών.
Οι γυναίκες, το «άλλο μισό του ουρανού», είχαν ήδη εμφανιστεί στο πολιτικό και κοινωνικό προσκήνιο με οργανωμένο τρόπο και με αιτήματα. Οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες καθόρισαν τη φύση και τους φορείς των αιτημάτων.
Μεμονωμένες γυναίκες, συνήθως μορφωμένες αστές με προοδευτικές ιδέες, ομάδες ακτιβιστριών, σουφραζέτες, διεκδικούσαν μόρφωση, αξιοπρέπεια, δικαιώματα και ψήφο στις γυναίκες.
Η μαζική είσοδος των γυναικών στη δουλειά, η εμφάνιση των σοσιαλιστικών ιδεών, η οργάνωση της εργατικής τάξης, η εμφάνιση των εργατικών, σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων, έδωσε τη δυνατότητα της μορφοποίησης των «γυναικείων» αιτημάτων για ισοτιμία, ενάντια στις φυλετικές διακρίσεις, για εργασιακά, κοινωνικά, και πολιτικά δικαιώματα. Οι αγώνες των εργαζομένων γυναικών, πλάι στους άνδρες συναδέλφους αλλά και σε εργασιακούς κλάδους που απασχολούσαν αποκλειστικά γυναίκες, ήταν το «εργαστήρι» που αναδείκνυε τα αιτήματα και τα δοκίμαζε ως προς την ωριμότητα και την απήχησή τους, στη δουλειά αλλά και στην κοινωνία.
Οι γυναίκες εντάσσονται στο εργατικό κίνημα, κατεβαίνουν σε απεργίες, εντάσσονται στο πολιτικό κίνημα, συμμετέχουν ηρωικά στην Κομμούνα του Παρισιού, υφίστανται διώξεις και απειλές, υψώνουν το ανάστημά τους, και ωριμάζουν αναδεικνύοντας ηγετικές μορφές στους αγώνες.
Στις 8 Μάρτη 1857 καταγράφεται η πρώτη εμβληματική απεργία γυναικών, όταν ξεσηκώνονται οι εργάτριες ιματισμού στη Ν. Υόρκη για καλύτερο μεροκάματο.
Η ρωσική επανάσταση του 1917, η πρώτη επαναστατική κυβέρνηση του Λένιν με την πρώτη στην ιστορία γυναίκα υπουργό,την Αλεξάντρα Κολοντάι, στον τομέα της Πρόνοιας,που είχε άμεση σχέση με τα προβλήματα των γυναικών και πραγματικά άλλαξε τη ζωή τους, έδωσε τεράστια ώθηση και κουράγιο στους αγώνες των γυναικών. Η ισοτιμία της γυναίκας, η μόρφωση, η απαλλαγή της από τις πολλές σκλαβιές και προκαταλήψεις της εκμεταλλευτικής κοινωνίας, η δυνατότητα να αναπτύξει την προσωπικότητα και τα ταλέντα της δεν φαινόταν πια σαν ουτοπία και ρομαντικό όνειρο. Πραγματώνονταν στη ζωή, μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου, παρά τη λυσσασμένη κατασυκοφάντηση και τα ψέματα των καπιταλιστών που ένιωσαν τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια τους.
Οι γυναίκες έπαιξαν αναντικατάστατο ρόλο στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού, στη δουλειά, στην επιστήμη, στον πολιτισμό. Έτσι κέρδισαν την πραγματική χειραφέτησή τους. Ένα πραγματικά πολύτιμο κείμενο είναι η συνομιλία του Λένιν με την Κλάρα Τσέτκιν πάνω στο λεγόμενο «γυναικείο ζήτημα».
Στην Ελλάδα, η πρώτη γυναικεία απεργία, έγινε στις 13 Απρίλη του 1892 από τις υφάντριες του 2ου εργοστασίου υφαντουργίας των αδερφών Ρετσίνα.
Στον αντιφασιστικό αγώνα έδωσαν με τιμή το «παρών» στις πόλεις, στην ύπαιθρο και στα ελεύθερα βουνά με το όπλο στο χέρι, αναλαμβάνοντας από τις πιο αθόρυβες αλλά πολύτιμες αποστολές μέχρι τις πιο ριψοκίνδυνες. Νοικοκυρές, φοιτήτριες, μαθήτριες, εργαζόμενες, καλλιτέχνιδες, διανοούμενες. Γυναίκες κάθε ηλικίας. Πρωτοπόρες οι κομμουνίστριες.
Στην Ελλάδα, στις γραμμές του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ, του ΕΛΑΣ, της Εθνικής Αλληλεγγύης, της οργάνωσης με 1.200.000 μέλη, στην πλειονότητα γυναίκες.
Στις γραμμές του δημοκρατικού στρατού, όπου η συμμετοχή των γυναικών έφτασε το 30%.
Ακολούθησαν τα Πέτρινα Χρόνια, οι διώξεις, οι εκβιασμοί, οι φυλακίσεις, τα βασανιστήρια, οι εξορίες, η πολιτική προσφυγιά για χιλιάδες γυναίκες.
