Το ζήτημα των συνόρων σ’ ό,τι αφορά στην πάλη των τάξεων ούτε αμελητέο ούτε εύκολο είναι.
Το πού τοποθετείται η γραμμή του μετώπου και διακρίνεται η αντίθεση ανάμεσα στον εχθρό και το λαό απασχόλησε θεωρητικά, φιλοσοφικά, πολιτικά και πρακτικά γενιές επαναστατών και διανοουμένων. Αν γείρεις γύρω από τον εαυτό σου, χαρίζεις τα ενδιάμεσα στρώματα στον εχθρό∙ ξεπέφτεις στο σεχταρισμό, τον απομονωτισμό και την πολιτική εγωπάθεια που σε σέρνει κατευθείαν στην ήττα. Αν φτιάξεις τα ταξικά σου σύνορα «πορώδη», σαν σφουγγάρι, μπορεί να κερδίσεις πρόσκαιρα, αλλά θα χάσεις σίγουρα όταν έρθει η αμπώτιδα και φανούν οι δυσκολίες.
Στις μέρες μας ο λαός αγανακτεί, οργίζεται, οδύρεται και κλαίει κάτω από το βάρος των μνημονίων, που είναι η χειροπιαστή απόδειξη της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και του στρεβλού καπιταλισμού στη χώρα μας. Μύθοι επί μύθων κατέρρευσαν όπως καταρρέει το καλοκαίρι με την πρώτη φθινοπωρινή βροχή. Ιδεολογήματα περί ισχυρής Ελλάδας και πανίσχυρου ελληνικού καπιταλισμού υποβλήθηκαν στη βάσανο της πραγματικής ζωής. Εκείνοι που τα τσιμπολόγησαν δώθε-κείθε σήμερα σωπαίνουν ή αντιγράφουν άλλες σημαίες ευκαιρίας και «νάιλον» θεωρίες. Αλλά το πρόβλημα των πολιτικών συνόρων παραμένει. Το «ποιος-ποιον» βρίσκεται σαν φάντασμα πάνω από τα κεφάλια μας.
Στις περίφημες πλατείες των πρώτων χρόνων του μνημονίου η μαζική και ορμητική εισβολή των μικροαστικών στρωμάτων στην πολιτική ζωή έστρωνε το δρόμο στο φασισμό και το ρεφορμισμό. Διότι κυριάρχησε η απολιτική, το «ουστ», το «κάτω όλοι», το «έξω τα συνδικάτα» και ορισμένοι δεν έβλεπαν ότι πριόνιζαν το κλαδί που κάθονταν πάνω του.
Στην κεντρική Ευρώπη (Αυστρία, Ουγγαρία, Πολωνία) η ανυπαρξία κομμουνιστικού ρεύματος και κόμματος, άρα και η ανάλογη επίδραση των απελευθερωτικών ιδεών στις εργαζόμενες μάζες, άνοιξε διάπλατα την πόρτα στο φασισμό με τη γραβάτα, λες και εμφανίστηκε αυτοπροσώπως η παλιά αυτοκρατορική Αυστροουγγαρία.
Ακόμα και το «ευρωσκεπτικιστικό» ΟΧΙ στην ΕΕ δεν λέγεται από λαϊκό, αριστερό, διεθνιστικό μετερίζι, αλλά από την πλευρά των ιθυνουσών τάξεων και των ντόπιων μεγαλοκαρχαριών.
Υποστηρίζουμε ότι η αντίθεση Λαός-Ιμπεριαλισμός, και στον δεύτερο κατατάσσουμε όλα τα ντόπια στηρίγματά του, είναι η ισχυρότερη και μόνο το λύσιμο αυτού του «γόρδιου δεσμού» μπορεί ν’ ανοίξει ελπιδοφόρους δρόμους για την εργατική τάξη και την πατρίδα μας.
Αντίθετα άλλοι, όπως είναι τα αστικά ρεύματα, συσκοτίζουν το «σύνορο» μιλώντας για εθνική προσπάθεια, για το αταξικό εμείς, για τη σύμπλεξη των θυτών με τα θύματα. Είναι όλα τα κόμματα του αστικού τόξου, τα οποία τσουβαλιάζουν το λαό με την εξωτερική και εσωτερική οικονομικοπολιτική μαφία.
Άλλοι πάλι, όπως είναι οι φλύαροι αντικαπιταλιστές, μιλούν για τον κομμουνισμό της αυριανής μέρας ως εάν το πέρασμα σε έναν ανώτερο κοινωνικό σχηματισμό να είναι αποτέλεσμα διαταγμάτων και απλής βουλησιαρχίας (βολονταρισμός).
Η ακριβής λοιπόν διάταξη και διατύπωση των αντιθέσεων και η αποτύπωση των συνόρων δεν είναι ακαδημαϊκό σχήμα, τίτλος μεταπτυχιακών και μεταφυσικές ανησυχίες. Αφορά στη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων στη δημιουργία των μετώπων, στην πυξίδα για να βγούμε από το σημερινό τέλμα.
Έτσι είμαστε αντίθετοι τόσο στο σχολαστικισμό, που δεν μπαίνει στα «ζόρικα νερά» της πολιτικής πάλης, όσο και στον φωνακλάδικο ακτιβισμό, που τρέχει συνεχώς ώστε «να γίνει κάτι».
Αν κάτι πρέπει να μας διδάξει η οκταετής κόλαση είναι ότι πρέπει να δούμε καλύτερα και μακρύτερα.
Θανάσης Τσιριγώτης