Με ομόφωνη απόφασή του, το πενταμελές Εφετείο Αθηνών την Πέμπτη 28/6 απάλλαξε απ’ όλες τις κατηγορίες την Ηριάννα Β. Λ. και τον Περικλή Μ. Με την απόφαση αυτή, αποδεικνύεται περίτρανα η σαθρότητα των κατηγοριών των εισαγγελικών αρχών και της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας, ενώ αποκαλύπτεται σε όλο του το εύρος ο αντιδραστικός και βαθιά ταξικός χαρακτήρας του δικαστικού συστήματος και ευρύτερα των δυνάμεων καταστολής.
Η Ηριάννα και ο Περικλής βρέθηκαν πρωταγωνιστές σε μια καφκικής έμπνευσης παρωδία δίωξης και δίκης, κατηγορούμενοι ως μέλη τρομοκρατικής οργάνωσης με μοναδικά καταδικαστικά στοιχεία 1) αντιφατικά λεγόμενα από μάρτυρες-φαντάσματα, 2) χαμένα δείγματα DNA που στιγματίστηκαν ως ανεπαρκή από μια σειρά ειδικών διεθνώς, και 3) νεφελώδη σχήματα για «σχέσεις με ύποπτα τρομοκρατικά στοιχεία» και «ταξίδια σε μέρη του εξωτερικού όπου ακμάζει η εμπορία όπλων».
Εντύπωση προκάλεσε η πρόταση ενοχής της εισαγγελέως κατά τη διάρκεια της συνεδρίας στις 28/6 παρά την πασιφανή έλλειψη στοιχείων και με εξόφθαλμη την ποινικοποίηση των πολιτικών πεποιθήσεων και των κοινωνικών σχέσεων των κατηγορουμένων. Με τη δήλωση αυτή και την εν συνεχεία αναίρεσή της απ’ το Εφετείο, διαλύθηκε εμφατικά κάθε πρόφαση «επιστημοσύνης» και «αμεροληψίας» του δικαστικού συστήματος, το οποίο -όπως αποδείχτηκε περίτρανα και από την πολύμηνη φυλάκιση των δύο νέων και συνολικά από την εξέλιξη της συγκεκριμένης υπόθεσης- είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του εκμεταλλευτικού συστήματος που καλείται να υπηρετήσει.
Η περιπέτεια του Περικλή και της Ηριάννας ξεκινά την άνοιξη του 2011 με τις κατηγορίες να τους απαγγέλλονται το 2014, ενώ η σκευωρία ολοκληρώνεται το 2017 με την καταδικαστική απόφαση και τη φυλάκισή τους. Το Πρωτοδικείο Αθηνών τους έκρινε ένοχους και τους καταδίκασε σε 13 χρόνια κάθειρξη χωρίς αναστολή, δίχως την παραμικρή απόδειξη για συμμετοχή σε οποιαδήποτε εγκληματική πράξη. Ύστερα από 7 χρόνια και ενώ οι δύο νέοι έχουν χάσει ένα ολόκληρο έτος από τη ζωή τους στη φυλακή στη βάση ανυπόστατων και σαθρών κατηγοριών, κάτω και από την πίεση ενός πλατιού κινήματος αλληλεγγύης που αναπτύχθηκε σταδιακά, η Ηριάννα και ο Περικλής επιτέλους δικαιώθηκαν.
Είναι μέγιστη υποκρισία του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης να πανηγυρίζουν δήθεν για την «αποκατάσταση της δικαιοσύνης» λες και δεν είναι οι ίδιοι που διατηρούν ατόφιο όλο το τρομοκρατικό οπλοστάσιο του αστικού κράτους και ιδιαίτερα τους τρομονόμους 187 και 187Α, βάσει των οποίων διώχθηκαν ο Περικλής κι η Ηριάννα. Πόσω δε μάλλον την ίδια στιγμή που η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ποινικοποιεί τους απεργιακούς αγώνες με πρόσφατο νομοσχέδιο της, ενώ ταυτόχρονα αφήνει ελευθέρους τους φασίστες δολοφόνους της Χρυσής Αυγής, η οποία πέρα απ’ τις εμπρηστικές δηλώσεις του βουλευτή της Μπαρμπαρούση, που κάλεσε ανοιχτά σε στρατιωτικό πραξικόπημα, έχει επιδοθεί τον τελευταίο καιρό σε ένα νέο γύρο θρασύδειλης βίας με επιθέσεις σε καταλύματα μεταναστών-εργατών γης στη Μανωλάδα, εμπρησμούς καταλήψεων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, τραυματισμούς μελών αριστερών οργανώσεων κλπ. Στην πραγματικότητα η ψευτοαριστερή διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί για ακόμα μια φορά να εγκλωβίσει το λαό σε ψευτοδιλήμματα για τον δήθεν εκδημοκρατισμό του κράτους και του δικαστικού κατεστημένου.
