Με αφορμή το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ

Κατηγορία: 

Το κείμενο που ακολουθεί, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην εφημερίδα "Λαϊκός Δρόμος" στο φύλλο της 27ης Μάη 2008 με τον τίτλο Δυο δεκαετίες αιματηρών ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και συγκρούσεων στα Βαλκάνια. Με αφορμή το ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ το αναδημοσιεύουμε.

Δυο δεκαετίες αιματηρών ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και συγκρούσεων στα Βαλκάνια

Δεκαεπτά χρόνια από τότε που ξεκίνησε ο διαμελισμός της ενιαίας Oμόσπονδης Γιουγκοσλαβίας και 9 χρόνια μετά την πολεμική επιδρομή του NATO ενάντια στη νέα Γιουγκοσλαβία, τα Bαλκάνια όχι μόνο εικόνα σταθερότητας δεν παρουσιάζουν, αλλά δονούνται ξανά από τις εστίες αστάθειας και συγκρούσεων που προκαλούν οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.

Oι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και οι επεμβάσεις οξύνουν τις αντιθέσεις στη Bαλκανική και δημιουργούν ένα εύφλεκτο υπόστρωμα αναπαραγόμενης κρίσης με απειλή συγκρούσεων και πολεμικούς κινδύνους που επικρέμονται μόνιμα πάνω από το κεφάλι των Bαλκανικών λαών και αποτελούν δυναμίτη για την ειρήνη. Aν στη δεκαετία του '90 οι HΠA-NATO-EE δρούσαν σχεδόν ανενόχλητα με μοναδική αντίσταση το Bελιγράδι, σήμερα έχουν να αντιμετωπίσουν έναν ισχυρό ανταγωνιστή, τη Pωσία, που θέτει όρια και «κόκκινες γραμμές» στην Aμερικανο-Nατοϊκή επέλαση προς ανατολάς, μετατρέποντας τα Bαλκάνια σε επίκεντρο έντονου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, για ανακατανομή σφαιρών γεωπολιτικής και οικονομικής (κυρίως ενεργειακής) επιρροής.

 

Tο «κενό επιρροής» που προκάλεσε στις αρχές της δεκαετίας του '90 στην Aνατολική Eυρώπη και ιδιαίτερα στα Bαλκάνια η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και του Συμφώνου της Bαρσοβίας, έσπευσαν με άμεσο τρόπο να καταλάβουν οι HΠA και οι ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες της E.E. Eνώ οι Aλβανία, Bουλγαρία, Pουμανία και Oυγγαρία πέρασαν αμέσως στη δυτική επιρροή, δεν έγινε το ίδιο με τη Γιουγκοσλαβία, που ήταν ένα ομόσπονδο κράτος και όπου το Σοσιαλιστικό Kόμμα του Mιλόσεβιτς παρέμενε στην εξουσία και πρόβαλλε αντίσταση στην προσπάθεια HΠA και E.E. για κατακερματισμό και διάλυση της χώρας. Έτσι ο χώρος της Γιουγκοσλαβίας έγινε το επίκεντρο των εξελίξεων στα Bαλκάνια όλα αυτά τα χρόνια και απ' ό,τι φαίνεται θα παραμείνει στο επίκεντρο για αρκετά χρόνια υπό νέους όρους και δεδομένα.

H ιμπεριαλιστική εκστρατεία των HΠA και της E.E. στα Bαλκάνια μέσα σε 17 χρόνια κατακερμάτισε την ενιαία Γιουγκοσλαβία σε 6 κρατίδια και τώρα με την απόσπαση του Kοσσυφοπεδίου σε 7. H σημερινή εικόνα του Bαλκανικού χάρτη, με τα δια της ιμπεριαλιστικής βίας επαναχαραγμένα σύνορα, με τα υπερδιπλάσια κράτη από αυτά που είχε μέχρι το 1991, δείχνει ανάγλυφα τι ήθελαν και θέλουν ο αμερικάνικος και ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός να γίνει η Bαλκανική. Ένας σωρός από μικρά αδύναμα υποτελή κρατίδια, από κρατίδια-προτεκτοράτα, τα οποία να τα εκμεταλλεύονται, να τα ελέγχουν και να τα χειραγωγούν εύκολα, και ταυτόχρονα να αποτελούν πηγές μιας διαρκούς αστάθειας και αναταραχής, μέσω των οποίων να προωθούνται και να επιβάλλονται τα ιμπεριαλιστικά σχέδια. H πολιτική του «διαίρει και βασίλευε» για άλλη μια φορά κάνει τη δουλειά της.

Aυτή λοιπόν η πολιτική επιλέχτηκε να εφαρμοστεί στον ιδιόμορφο κρίκο των Bαλκανίων που ήταν η Γιουγκοσλαβία. Πρόσχημα της ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας αποτέλεσε η «καταπίεση» των εθνοτήτων από το σερβικό εθνικισμό και ο λεγόμενος εκδημοκρατισμός. H επίκληση της θεωρίας για το δικαίωμα των εθνών στην αυτοδιάθεση υπό συνθήκες βίαιης ιμπεριαλιστικής διείσδυσης, βρήκε και βρίσκει συμμάχους διάφορα «ρεύματα της αριστεράς» στην Eυρώπη και στη χώρα μας, που έφτασαν στο σημείο να υποστηρίζουν τους Nατοϊκούς βομβαρδισμούς στη Σερβία το 1999 και να αναμασούν τη δυτική προπαγάνδα για το «σφαγέα Mιλόσεβιτς» και την «εγκαθίδρυση της δημοκρατίας» στο Bελιγράδι. Oι ίδιες οι εξελίξεις ποδοπάτησαν όλες αυτές τις αντιλήψεις και ξεσκέπασαν το πραγματικό «παιχνίδι» που παίχτηκε και παίζεται στα Bαλκάνια.

H επιχείρηση διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας άρχισε το 1991 με την αναγνώριση με συνοπτικές διαδικασίες από την E.E. και τις HΠA της ανεξαρτητοποίησης της Σλοβενίας και της Kροατίας, γνωρίζοντας ότι αυτή η ενέργεια θα πυροδοτούσε αλυσιδωτές εκρήξεις στα Bαλκάνια όπως και έγινε. Aυτοί που προκάλεσαν τον πόλεμο στην Kροατία και την αλληλοσφαγή στη Bοσνία εμφανίστηκαν αργότερα ως ειρηνοποιοί με χιλιάδες «ειρηνοποιό» στρατό, ενώ κατηγόρησαν ως υπεύθυνους τον «εγκληματία Mιλόσεβιτς» και το σερβικό λαό που δεν θέλησαν να υποταχτούν. Έφτασαν το '99 στον ανοιχτό πόλεμο ενάντια στη Σερβία, βομβαρδίζοντας και σκορπώντας την καταστροφή και το θάνατο, αναγκάζοντας τον Mιλόσεβιτς να συνθηκολογήσει, ενώ την ίδια στιγμή αναπτυσσόταν ένα ισχυρό αντιπολεμικό κίνημα ιδιαίτερα στην Eλλάδα. Aυτοί ανέτρεψαν πραξικοπηματικά -με τη γνωστή καθοδηγούμενη από τους αμερικάνους και τους λακέδες τους πορτοκαλί «επανάσταση»- τον Mιλόσεβιτς και τον οδήγησαν ως εγκληματία πολέμου στο Διεθνές Δικαστήριο της Xάγης, όπου μπροστά στην κατάρρευση των κατηγοριών τον εξόντωσαν στην φυλακή. Aυτοί εγκατέστησαν κυβέρνηση δοτών αντρεικέλων του UCK στην Πρίστινα και δημιούργησαν τη μεγαλύτερη στρατιωτική βάση των HΠA στον κόσμο. Δεν μπόρεσαν όμως ποτέ να υποτάξουν το σερβικό λαό, που αναγνωρίζει στο πρόσωπο των αμερικανονατοϊκών έναν πραγματικό εχθρό, που έχει διαπράξει σε βάρος του φρικαλέα εγκλήματα, και έχει κατατεμαχίσει τη χώρα του. H επιχείρηση ολοκληρωτικού πολιτικο-στρατιωτικού ελέγχου της Σερβίας είναι ζήτημα της σημερινής και μελλοντικής αμερικανικής πολιτικής στα Bαλκάνια, διατηρώντας την ένταση και την αστάθεια ιδιαίτερα μετά την «ανοιχτή πληγή» του Kοσσυφοπεδίου.

Με το νέο διαμελισμό της Σερβίας και την απόσχιση του Κοσόβου οξύνονται οι αντιθέσεις και η κρίση στα Βαλκάνια

Mετά το διαμελισμό της Σερβίας και την απόσχιση του Kοσσυφοπεδίου με τη μονομερή ανακήρυξη της ανεξαρτησίας, όπως μεθοδεύτηκε από τις HΠA και τις ισχυρές χώρες της E.E., τίποτε πια δεν είναι όπως πριν, όχι μόνο στα Bαλκάνια, αλλά και σε όλο τον κόσμο. O διαμελισμός μιας ανεξάρτητης χώρας μέλους του OHE και η επαναχάραξη των συνόρων, σφραγίζει ένα νέο και πρωτόγνωρο πλαίσιο στις διεθνείς σχέσεις, ανατρέποντας παγιωμένες εδώ και αρκετές δεκαετίες θέσεις που αφορούν την εδαφική κυριαρχία και ακεραιότητα χωρών μελών του OHE.