Ήταν παρούσες στους αγώνες για την Εθνική Ανεξαρτησία,από την Φιλική Εταιρεία και τον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα του 1821, μέχρι τις διαδηλώσεις ενάντια στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Οι γυναίκες της Ελλάδας, με μεγάλους αγώνες, πέτυχαν εργασιακά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα.
Σήμερα μέσα στον Αρμαγεδόνα της επίθεσης ενάντια στις κατακτήσεις ολόκληρου αιώνα, στους πολέμους και στην προσφυγιά, η θέση της γυναίκας επιδεινώνεται ραγδαία, εργασιακά και κοινωνικά.Η οξύτητα των προβλημάτων δικαιολογημένα προβληματίζει και προκαλεί οργή και αγανάκτηση.Η αστική τάξη παρεμβαίνει και χρησιμοποιεί τα πολυδουλεμένα όπλα της τον αποπροσανατολισμό, την εκστρατεία παραποίησης της Ιστορίας,που μαζί με την κοινωνική καθυστέρηση,οδηγούν σε μιά πολύ βολική γι αυτήν εκτόνωση ή ματαίωση διεκδικήσεων που θα έθιγαν τον πυρήνα του γυναικείου ζητήματος.Έτσι ο μικροαστικός φεμινισμός βλέπει τον « άνδρα- εχθρό» και όχι το κοινωνικό σύστημα και προβάλλοντας υπαρκτά κοινωνικά προβλήματα των γυναικών ή ομάδων που υφίστανται διακρίσεις, θεωρεί ότι το γυναικείο ζήτημα μπορεί να βρεί τη λύση του με νομικές ρυθμίσεις ( από το κράτος και την κοινωνία που δημιουργεί, ανέχεται και συντηρεί το πρόβλημα γιατί την συμφέρουν οι διακρίσεις και τα μειωμένα ατομικά δικαιώματα.) Η θέση μας αυτή δεν σημαίνει ότι δεν υποστηρίζουμε τις όποιες δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Η εκτόξευση της ανεργίας, οι ελαστικές μορφές εργασίας, η αποδόμηση των δομών κοινωνικής Πρόνοιας, αποτελέσματα της στυγνής νεοφιλελεύθερης κυβερνητικής πολιτικής, συμβατής με τις οδηγίες της ΕΕ, αυξάνουν την επιδείνωση της θέσης της Ελληνίδας. Η γυναίκα είναι εύκολο θύμα ανειδίκευτης ή «δευτερεύουσας» δουλειάς, με χαμηλή αμοιβή, χωρίς ασφαλιστικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, με ασαφοποίηση των ορίων της εργασιακής, ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής.Ταυτόχρονα , με κλειστά σχολεία πρέπει να ασχολείται περισσότερο χρόνο με τα παιδιά σε ιδιαίτερες και γι αυτά συνθήκες και να φροντίζει υπερήλικα ή επιβαρυμένα άτομα της οικογένειας.
Στις κοινωνίες της εκμετάλλευσης, η βία κατά των γυναικών εργασιακή, σωματική, σεξουαλική είναι παγκόσμιο σκοτεινό φαινόμενο. Οι εκβιασμοί που υφίστανται οι γυναίκες για να μην στερηθούν τη δουλειά και την επιβίωση της οικογένειάς τους, είναι καθημερινό φαινόμενο.Σημειώνουμε ότι παρ όλες τις πομπώδεις δηλώσεις για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής προσβολής και κακοποίησης σε συγκεκριμένους χώρους, «ξεχάστηκε» ο εργασιακός χώρος, όπου το φαινόμενο πάντοτε ήταν και είναι πολύ συχνό.Το εάν τα θύματα θα τολμήσουν να καταγγείλουν την επίθεση, με αποτέλεσμα να χάσουν τη δουλειά τους και να μπουν σε κάποια «μαύρη λίστα» παραμένει ερώτημα.
Το trafficking γυναικών που περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό εφήβων γυναικών, σχεδόν παιδιών, όπου η Ελλάδα είναι από τους προνομιακούς προορισμούς διεθνώς, είναι το εφιαλτικό πρόσωπο μιας κοινωνίας που «έπεσε από τα σύννεφα» μετά τις γνωστές επίκαιρες καταγγελίες. Η εμετική υποκρισία περισσεύει.
Σήμερα τιμάμε τους αγώνες των γυναικών. Τις επώνυμες ηρωίδες του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος και τις άπειρες ανώνυμες γυναίκες που πάλεψαν και παλεύουν καθημερινά, σήμερα σε πολύ δύσκολες συνθήκες υποχώρησης του κινήματος, για τη ζωή και την αξιοπρέπειά τους.
Τα προβλήματα γεννούν τους αγώνες. Ηττοπάθεια και μοιρολατρεία δεν έχουν θέση εδώ.Παλεύουμε και καλούμε τις γυναίκες να αγωνιστούν μέσα στο εργατικό και λαϊκό κίνημα για τα δικαιώματα τους.
