Εδώ και ένα χρόνο η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, με γνώμονα την προστασία της υγείας του λαού, ακολουθεί μια άνευ προηγούμενου πολιτική απαγορεύσεων, με βαρύτατα χτυπήματα στα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού. Οι περιορισμοί και οι απαγορεύσεις διαπερνούν όλο το φάσμα της ζωής και το ίδιο συμβαίνει και στην εκπαίδευση. Ήδη μετράμε πολλούς μήνες με κλειστά σχολεία και, αν υπολογίσουμε και την προηγούμενη χρονιά, μιλάμε για σχεδόν μια σχολική χρονιά με τα σχολεία κλειστά και τους μαθητές όλων των βαθμίδων κλεισμένους στα σπίτια τους, μόνους, μπροστά σε μια οθόνη.
"Μα είναι αναγκαία τα μέτρα για την υγεία μας" θα ακούσουμε καθημερινά στα κανάλια. Όμως ποιος αλήθεια από τους κυβερνώντες ενδιαφέρθηκε όλο αυτό το διάστημα πραγματικά για την υγεία του λαού, όταν δεν έχει παρθεί το παραμικρό μέτρο για την ενίσχυση του συστήματος υγείας; Όταν οι ίδιοι οι γιατροί αναφέρουν ότι η πρωτοβάθμια υγεία στην Ελλάδα είναι ανύπαρκτη, όταν ένα χρόνο τώρα δεν έχουν γίνει οι αναγκαίες έστω προσλήψεις ιατρο-νοσηλευτικού προσωπικού, αλλά μόνο κάποιες "αν είναι δυνατό" εσωτερικές μετακινήσεις, όταν δεν έχουν φτιάξει μια ΜΕΘ, παρά μόνο ελάχιστες μέσω χορηγιών!
Δεν είναι, όμως, μόνο το σύστημα υγείας καθ' αυτό αλλά ή ίδια ακριβώς πολιτική ακολουθείται και στην εκπαίδευση. Καθώς όχι μόνο δεν πάρθηκε το παραμικρό μέτρο για το ασφαλές άνοιγμα των σχολείων, αλλά συνέχισαν την ίδια αντιλαϊκή και επικίνδυνη πολιτική με την αύξηση ουσιαστικά των μαθητών ανά τάξη, με τα χιλιάδες κενά σε εκπαιδευτικούς και τους μαθητές αναγκασμένους να στοιβάζονται ο ένας, πάνω στον άλλο σε λίγα τετραγωνικά.
Έτσι, σαν τελευταία λύση για να μας "προστατέψουν" από την ίδια τους την πολιτική, κλείνουν τα σχολεία, στέλνουν μαθητές και δασκάλους στα σπίτια τους, ρίχνουν την ευθύνη στους ανεύθυνους μαθητές και καθηγητές, αποθεώνουν την διαδικασία της τηλεκπαίδευσης και οι ίδιοι ξαφνικά γίνονται οι σωτήρες του λαού.
Πόσο όμως κοντά στην πραγματικότητα είναι η επιτυχημένη τηλεκπαίδευση και ποσό ασφαλή πραγματικά είναι τα παιδιά, απομονωμένα μετά από τόσους μήνες;
Όλο και περισσότερες έρευνες διενεργούνται το τελευταίο διάστημα, με σκοπό να αναδείξουν τις επιπτώσεις της καραντίνας, των περιοριστικών μέτρων και της τηλεκπαίδευσης στην ψυχική υγεία παιδιών και εφήβων. Τα αποτελέσματα αυτά αποδεικνύονται κάτι παραπάνω από αποθαρρυντικά, καθώς κάνουν ξεκάθαρο, ότι οι παραπάνω περιορισμοί είναι πιο επικίνδυνοι για την υγεία των παιδιών σε σχέση με τον ίδιο τον ιό.