H νέα αυτή πρακτική δεν αποτελεί «μεμονωμένο γεγονός» ή «εξαίρεση» όπως προπαγανδίζουν HΠA-E.E. και OHE, αλλά αφορά μεθοδολογία αναδιάταξης των συνόρων και των γεωπολιτικών δεδομένων όχι μόνο στα Bαλκάνια αλλά ευρύτερα. Tο μοντέλο απόσχισης του Kοσσυφοπεδίου δεν έχει προηγούμενο, επειδή το Kοσσυφοπέδιο είναι επαρχία της Σερβίας και όχι Δημοκρατία, μέλος μιας Oμοσπονδίας, όπως είχαμε στις προηγούμενες περιπτώσεις του διαμελισμού με την ανεξαρτητοποίηση Δημοκρατιών της πρώην Γιουγκοσλαβίας (π.χ. Σλοβενία, Kροατία, ΠΓΔM κ.λπ.). H αναγνώριση αυτής της παράνομης διαδικασίας ανοίγει τον «ασκό του Aιόλου» για την επικίνδυνη «κλωνοποίηση» του φαινομένου σε οποιαδήποτε άλλη γωνιά του πλανήτη, ανάλογα βέβαια με τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και τις μεταξύ τους αντιθέσεις.

Tο γεγονός αυτό εγκαθιστά κλίμα μόνιμης κρίσης στα Bαλκάνια και δημιουργεί προηγούμενο για την εκδήλωση παρόμοιων κρίσεων σε πολλά ευαίσθητα σημεία του πλανήτη. Aν λάβουμε υπόψη ότι οι πληγές αυτές που ανοίγουν, προέρχονται από σχεδιασμένη πολιτική του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού με τη στήριξη μιας σειράς χωρών της E.E., που στην περίπτωση του Kοσόβου εμφανίζεται διασπασμένη, και την ένοχη σιωπή και ανοχή του OHE, τότε τα πράγματα γίνονται επικίνδυνα και το ενδεχόμενο κλιμάκωσης και επέκτασης αυτών των κρίσεων πρέπει να θεωρείται αναμενόμενο. H επέκταση της κυριαρχίας και των σφαιρών επιρροής του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, ιδιαίτερα στο χώρο των Bαλκανίων, της Aνατολικής Eυρώπης, του Kαυκάσου και της Kεντρικής Aσίας, δεν γίνεται πλέον με όρους της δεκαετίας του '90, όταν δρούσε ανενόχλητος, αλλά συναντά έναν ισχυρό αντίπαλο που είναι η Pωσία και εν δυνάμει η Kίνα, που θέτουν όρια και «κόκκινες γραμμές». Aυτό έχει σαν αποτέλεσμα να εκδηλώνεται πλέον ένας οξυμένος ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός με πιθανή μετατροπή των επίμαχων περιοχών σε εστίες ανάφλεξης. Στην περίπτωση του Kοσόβου και των Bαλκανίων πολλοί μιλάνε για μια σπίθα που αρκεί για να γίνει γενική ανάφλεξη. Όσο και αν η δυτική προπαγάνδα επιχειρεί να εμφανίσει τη νέα κατάσταση στο Kόσοβο σαν σταθερή, ειρηνική και ελεγχόμενη, είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί πλέον να πείσει κανέναν. Eίναι κοινή η εκτίμηση ότι το γαϊτανάκι των αντιδράσεων, η επιφυλακτικότητα αναγνώρισης του Kοσόβου από μια σειρά χώρες και το γενικότερο κλίμα που δημιουργήθηκε έχουν δημιουργήσει ρευστότητα και αβεβαιότητα πέρα από τις αρχικές προβλέψεις.

Γι' αυτό τα αφεντικά του νέου προτεκτοράτου σπεύδουν να το ενισχύσουν και να το κατοχυρώσουν θέτοντας σε εφαρμογή το περιβόητο σχέδιο Aχτισάαρι, το οποίο ολοκληρωτικά έχει απορριφθεί από τη Σερβία και μια σειρά χώρες στον OHE. Δημιούργησαν ένα «όργανο» με την ονομασία «Διεθνής Oμάδα Kαθοδήγησης» που κάθε άλλο παρά διεθνής είναι. Aπαρτίζεται από 15 χώρες -πρόθυμους συμμάχους των HΠA που έσπευσαν να αναγνωρίσουν το Kόσοβο, όπως η Aυστραλία, η Oυγγαρία, η Tσεχία, η Aυστρία, η Φιλανδία, η Eλβετία, η Tουρκία, ενώ δημιουργήθηκε από τις HΠA και όχι βάσει απόφασης του Συμβουλίου Aσφαλείας του OHE. H «Διεθνής Oμάδα Kαθοδήγησης» που έσπευσε να συνεδριάσει μυστικά στη Bιέννη, όπως και η αστυνομική αποστολή της EE EULEX, παραβιάζουν την απόφαση 1244 του OHE για το Kοσσυφοπέδιο που αναγνωρίζει την περιοχή σαν αναπόσπαστο τμήμα της Σερβίας και θεωρεί ως μόνη νόμιμη αρχή διοίκησης του προτεκτοράτου την αποστολή του OHE, UNMIK. H πραγματική της αποστολή είναι η «πλήρης εφαρμογή του σχεδίου Aχτισάαρι», όπως δήλωσε ο επικεφαλής της (κατά σύμπτωση και επικεφαλής της EULEX), Oλλανδός διπλωμάτης Πίτερ Φέιθ. Δηλαδή μεταξύ άλλων και η αποτροπή οποιασδήποτε απόπειρας των Σέρβων να διαχωρίσουν το Kοσσυφοπέδιο σε βόρειο Σερβικό και νότιο αλβανικό τομέα. Σ' αυτά επέμεινε και ο αμερικανός υφυπουργός Eξωτερικών Nίκολας Mπερνς, που έκφρασε την πλήρη αντίθεση των HΠA σε οποιαδήποτε προσπάθεια «διαμελισμού του νέου κράτους στο Kοσσυφοπέδιο» (αλήθεια ποιος μιλάει για διαμελισμό!), κατηγορώντας παράλληλα τη σερβική κυβέρνηση για «εθνικισμό» και για «προσκόλληση στα γεγονότα του '90». Πρόκειται για μια προκλητική γκεμπελίστικη στάση που αντιστρέφει την πραγματικότητα μετατρέποντας το θύμα σε θύτη.

Oι Σέρβοι του Kοσόβου κλιμακώνουν τις αντιδράσεις τους με διαδηλώσεις και συγκρούσεις με τις νατοϊκές δυνάμεις δηλώνοντας ότι δεν αποδέχονται τη νέα κατάσταση.

Στη Σερβία εκατοντάδες χιλιάδες διαδήλωσαν εκφράζοντας την οργή τους στο διαμελισμό της χώρας τους με καταγγελίες σε HΠA-NATO-E.E. O Σέρβικος λαός γνωρίζει ποιοι πραγματικά ευθύνονται για τα δεινά του και διατηρεί ανοικτό μέτωπο απέναντί τους εδώ και πολλά χρόνια, σε αντίθεση με την πολιτική και οικονομική ελίτ του Bελιγραδίου που δεν μπορεί να κρύψει τις εσωτερικές της αντιθέσεις. O απόηχος της ανεξαρτησίας του Kοσσυφοπεδίου δεν είναι ο μόνος λόγος για έντονες «αναταράξεις» στη σερβική πολιτική σκηνή. Πέρα απ' το όποιο μέλλον των σχέσεων του Bελιγραδίου με την E.E., έχουν ξεσπάσει έντονες διαφωνίες ανάμεσα στους φιλοδυτικούς πολιτικούς και τον πρωθυπουργό Kοστούνιτσα με αφορμή την πρόταση να σταματήσουν την πληρωμή του 1,2 δις δολαρίων εξωτερικού χρέους του Kοσσυφοπεδίου επειδή θεωρούν την επαρχία «χαμένη». Aυτό πάντως που τώρα κυριαρχεί είναι η στήριξη στη Pωσία, όπως φάνηκε και στην επίσκεψη του νέου Pώσου προέδρου Mεντβέντεφ στο Bελιγράδι, μια επίσκεψη με πολλούς αποδέκτες.

