Από την πρώτη στιγμή που ήρθε στο πολιτικό προσκήνιο η υπόθεση της απεργίας πείνας του Δ. Κουφοντίνα και το αίτημά του για μεταγωγή στις φυλακές Κορυδαλλού, το Μ-Λ ΚΚΕ έκφρασε τη σταθερή υποστήριξή του στο δίκαιο αίτημά του παίρνοντας μέρος στις κινητοποιήσεις που πραγματοποιούνται για το σκοπό αυτό και κατάγγειλε την κυβέρνηση που καταργεί αυθαίρετα την ισονομία, παραβιάζει και καταπατά ασύστολα τους νομικούς κανόνες που η ίδια θέσπισε και επιβάλλει στην πράξη, ετσιθελικά, εκβιαστικά και επιλεκτικά, στον απεργό πείνας την θανατική ποινή.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επικαλείται προσχηματικά τα έργα της «17Ν» για να προσδώσει άλλοθι στην τωρινή μισαλλόδοξη και εκδικητική πολιτική της. Πραγματικός στόχος της πέρα από τα προσχήματα που χρησιμοποιεί, είναι η εσωτερική όξυνση, όπου με επίδειξη «σιδερένιας πυγμής» λογαριάζει να συγκαλύψει τη χρεοκοπία του υποτιθέμενου «επιτελικού κράτους» της, να συγκρατήσει την εντεινόμενη φθορά της, και να χειραγωγήσει και καθυποτάξει τις κοινωνικές αντιδράσεις οι οποίες εκδηλώνονται πλέον απανωτά σε μια σειρά μέτωπα. Και διακηρύξαμε με την Ανακοίνωση του Π.Γ. του Μ-Λ ΚΚΕ, στις 1Μαρτη 2021, ότι «Δεν πρέπει να υπάρξει φυλακισμένος νεκρός από απεργία πείνας. Η κυβέρνηση, οδηγώντας με την πολιτική της προς ένα τέτοιο αποτέλεσμα, ανοίγει τον ασκό του Αιόλου και φέρει βαρύτατες ευθύνες για μια τέτοια εξέλιξη και για τα επακόλουθα. Αποδοκιμάζουμε και καταγγέλλουμε την αντιδημοκρατική – αντιλαϊκή κυβερνητική πολιτική και απαιτούμε ως την ύστατη στιγμή να ικανοποιηθεί το δίκαιο αίτημα του απεργού πείνας Δ. Κουφοντίνα να μεταταγεί στις φυλακές Κορυδαλλού».
Από την πρώτη στιγμή ξεκαθαρίσαμε βέβαια πως ο αγώνας για την ικανοποίηση του αιτήματος μεταγωγής του Δ. Κουφοντίνα δεν μπορεί να γίνει η κολυμπήθρα του Σιλωάμ για να εξαγνισθεί η δράση της «17Ν», υπογραμμίζοντας ότι οι αντιλήψεις και η πρακτική της «17Ν» ήταν και παραμένουν απολύτως ξένες και εχθρικές προς την ιδεολογία και την πρακτική του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος. Η ατομική τρομοκρατία, οι δολοφονίες, οι ληστείες, δεν έχουν καμιά σχέση με την υπόθεση του λαού και της αριστεράς. Καθώς βέβαια η προσπάθεια εξαγνισμού της δράσης της «17Ν» όσο και η ηρωοποίηση των στελεχών της από τον αναρχικό χώρο με το κεντρικό σύνθημα–πανό: «Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη», όλο και πιο πολύ επισκιάζει τις κινητοποιήσεις για την ικανοποίηση του αιτήματος μεταγωγής -προβοκάροντας έτσι όλη αυτή την προσπάθεια-, θα πρέπει να ξεκαθαριστούν ορισμένα ζητήματα από τη σκοπιά μας, από τη σκοπιά του κομμουνιστικού κινήματος. Ζητήματα που αφορούν όχι μόνο τον αναρχικό χώρο αλλά και όλους αυτούς που κρύβονται πίσω από το δάκτυλό τους ή πίσω από τον «αντιεξουσιαστικό χώρο» και γίνονται ουρά του, αρνούμενοι να πουν λέξη για το ζήτημα, θεωρώντας φαίνεται πως η «17Ν» ήταν κομμάτι του επαναστατικού κινήματος της χώρας μας και τα στελέχη της «λαϊκοί αγωνιστές».
