Την ώρα που έχει ανοίξει η διαδικασία για τα προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης και για τα νέα πακέτα μέτρων και ιδιαίτερα στα εργασιακά ζητήματα και την ώρα που χιλιάδες επικουρικές συντάξεις καρατομήθηκαν και εκατομμύρια λογαριασμοί σταλθήκαν στους εργαζόμενους με τον «άδικο» φόρο του ΕΝΦΙΑ όπως προηγούμενα έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ, που τάχα θα τον καταργούσε, η κυβέρνηση ανέδειξε σε κεντρικό θέμα των ημερών την εφαρμογή του νέου νόμου για τις άδειες των τηλεοπτικών καναλιών.
Είναι φανερή η προσπάθεια της κυβέρνησης να αποπροσανατολίσει από την υλοποίηση των αντεργατικών μέτρων του τρίτου μνημονίου και την αβάσταχτη φορομπηξία, παίζοντας το χαρτί της «τάξης» στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο και υψώνοντας τη ρομφαία της πάταξης της διαφθοράς. Μέσα από μια διαδικασία δημοπράτησης όπου παλιοί και νέοι καναλάρχες προσέρχονται «ησύχως» και «πειθαρχημένα» σε πλαίσιο υποτίθεται διάφανο και αδιάβλητο για να κονταροχτυπηθούν, να ιδρώσουν και να πληρώσουν, καλλιεργεί η κυβέρνηση προς την κοινωνία εικόνες και συνειρμούς πως μπαίνει τάξη στο πεδίο της ενημέρωσης και τέλος στην ασυδοσία των καναλαρχών.
Πανηγυρίζει το κυβερνητικό επιτελείο τώρα μέσα από την αδειοδότηση των τεσσάρων πανεθνικής εμβέλειας καναλιών ότι θα χτυπήσει το σύστημα της διαφθοράς και της διαπλοκής όπως το εξέθρεψε και το συντήρησε το πολιτικό σύστημα της ΝΔ - ΠΑΣΟΚ δεκαετίες τώρα.
Στην πραγματικότητα όμως μετά την κατάρρευση της αντιμνημονιακής ρητορείας, ήδη από τις προηγούμενες εκλογές η κυβέρνηση καταφεύγει σε ένα από τα τελευταία επικοινωνιακά της οχυρά, αυτό της καταπολέμησης της διαφθοράς και διαπλοκής, για να δημαγωγήσει και να συσκοτίσει την πραγματική κατάσταση.
Η διαπλοκή μεταξύ πολιτικού και οικονομικού συστήματος και των ΜΜΕ, η διαφθορά, οι συναλλαγές και οι δοσοληψίες κάτω από το τραπέζι, είναι αξεπέραστα χαρακτηριστικά του αστικού συστήματος, τα εκτρέφει, τα αναπαράγει και τα διαιωνίζει και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να απαλλαγεί από αυτά. Όσο για αυτά που λέει η κυβέρνηση αποτελούν αστειότητες, ούτε θέλει, ούτε και μπορεί να τα χτυπήσει.
Μπορεί όμω,ς κάτω από ανακατατάξεις που συντελούνται στους κύκλους της μεγαλοαστικής τάξης με την ανάδειξη νέων κέντρων και τη φθορά προηγουμένων, να ανοίξει το δρόμο για τη διαμόρφωση ενός νέου τοπίου, για την αναδιανομή της πίτας στα ΜΜΕ.
Τα όποια φληναφήματα ξεστομίζονται γύρω από την αντικειμενική ενημέρωση ή την ποιότητα της τηλεόρασης τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την αντιπολίτευση δεν είναι παρά αέρας κοπανιστός. Ούτε εισάγονται τέτοια ζητήματα στο νέο διαγωνισμό ούτε και κάτι από αυτά απασχολεί την αντιπαράθεση που διεξάγεται στα πλαίσια της αδειοδότησης των καναλιών.
Η κυβέρνηση προσπαθεί μέσα από τη διαδικασία της αδειοδότησης όχι μόνο να αποπροσανατολίσει και να δημαγωγήσει αλλά μέσα από το ανακάτεμα της τράπουλας να αναζητήσει στηρίγματα, να διαμορφώσει σχέσεις με τα τζάκια της οικονομικής ελίτ που θα λυμαίνονται τον κρίσιμο τομέα της ενημέρωσης. Επιδιώκει να κλονίσει το καθεστώς όχι της διαπλοκής γενικά, αλλά εκείνης της διαπλοκής που αποτέλεσε στήριγμα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ έτη πολλά, να σπάσει δεσμούς και σχέσεις, να στριμώξει κάποιους και να διαμορφώσει τις δικές της σχέσεις και το δικό της σύστημα διαπλοκής με νέους και παλιούς καναλάρχες.
Των οποίων παρεμπιπτόντως η επιχειρηματική ποιότητα ξεδιπλώνεται καθημερινά μέσα από ένα βόρβορο αποκαλύψεων, σκοτεινών συναλλαγών που δεν αποτελούν παρά την κορυφή του παγόβουνου της καπιταλιστικής δυσωδίας.
Στον αντίποδα των κυβερνητικών προσπαθειών η ΝΔ ταυτίστηκε με το σύστημα των παλιών καναλαρχών και μεγαλοεκδοτών, που πάνω του πάτησε για να στηριχτεί και που για χρόνια εξυπηρέτησε κραυγάζοντας για την απρόσκοπτη συνέχισή του. Ο Μητσοτάκης, για να υπηρετήσει τη μερίδα που θίγεται από τους κυβερνητικούς χειρισμούς, έσπευσε να προκηρύξει την κατάργηση του νέου νόμου παγιδεύοντας το κόμμα του σε μια θέση που προσκρούει στα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται, τροφοδοτώντας την εσωκομματική γκρίνια.
Σε κάθε περίπτωση η υπόθεση των καναλιών έχει μπροστά της δρόμο καθώς εκκρεμεί το ζήτημα, πέρα από τα τέσσερα και ίσως πέντε αργότερα κανάλια εθνικής εμβέλειας, των θεματικών και περιφερειακών καναλιών. Σκόπιμα γύρω από το ζήτημα των θεματικών καναλιών υπάρχει κυβερνητική ασάφεια, όπως και για το αν θα κλείσουν ή όχι κάποιοι σταθμοί. Έτσι που για το επόμενο διάστημα ανοίγεται ένα πεδίο διαβουλεύσεων, δυνατότητας συνεννοήσεων και συμβιβασμών με όλους τους επίδοξους νομείς της «τέταρτης εξουσίας».