Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Πορεία», Τεύχος 50, που κυκλοφορεί
Η πανδημία του κορονοϊού κατέρριψε όλα εκείνα τα νεοφιλελεύθερα δόγματα και τις πολιτικές που εδώ και χρόνια έχουν οδηγήσει τα δημόσια συστήματα υγείας ανά τον κόσμο να βρίσκονται αντιμέτωπα με τραγικές ελλείψεις, την απαξίωση και τελικά τη διάλυση. Ταυτόχρονα, ανέδειξε τις αγιάτρευτες πληγές του καπιταλιστικού συστήματος και το αδύνατο της εφαρμογής μιας πολιτικής στο χώρο της υγείας που θα εξυπηρετεί πραγματικά τις λαϊκές ανάγκες και δεν θα έχει στο κέντρο της το κέρδος. Από αυτήν την άποψη, η καθιέρωση των δημόσιων συστημάτων υγείας σε μια σειρά χώρες της καπιταλιστικής δύσης κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα δεν παραχωρήθηκε αναίμακτα από τις αστικές κυβερνήσεις, αλλά αντίθετα ήταν το αποτέλεσμα των αγώνων που έδωσαν οι λαοί στις χώρες αυτές. Σε αυτούς τους αγώνες ισχυρή ώθηση έδωσε η ύπαρξη και ακτινοβολία του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως με την κατάρρευση των ρεβιζιονιστικών πια καθεστώτων στην ανατολική Ευρώπη και στη Σοβιετική Ένωση, και τη συνακόλουθη υποχώρηση του λαϊκού, αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, οι αστικές τάξεις βρήκαν την ευκαιρία να πάρουν την ιστορική ρεβάνς απέναντι στην εργατική τάξη και τους λαούς, ξηλώνοντας τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις που με τους αγώνες τους επέβαλαν.
Σήμερα, με την πανδημία του κορονοϊού που εκδηλώθηκε, οι συγκρίσεις των σημερινών συστημάτων υγείας με αυτά των σοσιαλιστικών χωρών είναι αναπόφευκτες. Αν για το καπιταλιστικό σύστημα ο τομέας της υγείας αποτελεί πεδίο κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου, στις σοσιαλιστικές χώρες η βελτίωση των υλικών όρων ζωής της εργατικής τάξης και του λαού και κατ’ επέκταση η υγεία τους, αποτελούσε πρωταρχική προτεραιότητα. Η πείρα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια σειρά χώρες αποδεικνύει πως την περίοδο αυτή, και στον τομέα αυτό, πραγματοποιήθηκαν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ιστορικοί άθλοι. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Με την εγκαθίδρυσή της το 1949, η χώρα διέθετε 40.000 γιατρούς για ένα πληθυσμό 540.000.000, το οποίο μεταφράζεται σε έναν γιατρό ανά 13.500 κατοίκους. Στις τεράστιες αυτές ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό ερχόταν να προστεθεί και το γεγονός ότι οι περισσότεροι γιατροί απασχολούνταν στις πόλεις, με την ύπαιθρο να στερείται ουσιαστικά ενός συστήματος υγειονομικής περίθαλψης. Το αποτέλεσμα ήταν οι φτωχές έως ανύπαρκτες συνθήκες υγιεινής και η μεγάλη διάδοση πολλών μεταδοτικών ασθενειών. Μπροστά στις τεράστιες αυτές ελλείψεις και τον εκτεταμένο αναλφαβητισμό, ήταν αδύνατη η γρήγορη παραγωγή γιατρών ανώτατης εκπαίδευσης και ικανού πλήθους προκειμένου να καλυφθούν οι τεράστιες υγειονομικές ανάγκες του κινέζικου λαού.