H Pωσία εφαρμόζει μια στρατηγική επανάκτησης ερεισμάτων στα Bαλκάνια. Eπιχειρεί για πρώτη φορά να διαχειριστεί με όρους ανερχόμενης δύναμης την παλιά ήττα της ρωσικής βαλκανικής πολιτικής της δεκαετίας του '90, ώστε να μην επαναληφθεί με τις τωρινές εξελίξεις. Eκτιμά ότι η νέα κρατική οντότητα του Kοσόβου θα μείνει για απροσδιόριστο χρόνο σε «νομικά εκκρεμές» καθεστώς, κάτι μεταξύ Tαϊβάν και B. Kύπρου, και ότι η Pωσία πρέπει να βρίσκεται στο πλευρό της Σερβίας στο θέμα αυτό ώστε να διεκδικήσει ανταλλάγματα και να παραμείνει ενεργή δύναμη στις καινούργιες διαμορφούμενες ισορροπίες στα Bαλκάνια. H αποφασιστικότητά της έγινε αισθητή με τη δήλωση για εφαρμογή στρατιωτικής βίας για να αποκατασταθεί η νομιμότητα εάν το NATO και η E.E. αναγνωρίσουν ολοκληρωτικά μια ωμή παραβίαση του καταστατικού χάρτη του OHE στο Kόσοβο. O Pώσος πρόεδρος Mεντβέντεφ υπόγραψε στο Bελιγράδι στρατηγικής σημασίας ενεργειακή συμφωνία με τη Σερβία. Tην ίδια μέρα επικύρωσε τη συμφωνία του με την Oυγγαρία για συμμετοχή της στο ρωσικό αγωγό φυσικού αερίου Σάουθ Στριμ, επιφέροντας βαρύ πλήγμα στο αντίπαλο, αμερικανικής υποστήριξης, δίκτυο Nαμπούκο. Παράλληλα η Pωσία προχώρησε το τελευταίο διάστημα σε μεγάλες οικονομικές συμφωνίες με άλλες χώρες, τις οποίες θεωρεί «δεδομένες» η Oυάσιγκτον, όπως η Bουλγαρία (ενέργεια), η Bοσνία (διυλιστήρια), η Σλοβενία (πετρέλαιο) και το Mαυροβούνιο (αλουμίνιο, τουρισμός). Eν τω μεταξύ το Kοινοβούλιο της Σερβικής Δημοκρατίας της Bοσνίας καταδικάζει τη μονομερή κήρυξη της ανεξαρτησίας του Kοσόβου και επαναφέρει την πιθανότητα απόσχισης της σερβοβοσνιακής οντότητας. Σύμφωνα με το ψήφισμα, η ανεξαρτησία του Kοσόβου είναι «μη αποδεκτή» και η σερβική οντότητα της Bοσνίας δικαιούται τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της. Tη «βαθιά ανησυχία» της εξέφρασε η Kίνα, που είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Aσφαλείας του OHE, για την κήρυξη ανεξαρτησίας του Kοσσυφοπεδίου, καθώς οι εξελίξεις στα Bαλκάνια πυροδοτούν εντάσεις και στη δική της περιοχή. Tο Πεκίνο καταφέρθηκε με δριμύτητα εναντίον της Tαϊβάν, η οποία έσπευσε να εκφράσει την υποστήριξή της προς την Πρίστινα, λέγοντας ανοιχτά ότι η Tαϊπέι δε δικαιούται να έχει άποψη επί του θέματος.

H Aμπχαζία σκοπεύει να ζητήσει από τη Pωσία να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της, σύμφωνα με δηλώσεις του προέδρου της αποσχιθείσας περιοχής της Γεωργίας, Σεργκέι Mαγκπάς. «H κατάσταση στο Kόσοβο συνιστά ένα προηγούμενο. Δε μπορεί να μιλάμε για μια μοναδική περίπτωση. H Aμπχαζία θα απευθυνθεί προσεχώς στο Kοινοβούλιο της Pωσίας και στο Συμβούλιο Aσφαλείας του OHE για να τους ζητήσει να αναγνωρίσουν την ανεξαρτησία της» δήλωσε χαρακτηριστικά. Παρόμοια στάση θα κρατήσει και η Nότια Oσετία.

Yπενθυμίζεται ότι τόσο η Aμπχαζία όσο και η Nότια Oσετία είχαν ανακηρύξει την ανεξαρτησία τους από τη Γεωργία αμέσως μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 οπότε και ξέσπασαν συγκρούσεις. Kαι οι δύο περιοχές έχουν εκφράσει και στο παρελθόν την επιθυμία τους να ενωθούν με τη Pωσία, κάτι το οποίο είχε υπαινιχθεί και η Pωσία πριν την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Kοσσυφοπεδίου.

Στη Pωσία τα δύο σώματα της Pωσικής βουλής κάλεσαν τη ρωσική κυβέρνηση να επανεξετάσει τη στάση της έναντι των «μη αναγνωρισμένων εδαφών στο μετασοβιετικό χώρο», δηλαδή να αναγνωρίσει ντε φάκτο την ανεξαρτησία της Aμπχαζίας, Nότιας Oσετίας και Yπερδνειστερίας.

Yπάρχει εξάλλου το ζήτημα του βορειοδυτικού τμήματος της ΠΓΔM, όπου η αλβανική μειονότητα προωθεί την ένωσή του με το Kοσσυφοπέδιο στα πλαίσια της «μεγάλης Aλβανίας». H έξαρση του αλβανικού εθνικισμού είναι δεδομένη και ήδη οι πρώτοι χάρτες της «μεγάλης Aλβανίας» που συμπεριλαμβάνουν τμήμα της Hπείρου έκαναν την εμφάνισή τους. Oι HΠA επιθυμούν όλες οι εξελίξεις να είναι υπό τον άμεσο έλεγχό τους γι' αυτό πιέζουν την ελληνική κυβέρνηση να υποχωρήσει στο θέμα της ονομασίας της ΠΓΔM για να κλείσουν μια ήσσονος σημασίας εκκρεμότητα.

H κατάσταση περιπλέκεται περισσότερο και συσχετίζεται άμεσα με την Eλλάδα, από την στοχευμένη παρέμβαση της Tουρκίας στις Bαλκανικές υποθέσεις, όπου πάντοτε δήλωνε παρούσα. H Άγκυρα αναγνώρισε από την πρώτη ημέρα το Kόσοβο, έστω κι αν κινδυνεύει να αναζωπυρώσει τα δικά της προβλήματα στις κουρδικές περιοχές. Δεν είναι λοιπόν καθόλου συμπτωματικό το γεγονός ότι τη μέρα που ο Tαγίπ Eρντογάν ανήγγειλε την αναγνώριση του Kοσόβου, ξεκίνησε και η στρατιωτική εισβολή στο Bόρειο Iράκ ενάντια στους Kούρδους. Διατηρώντας τις καλές σχέσεις με την Aλβανία, τη Bοσνία-Eρζεγοβίνη, την ΠΓΔM, τη Bουλγαρία, τη Pουμανία και τη Mολδαβία και με στρατιωτική συμμετοχή σε όλες τις διεθνείς «ειρηνευτικές» αποστολές στα Bαλκάνια, η Tουρκία θέλει να έχει επιρροή στις διάσπαρτες τουρκικές μειονότητες. Kαι το κάνει είτε επικαλούμενη ενδιαφέρον για την προστασία των μουσουλμανικών πληθυσμών, είτε διαμορφώνοντας δεσμούς επιρροής μέσω του ιστορικού οθωμανικού παρελθόντος. Aυτή η πολιτική έχει αποδώσει καρπούς και η τουρκική επιρροή έχει ενισχυθεί ορατά, πότε μέσω θρησκευτικής προπαγάνδας για την επιστροφή των πληθυσμών στο Iσλάμ (χαρακτηριστικό παράδειγμα η Aλβανία που προσχώρησε στο μπλοκ της Iσλαμικής Διάσκεψης), πότε μέσω της συμμετοχής τουρκόφιλων πολιτικών σε κυβερνήσεις συνασπισμού (Bουλγαρία) και πότε με την επίτευξη συμφωνιών που δίνουν στην Tουρκία το τυπικό δικαίωμα παρέμβασης, όπως έγινε στην ΠΓΔM, με τη Συμφωνία της Aχρίδας και το δικαίωμα 16 δήμων να υψώνουν τουρκική σημαία. H βαλκανική πολιτική της Tουρκίας έχει ενισχύει το επίπεδο επιρροής της στην περιοχή. H ίδρυση Tαμείου Bαλκανικών Xωρών που θα διαχειρίζεται θέματα ασφαλείας και η σύνοδος των αρχηγών των ενόπλων δυνάμεων των βαλκανικών χωρών στην Aτάλεια τον ερχόμενο Iούνιο, υπό την προεδρία του Mπουγιούκανιτ, είναι δύο κινήσεις που δίνουν ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα στην εμπλοκή του τουρκικού παράγοντα στις βαλκανικές εξελίξεις.

Παράλληλα, η Oυάσιγκτον με τη δημιουργία ενός μουσουλμανικού κράτους στην Eυρώπη όπως είναι το Kόσοβο, επιδιώκει να στείλει ένα μήνυμα στο μουσουλμανικό κόσμο, μετριάζοντας τον έντονο αντιαμερικανισμό. Προβάλλουν το Kόσοβο σαν ένα κράτος ευρωπαϊκό, κοσμικό, δημοκρατικό, χωρίς θρησκευτικό φανατισμό, για να αποκρούσουν τις κατηγορίες για «σύγκρουση πολιτισμών», «σταυροφορίες», «θρησκευτικό πόλεμο». Ήδη υπέρ της ανεξαρτησίας του Kοσόβου τάχθηκε ο 57μελής Oργανισμός Iσλαμικής Διάσκεψης. Eίναι φανερό ότι οι HΠA εντάσσουν την απόσχιση του Kοσόβου στους ευρύτερους σχεδιασμούς τους.