Η γυναίκα πάλι θα προχωρήσει για έναν καλύτερο κόσμο, για την πραγματική χειραφέτηση της. Σε μία κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση, χωρίς διακρίσεις, που αξίζει στον άνθρωπο, για την ίδια τη Ζωή, γι αυτήν που αγωνίζεται το αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα.
Ομιλία Ν. Μ.:
Η στροφή στην ιστορική διαδρομή του γυναικείου κινήματος έχει μεγάλη αξία, καθώς αποτελεί πηγή έμπνευσης και διδαγμάτων, αλλά και σπουδαίο εργαλείο κατανόησης και ερμηνείας του σήμερα. Γιατί στο τέλος αυτό είναι το ζητούμενο να θέσουμε την οποιαδήποτε ιστορική αναζήτηση στην υπηρεσία των αναγκών και στόχων του γυναικείου κινήματος σήμερα.
Και το σήμερα για την εργάτρια, την εργαζόμενη, την άνεργη, την φοιτήτρια, την αυτοαπασχολούμενη σφραγίζεται από την σημαντική οπισθοδρόμηση στα δικαιώματα της εργατικής τάξης στο σύνολο της και φυσικά της γυναίκας ως κομμάτι αυτής, η οποία ξεφεύγει από τα όρια των όρων εργασίας και αγγίζει και διαμορφώνει ζοφερές καταστάσεις στο σύνολο της ζωής της. Αυτή η οπισθοδρόμηση δεν είναι τυχαία, αλλά αποτελεί το αποτέλεσμα μίας μακροχρόνιας πολιτικής που έχει βάλει στο στόχαστρο τα κοινωνικά, συλλογικά και εργασιακά δικαιώματα και εν γένει ερίζετέ στην επέλαση του νεοφιλελευθερισμού σε παγκόσμιο επίπεδο.
Να πούμε ευθύς εξ αρχής, ότι καμία συζήτηση για την γυναικεία χειραφέτηση και για το γυναικείο κίνημα δεν μπορεί να γίνει χωρίς την υπεράσπιση του δικαιώματος της γυναίκας στην δουλειά, στην δουλειά με αξιοπρέπεια. Γιατί αφενός μια γυναίκα, της οποίας η επιβίωση εξαρτάται από τρίτο άτομο (άντρα, πατέρα) σημαίνει πως οτιδήποτε θα θέλει να πράξει στην ζωή της θα καθορίζεται από την έγκριση ή την ανοχή αυτού που την συντηρεί. Αφετέρου, η συμμετοχή της στην εργασία την εντάσσει στην ευρύτερη κοινωνία, αποκτά ρόλο πέρα από τους τέσσερις τοίχους του σπιτιού της και αυτό διαμορφώνει και στην ίδια την συνείδηση της αυτοτέλειας, σπάει τις αντιλήψεις που μεταδίδονται χιλιετίες τώρα περί υποδεέστερου ρόλου, ο οποίος περιορίζεται στο να υπηρετεί τον άντρα της.
Συγκεκριμένα, στο κομμάτι της εργασίας η εργαζόμενη στην Ελλάδα μετά από 10 και χρόνια μνημόνια βρίσκεται αντιμέτωπη με την τεράστια ανεργία, την ελαστική απασχόληση και την ανατροπή των εργασιακών της δικαιωμάτων.
Μερικά στοιχεία ενδεικτικά : Η διόγκωση της ανεργίας, ιδιαίτερα την περίοδο των μνημονίων μέχρι και σήμερα, σήμανε για την γυναίκα, μόνο σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ανεργία γύρω στο 25% . Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου 2019 του ΟΑΕΔ, σύμφωνα με τα οποία από τους εγγεγραμμένους σε αυτόν ανέργους, οι γυναίκες ανέρχονται σε 64,63% έναντι 35% των αντρών. Αυτό δίνει μία εικόνα όπου το 1/4 των γυναικών δεν εργάζεται καθόλου, και όπου στο συνολικό σώμα των ανέργων καταλαμβάνει ένα σημαντικά μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας.
Βεβαίως η οικονομική κρίση ιδιαίτερα σε μία οικονομία υπηρεσιών – φτερό στον άνεμο παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ύπαρξη ανεργίας τόσο στις γυναίκες όσο και στους άντρες. Ιδιαίτερα δε όμως για την γυναίκα εργάτρια-εργαζόμενη υπάρχουν και ιδιαίτεροι διακριτοί λόγοι που το ενισχύουν αυτό.
