Ο παραπάνω τίτλος του συγκεκριμένου άρθρου θα μπορούσε κάλλιστα να αντικατασταθεί από την παροιμία, όπου ακούς πολλά κεράσια κράτα και μικρό καλάθι. Κι αυτό διότι, ενώ είναι πολλές οργανώσεις που συμμετέχουν στα μετωπικά σχήματα της ΛΑΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και κλείνουν τον αντικαπιταλισμό σε όλες τις πτώσεις, τώρα και αρκετούς μήνες πριν τις εκλογές επιδίδονται σε μια άνευ προηγουμένου και έξω από αρχές σύγκρουση ανάμεσά τους, που καμία σχέση δεν έχει με την κουλτούρα της αριστεράς, και στην πραγματικότητα συνδέεται με την κατάρτιση δημοτικών συνδυασμών και υποψηφίων.
Έτσι στην Θεσσαλονίκη, βλέπουμε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ να εμφανίζεται τριχοτομημένη, με το ΣΕΚ να κατεβάζει δικό του ξεχωριστό δημοτικό σχήμα από το ΝΑΡ που κατεβάζει το δικό του. Το τελευταίο συνεργάζεται με το δημοτικό σχήμα που στηρίζουν αποχωρήσαντες του ΝΑΡ (που παρόλα αυτά συνεχίζουν να συμμετέχουν στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ) μαζί με κομμάτι της ΛΑΕ, ενώ άλλο κομμάτι της ΛΑΕ στηρίζει ξεχωριστό υποψήφιο. Το ίδιο περίπου μπερδεμένα εμφανίζονται τα πράγματα και στην Αθήνα. Πολλά παραδείγματα θα μπορούσαμε να δώσουμε ακόμα, όπως αυτό στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, όπου ένα κομμάτι της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποχώρησε για να προσχωρήσει στη ΛΑΕ με την ελπίδα να πετύχει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, όμως θεωρούμε πως αυτό που έχει σημασία είναι η πολιτική ουσία του ζητήματος. Και αυτή έγκειται στο γεγονός πως ο φωνακλάδικος «αντικαπιταλισμός» βρίσκεται δέσμιος των εκλογικών επιδιώξεων και αυταπατών της κάθε οργάνωσης που συμμετέχει είτε στη ΛΑΕ, είτε στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σε σημείο μάλιστα που οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα σ’ αυτές τις οργανώσεις να αφορούν στην πραγματικότητα το αν θα μπει επικεφαλής του εκάστοτε δημοτικού συνδυασμού εκείνο ή το άλλο πρόσωπο.
Είναι αποκαλυπτική των παραπάνω γεγονότων η ανακοίνωση της Αριστερής Συσπείρωσης (οργάνωσης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ) για τη Συνεδρίαση του ΠΣΟ στις 17.02.19 μπροστά στις επικείμενες περιφερειακές και δημοτικές εκλογές. Διαβάζουμε συγκεκριμένα πως «.. οι αντιπαραθέσεις που προκύπτουν για δήθεν “την πολιτική κατεύθυνση” των αυτοδιοικητικών σχημάτων… αφορούν σχεδόν μονοσήμαντα ζητήματα εσωτερικών συσχετισμών και ξεκαθαρισμάτων», πως «…Σε αυτό το πλαίσιο η συζήτηση για τους “επικεφαλής” αποκτά θεωρητικό πλαίσιο πολιτικής αναφοράς και όχι ουσίας καθώς πραγματικά δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε τα πολύ διαφορετικά πεδία επιτυχημένης παρέμβασης των τοπικών σχημάτων μέχρι σήμερα, με κριτήριο τον επικεφαλής. Στην πραγματικότητα, η συζήτηση αυτή υποκρύπτει εσωτερικές ανάγκες για συσχετισμούς εντός του Μετώπου…», πως «ανακαλύπτουμε τεχνικές διαφωνίες, αστικού περιεχομένου για τη μάχη της μαρκίζας». Για τον τρόπο δε που εκδηλώνεται η αντιπαράθεση διαβάζουμε: «Η ανταλλαγή καταγγελιών, η χρήση των κοινωνικών δικτύων για την προβολή και την επίθεση στον “αντίπαλο εντός” υποκαθιστά πλήρως την πολιτική κριτική προσδίδοντας αστικά και φιλελεύθερα στοιχεία…». Τέλος, λίγο πιο κάτω αναφέρεται πως «Παρότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ βρίσκεται πρακτικά ένα βήμα πριν τη διάσπαση σε κεντρικούς Δήμους με την ανακοίνωση ξεχωριστών δημοτικών κινήσεων, στην τελευταία συνεδρίαση του ΠΣΟ και ειδικά στην εισήγηση δεν περιγράφονταν καμία πρόνοια για την διασφάλιση απέναντι σε αυτούς τους κινδύνους, παρά μόνο μία μάχη χαρακωμάτων, όπου “νίκη” αποτελεί η φθορά του αντιπάλου…».