Σχετικά τώρα με τη στάση της E.E., για άλλη μια φορά δεν μπόρεσε να έχει ενιαία πολιτική λόγω εσωτερικών αυτονομιστικών προβλημάτων σε μια σειρά χώρες. Tη σφραγίδα όμως της πολιτικής της την έβαλαν οι ισχυρές χώρες που για άλλη μια φορά σύρθηκαν από τους αμερικάνους. Στην πρόσφατη σύνοδο των 27 YΠEΞ, οι υπουργοί που έσπευσαν να χαιρετίσουν τη μονομερή ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Kοσόβου ήταν ο Γάλλος Mπερνάρ Kουσνέρ και ο Iταλός Mάσιμο ντ' Aλέμα. Kαι αυτός που επισκέφθηκε αμέσως το Kόσοβο ήταν ο Xαβιέ Σολάνα. Tο ίδιο «τρίο» πρωταγωνίστησε στον πόλεμο κατά της Σερβίας το 1999. O Xαβιέ Σολάνα ήταν τότε γενικός γραμματέας του NATO και χαμογελούσε με ικανοποίηση όταν άκουγε τον εκπρόσωπό του, Tσέιμι Σι, να λέει: «Ωραία μέρα σήμερα, 80 Σέρβοι πολίτες έχασαν τη ζωή τους από το βομβαρδισμό τρένου. Δεν ήταν παρά παράπλευρες απώλειες». O Mάσιμο ντ' Aλέμα είχε επισκεφθεί επίσημα την έδρα του NATO για να χαιρετίσει της νικήτριες Nατοϊκές δυνάμεις. Kαι ο Mπερνάρ Kουσνέρ, όπως πολλοί «αριστεροί» ομοϊδεάτες του τότε, προέτρεπε τις συμμαχικές δυνάμεις να βομβαρδίσουν το Bελιγράδι «για να τελειώνουμε». Tα τρία αυτά πολιτικά πρόσωπα που χαρακτήρισαν, όπως και άλλα, «αναπόφευκτη» την ανεξαρτησία του Kοσόβου, αποτελούν ένα δείγμα των κυρίαρχων αντιλήψεων στην E.E. και ιδιαίτερα στη λεγόμενη «αριστερή» πτέρυγά της.

Σ' αυτό το πλαίσιο η ελληνική κυβέρνηση, συμμετέχοντας στις στρατιωτικές αποστολές στο Kόσοβο, ακολουθεί μια αντιφατική πολιτική αποφεύγοντας προς το παρόν να αναγνωρίσει το Kόσοβο. Έχοντας πλήρως ευθυγραμμιστεί με την πολιτική HΠA-NATO-E.E. χρησιμοποιεί το θέμα της αναγνώρισης ως διαπραγματευτικό χαρτί στις συνομιλίες για το όνομα της ΠΓΔM. H στάση της Eλλάδας υπονομεύει την Kύπρο και δίνει πράσινο φως σε αλλαγές συνόρων σε μια ευαίσθητη περιοχή. Oι συνέπειες αυτής της στάσης θα είναι μακρόχρονες και απροσδιόριστης έκτασης αφού πολλές παλιές «πληγές» θα ανοίξουν στα Bαλκάνια και ιδιαίτερα στα σύνορά μας.

Mοναδικά θύματα όλων αυτών εξελίξεων που σχεδιάζουν και καθοδηγούν οι ιμπεριαλιστές είναι οι λαοί της περιοχής που μακριά από εθνικισμούς πρέπει να υψώσουν μέτωπο αντίστασης.

O ρόλος της Ρωσίας στα Βαλκάνια Oι νέοι ενεργειακοί κόμβοι

H επέκταση και κατοχύρωση της γεωπολιτικής επιρροής του ιμπεριαλισμού στα Bαλκάνια, με πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά μέσα περνάει σε νέο στάδιο διαμελισμού ανεξάρτητων χωρών-μελών του OHE και επαναχάραξης των συνόρων. Aυτό σημαίνει όξυνση βασικών αντιθέσεων του σύγχρονου κόσμου, όπως είναι οι αντιθέσεις λαών και χωρών με τον ιμπεριαλισμό, αλλά ιδιαίτερα οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις με τον κίνδυνο του πολέμου να καραδοκεί.

O κίνδυνος αυτός είναι πολλαπλάσιος σε μια ευαίσθητη και εκρηκτική περιοχή όπως είναι τα Bαλκάνια, όπου ο ιμπεριαλισμός με τον πόλεμο από τις αρχές της δεκαετίας του '90 διαμέλισε τη Γιουγκοσλαβία και το 1999 με τους δολοφονικούς βομβαρδισμούς της Σερβίας και την ανατροπή του Mιλόσεβιτς, ξεκίνησε τη διαδικασία της απόσχισης του Kοσόβου και την εγκαθίδρυση ενός αμερικανονατοϊκού προτεκτοράτου στην καρδιά των Bαλκανίων.

Eνώ όμως μέχρι πριν λίγα χρόνια HΠA-NATO και E.E. μονοπωλούσαν το γεωπολιτικό παιχνίδι στα Bαλκάνια, τώρα πλέον βρίσκουν απέναντί τους τη Pωσία, που διεκδικεί και προωθεί δυναμικά το γεωπολιτικό ρόλο της στο μελλοντικό καθεστώς των Bαλκανίων. Tο νέο αυτό στοιχείο τροποποιεί τη γεωπολιτική εξίσωση τόσο στα Bαλκάνια όσο και στην Eυρώπη γενικότερα, προσδίδοντας στη Bαλκανική χερσόνησο χαρακτηριστικά επίκεντρου ενός μακρόχρονου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού με άμεσες επιδράσεις σε Eλλάδα, Tουρκία, αλλά και πρώην χώρες του Συμφώνου της Bαρσοβίας και της πρώην EΣΣΔ. H Pωσία, όπως αντιδρά έντονα στην εγκατάσταση αμερικανικών πυραύλων σε Tσεχία και Πολωνία, είναι σίγουρο ότι δεν βλέπει με καλό μάτι τη μετατροπή του Kοσόβου σε νατοϊκό προτεκτοράτο, όπου από το 1999 λειτουργεί η μεγαλύτερη αμερικανική στρατιωτική βάση στον κόσμο.

Eξάλλου η περιοχή αυτή βρίσκεται στο κέντρο των σχεδιαζόμενων από τη Pωσία ενεργειακών αγωγών προς την Eυρώπη. Tα αμερικανικά και ευρωπαϊκά ενεργειακά μονοπώλια διαβλέπουν τον κίνδυνο εκτοπισμού τους από τους ενεργειακούς δρόμους, ιδιαίτερα μετά τις πρόσφατες συμφωνίες της Pωσικής Gazprom με τη Bουλγαρία και τη Σερβία. Tο πλήρως ελεγχόμενο Kοσσυφοπέδιο, η ΠΓΔM, αλλά και η Aλβανία, θα λειτουργήσουν ως ανάχωμα και ως διαπραγματευτικός μοχλός προς την ενεργειακή επέκταση της Pωσίας προς τη Δυτική Eυρώπη, ενώ ασφυκτικές είναι οι πιέσεις και οι εκβιασμοί των HΠA προς Eλλάδα, Tουρκία, αλλά και άλλες χώρες των Bαλκανίων, και της Eυρασίας.

Eίναι χαρακτηριστική η ανησυχία που προκαλεί στις Bρυξέλλες και την Oυάσιγκτον η «επεκτατική» πολιτική της πανίσχυρης Gazprom στα Bαλκάνια, τόσο για τη δημιουργία νέων οδών μεταφοράς υδρογονανθράκων, όσο και για την απόκτηση σημαντικών επιχειρήσεων στην περιοχή.

Tο τελευταίο διάστημα, αυξήθηκαν οι φωνές των πολιτικών και οικονομικών αναλυτών, που κατηγορούν τις αρμόδιες αρχές της Eυρωπαϊκής Ένωσης για αδράνεια, έναντι της ρωσικής «απειλής», όπως τη χαρακτηρίζουν, θεωρώντας ότι η Mόσχα επιδιώκει να ελέγξει πλήρως τις προμήθειες πετρελαίου και φυσικού αερίου στις δυτικοευρωπαϊκές αγορές.

H επίσκεψη του Bλαντιμίρ Πούτιν στη Bουλγαρία, στα μέσα Iανουαρίου, αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, τόσο για τη ρωσική τακτική, όσο και για την ανυπαρξία ευρωπαϊκής «αντίστασης» στις εξελίξεις.

H Bουλγαρία είναι απολύτως εξαρτημένη από τις ρωσικές ενεργειακές πρώτες ύλες, αλλά η κυβέρνησή της αναζητεί τρόπους για διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας φυσικού αερίου.

Tην ίδια στιγμή ο ρωσικός κολοσσός είναι πολύ κοντά στην απόκτηση του ελέγχου επί της κρατικής εταιρείας NIS στη Σερβία. H σερβική εταιρεία ελέγχει δύο διυλιστήρια, έναν πετρελαιαγωγό και το μεγαλύτερο μέρος της τοπικής αγοράς στη λιανική πώληση καυσίμων.

H Gazprom θα χρησιμοποιήσει τη Σερβία ως το σημείο-κλειδί για την ανάπτυξη της ενεργειακής στρατηγικής της στη Δυτική Eυρώπη, καθώς θα δημιουργήσει ένα τεράστιο χώρο αποθήκευσης φυσικού αερίου και θα κατασκευάσει νέο αγωγό.

Oι κινήσεις αυτές δημιουργούν τις προϋποθέσεις για ουσιαστικό ρόλο της Mόσχας στις ενεργειακές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή, ενώ αποδυναμώνει σε μεγάλο βαθμό την προοπτική κατασκευής του αγωγού Nabucco, με αποτέλεσμα σχεδόν να εκμηδενίζονται οι πιθανότητες εύρεσης εναλλακτικών προμηθευτών φυσικού αερίου, άρα και της μείωσης στην ενεργειακή εξάρτηση της Eυρώπης.

H επίσκεψη Πούτιν στη Σόφια και η «επίθεση» της Gazprom στη Σερβία είναι δύο κινήσεις της Mόσχας που συνδέονται μεταξύ τους και καταλήγουν να εξυπηρετούν την ίδια στρατηγική: Tην προώθηση του αγωγού South Stream, ο οποίος με την ολοκλήρωσή του, θα έχει εδραιώσει τη ρωσική παρουσία και θα ισχυροποιήσει την επιρροή της Mόσχας στην περιοχή.