Αναφέρομαι στις απολύσεις εγκύων γυναικών (απόφαση ΕΕ νόμιμη η απόλυση εγκύου σε μαζικές απολύσεις) και στην αδυναμία να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις που έχει η ανατροφή παιδιών με ωράριο λάστιχο (κατάργηση οχταώρου), συν Κυριακές (κατάργηση της Κυριακάτικης Αργίας). Ταυτόχρονα, η αποδυνάμωση των σωματείων και των συνδικαλιστικών της δικαιωμάτων αφήνει την γυναίκα άοπλη απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία. Γιατί ένα πράγμα είναι τι ισχύει και άλλο πως αυτό εφαρμόζεται. Και στις εργασιακές σχέσεις που η αδυναμία του εργαζόμενου απέναντι στο εργοδότη είναι προφανής, εάν δεν υπάρχει ένα ισχυρό σωματείο να επαγρυπνεί τίποτα δεν εφαρμόζεται.
Από την άλλη, ακόμα και αν η γυναίκα συνεχίσει να δουλεύει η ελάχιστη έως ανύπαρκτη κρατική πρόνοια για βρεφονηπιακούς σταθμούς και νηπιαγωγεία (ΕΣΠΑ, αιτήσεις με εισοδηματικά κριτήρια για λίγες θέσεις) εξωθούν την γυναίκα στους ιδιωτικούς παιδικούς σταθμούς, οι οποίοι κυμαίνονται 300-400 ευρώ, δηλαδή για μία χαμηλομισθη εργαζόμενη τα 2/3 του μισθού της περίπου!! Να μην μιλήσουμε για επιδόματα τέκνων κλπ, γιατί αυτά είναι πλέον ανέκδοτο.
Συνεπώς, σήμερα στην πραγματικότητα η μητρότητα λίγο πολύ δεν προστατεύεται, παίζει ανταγωνιστικό ρόλο με την ανάγκη για εργασία της γυναίκας, τόσο λόγω του φόβου της απόλυσης ή μη προτίμησης καν για την θέση εργασίας, όσο και επειδή το κοινωνικό κράτος και οι δομές φροντίδας των παιδιών όλο και συρρικνώνονται.
Από την άλλη, ένα πολύ σημαντικό κομμάτι των γυναικών που εργάζεται, εργάζεται με όρους ελαστικής απασχόλησης. Τα αντίστοιχα ποσοστά της ΕΛΣΤΑΤ κάνουν λόγο για ποσοστά 60% γυναίκες 40% άντρες.
Τι σημαίνει όμως μερική απασχόληση; Μερική απασχόληση σημαίνει πολύ χαμηλή αμοιβή, σημαίνει συνήθως ανασφάλιστη εργασία και σημαίνει και όταν γίνεται από το σπίτι – ιδιαίτερα τώρα με αφορμή την πανδημία έχει πάρει φωτιά η τηλεργασία - απομόνωση, σύγχυση με τον ρόλο της νοικοκυράς, δεν υπάρχει κοινωνική εξέλιξη και στην πραγματικότητα είναι μια αποδοχή του ότι η γυναίκα δεν είναι αυτάρκης. Μία γυναίκα η οποία εργάζεται λίγο ίσα ίσα για να συμπληρώνει το οικογενειακό εισόδημα, να βγάζει κανένα λογαριασμό που λέμε, στην ουσία παγιώνει τον ρόλο της ως η υπεύθυνη του νοικοκυριού και των παιδιών και επισημοποιεί τον ρόλο της ως συμπλήρωμα. Οι ευέλικτες μορφές εργασίας στην πραγματικότητα τείνουν να ενισχύουν και να αναπαράγουν τον παραδοσιακό ρόλο της γυναίκας παρά να τον ανατρέπουν.
Να επισημάνουμε ότι οι λεγόμενες ελαστικές μορφές απασχόλησης αποτελούν χρόνια διακηρυγμένο στόχο της ΕΕ, τον οποίο βέβαια οι δικοί μας βασιλικότεροι του βασιλέως προσπαθούν να προωθήσουν με κάθε τρόπο. Και η πανδημία έχει αποτελέσει μία πρώτης τάξης ευκαιρία για να καταφέρουν να γενικεύσουν την εφαρμογή τους.
Πάνω σε αυτό το έδαφος, που πλέον η εργαζόμενη δεν έχει δικαιώματα σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση κάθε έννοιας συλλογικού και με την ύπαρξη μίας σειράς διακρίσεων τόσο σε μισθολογικό όσο και σε επίπεδο νομικής μεταχείρισης, καταλήγει να μένει έκθετη και απροστάτευτη απέναντι στην αυθαιρεσία της εργοδοσίας και στην κατάχρηση της εξουσίας της, η οποίες πολύ συχνά οδηγούνται στην βίαιη συμπεριφορά, η οποία λαμβάνει μορφές ταπείνωσης των εργαζόμενων, σεξουαλικής παρενόχλησης και μέχρι και βιασμό. Θα αναφερθεί ειδικότερα η σ. Μυρτώ πάνω στο ζήτημα καθώς και στην επικαιρότητα.
Στο ζήτημα της οικογένειας, η γυναίκα στην Ελλάδα, όπως και σε όλη την σύγχρονη ελληνική ιστορία δεν έχει καταφέρει να απεμπολήσει τον ρόλο αυτής που σηκώνει όλο το βάρος του νοικοκυριού και της οικογένειας είτε εργάζεται, οπότε εργάζεται εις διπλούν, είτε είναι άνεργη, όποτε δεν της μένουν και πολλά περιθώρια.