Μοναδικό στόχο έχει να αφοπλίσει το κίνημα των εργαζομένων, καλλιεργώντας αυταπάτες διαχείρισης και κοινοβουλευτικής αλλαγής, ενώ είναι γνωστό πως όλο αυτό τον καιρό και με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία δεν έχει ασκηθεί καμία δίωξη απέναντι στους μεγαλοεπιχειρηματίες-ηθικούς αυτουργούς των δεκάδων εργατικών ατυχημάτων που ολοένα και αυξάνονται, δεν έχει ασκηθεί καμία δίωξη στους υπευθύνους των δεκάδων σκανδάλων τύπου Siemens, λίστας Λαγκάρντ και ούτω καθ’ εξής, που έχουν κατακλέψει τα δημόσια ταμεία, δεν ασκείται καμία δίωξη στους εργολάβους που ευθύνονται για τον εις διπλούν κατακλυσμό της Μάνδρας. Με τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση καμιά δικαίωση δεν βρήκε στις δικαστικές αίθουσες ο λαός του Αργοσαρωνικού που πλήττεται ανεπανόρθωτα απ’ την πρόσφατη οικολογική καταστροφή ενώ ταυτόχρονα η ναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής δικάζεται στον Κορυδαλλό, μακριά απ’ τα μάτια του κόσμου ώστε να διατηρηθεί ως πολύτιμη εφεδρεία για το σύστημα που υπηρετούσε και υπηρετεί πιστά η σοσιαλδημοκρατία του ΣΥΡΙΖΑ. Την ίδια στιγμή που η Ηριάννα και ο Περικλής πέρασαν εντελώς άδικα πάνω από έναν ολόκληρο χρόνο στη φυλακή, οι υπόδικοι εγκληματίες δολοφόνοι χρυσαυγίτες κυκλοφορούν ελεύθεροι, σπέρνοντας ανενόχλητοι το ρατσιστικό και εθνικιστικό τους δηλητήριο.
Ο πραγματικός στόχος των εισαγγελικών και αστυνομικών αρχών ήταν εξαρχής να τρομοκρατήσουν τον λαό, ώστε να κάμψουν τις αντιστάσεις που ορθώνονται καθημερινά απέναντι στις αντιλαϊκές πολιτικές της κυβέρνησης και των ντόπιων και ξένων αφεντικών της. Μέσω της υπόθεσης της Ηριάννας και του Περικλή που δε διαφέρει ιδιαίτερα από μια σειρά υποθέσεων οι οποίες αφορούν είτε Τούρκους και Κούρδους αγωνιστές, είτε μαθητές και φοιτητές που διώκονται για τη συμμετοχή τους σε κινητοποιήσεις, το αστικό κράτος αποσκοπούσε και αποσκοπεί στο να στείλει ένα ευρύτερο μήνυμα στα πληττόμενα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Και το μήνυμα αυτό είναι πως οι μνημονιακές πολιτικές είναι μονόδρομος, πως όποιος αγωνίζεται και αντιστέκεται απέναντι σ’ αυτές τις πολιτικές, θα κρίνεται από δω και στο εξής «ένοχος» και ύποπτος ως «τρομοκράτης».
Και πράγματι η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι υποτελείς σε αυτήν ελληνικές κυβερνήσεις έχουν καταβάλει τα μέγιστα για να εντείνουν το κλίμα αυταρχισμού και τρομοκρατίας στην ελληνική κοινωνία. Ύστερα από τις αντικομουνιστικές ντιρεκτίβες της Ε.Ε. που εξισώνουν το ναζισμό με τον κομμουνισμό, ύστερα από απ’ τις απαγορεύσεις κομμουνιστικών κομμάτων και οργανώσεων και την ποινικοποίηση των συμβόλων της εργατιάς σε μια σειρά χώρες της Βαλτικής και των Βαλκανίων, ύστερα απ’ τις κοινές ασκήσεις αστυνομικών δυνάμεων των ευρωπαϊκών χωρών για την καταστολή διαδηλωτών, ύστερα απ’ την ίδρυση και λειτουργία λευκών κελιών, ειδικών σωμάτων ασφαλείας που χτυπούν συνταξιούχους και πνίγουν στα δακρυγόνα τη νεολαία, ύστερα απ’ τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών και τις περιπολίες της Frontex, ύστερα απ’ την ψήφιση των εκτρωματικών «αντιτρομοκρατικών» τρομονόμων 187 και 187Α, η υπόθεση της Ηριάννας και του Περικλή δεν ήταν το παράδοξο, μα το λογικό αποτέλεσμα μιας πολιτικής που θέλει τους λαούς και την εργατική τάξη γονυπετείς και φοβισμένους.
Η πλειοψηφία των δημοκρατών, προοδευτικών και αριστερών πολιτών της χώρας μας και ιδιαίτερα της νεολαίας εναντιώθηκε στην άδικη δίωξη των δύο νέων και εξέφρασε την αλληλεγγύη της μέσω μιας σειράς δράσεων και εκδηλώσεων. Από πορείες διαμαρτυρίας σε μια σειρά πόλεις της Ελλάδας, αποφάσεις φοιτητικών και σπουδαστικών συλλόγων, ψηφίσματα σωματείων εργαζομένων μέχρι συναυλίες και επώνυμες δηλώσεις αλληλεγγύης από ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών, πανεπιστημιακών, ζωγράφων, ηθοποιών, μουσικών και επιστημόνων, το πλατύ κίνημα αλληλεγγύης ήταν αυτό που ανάγκασε τις δικαστικές αρχές να άρουν την απαράδεκτη καταδίκη της Ηριάννας και του Περικλή. Για ακόμη μια φορά γίνεται φανερό πως μονάχα οι μαζικοί αγώνες μπορούν να δώσουν προοπτική στον δοκιμαζόμενο λαό μας σε όλα τα πεδία, από το πιο μικρό ως το πιο μεγάλο.
Απ’ την υπόθεση της Ηριάννας και του Περικλή πρέπει να βγάλουμε τα αναγκαία συμπεράσματα ώστε να ενισχύσουμε τους αγώνες που αναπόφευκτα θα ξεσπάσουν από δω και μπρος. Και το συμπέρασμα αυτό δεν μπορεί να είναι άλλο πέρα απ’ το ότι οι αντιδραστικές πολιτικές που σήμερα μαστίζουν τον τόπο και βάζουν στο στόχαστρο το λαό και τη νεολαία, μπορούν και πρέπει να ανατραπούν.