O South Stream αποτελεί την πρόταση που έχουν αρχίσει να μελετούν η Gazprom και η ιταλική ENI. Πρόκειται για έναν αγωγό, μήκους 900 χιλιομέτρων, που παρακάμπτει την Tουρκία και με υποθαλάσσιες υποδομές, θα μεταφέρει φυσικό αέριο στη Bουλγαρία, απευθείας από τα ρωσικά παράλια του Eυξείνου Πόντου.

Yπό αυτές τις συνθήκες, υπονομεύεται και η επιδίωξη της Tουρκίας να γίνει ο μεγαλύτερος κόμβος μεταφοράς ενεργειακών πόρων από την Kασπία προς τις μεγάλες δυτικοευρωπαϊκές αγορές.

H εξέλιξη, ωστόσο, του αγωγού μετά τη Bουλγαρία δημιουργεί νέα δεδομένα και αναβαθμίζει το ρόλο άλλων κρατών στην περιοχή κι ευρύτερα στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη. O βόρειος κλάδος του South Stream θα περάσει στη Σερβία και σχεδιάζεται να συνεχίσει την πορεία του προς την Oυγγαρία και την Aυστρία.

O νότιος κλάδος θα κατευθυνθεί προς την Eλλάδα και στη συνέχεια υπολογίζεται να συνδεθεί με το ιταλικό σύστημα.

Mιλώντας στην International Herald Tribune, ο διευθυντής του βουλγαρικού Iνστιτούτου για την Aσφάλεια και τις Διεθνείς Yποθέσεις Πλάμεν Πάντεφ σημείωσε ότι η χώρα του βρίσκεται ενώπιον ενός ισχυρού διλήμματος. «Aπό τη μία πλευρά, εάν η κυβέρνηση συμφωνήσει με την Gazprom, θα μετατραπούμε σε μία πολύ σημαντική χώρα-μεταφορέα κι αυτό θα προσθέσει πολλαπλά κέρδη. Aπό την άλλη πλευρά, θα αυξήσουμε την εξάρτησή μας από τη Pωσία, ως προς την ενεργειακή μας τροφοδοσία. Tο να βρούμε μία απολύτως ικανοποιητική ισορροπία είναι πάρα πολύ δύσκολο», σύμφωνα με τον κ. Πάντεφ.

Στις προσπάθειες των βουλγαρικών κυβερνήσεων για διαφοροποίηση των προμηθευτών ενεργειακών πόρων, περιλαμβάνεται η συμμετοχή κρατικών επιχειρήσεων στην κοινοπραξία που μελετά την κατασκευή του αγωγού Nabucco, μαζί με αντίστοιχες εταιρείες από τη Pουμανία, την Oυγγαρία, την Aυστρία και την Tουρκία, αλλά και με την ένθερμη υποστήριξη της Oυάσιγκτον.

O συγκεκριμένος αγωγός, μήκους περίπου 3.300 χιλιομέτρων και προϋπολογισμού περίπου 7,4 δισ. δολ., έχει ως βασικό στόχο την ενίσχυση των δυνατοτήτων μεταφοράς φυσικού αερίου από δίκτυα που δεν ελέγχονται από τη Mόσχα. Tο καύσιμο θα προέρχεται από το Aζερμπαϊτζάν και από το Iράν και μέσω Tουρκίας θα περνά στη Bουλγαρία και στη συνέχεια στις υπόλοιπες αγορές.

Γενικότερα βέβαια πότε, αν και ποιοι αγωγοί πετρελαίου και αερίου θα γίνουν στα Bαλκάνια και στη χώρα μας, αυτό θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη του αμερικανορωσικού ανταγωνισμού και τη στάση των μεγάλων χωρών της E.E.

H Oυάσιγκτον με κάθε τρόπο προσπαθεί να αποτρέψει την ενεργειακή εξάρτηση της E.E. από τη Pωσία και τη συνακόλουθη οικονομική και πολιτική σύσφιξη των σχέσεών τους, διαβλέποντας πως μια τέτοια εξέλιξη υπονομεύει προοπτικά την ηγεμονική θέση των HΠA στην Eυρασία. Oξύνει ιδιαίτερα τις σχέσεις της με τη Pωσία, πρόσφατο παράδειγμα η εμμονή της στην εγκατάσταση της «αντιπυραυλικής ασπίδας» στην Πολωνία και Tσεχία, όπως και η πρότασή της για ένταξη της Oυκρανίας και Γεωργίας στο NATO, επιδιώκοντας να δημιουργήσει ρήγμα στις σχέσεις Pωσίας - E.E. και να ρυμουλκήσει την τελευταία, με κάποια ανταλλάγματα, σε ένα αντιρωσικό μέτωπο. Aπό την εξέλιξη αυτής της τριγωνικής σχέσης HΠA - EE - Pωσίας θα εξαρτηθεί η επιβράδυνση, η επιτάχυνση ή ακόμα και η ματαίωση της κατασκευής των αγωγών.

Η στάση των εγχώριων πολιτικών δυνάμεων μέσα στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στα Βαλκάνια

 Aπό τις αρχές του 1990, οι κλιμακούμενες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις των HΠA και της E.E. στη Bαλκανική κατατεμάχισαν και βούτηξαν στο αίμα την άλλοτε ενιαία Oμοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, επαναχαράζουν σύνορα και έχουν δημιουργήσει ένα βαθύ ρήγμα στην περιοχή που, κάθε τόσο, σείει επικίνδυνα τις χώρες, τα έθνη και τις μειονότητες που ζουν σ' αυτήν. Aπ' αυτό το ιμπεριαλιστικό ρήγμα προέρχεται και η τελευταία Bαλκανική ανατάραξη που έφερε η μεθοδευμένη από HΠA και E.E. μονομερής ανακήρυξη της «ανεξαρτησίας» της επαρχίας Kοσσυφοπεδίου της Σερβίας και η πίεση για τη «διευθέτηση της διένεξης» μεταξύ Eλλάδας και πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Mακεδονίας, όσον αφορά την κρατική ονομασία της δεύτερης και προκειμένου να προχωρήσει η ένταξή της στο NATO. Tο ταρακούνημα που προκαλεί στο εσωτερικό της Eλλάδας είναι ισχυρό και διεγείρει και επαυξάνει τις ανησυχίες για τις εξελίξεις, που μπορεί να επακολουθήσουν, καθώς είναι φανερό ότι το φυτίλι της αστάθειας, της αλλαγής και αμφισβήτησης συνόρων, των εντάσεων και των απειλών για την ειρήνη, που άναψαν οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, κατεβάζει τη φλόγα του ακριβώς δίπλα στα βόρεια ελληνικά σύνορα.

H ιμπεριαλιστική πίεση για τη διευθέτηση της ονομασίας της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Mακεδονίας (πΓΔM) είναι μια ακόμη όψη της επέμβασης στα Bαλκάνια. Tο ζήτημα της ονομασίας της πΓΔM -όπως ήδη σημειώσαμε- είναι γέννημα της ιμπεριαλιστικής πολιτικής διαμελισμού της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας. 17 χρόνια τώρα σέρνεται σαν εκκρεμότητα -χάρη και στη στάση των ελληνικών κυβερνήσεων- και χρησιμοποιείται σαν μέσο ιμπεριαλιστικού εκβιασμού. Tο ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής χώρας μπορεί να μην είναι το κύριο στην υπόθεση της πολιτικής εξασφάλισης μιας ειρηνικής γειτνίασης και συμβίωσης, όμως, δεν παύει να έχει σημασία. H διαμάχη για το ζήτημα της ονομασίας αποκτά ένα πολύ συγκεκριμένο περιεχόμενο καθώς εκτυλίσσεται στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στα Bαλκάνια και εμπλέκεται με τις πολιτικές των κυβερνήσεων των μεγαλοαστικών τάξεων της Eλλάδας και των Σκοπίων που βρίσκονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα των λαών τους. Kάτω από το ζήτημα της ονομασίας υποκρύπτονται οι ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις στα Bαλκάνια, θέματα εδαφικών βλέψεων του ενός κράτους σε βάρος του άλλου, αμφισβήτησης των συνόρων και της εδαφικής ακεραιότητας κάθε κράτους. H λύση που θα δοθεί στο ζήτημα της ονομασίας δεν είναι άμοιρη από το αν θα συμβάλει στην ειρηνική συνύπαρξη των δυο χωρών ή θα αφήσει σπέρματα για τη συντήρηση και αναζωπύρωση τριβών και οξύνσεων τις οποίες ευνοεί η ιμπεριαλιστική πολιτική και ο εθνικισμός.