Αυτή η διαιώνιση του ρόλου της υπηρέτριας του σπιτιού αντί του συμμέτοχου στα βάρη, η αίσθηση της κυριαρχίας του άντρα που έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο, ιδιαίτερα όταν δεν υπάρχει εύκολη διέξοδος στην σχέση (λόγω ανεργίας, ανασφάλειας κλπ), αυτό είναι το έδαφος που καθιστά την γυναίκα εξαρτημένη ανοίγει τον δρόμο διάπλατα για την αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, τα οποία φτάνουν μέχρι και τις γυναικοκτονίες. Για αυτό επίσης θα αναλύσει η σ. Μυρτώ, καθώς επίσης και τον πολύ αρνητικό ρόλο των ΜΜΕ στην ενοχοποίηση των γυναικών και την παρουσίαση τους με τρόπο χυδαίο, που εν γένει καταλήγει να διαιωνίζει την αντιλήψεις υποταγμένης γυναίκας- γυναίκας αντικείμενο στην κοινωνία.
Όπως ειπώθηκε και στην αρχή η είσοδος της γυναίκας στην εργασία είναι ζωτικό ζήτημα στην υπόθεση της κοινωνικής χειραφέτησης της. Αυτό όμως δεν αίρει αυτόματα προκαταλήψεις προηγούμενων αιώνων, οι οποίες δεν σπάνε θεωρητικά αλλά στην πράξη. Και βέβαια αυτό αποδεικνύει και ότι το γυναικείο ζήτημα ότι δεν είναι ατομικό ζήτημα. Μέσα από την διεκδίκηση των δικαιωμάτων της, την εργασία της και την συλλογικότητα η γυναίκα συνολικά μαθαίνει να διεκδικεί και στο σπίτι της την ισοτιμία.
Η οπισθοδρόμηση αυτή στα δικαιώματα της γυναίκας δεν είναι φυσικό φαινόμενο ανεξέλεγκτο από τον άνθρωπο. Είναι αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών που φέρουν φαρδιά πλατιά την σφραγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία δεκαετίες τώρα με τις πολιτικές της κατέστρεψε τον παραγωγικό ιστό της χώρας, την αγροτική οικονομία μετατρέποντας την Ελλάδα σε χώρα παροχής υπηρεσιών, μια οικονομία και μια χώρα υποχείριο στην ουσία στα σχέδιά της, η οποία έφτασε φυσικά σε τέλμα στα χρόνια της κρίσης με δίκη της συμμετοχή βέβαια και στις αιτίες και αφού επήλθε η κρίση αυτή μαζί με συνεργάτες της όλες τις ντόπιες κυβερνήσεις ήρθε να επιβάλει τι; Μειώσεις στους μισθούς, να οδηγήσει τον κόσμο στην ανεργία, στην ανασφάλεια, την μερική απασχόληση, το ξεπούλημα όλου του δημόσιου πλούτου σε δικά της μονοπώλια με συμφωνίες-πωλήσεις αποικιακού χαρακτήρα, με σταδιακή εξάλειψη κάθε έννοιας κοινωνικού δικαιώματος (παιδεία, υγεία κλπ) . Όποια πέτρα και να σηκώσει κανείς γράφει από κάτω ΕΕ. Την ώρα που το ένα χέρι κάνει αυτά γκρεμίζοντας δικαιώματα και κατακτήσεις του γυναικείου εργατικού κινήματος αιώνων, από την άλλη κόφτεται υποκριτικά για το πόσες γυναίκες είναι ευρωβουλευτίνες. Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί δήθεν ισότητας σημαίνει κατάργηση της προστασίας της μητρότητας, σημαίνει ανεργία για την γυναίκα, σημαίνει ανασφάλεια με εργασία περιστασιακή και μερική, σημαίνει κατάργηση της κρατικής προστασίας για τη γυναίκα.
Αυτό μας οδηγεί σε ένα άλλο σπουδαίο συμπέρασμα. Το γυναικείο ζήτημα είναι ταξικό ζήτημα. Η νέα γυναίκα εργαζόμενη, η εργαζόμενη μητέρα, η αυτοαπασχολούμενη, η μετανάστρια κλπ έχουν να παλέψουν ενάντια στον αστικό φεμινισμό, που φτάνει μέχρι το να μην είναι μόνο άντρας αυτός που σε εκμεταλλεύεται, αλλά να είναι και γυναίκα. Καμία πρόοδος δεν είναι για το γυναικείο κίνημα, το ότι η πρωθυπουργός των ΗΠΑ είναι η Καμάλα Χάρις, η οποία στέλνει τις βόμβες των Αμερικάνων σε όλες τις γυναίκες και τους άντρες της Μέσης Ανατολής. Το ζήτημα της κοινωνικής απελευθέρωσης της γυναίκας εργαζόμενης δεν είναι και δεν μπορεί να είναι ζήτημα του να υφίσταται την εκμετάλλευση απλώς με τους ίδιους όρους με τον άντρα.