Με αυτά τα δεδομένα, η κυβέρνηση το 1951, για να καλύψει τις αυξημένες αυτές ανάγκες και εφαρμόζοντας μια ιδιαίτερα δημιουργική και αποτελεσματική πολιτική, αποφασίζει ότι η βασική υγειονομική φροντίδα στην ύπαιθρο θα πρέπει να παρέχεται από ένα νέο είδος γιατρών οι οποίοι θα λάμβαναν μόνο τη βασική ιατρική εκπαίδευση και θα συνεισέφεραν στην αντιμετώπιση απλών ασθενειών. Αυτό το νέο είδος γιατρών κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Προλεταριακής Πολιτιστικής Επανάστασης γενικεύεται και το 1968 παίρνει την ονομασία «ξυπόλυτοι γιατροί». Οι «ξυπόλυτοι γιατροί», οι οποίοι ονομάζονται έτσι διότι στη Νότια Κίνα συμμετέχουν ξυπόλυτοι στην καλλιέργεια του ρυζιού, αποτελούν τη βάση του υγειονομικού συστήματος στην Κίνα. Δημιουργούνται και εκπαιδεύονται μέσα στην πρακτική εξάσκηση, δίπλα στους γιατρούς κινητών ιατρείων ή νοσοκομείων των λαϊκών κοινοτήτων και των περιφερειών. Μπορούν να διαγνώσουν όλες τις κοινές αρρώστιες και να προβούν σε μερικές εύκολες εγχειρήσεις. Οι «ξυπόλυτοι γιατροί» παίζουν σπουδαίο ρόλο στην παραγωγική τους μονάδα, όπου εξάλλου συμμετέχουν και στην παραγωγή. Από τη μια μεριά μπορούν να θεραπεύσουν όλες τις επαγγελματικές αρρώστιες, δηλαδή τις ασθένειες που σχετίζονται με τους χώρους δουλειάς τους. Από την άλλη συντελούν σημαντικά στην ασφάλεια των εργαζομένων στη δουλειά, συμμετέχοντας σε ομάδες που ερευνούν τους χώρους εργασίας και προτείνουν μέτρα και κανόνες ασφαλείας. Αφού δουλέψουν για ένα ορισμένο διάστημα, οι «ξυπόλυτοι γιατροί» που έχουν τις δυνατότητες και επιθυμούν μπορούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο πανεπιστήμιο.
Η ώθηση που έδωσε ο θεσμός των «ξυπόλυτων γιατρών» στη συνολική ανάπτυξη του υγειονομικού συστήματος στις αγροτικές περιοχές της Κίνας ήταν εντυπωσιακή. Οι κάτοικοι των φτωχών αυτών περιοχών είδαν μια πρωτοφανή αύξηση στο επίπεδο παροχής υγειονομικής περίθαλψης, το οποίο πολλές φορές έφτανε και ξεπερνούσε το επίπεδο πλουσιότερων χωρών από την Κίνα τη δεδομένη περίοδο. Οι «ξυπόλυτοι γιατροί» διέδωσαν τη μοντέρνα ιατρική και στρατηγικές πρόληψης σε κάθε γωνιά της τεράστιας αυτής χώρας. Η προληπτική ιατρική άλλωστε, αποτελούσε σταθερή επιδίωξη του υγειονομικού συστήματος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και η εφαρμογή στρατηγικών πρόληψης θεωρούνταν ενεργητικός τρόπος παρέμβασης σε υγειονομικά ζητήματα, σε αντίθεση με την θεραπευτική ιατρική η οποία αντιμετώπιζε παθητικά τα συγκεκριμένα ζητήματα. Ταυτόχρονα, πλάι στην υιοθέτηση της μοντέρνας δυτικής ιατρικής, αξιοποιήθηκε και ό,τι καλύτερο είχαν να προσφέρουν και οι μέθοδοι της παραδοσιακής κινέζικης ιατρικής. Ο αντίκτυπος της επίδρασης των «ξυπόλυτων γιατρών» ήταν τέτοιος που το 1978 ο παγκόσμιος οργανισμός υγείας αναγνώρισε αυτόν τον θεσμό για τον πρωτοπόρο και καθοριστικό ρόλο που έπαιξε στην διαμόρφωση και ανάπτυξη του πρωτοβάθμιου συστήματος υγείας στην Κίνα στις αγροτικές περιοχές.