Να ξεκαθαρίσουμε κατ’ αρχήν πως οι κομμουνιστές «δεν γεννήθηκαν 17 Νοέμβρη». Οι κομμουνιστές είναι οι πρωτεργάτες της εξέγερσης της 17 Νοέμβρη και όλων των μεγάλων λαϊκών ξεσηκωμών που σημάδεψαν την πορεία του λαού και της χώρα μας τον τελευταίο αιώνα. Η ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος είναι γεμάτη από αδιάκοπους αγώνες και θυσίες των κομμουνιστών για το καλό του λαού και του τόπου. Για τους αγώνες τους υπέρ των εργαζομένων, οι κομμουνιστές δέχτηκαν τις πιο σκληρές διώξεις από την πλευρά των κυρίαρχων τάξεων. Οι διωγμοί των κομμουνιστών πήραν μόνιμο, μαζικό και εξοντωτικό χαραχτήρα. Φυλακές, εξορίες, βασανιστήρια, εκτελεστικά αποσπάσματα. Οι κομμουνιστές αντιμετώπισαν τις διώξεις και τα μέτρα της αντίδρασης με αγωνιστική αδιαλλαξία και αρνήθηκαν να υποταχθούν. Χιλιάδες απ’ αυτούς αντιμετώπισαν το εκτελεστικό απόσπασμα με το κεφάλι ψηλά.
Το επαναστατικό ΚΚΕ στάθηκε ο πρωτοπόρος αγωνιστής για όλα τα μικρά και μεγάλα προβλήματα, ο πρωτεργάτης σε όλους τους μεγάλους εθνικολαϊκούς ξεσηκωμούς, στην απαράμιλλη ΕΑΜική εθνική αντίσταση 1941-1944, στην ηρωική αντίσταση του λαού της Αθήνας και του Πειραιά μπροστά στην ένοπλη αγγλική επέμβαση του Δεκέμβρη του 1944, στην ηρωική ένοπλη πάλη του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας ενάντια στους Αγγλοαμερικάνους ιμπεριαλιστές και το μοναρχοφασισμό στα 1946-1949 και σ’ όλους τους κατοπινούς αγώνες ενάντια στην αμερικανοκρατία.
Το νεογέννητο κομμουνιστικό μαρξιστικό- λενινιστικό κίνημα στη δεκαετία του ’60 ήταν η μόνη πολιτική δύναμη που διακήρυξε μια αγωνιστική γραμμή για την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας και της αμερικανοκρατίας, την περίοδο 1967-1974, με σταθερή εμπιστοσύνη στο λαό και στη δύναμη του λαϊκού αγώνα. Στην κατεύθυνση αυτή ανέλαβε επαναστατική δράση ανάμεσα στο λαό και τη νεολαία για την οργάνωση της αντίστασής τους, διαδραματίζοντας πρωτοπόρο και αποφασιστικό ρόλο στον επαναστατικό ξεσηκωμό του Νοέμβρη 1973, δείχνοντας τον μοναδικό δρόμο για την απαλλαγή της Ελλάδας από την ιμπεριαλιστική υποδούλωση και το γκρέμισμα της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας. Σε αυτή την κατεύθυνση συνέχισε να μάχεται το κομμουνιστικό μαρξιστικό- λενινιστικό κίνημα μετά την πτώση της φασιστικής δικτατορίας μέχρι σήμερα σε όλους τους μεγάλους ταξικούς, αντιιμπεριαλιστικούς, αντιπολεμικούς αγώνες του λαού μας. Με στήριγμα το μαζικό λαϊκό εξωκοινοβουλευτικό αγώνα. Όχι με αυταπάτες, τεχνάσματα και μικροαστικούς εξεγερτισμούς, αλλά με προσήλωση στις επαναστατικές αρχές της προλεταριακής ιδεολογίας και με σταθερή εμπιστοσύνη στη δύναμη των μαζών. Αυτό κάνει και τώρα ένα χρόνο στις συνθήκες της πανδημίας. Δίνει τη μάχη στο μέτρο που μας αναλογεί, για το σπάσιμο των φασιστικών απαγορεύσεων, καλώντας το λαό σε μαζικές κινητοποιήσεις, υπηρετώντας τη γραμμή της πίστης στη δύναμη του λαϊκού κινήματος και των αγώνων του. Γιατί μόνο το λαϊκό κίνημα, και κανείς άλλος στο όνομά του, είναι αυτό που μπορεί να σταματήσει και να ανατρέψει την κυβερνητική πολιτική.