Το γυναικείο κίνημα από την μία, έχοντας ως βάση την διπλή καταπίεση της γυναίκας εργάτριας τόσο από το αφεντικό της όσο και από τον άντρα της, έχει ιδιαιτερότητες που επιβάλλουν την διακριτή του ύπαρξη του με του διακριτούς του στόχους. Από την άλλη, η πολιτική αυτή της ξενοδουλείας, των μνημονίων, της κατάργησης κοινωνικών δικαιωμάτων, της ανεργίας κλπ πλήττει τόσο την γυναίκα όσο και τον άντρα εργαζόμενο. Και ενάντια σε αυτό πρέπει να συμμαχήσουν μαζί. Ο αγώνας για την κοινωνική απελευθέρωση της γυναίκας περνάει, βαίνει μέσα και παράλληλα από τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, τόσο για το ζήτημα του μισθού και της δουλειάς, όσο και για το ζήτημα της ειρήνης, όπου γίνεται όλο και πιο κρίσιμο σήμερα, με την εμπλοκή της χώρας σε επικίνδυνα παιχνίδια με την κυρίαρχη εμπλοκή των Αμερικάνων και των Ευρωπαίων. Όλα συνδέονται με αυτό το κοινό νήμα και βέβαια σε όλα αυτά έχει ζωτικό συμφέρον και αναντικατάστατο ρόλο η γυναίκα, στο σημείο να κρίνεται η επιτυχία και η αποτυχία αυτών των αγώνων.
Ο κοινός αγώνας άντρα και γυναίκας ενάντια στην κοινή πηγή καταπίεσης είναι και έχει φανεί και ιστορικά, αυτό που φέρνει πιο κοντά την ισότητα στην πράξη και ένα βήμα στον δρόμο ξεριζώνει περισσότερες κοινωνικές προκαταλήψεις, από ότι τόνοι θεωρητικών αναλύσεων για την ισοτιμία.
Με αφορμή την 8η Μάρτη -αλλά όχι μόνο- οφείλουμε να μιλήσουμε, να σκεφτούμε και -κυρίως- να πράξουμε για το γυναικείο ζήτημα. Γυναίκες και άντρες, εργαζόμενοι, άνεργοι, πρέπει να έχουν έναν κοινό βηματισμό.
Πρέπει ν’ αγωνιστούμε όλοι μαζί, από τα συνδικάτα μας, από τους συλλόγους μας και σε κάθε μαζικό χώρο:
* Πάνω απ’ όλα για το δικαίωμα στη δουλειά με αξιοπρέπεια.
* Για την κατάργηση όλων των διακρίσεων (και της νομοθεσίας που τις πιστοποιεί και τις αναπαράγει).
* Για την ισότητα ανδρών και γυναικών στην αμοιβή της εργασίας τους, στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
* Για να εξαλειφθούν τα φαινόμενα βίας και σεξουαλικής κακοποίησης απέναντι στις γυναίκες, για να μην νομιμοποιηθεί στην κοινωνία η αντίληψη ότι τέτοιες συμπεριφορές μπορούν να μένουν ατιμώτητες.
*Να δημιουργηθούν με πρόνοια του κράτους δομές για την στήριξη κακοποιημένων γυναικών και για τα παιδιά τους, με στήριξη υλική, ψυχολογική, νομική κ.ο.κ.
* Για την πλήρη προστασία της μητρότητας και της μονογονεϊκής οικογένειας, για τη δημόσια και δωρεάν φροντίδα και την εκπαίδευση των παιδιών.
* Για τον πολιτισμό της ζωής, της φυσικής άσκησης, και όλων των κοινωνικών ενδιαφερόντων, της δημιουργικής απασχόλησης, του βιβλίου, της μελέτης, της έρευνας, της κριτικής ανάλυσης,
* Ενάντια στην κουλτούρα που αναπαράγει το πρότυπο της γυναίκας – αντικείμενο, της υποταγμένης.
ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΜΕ – ΕΜΠΝΕΟΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΤΙΜΑΜΕ ΤΗΝ 8Η ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ!
Ομιλία Μυρτώς Σουλιώτη:
Στα μέσα Ιανουαρίου ήρθε στο φως της δημοσιότητας η καταγγελία της πρωταθλήτριας Σοφίας Μπεκατώρου περί σεξουαλικής κακοποίησής της το 1998 από τον, μέχρι και προ ολίγων ημερών, αντιπρόεδρο της Ελληνικής Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας. Από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα, ο ασκός του Αιόλου έχει ανοίξει με ένα ντόμινο καταγγελιών που προέρχονται κυρίως από το χώρο του θεάματος, με αποκορύφωμα την υπόθεση Λιγνάδη.