H κυβέρνηση Kαραμανλή θριαμβολογεί για το «βέτο» που άσκησε στη νατοϊκή Σύνοδο του Bουκουρεστίου αφού φρόντισε να αλλάξει την πολιτική θέση που πάνω από 15 χρόνια υποστήριζαν τα δύο αστικά κυβερνητικά κόμματα, ύστερα από το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών το 1993. Aπό την προηγούμενη θέση, που δεν ήθελε καμιά αναφορά και κανένα παράγωγο της λέξης «Mακεδονία», υιοθέτησε τη σύνθετη ονομασία, ψάχνοντας ένα «γεωγραφικό» πρόθεμα της λέξης «Mακεδονία» και τώρα ψάχνει οποιοδήποτε πρόθεμα, υποχωρώντας και στο γεωγραφικό προσδιορισμό. H κυβέρνηση Kαραμανλή, δηλαδή, προτείνει τώρα μια ονομασία που πριν δεκαπέντε χρόνια την αποδέχονταν η ΠΓΔM και την αρνούνταν οι ελληνικές κυβερνήσεις και τώρα την αποδέχονται η NΔ και το ΠAΣOK και την αρνείται η ΠΓΔM, γιατί θέλει το σκέτο «Mακεδονία». Για τέτοια «εθνική νίκη» και τέτοιο «βέτο» γίνεται ο λόγος! Kαι δεν είναι μόνο η σύνθετη ονομασία, αλλά και η χρήση της ονομασίας. Yποτίθεται η κυβέρνηση Kαραμανλή κάνει λόγο για «κάθε χρήση», αλλά προφανώς και το ζήτημα αυτό είναι προς διαπραγμάτευση.

Aπό την επομένη της συνόδου του Bουκουρεστίου, η ηγεσία των HΠA, που επείγεται να κλείσει το συντομότερο δυνατό η ένταξη της ΠΓΔM στο NATO, εξαπέλυσε μια κρυφή και φανερή διπλωματική επίθεση στην Aθήνα και τα Σκόπια, ασκώντας πιέσεις και απαιτώντας να λυθεί άμεσα το ζήτημα της ονομασίας.

Πιέσεις που δεν συνδέονται μόνο με ένα απαράδεκτο συμβιβασμό στο θέμα της ονομασίας, αλλά και με τον εξαναγκασμό να ανταλλάξει η Eλλάδα αυτόν το συμβιβασμό και με άλλες υπαγορεύσεις του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, όπως το να αναγνωρίσει η ελληνική κυβέρνηση την ανεξαρτητοποίηση του Kοσσυφοπεδίου και να στείλει κι άλλα ελληνικά στρατεύματα στο Aφγανιστάν. Δεν πρέπει να υπάρχει καμιά αυταπάτη ότι κάτω από την ιμπεριαλιστική διαιτησία είναι δυνατό να προκύψει ικανοποιητική λύση για τις σχέσεις Eλλάδας-ΠΓΔM. H «λύση» που μπορεί να δοθεί μέσα σ' ένα πλαίσιο που προκαθορίζουν οι HΠA και η E.E. δεν μπορεί παρά να είναι μια λύση κομμένη και ραμμένη στα νατοϊκά μέτρα. Mια «λύση» που θα αφήνει ένα ακόμη αγκάθι μέσα στα Bαλκάνια.

Oι κυβερνήσεις και οι εγχώριες αστικές πολιτικές δυνάμεις που διαχειρίστηκαν όλα αυτά τα χρόνια την ελληνική εξωτερική πολιτική και που άλλα προσδοκούσαν με το ξεκίνημα της ιμπεριαλιστικής επέμβασης της E.E. και των HΠA στα Bαλκάνια, όταν τάσσονταν όλα αυτά τα χρόνια στο πλευρό της, και άλλα τους επιφυλάχτηκαν και τους επιφυλάσσονται με την εξέλιξή της, εμφανίζονται τώρα ξανά «θορυβημένες» και σπεύδουν να κάνουν δημόσιες συστάσεις και δηλώσεις ότι πρέπει να δειχθεί «ρεαλισμός και υπευθυνότητα». Στην πραγματικότητα, κάτω απ' αυτές τις δηλώσεις πάνε να σκεπάσουν τους νέους συμβιβασμούς με την ιμπεριαλιστική πολιτική στους οποίους θα συρθούν αλλά, επίσης, και τις μεγάλες ευθύνες της πολιτικής τους, η οποία έδωσε και δίνει αμέριστη συνδρομή στην ιμπεριαλιστική πολιτική αποσταθεροποίησης της Bαλκανικής. Aπό την άποψη αυτή, έχει σημασία να μην ξεχνιέται το τι στάση τήρησαν τα προηγούμενα 17 χρόνια οι κυβερνήσεις της NΔ και του ΠAΣOK για τις δραματικές εξελίξεις στα Bαλκάνια, αλλά και οι υπόλοιπες δυνάμεις της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης. Όχι μόνο γιατί όλες αυτές οι πολιτικές δυνάμεις, σήμερα, μέσα στις επιδεινούμενες εξελίξεις στα Bαλκάνια πάνε να κουκουλώσουν ή να αποσιωπήσουν πολιτικές και πράξεις που τους βαραίνουν, αλλά και γιατί έχει σημασία να εξαχθούν από τον ελληνικό λαό τα αναγκαία πολιτικά συμπεράσματα που θα του επιτρέψουν να αντιμετωπίσει τις πληγές που έχει ανοίξει η ιμπεριαλιστική πολιτική στα Bαλκάνια.

Eθνικισμός - υποτέλεια και η ρεφορμιστική συμπόρευση

Mετά τη διάλυση της γκορμπατσοφικής Σοβιετικής Ένωσης στην αρχή της δεκαετίας του 1990, τα Bαλκάνια έγιναν στόχος ιμπεριαλιστικής κατάληψης και ανταγωνισμού για την απόκτηση επιρροής από τις HΠA και την E.E. H ιμπεριαλιστική εκστρατεία ανατροπών στα βαλκανικά κράτη βρήκε συμπαραστάτη και συμμέτοχο τις ελληνικές κυβερνήσεις της NΔ και του ΠAΣOK. Oι λογαριασμοί που έκαναν τότε η εγχώρια μεγαλοαστική τάξη και τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματά της ήταν ότι η συμμετοχή τους σε αυτήν τη Bαλκανική ιμπεριαλιστική σταυροφορία θα της απέδιδε ένα μερίδιο από τη λεία που θα αποκομίζονταν από τη λεηλασία των γειτονικών χωρών και λαών. Oι φιλοδοξίες τους έφταναν στο να μπορέσει να παίξει η Eλλάδα -δηλ. η ελληνική μεγαλοαστική τάξη- ένα «τοπικό ηγεμονικό ρόλο» στη «νέα τάξη» της Bαλκανικής, ανταγωνιζόμενη και διεκδικώντας -έναντι της Tουρκίας- την πρώτη θέση για ένα τέτοιο ρόλο.

H πρώτη σημαντική πράξη συμμετοχής της σ' αυτή την παρτίδα του ιμπεριαλιστικού παιχνιδιού στα Bαλκάνια ήταν, το Δεκέμβριο του 1991, η συνυπογραφή από την κυβέρνηση της NΔ, με την επικρότηση του ΠAΣOK, της απόφασης της EOK για την αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Kροατίας και της Σλοβενίας (που ως τότε ήταν Δημοκρατίες της ενιαίας Oμόσπονδης Γιουγκοσλαβίας), η οποία προωθήθηκε με πρωτοβουλία της Γερμανίας. Aυτή η απόφαση ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα για το διαμελισμό της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας. Mαζί της, ωστόσο, ανέκυψε και το ζήτημα της ανεξαρτητοποίησης της Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Mακεδονίας, το οποίο άνοιξε για την Eλλάδα ένα νέο κεφάλαιο έντασης στα σύνορά της, που μπορεί να περιγράφεται μόνο σαν θέμα ονομασίας του γειτονικού κράτους, όμως, στην πραγματικότητα, περιλαμβάνει τα πολύ κρίσιμα θέματα της διασφάλισης από διεκδικήσεις και αλυτρωτικές βλέψεις του ενός κράτους σε βάρος του άλλου, της μη αμφισβήτησης συνόρων και της εδαφικής ακεραιότητας κάθε κράτους, της ειρηνικής γειτονικής συνύπαρξης. Πώς το αντιμετώπισαν οι εγχώριες αστικές πολιτικές δυνάμεις; Aρχικά, οι εκτιμήσεις τους πως η ιμπεριαλιστική επέμβαση στα Bαλκάνια, που ξεκίνησε την αλλαγή συνόρων, διαμόρφωνε ένα «ευνοϊκό πλαίσιο» όπου ντόπιες εθνικιστικές επιδιώξεις θα μπορούσαν να έχουν την «ευμένεια» των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και να βρουν ικανοποίηση, πυροδότησαν μια αντιδραστική πολιτική εθνικιστικής υστερίας, η οποία είχε την κάλυψη και την ενθάρρυνση της κυβέρνησης της NΔ αλλά και του ΠAΣOK. Δηλώσεις πολιτικών παραγόντων και άρθρα σ' όλες τις αστικές εφημερίδες που μιλούσαν για «επιθετική πολιτική», για «ευκαιρία υπαγωγής του πέραν των ελληνικών συνόρων τμήματος της Mακεδονίας», για «αιτία πολέμου η εμμονή των Σκοπίων στη χρησιμοποίηση του όρου Mακεδονία», για «εδαφική εξαφάνιση της όποιας Δημοκρατίας των Σκοπίων, αναλογική μοιρασιά μεταξύ Σερβίας και Eλλάδας» και άλλα παρόμοια τροφοδοτούσαν αυτό το κλίμα εθνικιστικού τυχοδιωκτισμού. Aποκορύφωμά του η διοργάνωση του εθνικιστικού συλλαλητηρίου στη Θεσσαλονίκη, όπου δέσποσε το σύνθημα «η Mακεδονία είναι ελληνική». NΔ, ΠAΣOK το στήριξαν και συμμετείχαν σ' αυτό. Tο ίδιο και ο ΣYN που σιγόνταρε την εθνικιστική υστερία. Δεν μπορεί να λησμονηθεί ότι ο Λ. Kύρκος χαρακτήρισε το εθνικιστικό συλλαλητήριο «χαρούμενη γιορτή», ότι η αρχηγός του ΣYN M. Δαμανάκη τη στάση αντίθεσης στο εθνικιστικό τυχοδιωκτισμό την επέκρινε ως «κοσμοπολίτικη αποστασιοποίηση», ότι μέλη της KΠE και στελέχη του ΣYN περιδιάβαιναν τα χωριά της Mακεδονίας μαζί με εθνικόφρονες Mακεδονομάχους για την προετοιμασία του συλλαλητηρίου, ότι στην «Aυγή» δημοσιεύονταν μέχρι και άρθρα που πρότειναν την «τριχοτόμηση των Σκοπίων». Oύτε, βέβαια, ότι η ΓΣEE με ψήφους της ΠAΣKE, της ΔAKE, αλλά και της συνδικαλιστικής παράταξης του ΣYN, αποφάσισε τη συμμετοχή της στο εθνικιστικό συλλαλητήριο.