Μια μετα-ανάλυση 83 σχετικών μελετών από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Bath στο Ην. Βασίλειο έδειξε ότι τα παιδιά και οι έφηβοι είναι πολύ πιθανό να παρουσιάσουν υψηλά ποσοστά κατάθλιψης και άγχους κατά τη διάρκεια του lockdown, αλλά και μετά το τέλος του. Η ανασκόπηση εστιάζει συγκεκριμένα σε 63 μελέτες , στις οποίες συμμετείχαν 51.576 άτομα και κατέληξε σε μια σαφή συνάφεια, μεταξύ της μοναξιάς και προβλημάτων ψυχική υγείας σε παιδιά και έφηβους. Η πιο σημαντική συσχέτιση ήταν με την κατάθλιψη, που εμφανίζεται περισσότερο στα κορίτσια ενώ τα αγόρια εμφανίζουν αυξημένο κοινωνικό άγχος. Η μοναξιά γενικώς συνδέθηκε με προβλήματα ψυχικής υγείας έως και 9 χρόνια αργότερα.
Η κοινωνική αποστασιοποίηση αναδεικνύεται το σοβαρότερο ζήτημα, καθώς ο περιορισμός των κοινωνικών επαφών, των μετακινήσεων και η πολιτική που απομονώνει την κοινωνία έχει ως άμεσο αποτέλεσμα τη μοναξιά, που όπως αναφέρθηκε σχετίζεται άμεσα με την εμφάνιση κατάθλιψης και διαταραχών άγχους. Επίσης, ένα πολύ ενδιαφέρον εύρημα από τις μελέτες είναι ότι τα παιδιά και οι έφηβοι είναι η πιο ευάλωτη ομάδα. Αυτό συμβαίνει επειδή οι ενήλικες και οι ηλικιωμένοι έχουν μεγαλύτερη εμπειρία μοναξιάς και αντιμετώπισης απειλητικών καταστάσεων και συνεπώς εμφανίζουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στο άγχος και στην κατάθλιψη, στα πλαίσια κοινωνικής αποστασιοποίησης. Από την άλλη το εύρημα αυτό δικαιολογείται και από το αναπτυξιακό επίπεδο των παιδιών, καθώς έχουν πολύ μεγαλύτερη ανάγκη κοινωνικοποίησης.
Οι έρευνες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας από πολλές χώρες επιβεβαιώνουν τα παραπάνω. Ενδεικτικά, σύμφωνα με έρευνα της ΜΚΟ active minds στην Αμερική, ένα στα τρία παιδιά στις ΗΠΑ βίωσε συναισθήματα λύπης και κατάθλιψης, ενώ σύμφωνα με το κέντρο ελέγχου νοσημάτων και πρόληψης των ΗΠΑ, τα ψυχικά προβλήματα είναι ο βασικότερος λόγος επισκέψεων των παιδιών στα εξωτερικά ιατρεία. Συγκεκριμένα από Μάρτιο μέχρι Οκτώβριο αυξήθηκαν κατά 31% οι επισκέψεις των εφήβων στα νοσοκομεία για ψυχικά προβλήματα, ενώ στα παιδιά η αύξηση έφτασε το 24%. Ανάλογα αποτελέσματα εμφανίζονται και σε έρευνες σε Ολλανδία και Ιταλία.
Το δεύτερο πολυσυζητημένο ζήτημα αφορά τη διαδικασία της τηλεκπαίδευσης. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας προσπαθεί καθημερινά να αποδείξει την αποτελεσματικότητα της τηλεκπαίδευσης, εξισώνοντάς την με τη δια ζώσης εκπαίδευση. Για το υπουργείο παιδείας όλα βαίνουν χωρίς κανένα πρόβλημα!
Αρχικά πρέπει να σκεφτούμε ότι ακόμα και όλα να λειτουργούσαν κανονικά, το σχολείο δεν είναι απλά ένα χώρος εκμάθησης, αλλά και ένας χώρος κοινωνικοποίησης και συναισθηματικής ανάπτυξης για τα παιδιά. Η διαδικασία τής μάθησης αλλά και της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης συντελείται μέσα από την αλληλεπίδραση με τους άλλους, τη συζήτηση, την ανταλλαγή απόψεων, τα κοινά βιώματα, τη συνύπαρξη. Επομένως και η τηλεκπαίδευση σαν μέτρο αποτελεί από μόνη της ένα ακόμα μέτρο αποστασιοποίησης.