Πώς στάθηκαν αυτοί που σχετικά όψιμα «γεννήθηκαν 17 Νοέμβρη», δηλαδή ο αναρχικός – αντιεξουσιαστικός χώρος απέναντι στα ζητήματα του κινήματος ιδιαίτερα τον τελευταίο χρόνο;
Θα περίμενε κανείς πως ο συγκεκριμένος χώρος θα έκανε ιδιαίτερα “ηχηρή” την παρουσία του στην επέτειο της 17ης του Νοέμβρη 2020, μετά και την απόφαση της κυβέρνησης να απαγορεύσει τις διαδηλώσεις για το Πολυτεχνείο. Ωστόσο, στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τις περισσότερες πόλεις στη χώρα, αυτοί που «γεννήθηκαν 17 Νοέμβρη», ήταν απολύτως άφαντοι. Ήταν εκκωφαντική η “αφωνία” του αναρχικού χώρου μπροστά στην κυβερνητική απαγόρευση του εορτασμού του Πολυτεχνείου. Αποδείχτηκε έτσι στην πράξη πως έφτανε μια κυβερνητική απαγόρευση για να μείνουν σπίτι και σιωπηλοί οι υποτιθέμενοι αδιάλλακτοι θιασώτες της “σύγκρουσης”.
Η απουσία αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία, κυρίως αν αναλογιστούμε πως μια σειρά οργανώσεις και κόμματα της αριστεράς επέλεξαν να πάνε κόντρα στην κυβερνητική απαγόρευση και χιλιάδες κόσμου σε όλη τη χώρα την “έσπασαν” με συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις που συνάντησαν την άγρια τρομοκρατία του κράτους και της αστυνομίας, με αποτέλεσμα δεκάδες προσαγωγές, συλλήψεις, χημικά και ξυλοδαρμούς.