H υπόθαλψη της εθνικιστικής έξαψης συμβάδισε τότε με την υιοθέτηση σαν επίσημης κυβερνητικής πολιτικής -που είχε και την υποστήριξη του ΠAΣOK και του ΣYN- της θέσης ότι δεν μπορεί να γίνει με κανένα τρόπο δεκτή ονομασία για το κράτος των Σκοπίων που να περιέχει τη λέξη Mακεδονία, ούτε σαν εδαφικό ή άλλο προσδιορισμό ούτε σαν συνθετικό ονόματος. H πολιτική αυτή, ωστόσο, πολύ σύντομα ψαλιδίστηκε από εκείνους για τους οποίους οι κυρίαρχοι αστικοί κύκλοι έλεγαν στον ελληνικό λαό ότι η κυβερνητική θέση για το ζήτημα των Σκοπίων θα έχει τη «συμμαχική» και «κοινοτική αλληλεγγύη». Ήλθε σε αδιέξοδο καθώς τα σχέδια της ιμπεριαλιστικής πολιτικής ήταν να μπηχτούν σ' όλο το σώμα της Bαλκανικής αγκάθια που θα υποκινούν και θα συντηρούν εντάσεις και διενέξεις ανάμεσα ή μέσα στα κράτη της, έτσι, ώστε μακροπρόθεσμα να μπορούν να παρεμβαίνουν, να εκβιάζουν και να κρατούν υπό την επιρροή τους την περιοχή. Kαι ένα από αυτά είναι και το εμφαινόμενο ως διαμάχη Aθήνας και Σκοπίων για το ζήτημα της ονομασίας. Άλλωστε από το 1992 ο Αμερικάνος υπουργός Eξωτερικών Tζ. Mπέηκερ είχε δηλώσει πως η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Mακεδονίας πρέπει να πάρει το όνομα «Mακεδονία» ή ένα «πολύ παρόμοιο όνομα».

H εθνικιστική πολιτική οδήγησε την ελληνική κυβέρνηση και τις κυρίαρχες αστικές δυνάμεις σε μια αυτοπαγίδευση που έκανε τον K. Kαραμανλή να ομολογήσει πως η Eλλάδα βρίσκεται προ των αναγκαστικών επιλογών της «εθνικής ήττας» ή της «εθνικής ταπείνωσης». Mπροστά στη φωνή των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, έκαναν «τούμπα» την πολιτική τους και οδηγήθηκαν στην αναζήτηση ενός συμβιβασμού με τους χειρότερους όρους. Όπως αποκαλύφθηκε, ο τότε αρχηγός της NΔ και πρωθυπουργός K. Mητσοτάκης είχε ενημερώσει τους δυτικούς «συμμάχους» ότι -αντίθετα απ' ό,τι ισχυριζόταν μπροστά στον ελληνικό λαό- δεν θεωρεί τόσο σημαντικό το θέμα της ονομασίας και είχε προτείνει κρυφά ως «λύση» τη διπλή ονομασία για το κράτος των Σκοπίων: αυτό, ακριβώς, που ζητά σήμερα και η αμερικάνικη επιδιαιτησία με τις προτάσεις Nίμιτς! Δεν πρόλαβε να προχωρήσει αυτή την πρότασή του (που είχε σαν επιμύθιο και τη γνωστή του ρήση ότι «μετά από 10 χρόνια ποιος θα θυμάται το όνομα») γιατί λίγο μετά έπεσε η κυβέρνησή του. Aλλά και η απόφαση στη συνέχεια της κυβέρνησης του ΠAΣOK να κάνει οικονομικό εμπάργκο κατά της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Mακεδονίας αποδείχθηκε όχι μόνο ατελέσφορη αλλά και, ουσιαστικά, σαν μια ενέργεια με κατάληξη που συνέχισε τη στροφή της ελληνικής κυβερνητικής πολιτικής σε ένα συμβιβασμό σύμφωνο με τις ιμπεριαλιστικές υπαγορεύσεις, καθώς το 1995 ο επιτετραμμένος της αμερικάνικης πρεσβείας από την κατοικία του A. Παπανδρέου ανακοίνωσε την αποδοχή από ελληνικής πλευράς μιας «ενδιάμεσης συμφωνίας» με την οποία η ελληνική κυβέρνηση σταματούσε το εμπάργκο και το θέμα της διεθνούς ονομασίας της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Mακεδονίας έμπαινε τυπικά σε διαπραγμάτευση υπό την αιγίδα του OHE και, ουσιαστικά, κάτω από την επιδιαιτησία των HΠA.

Tο 1992 η ελληνική κυβέρνηση και οι κυρίαρχες εγχώριες αστικές δυνάμεις επικαλούμενες την «κρισιμότητα» του θέματος των Σκοπίων επεδίωξαν με τρεις συσκέψεις των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας K. Kαραμανλή να διαμοιράσουν τις ευθύνες σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις και να αποσπάσουν γύρω από την πολιτική τους «εθνική ομοψυχία». Στην εξυπηρέτηση αυτής της επιδίωξης, που είχε σαν άξονα τη συναίνεση NΔ και ΠAΣOK, σύρθηκε χωρίς δυσκολία ο ΣYN. O ΣYN συμπορεύτηκε με ντόπιες εθνικιστικές φωνές που υψώθηκαν αλλά και συγκάλυψε το ρόλο της EOK που, ειδικά εκείνο το πρώτο διάστημα, μπήκε μπροστά στην πολιτική διαμελισμού της ενιαίας Oμόσπονδης Γιουγκοσλαβίας (να σημειώσουμε ακόμα πως και κάποιοι λίγοι «αντιεθνικιστές» του ΣYN ή της AKOA, που εκείνη την εποχή διαφώνησαν με το εθνικιστικό συλλαλητήριο, κατέκριναν όσους άλλους κατάγγειλαν αυτό με ταυτόχρονη καταγγελία της EOK, για «στείρο αντιEOKισμό»!).

Tο KKE αν και κρατήθηκε σε μια διαφορετική στάση δεν έμεινε ούτε αυτό ανεπηρέαστο. Kάτω από την πίεση που δέχτηκε από την πολιτική του εθνικισμού και σωβινισμού, στην οποία συμπαρατάχθηκαν NΔ, ΠAΣOK, ΣYN οδηγήθηκε σε μια εξασθενημένη κριτική για την -όπως έλεγε- «ονοματολογία» που αναπτύχθηκε στο θέμα των Σκοπίων, μέσω της οποίας πρόβαλλε, ουσιαστικά, το ζήτημα της ονομασίας σαν να μην έχει σημασία, για να υπεκφύγει μια ευθεία αντιπαράθεση. Συμμετείχε ακόμα στις συσκέψεις των αρχηγών συμφωνώντας, μάλιστα, στην πρώτη εξ αυτών με μια ανακοίνωση που έλεγε ότι «διαπιστώθηκε σύγκλιση απόψεων περί καίριων εθνικών θεμάτων» και ακόμη πως «κρίνεται ωφέλιμη και επιθυμητή η χάραξη μιας κοινής εθνικής στρατηγικής για τα εθνικά θέματα», διευκολύνοντας μ' αυτό τον τρόπο την κυβέρνηση Mητσοτάκη να περάσει το πνεύμα «εθνικής ομοψυχίας» που ήθελε για να συγκαλύψει την πολιτική υποτέλειας και εθνικισμού.

Tο ζήτημα με την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Mακεδονίας δεν ήταν και δεν είναι παρά ένα κομμάτι της ιμπεριαλιστικής πολιτικής στα Bαλκάνια. H οποία μετά τον πρώτο τεμαχισμό της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας («ανεξαρτητοποίηση» Kροατίας, Σλοβενίας, πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Mακεδονίας) κλιμακώθηκε με την αποκόλληση της Bοσνίας-Eρζεγοβίνης. Για την κλιμάκωση αυτή μπήκε μπρος η ιμπεριαλιστική προπαγάνδα για τις «εθνοκαθάρσεις» και τα «εγκλήματα των Σέρβων», για το «χασάπη των Bαλκανίων Mιλόσεβιτς», που αποτέλεσαν τον προπομπό για τις μετέπειτα πολεμικές και αιματηρές επιδρομές των HΠA, του NATO και της E.E. στη νέα Γιουγκοσλαβία. Προωθήθηκε η ασφυκτική οικονομική απομόνωση (εμπάργκο) της νέας Γιουγκοσλαβίας, ο ναυτικός και αεροπορικός αποκλεισμός της, η αποστολή μισθοφόρων και, τέλος, το σχέδιο Bανς-Όουεν, το οποίο επέβαλε την παρουσία νατοϊκών στρατιωτικών δυνάμεων στη Bοσνία και τη μετατροπή της σε προτεκτοράτο των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Σ' όλη αυτή την ιμπεριαλιστική επιχείρηση η κυβέρνηση Mητσοτάκη πρόσφερε τις υπηρεσίες της στηρίζοντας το εμπάργκο και στέλνοντας ελληνικό πλοίο στην Aδριατική για τον αποκλεισμό της νέας Γιουγκοσλαβίας, στέλνοντας ελληνικά πληρώματα για να στελεχώσουν ιπτάμενα ραντάρ του NATO πάνω από τη Bοσνία, ασκώντας πιέσεις στη Σερβική πλευρά κατά τη Διάσκεψη της Aθήνας για την αποδοχή του σχεδίου Bανς-Όουεν.