Παραθέσαμε με πρόθεση εκτεταμένα αποσπάσματα της συγκεκριμένης ανακοίνωσης διότι μαρτυρούν το επίπεδο εκφυλισμού στο οποίο έχει φτάσει η πολιτική αντιπαράθεση στο εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ενόψει των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών. Στην πραγματικότητα, ομολογείται καθαρά πως η αντιπαράθεση αφορά λιγότερο την πολική κατεύθυνση των αυτοδιοικητικών σχημάτων και περισσότερο την επιδίωξη μικροκομματικών σκοπιμοτήτων της κάθε οργάνωσης, αφού, όπως αναφέρεται, νίκη αποτελεί η φθορά του εσωτερικού αντιπάλου.
Οι τελευταίες εξελίξεις στο εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έρχονται να υπογραμμίσουν για μια ακόμα φορά τα αγιάτρευτα αδιέξοδα του λεγόμενου «αντικαπιταλιστικού χώρου». Γιατί είναι η πολιτική κατεύθυνση των δυνάμεων που τον συγκροτούν που γεννά αυτά τα αδιέξοδα. Είναι ακριβώς η ίδια πολιτική κατεύθυνση των αυταπατών για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και την υποτιθέμενη «σκληρή διαπραγμάτευση» που έκανε απέναντι στους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές. Αυταπατών που οδήγησαν σύσσωμο αυτό το χώρο να συμμετέχει στα συλλαλητήρια στήριξης της κυβέρνησης σ’ αυτή τη «διαπραγμάτευσή» της σπέρνοντας ολέθριες αυταπάτες για τον χαρακτήρα και το ρόλο τόσο των διαπραγματεύσεων αυτών, όσο και της ίδιας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Η ίδια πολιτική κατεύθυνση είναι κι αυτή των λεγόμενων «αντικαπιταλιστικών» μεταβατικών προγραμμάτων, στην πραγματικότητα ρεφορμιστικών, που λειτούργησαν ως γέφυρα για ένα σημαντικό κομμάτι της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (ΑΡΑΣ, ΑΡΑΝ) να αποχωρήσει από αυτή και να ενσωματωθεί στην ΛΑΕ του πρώην υπουργού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, Λαφαζάνη, της οποίας τα δικά της μεταβατικά προγράμματα δεν ήταν και τόσο διαφορετικά από αυτά της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, προσδοκώντας με αυτήν την κίνηση καλύτερα εκλογικά ποσοστά. Είναι η ίδια αυτή πολιτική κατεύθυνση που σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις και μπροστά στις αυταπάτες που η ίδια η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έσπερνε πως ήταν κοντά στο να εκλέξει βουλευτή, την οδήγησε να χρησιμοποιήσει κι αυτή το αστικό ιδεολόγημα της χαμένης ψήφου προς τις μικρότερες εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις που αναφέρονται στην αριστερά. Στην πραγματικότητα, η πολιτική αυτή κατεύθυνση του υπερτονισμού του ρόλου των εκλογών και των προτάσεων ρεφορμιστικών μεταβατικών προγραμμάτων σαν κι αυτών που πρόβαλλε κι ο ΣΥΡΙΖΑ πριν αναδειχθεί σε κυβέρνηση και σαν κι αυτό της ΛΑΕ, είναι πολιτική άρνησης της μαζικής εξωκοινοβουλευτικής πάλης, του μόνου δηλαδή ικανού δρόμου να βάλει φραγμό στην αντιλαϊκή πολιτική.
Παναγιώτης Α.
Αναδημοσίευση από το νέο τεύχος του Περιοδικού Πορεία που κυκλοφορεί.