Βέβαια και σε όποιες κινητοποιήσεις επιλέγει να συμμετάσχει αυτός ο χώρος, στις περισσότερες περιπτώσεις τις αξιοποιεί σαν «ασπίδα» για να αναπτύξει στις πλάτες των διαδηλωτών μια τυφλή, μηδενιστική βία που στρέφεται ενάντια στην αναπτυσσόμενη πάλη του λαού και προσφέρει το αναγκαίο άλλοθι στην κυβέρνηση για την εξαπόλυση των πιο άγριων αστυνομικών επιθέσεων καταστολής των λαϊκών αγώνων και τρομοκράτησης του λαού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα διαλυτικής, προβοκατόρικης δράσης ήταν όλα όσα έκαναν πάλι χθες ενάντια στη μεγαλειώδη κινητοποίηση του λαού και της νεολαίας στη Νέα Σμύρνη, αλλά και σε δεκάδες άλλες περιπτώσεις που τις αξιοποιεί συστηματικά η κάθε αστική κυβέρνηση για την κλιμάκωση της αστυνομοκρατίας και της κατασταλτικής δράσης των μηχανισμών του κράτους, για την εμπέδωση του δόγματος της «μηδενικής ανοχής», της «τάξης» και της «ασφάλειας». Δεν ξεχνάμε πως πριν τρία χρόνια, μια χούφτα αναρχικών, πραξικοπηματικά κατέλαβαν το χώρο του Πολυτεχνείου, ματαιώνοντας τις τριήμερες εκδηλώσεις για την ιστορική επέτειο της εξέγερσης του Νοέμβρη, κάνοντας για πρώτη φορά,- αυτοί που «γεννήθηκαν 17Νοέμβρη»-, ό,τι επεδίωκε μάταια εδώ και 45 χρόνια η ντόπια αντίδραση και τα ξένα αφεντικά της.
Η υπόθεση της «17Ν» στο βαθμό που επανέρχεται ξανά στην επιφάνεια και αξιοποιείται από διάφορες πλευρές, την κυβέρνηση, το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τον αναρχικό χώρο, πρέπει να αντιμετωπιστεί με απόλυτη σαφήνεια από το κίνημα, συνολικά πολιτικά και ιδεολογικά, πολύ περισσότερο τώρα, που γίνεται προσπάθεια από τον αναρχικό χώρο να επενδυθεί με επαναστατικό μανδύα και να εμφανισθεί σαν «τμήμα του επαναστατικού κινήματος» και ο Δ. Κουφοντίνας με το φωτοστέφανο του «λαϊκού αγωνιστή». Όλη αυτή η προσπάθεια που στήνεται από τους προπαγανδιστικούς μηχανισμούς της αντίδρασης και που στοχεύει, ούτε λίγο – ούτε πολύ, να ταυτίσει τους σκοπούς της δολοφονικής δράσης της «17Ν» με τους σκοπούς του λαϊκού-επαναστατικού κινήματος και τους «λαϊκούς αγωνιστές», δηλαδή τους κουκουλοφόρους εκτελεστές, με τους λαϊκούς αγωνιστές του κομμουνιστικού κινήματος, που στάθηκαν στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την υπόθεση της λευτεριάς, της ανεξαρτησίας και του σοσιαλισμού, αποτελεί μια ξαναζεσταμένη πολιτική προβοκάτσια σε βάρος του κομμουνιστικού κινήματος της χώρας μας.
Για να μπορέσει τι κίνημα να απαντήσει στην ιδεολογικοπολιτική επίθεση των αντιδραστικών δυνάμεων, για να μπορέσει να διαλύσει τη σπέκουλα και τη σύγχυση που σπέρνουν οι κάθε λογής συκοφάντες και προπαντός για να μπορέσει να σηκώσει το βάρος ενός μεγάλου αγώνα για την υπεράσπιση ων δημοκρατικών δικαιωμάτων και των λαϊκών ελευθεριών απέναντι στη μεγάλη επίθεση που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση της Δεξιάς, πρέπει απερίφραστα να τοποθετηθεί ξανά για τον προβοκατόρικο ρόλο και τη δράση της «17Ν», για το ποιες δυνάμεις εξυπηρέτησε και πώς αξιοποιήθηκε.
Πολιτικά αξιοποιήθηκε πολύπλευρα η δράση της από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, για να παρθούν μέτρα περιορισμού και κατάργησης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών, για την ένταση της αστυνομικής τρομοκρατίας και καταστολής, για τον ασφυχτικό έλεγχο των ΗΠΑ πάνω στη χώρα και τη νομιμοποίηση της δράσης των μυστικών τους υπηρεσιών, για τον εξωραϊσμό και εξαγνισμό της δράσης των ντόπιων κατασταλτικών μηχανισμών.