Το ζήτημα αυτό έχει κατακλύσει σαν θέμα συζήτησης τα τηλεοπτικά πάνελ των ΜΜΕ, με την προσφιλή προς αυτά μορφή της «κλειδαρότρυπας», του κουτσομπολιού και του ξεκατινιάσματος. Αν και μία από τις πολλές πλευρές της συγκεκριμένης αντιμετώπισης είναι ο αποπροσανατολισμός της κοινωνίας από άλλα μεγάλα πολιτικά ζητήματα του καιρού μας, ωστόσο θα ήταν λάθος να μην αναγνωρίσει κανείς τη μεγάλη σοβαρότητα του συγκεκριμένου προβλήματος, από το οποίο βέβαια μόνο η κορυφή του παγόβουνου έχει φανεί…
Θα θέλαμε λοιπόν, στα πλαίσια αυτής της συζήτησης, να κάνουμε τις εξής παρατηρήσεις:
Παρατήρηση πρώτη
Όπως σημειώσαμε παραπάνω, αυτή τη στιγμή αντικρίζουμε την κορυφή του παγόβουνου. Τα περιστατικά βίας, λεκτικής, ψυχολογικής και σεξουαλικής, είναι σαφώς αναρίθμητα στους εργασιακούς χώρους που ζουν και αναπνέουν οι γυναίκες των πλατιών και φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Τα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης, διακίνησης και εκπόρνευσης γυναικών, μεταναστριών και προσφυγισσών, θυμάτων των ιμπεριαλιστικών πολέμων ουκ ολίγα. Τα κυκλώματα παιδεραστίας προσφυγόπουλων, στα οποία εμπλέκονται οι κρατικοδίαιτες αλλά κατά τα άλλα «μη κυβερνητικές» οργανώσεις, πολυάριθμα. Τα γεγονότα παρενόχλησης και εκβιασμών στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και σε «επιφανή» εκπαιδευτικά ιδρύματα (βλ. Αρσάκειο) περισσεύουν. Σε όλους τους κοινωνικούς τομείς αναβλύζει δυσωδία…
Παρατήρηση δεύτερη
Κίνημα metoo και ΜΜΕ. Όσο κι αν το γεγονός ότι «ανοίγουν στόματα» και καταγγέλλονται βίαιες συμπεριφορές που αφορούν στο χώρο του θεάματος και του αθλητισμού είναι θετικό, ωστόσο δεν μπορεί να αποτελέσει σε καμία περίπτωση λύση στο τεράστιο αυτό πρόβλημα, ιδωμένο ειδικά από τη σκοπιά του λεγόμενου metoo. Το ρεύμα αυτό θεωρούμε ότι είναι πλήρως αποκομμένο από τα πραγματικά αίτια που γεννούν τα φαινόμενα αυτά και σε κάθε περίπτωση ξεκομμένο από τα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται και που αναφέραμε παραπάνω. Είναι ένα ρεύμα πλήρως αξιοποιήσιμο και χειραγωγήσιμο, το οποίο προωθούν εκτός των άλλων, τηλεοπτικές περσόνες που την ίδια στιγμή στηρίζουν ένα ολόκληρο τηλεσκουπιδοπολιτισμό. Τον «πολιτισμό» του GNTM, του Bachelor και του μηδενισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τον «πολιτισμό» της εμπορευματοποίησης της γυναίκας και της προώθησης του προτύπου «γυναίκα-κουτή-ξανθιά». Αποτελεί λοιπόν περισσή υποκρισία τα ίδια κανάλια, τα μπουκωμένα με κρατικό χρήμα, να εκχυδαΐζουν από τη μία με οποιοδήποτε τρόπο μπορούν τη γυναικεία προσωπικότητα ή άλλοτε να μιλούν για «απολίτιστες έγκυες προσφύγισσες» που μπαίνουν στη βάρκα του διακινητή με την «κοιλιά στο στόμα» κι από την άλλη να εξοργίζονται δήθεν για τα θύματα του metoo.