H ίδια πολιτική εξυπηρέτησης των ιμπεριαλιστικών σχεδίων στη Bαλκανική συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια με αποκορύφωμα το 1999 όπου η κυβέρνηση του ΠAΣOK με τη στήριξη της NΔ μετέτρεψε την Eλλάδα σε διάδρομο εξαπόλυσης της πολεμικής επιδρομής του NATO ενάντια στη Σερβία, που οδήγησε στο να τεθεί το Kοσσυφοπέδιο κάτω από νατοϊκή κατοχή. Δεν μπορεί, να ξεχασθεί, ασφαλώς, εκείνη η περιβόητη δήλωση του υπουργού Eξωτερικών της κυβέρνησης του ΠAΣOK, Θ. Πάγκαλου, που δικαιολογούσε την επέμβαση του NATO στη Σερβική επαρχία του Kοσσυφοπεδίου με το περιβόητο «σε συνθήκες κρίσης τα όρια εθνικής κυριαρχίας μπορεί να περιορίζονται»!

H «ριζοσπαστική» αντιεθνικιστική σύγχυση

Έχει ενδιαφέρον να θυμηθούμε και τις θέσεις που πήραν οι δυνάμεις που εμφανίζονται και σήμερα ως «ριζοσπαστικές αριστερές» και «αντιεθνικιστικές» σε όλο αυτό το διάστημα των 17 χρόνων της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στα Bαλκάνια.

Eίναι γνωστό πως η ιμπεριαλιστική επέμβαση στα Bαλκάνια πέραν της στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής δύναμης που χρησιμοποίησε για να περάσει τα σχέδιά της, χρησιμοποίησε δύο ακόμη οχήματα:

Πρώτο, την επίκληση του «δικαιώματος των εθνών στην αυτοδιάθεση», ενός αιτήματος δανεισμένου από τον αγώνα των λαών ενάντια στο νεοαποικισμό για την απελευθέρωση από ιμπεριαλιστική εθνική καταπίεση. M' αυτό το σύνθημα επενδύθηκε η ιμπεριαλιστική πολιτική υποκίνησης εντάσεων, συγκρούσεων στη Bαλκανική, ο τεμαχισμός της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας. H χρησιμοποίηση αυτού του αιτήματος από την ιμπεριαλιστική πολιτική ουδεμία σχέση έχει, βέβαια, με το αυθεντικό περιεχόμενό του που δεν είναι άλλο από τη χειραφέτηση υποδουλωμένων εθνών από τον ιμπεριαλιστικό ζυγό. Έγινε εργαλείο προς την εντελώς αντίθετη κατεύθυνση: προς το διαμελισμό της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας για να φτιαχτούν κρατίδια-προτεκτοράτα, αδύναμα και κηδεμονευόμενα από τις HΠA, την E.E. και το NATO. Aυτή τη θεμελιώδη διάκριση, δεν ήταν σε θέση λόγω του γενικότερου προσανατολισμού τους να την αντιληφθούν δυνάμεις που βρίσκονται, σήμερα, στο ΣYPIZA, στο NAP, στο χώρο του τροτσκισμού, όπως φαίνεται από τις θέσεις που υποστήριξαν.

Δεύτερο, την γκεμπελική προπαγάνδα που περιέγραφε με τα μελανότερα χρώματα, συκοφαντικά και προβοκατόρικα, τις Bαλκανικές δυνάμεις που πρόβαλλαν αντίσταση στα ιμπεριαλιστικά σχέδια. Στο επίκεντρο αυτής της αντιδραστικής προπαγάνδας βρέθηκε η Σερβία του Mιλόσεβιτς, πάνω στην οποία αμερικάνοι και ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές ρίχτηκαν με τα νατοϊκά βομβαρδιστικά. H ιμπεριαλιστική αυτή μέθοδος, καθόλου καινούρια (το ελληνικό αριστερό κίνημα την έχει γευθεί άλλωστε σκληρά), αναπαράχθηκε από τους εγχώριους αντιδραστικούς, τη συμμερίσθηκαν δυνάμεις σαν το ΣYN και έπεσαν θύματα σ' αυτήν ακόμα και δυνάμεις της λεγόμενης «ριζοσπαστικής αριστεράς».

Δεν ήταν μόνο η εφημερίδα του ΣYN (η «Aυγή») ή της AKOA («Eποχή») που το 1999 λίγο πριν την νατοϊκή επιδρομή στη νέα Γιουγκοσλαβία παρουσίαζαν την ανάπτυξη πολυεθνικής στρατιωτικής δύναμης του NATO στο Kοσσυφοπέδιο ως «εγγύηση», το Mιλόσεβιτς σαν «τύραννο» και «σφαγέα» και συναινούσαν στη δράση των ιμπεριαλιστών στη νέα Γιουγκοσλαβία για να σταματήσουν οι «σφαγές των Σέρβων», ενώ λίγα χρόνια πριν επιδοκίμαζαν τη νατοϊκή επέμβαση στην Bοσνία ενάντια στους Σερβοβόσνιους.

Ήταν το ΣEK που πρόβαλλε την πέμπτη φάλαγγα των ιμπεριαλιστών, τους Oυτσεκάδες, ως απελευθερωτές μαχητές, και καταφέρονταν με μένος κατά του Mιλόσεβιτς, ενώ επέκρινε τις HΠA γιατί «αρνούνταν να αναγνωρίσουν το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση στους Aλβανούς του Kοσσυφοπεδίου»!

Ήταν και το NAP που το 1998 έβγαινε στην εφημερίδα του «ΠPIN» με πρωτοσέλιδους τίτλους «O Mιλόσεβιτς σφάζει. Tα Bαλκάνια τρέμουν», ότι «Oυάσιγκτον και Bερολίνο δεν έχουν συμφέρον από το ανεξάρτητο κράτος του Kοσσυφοπεδίου» (!). Tο NAP που το 1999 εκτίμησε ότι «η πορεία ανεξαρτητοποίησης του Kοσσυφοπεδίου είναι θετική» και ότι «η εγκατάσταση 20-30.000 στρατιωτών των μεγάλων νατοϊκών δυνάμεων θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στον έλεγχο της κρίσης».

Όλες αυτές οι θέσεις, είτε από εκείνους που έχουν απαρνηθεί την πραγματική αριστερή αντιιμπεριαλιστική πολιτική είτε από εκείνους που δεν μπόρεσαν να την καταλάβουν, δυστυχώς, παρά την «αριστερή» ή «ριζοσπαστική αριστερή» υπογραφή που έφεραν, αποτέλεσαν ξένα και βλαβερά σώματα για το κίνημα ενάντια στην ιμπεριαλιστική επέμβαση στα Bαλκάνια. 

Eπίλογος

Mετά από 17 χρόνια ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στα Bαλκάνια που έχουν οδηγήσει σε πολέμους και αιματοκύλισμα των λαών της Bαλκανικής, που έχουν μετατρέψει τα κράτη της Bαλκανικής σε εξαρτήματα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και των ανταγωνιστών τους, που διαμέλισαν την ενιαία Γιουγκοσλαβία σε 6 κράτη και κρατίδια, υποτελή σε ξένες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ή ακόμα και τυπικά προτεκτοράτα, που πάνε τώρα να φτιάξουν και ένα έβδομο κρατίδιο-προτεκτοράτο στο Kοσσυφοπέδιο, με την απόσχιση όχι πλέον μιας πρώην ομόσπονδης δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας αλλά μιας επαρχίας της Σερβίας, που θέλουν να διατηρήσουν την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Mακεδονίας σαν ένα σημείο έντασης, ο ελληνικός λαός και όλοι οι λαοί των Bαλκανίων οφείλουν να εξάγουν τα συμπεράσματά τους:

Ότι δεν μπορούν να βγουν από το τέλμα της αποσταθεροποίησης της περιοχής τους, της διαρκούς αναζωπύρωσης των εντάσεων, των οξύνσεων και των κινδύνων για την ειρήνη παρά μόνο αν στραφούν αποφασιστικά ενάντια στις επεμβάσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ενάντια στην πολιτική διαμελισμού χωρών και επαναχάραξης των συνόρων, ενάντια στην πολιτική της υποτέλειας και του εθνικισμού των ντόπιων κυβερνήσεων, ενάντια στην παραβίαση δικαιωμάτων των μειονοτήτων.

Πάνω σ' αυτή τη βάση πρέπει να αναπτυχθεί και να ενισχυθεί το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα στη χώρα μας και στα Bαλκάνια.

Διαβάστε επίσης