Ιδεολογικά αξιοποιήθηκε για την κατασυκοφάντηση των δημοκρατικών και αριστερών απόψεων, για την εξαπόλυση μιας καταιγιστικής αντικομμουνιστικής εκστρατείας με σκοπό να αμαυρώσουν τις κομμουνιστικές ιδέες, να τρομοκρατήσουν τον κόσμο της αριστεράς, να τον απομονώσουν από τις πλατιές λαϊκές μάζες.
Ιδεολογικά το ρεύμα της «ατομικής τρομοκρατίας» και των «πολιτικών δολοφονιών» είναι εχθρικό και ασυμβίβαστο με την κομμουνιστική ιδεολογία. Το ρεύμα αυτό έχει βαθιά χωμένη τη ρίζα του στην αντιδραστική ιδεολογία, αυτή που θεωρεί πως θετικά ή αρνητικά την ιστορία την γράφουν όχι οι μάζες, οι λαοί, αλλά το άτομο και πως αν μερικά άτομα εκλείψουν θα πραγματωθούν και οι όποιοι αντιδραστικοί ή «επαναστατικοί» σκοποί.
Ιδεολογικά το ρεύμα αυτό της ατομικής βίας και τρομοκρατίας, της συνωμοσίας και του πραξικοπηματισμού, αντλεί την υπόστασή του από το αντιδραστικό οπλοστάσιο του ίδιου του ιμπεριαλισμού, που διακηρύσσει σε όλους τους τόνους το δικαίωμα των μυστικών του υπηρεσιών να δολοφονεί αρχηγούς κρατών και κινημάτων -ή επιφανή τους στελέχη- να συνωμοτεί και να ανατρέπει με πραξικοπήματα, με πολέμους -που αποτελούν την αποθέωση της αιματηρής βίας- κυβερνήσεις και να εξοντώνει λαούς. Η κομμουνιστική ιδεολογία έχοντας στην προμετωπίδα της τα μεγάλα συνθήματα «προλετάριοι, καταπιεζόμενα έθνη και λαοί ενωθείτε», «ο λαός και μόνο ο λαός είναι η κινητήρια δύναμη, ο τροχός της παγκόσμιας ιστορίας», διαδηλώνει την ακλόνητη πίστη της στον ιστορικό ρόλο και τη δύναμη των λαϊκών μαζών που αποκτώντας συνείδηση του ρόλου τους μπορούν να κινήσουν τον τροχό της ιστορίας προς τα μπρος.
Είναι μια ιδεολογία εχθρική και ασυμβίβαστη με το ρόλο και τη δράση κάθε αυτόκλητου «σωτήρα», που βλέπει την ιστορική εξέλιξη όχι σαν αποτέλεσμα του αθροίσματος ξεχωριστών ενεργειών «πεφωτισμένων ατόμων», αλλά ως το αποτέλεσμα της ορμητικής εισβολής των μαζών στο πολικό προσκήνιο.
Έχοντας ξεκάθαρη τοποθέτηση απέναντι σε αυτά τα ζητήματα, οι αριστεροί, οι επαναστάτες, οι κομμουνιστές όχι μόνο δεν έχουν κανένα λόγο να απολογηθούν για το παρελθόν και το παρόν του κινήματος απέναντι σ’ όλο αυτό τον αντικομμουνιστικό συρφετό, αλλά να ξεσκεπάσουν, να καταγγείλουν και να συμβάλουν στην πιο πλατιά κινητοποίηση των λαϊκών μαζών ενάντια στα σημερινά εγκλήματα και τις θηριωδίες του ιμπεριαλισμού και των λακέδων του, ενάντια στην πείνα, την εξαθλίωση, το θάνατο που επιφέρει σε εκατομμύρια πληθυσμό της γης το σάπιο καπιταλιστικό σύστημα και οι πόλεμοι που ξεπηδούν από μέσα του.