Παρατήρηση τρίτη
Τελευταία και σημαντικότερη. Λένε πολλοί ότι το πρόβλημα αυτό δεν είναι πολιτικό. Λένε ότι οι ρίζες του έχουν να κάνουν με τον άνθρωπο γενικά ενώ το ανάγουν στη σφαίρα της ψυχοπαθολογίας και μόνο. Η νυν υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, αρμόδια για την οικογένεια, Συρεγγέλα, έλεγε το 2019 με αφορμή την παγκόσμια ημέρα καταπολέμησης της βίας κατά των γυναικών -μέρα που έχει θεσπίσει ο ΟΗΕ με μπόλικες δόσεις υποκρισίας- ότι «η εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών είναι ένα φαινόμενο που δεν γνωρίζει γεωγραφικούς και ιδεολογικούς περιορισμούς, δεν έχει οικονομικούς ή κοινωνικούς περιορισμούς». Αντίστοιχα, η βουλευτής της κατά τα άλλα αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, Αγαθοπούλου, δήλωνε ότι «η βία κατά των γυναικών, η έμφυλη βία, είναι ένα πρόβλημα διαχρονικό, διατοπικό, διαταξικό, δεν γνωρίζει σύνορα, θρησκείες και φυλές». Διαφωνούμε με την άποψη αυτή ΚΑΘΕΤΑ. Δεν είναι τυχαίο λέμε εμείς ότι ο βιαστής της Μπεκατώρου ήταν στέλεχος της ΝΔ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο κατηγορούμενος για παιδεραστία Νίκος Γεωργιάδης και αθωωμένος λόγω παραγραφής ήταν πρώην βουλευτής της ΝΔ. Και δεν πρέπει να περνάει «στα ψιλά» το γεγονός ότι ο Λιγνάδης υπήρξε πολιτική επιλογή της ΝΔ, η οποία μάλιστα προχώρησε σε απευθείας ανάθεση σε αυτόν της διεύθυνσης του Εθνικού. Κι αν ακόμα δεν γνώριζε την αρρώστια αυτού του ανθρώπου, η κυβέρνηση αυτή των «αρίστων» έχει πολιτική ευθύνη, την οποία όχι μόνο δεν ανέλαβε αλλά με απολύτως προκλητικό τρόπο προσπάθησε να συγκαλύψει το πολιτικό αυτό σκάνδαλο. Προσπάθεια που προφανώς έπεσε στο κενό. Αλλά και αυτά να μην συνέβαιναν. Το πρόβλημα είναι πρωτίστως πολιτικό, είναι ταξικό και έχει να κάνει με ένα σύστημα που σαπίζει, ένα σύστημα που θυσιάζει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, στο βωμό του κέρδους, ένα σύστημα που στηρίζεται στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Και το όνομα αυτού του συστήματος… Καπιταλισμός. Αποτελεί λοιπόν υποκρισία και θράσος, η κυρίαρχη τάξη και το πολιτικό της προσωπικό, στη δοσμένη στιγμή η κυβέρνηση της ΝΔ, να παριστάνουν τους έκπληκτους μπροστά σε αυτά τα γεγονότα αλλά και τους αυτόκλητους σωτήρες των αδυνάμων αυτής της κοινωνίας. Όταν είναι η φιλεργοδοτική πολιτική που εφαρμόζουν αυτή που καταδικάζει την εργαζόμενη γυναίκα να υπομένει την εργοδοτική βία, ψυχολογική, σεξουαλική ή λεκτική, ειδάλλως έρχεται αντιμέτωπη με το φάσμα της ανεργίας. Όταν η πολιτική της κατάργησης των σωματείων είναι αυτή που αφαιρεί από την εργαζόμενη και τον εργαζόμενο ένα σημαντικό όπλο διεκδίκησης του δίκιου τους. Όταν η πολιτική των βάρβαρων αντιλαϊκών μέτρων των προηγούμενων μνημονίων αλλά και αυτών που λαμβάνονται στο όνομα της πανδημίας είναι αυτή που εξαθλιώνει πλατιά λαϊκά στρώματα με επακόλουθο τις εξάρσεις βίας και παραβατικής συμπεριφοράς. (Δεν είναι καθόλου τυχαία η κατακόρυφη αύξηση των ποσοστών ενδοοικογενειακής βίας τον τελευταίο χρόνο κατά την περίοδο του εγκλεισμού). Όταν η αντιπροσφυγική πολιτική αμέριστης στήριξης των ιμπεριαλιστών που ματοκυλούν χώρες και λαούς είναι αυτή που αφήνει τους διακινητές προσφύγων να αλωνίζουν και τις προσφύγισσες και τα προσφυγόπουλα έρμαια των εκμεταλλευτών. Όταν η πολιτική της βίας και του αυταρχισμού είναι αυτή που έχει σαν αποτέλεσμα συνταξιούχοι, φοιτητές, εργαζόμενος λαός και νεολαία, όταν επιχειρούν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, να χτυπιούνται βάναυσα στο ξύλο από τις δυνάμεις της κρατικής καταστολής. Κατά τα άλλα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εκφράζει τον αποτροπιασμό της αλλά και την αμέριστη συμπαράστασή της στα θύματα της βίας…
Κλείνοντας λοιπόν. To «τι να κάνουμε» το ανέλυσε διεξοδικά και γλαφυρά η σ. Νταϊάνα. Αν κανείς προσπαθήσει να λύσει το πρόβλημα με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, μέσω ανέξοδων και ακίνδυνων καναλιών, όπως το metoo, είναι σαν να προσπαθεί να λιώσει το λεγόμενο παγόβουνο με ένα σπίρτο… Αν δεν αναδειχθεί η αιτία του προβλήματος, δηλ. το σάπιο αυτό εκμεταλλευτικό σύστημα, οποιαδήποτε προσπάθεια θα αφομοιώνεται από αυτό. Ας μου επιτραπεί να δανειστώ και να κλείσω με μια κουβέντα του Μπρεχτ: «Γιατί, λοιπόν, είναι όλα τριγύρω τόσο γκρίζα, γιατί τούτη η κολασμένη θύελλα που σκοτώνει, καθώς λένε, και νεκρούς; Όταν η κυρίαρχη τάξη σαπίζει, τότε η σαπίλα κυριαρχεί».