Ο θεσμός των «ξυπόλυτων γιατρών» αντιπροσωπεύει από τη μία τη βούληση της κινεζικής ηγεσίας να ενισχύσει τον τομέα της λαϊκής υγείας, αξιοποιώντας και ενισχύοντας σε αυτή την κατεύθυνση το πνεύμα της πρωτοβουλίας των μαζών, και από την άλλη, ακριβώς τη θέληση της εργατικής τάξης και του λαού για ενεργητική συμμετοχή και προσφορά στη λαϊκή υγεία, η οποία αποτελεί πλέον δική του υπόθεση. Άλλωστε, σε αντίθεση με το προεπαναστατικό παρελθόν, οι υγειονομικές υπηρεσίες ήταν προσιτές σε όλον το λαό και παρέχονταν είτε δωρεάν ή ήταν πολύ φθηνές. Με την νέα οργάνωση του υγειονομικού δικτύου σε κάθε συνοικία στις πόλεις και σε κάθε λαϊκή κοινότητα στην ύπαιθρο υπάρχει ένα υγειονομικό κέντρο ή ένα νοσοκομείο. Για τις σοβαρές περιπτώσεις υπάρχουν τα νοσοκομεία της περιφέρειας, ενώ εκτός από τα μικρά νοσοκομεία, κάθε χωριό διαθέτει και εξωτερικό ιατρείο με φαρμακείο και οδοντιατρείο. Χάρη στην ανάπτυξη του υγειονομικού συστήματος και του συστήματος πρόνοιας της Λ.Δ. της Κίνας, αλλά και λόγω της συνολικότερης βελτίωσης των όρων ζωής του, το βιοτικό επίπεδο του κινέζικου λαού ανήλθε σε πρωτοφανή ύψη σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Είναι χαρακτηριστικό πως μετά την εγκαθίδρυση της Λ.Δ. της Κίνας και σταδιακά, η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε σε πολύ χαμηλά επίπεδα, εξαλείφθηκαν σχεδόν όλες οι σοβαρές μεταδοτικές ασθένειες και ο μέσος όρος ζωής των Κινέζων εκτοξεύθηκε από τα 35 χρόνια το 1949 στα 68 το 1979.
Τα μεγάλα επιτεύγματα του κινέζικου λαού ήρθε να σαρώσει η επικράτηση του ρεβιζιονισμού στην ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Ανεπηρέαστο από αυτή την διαδικασία δεν μπορούσε να μείνει το κινέζικο υγειονομικό σύστημα, το οποίο μέχρι τις αρχές τις δεκαετίας του ’90 είχε καταρρεύσει στις αγροτικές περιοχές. Τοπικές κλινικές έκλεισαν, ενώ ασθένειες που είχαν εξαφανιστεί επανεμφανίστηκαν. Ακόμα και έτσι, μέσα σε συνθήκες καπιταλιστικού κάτεργου και ξεθεμελίωσης των επιτευγμάτων του κινέζικου λαού που έχει επιβάλει ο κινέζικος ρεβιζιονισμός, τα υπολείμματα των σοσιαλιστικών κατακτήσεων οδήγησαν την Κίνα να αντιμετωπίσει τη σημερινή πανδημία με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα απ’ ό,τι οι χώρες τις καπιταλιστικής δύσης. Το γεγονός αυτό από μόνο του αποδεικνύει ότι κάτω από μια πραγματικά σοσιαλιστική πολιτική που αναδεικνύει την υγεία σε βασικό δικαίωμα του λαού και όχι σε πεδίο κερδοφορίας του κεφαλαίου, τα υγειονομικά επιτεύγματα θα ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερα.
Παναγιώτης Α.