Οι μελέτες έρχονται απλά να επιβεβαιώσουν τα παραπάνω και να αναδείξουν τα ψέματα της κυβέρνησης. Σύμφωνα με πανελλαδική έρευνα του ΑΠΘ, 9 στους 10 εφήβους έχουν βιώσει αρνητικά συναισθήματα αυτό το διάστημα. Από αυτά κυριαρχούν το άγχος (71,5%) η ψυχική εξάντληση (63%) και η αίσθηση ρουτίνας (55,3%). Από την άλλη, όσον αφορά τα μαθήματα, το 72% των μαθητών δηλώνει ότι έχει εμπεδώσει λίγο ή καθόλου την ύλη. Οι καθηγητές που συμμετείχαν στην έρευνα αναφέρουν ότι λιγότερο από το 60% των παιδιών μπορούν και παρακολουθούν όντως το μάθημα, ενώ τα μεγαλύτερα προβλήματα έχουν να κάνουν με την κακή σύνδεση και τον ελλιπή εξοπλισμό. Αλλά και οι ίδιοι οι καθηγητές αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα, με το 92% αυτών να δηλώνει ότι αντιμετώπισε κάποιο τεχνικό πρόβλημα.
Στην ίδια έρευνα, 86% των μαθητών δηλώνει ότι είχε διάσπαση προσοχής αυτό το διάστημα, ενώ το 62% δηλώνει ότι η διαδικασία της τηλεκπαίδευσης τους δημιούργησε άγχος και άλλα αρνητικά συναισθήματα.
Συμπερασματικά φαίνεται πως οι ταξικές ανισότητες γιγαντώθηκαν, καθώς δεν είχαν όλα τα παιδιά την ίδια δυνατότητα πρόσβασης στη διαδικασία λόγω ελλιπούς εξοπλισμού, με πολλά από αυτά να χρησιμοποιούν κινητό για να παρακολουθούν τα μαθήματα, λόγω κακής σύνδεσης στο διαδίκτυο αλλά και λόγω έλλειψης ενός κατάλληλου χώρου μέσα στο σπίτι, που να μπορεί να διασφαλίζει την απρόσκοπτη παρακολούθηση και συμμετοχή στο μάθημα. Από την άλλη, παρατηρήθηκαν μεγάλες δυσκολίες συγκέντρωσης, αύξηση της διαδικτυακής εξάρτησης και του εθισμού.
Κλείνουμε με δύο έρευνες που έρχονται να συνοψίσουν πολλά από τα παραπάνω και αναδεικνύουν τις οδυνηρές συνέπειες από την πολιτική των περιορισμών και απαγορεύσεων. Η μία έρευνα -που έγινε στην Ελβετία- αφορά τα περιοριστικά μέτρα και τις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις και έδειξε ότι η επιβολή ακραίων περιοριστικών μέτρων για 3 μήνες μπορεί να οδηγήσει στο μέλλον σε απώλεια 1,7 εκατομμυρίων ετών ζωής λόγω πρόωρης θνησιμότητας, από παράγοντες όπως κατάθλιψη, αυτοκτονίες, ενδοοικογενειακή βία, αλκοολισμό.
Αντίστοιχη έρευνα στις ΗΠΑ εστιασμένη στα παιδιά έδειξε ότι το άνοιγμα των σχολείων σχετίζεται με μικρότερη απώλεια ετών ζωής ακόμη και αν αυξηθούν οι θάνατοι λόγω COVID-19, σε σύγκριση με το κλείσιμο των σχολείων!
Απέναντι σε μια πολιτική που εγκυμονεί πολύ σοβαρούς κινδύνους για την υγεία των παιδιών και των εφήβων, η μόνη ξεκάθαρη απάντηση είναι οι μαθητές να επιστρέψουν στο ζωτικό τους χώρο, στα σχολεία, με όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας. Αυτά που η εκπαιδευτική κοινότητα έθεσε από την αρχή της πανδημίας, τα αυτονότητα! Τάξεις με 15 μαθητές και όχι 25, προσλήψεις εκπαιδευτικού προσωπικού, προσλήψεις προσωπικού καθαριότητας, διενέργεια μαζικών και δωρεάν τεστ σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, αποσυμφόρηση των μέσων μαζικής μεταφοράς αυξάνοντας τα δρομολόγια.
Βαγγέλης Σαλαπάτας, ψυχολόγος
στέλεχος του Μ-Λ ΚΚΕ