Στην Ελλάδα, η θεσμοθέτηση της Κυριακάτικης αργίας έχει τις ρίζες της στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, στα έτη 1908-1910. Η κατάκτηση της 8ωρης εργασίας σημειώνει τα πρώτα σημαντικά βήματά της στην περίοδο 1913-1920, ενώ τα επαγγελματικά σωματεία στη χώρα μας πετυχαίνουν νομική, επίσημη αναγνώριση της υπόστασής τους με διατάξεις των ετών 1914 και 1920. Το σύνθημα «μας κλέβουν κατακτήσεις ολόκληρου αιώνα» δεν θα μπορούσε να είναι πιο κυριολεκτικό.
Η βίαιη και απροκάλυπτη αυτή κλοπή επιχειρείται τώρα, με το λεγόμενο εργασιακό νομοσχέδιο «Χατζηδάκη» το οποίο ήδη τέθηκε σε «διαβούλευση», ενώ η κυβέρνηση προσβλέπει στην ψήφισή του, τις επόμενες εβδομάδες, στη Βουλή.
Το κυβερνητικό νομοσχέδιο έρχεται να επιπέσει σαν λαιμητόμος πάνω σε μια σειρά βασικά εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα. Στο 120σέλιδο κείμενο του νομοσχεδίου μεταξύ των πολλών εκτρωματικών αντεργατικών και αντεργατικών «μεταρρυθμίσεων», επιχειρείται:
-Η αύξηση του χρόνου εργασίας των εργαζόμενων με την «υπέρβαση των χρονικών ορίων εργασίας των μισθωτών απασχολουμένων» που μπορούν να ανέλθουν μέχρι και τις 12 ώρες την ημέρα(!) και 150 ώρες υπερωριακή απασχόληση ανά έτος. Η υπέρβαση αυτή μπορεί να γίνει ακόμα μεγαλύτερη με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας (άρθρο 57).
-Η «διευθέτηση του χρόνου εργασίας» με ατομική συμφωνία εργοδότη και εργαζόμενου, τους οποίους το νομικό κείμενο περιγράφει σαν δύο ισότιμα συμβαλλόμενα μέλη, σαν δύο κυρίους που κουβεντιάζουν φιλικά και συναποφασίζουν. Το νομοσχέδιο επαναλαμβάνει τη διάταξη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (ν. 1892/1990), που μιλά για 9ωρη ή 10ωρη ημερήσια απασχόληση, προσθέτοντας μια ουσιώδη διαφορά: κάθε διευθέτηση του χρόνου εργασίας θα γίνεται με ατομική συμφωνία «κατόπιν αιτήματος του εργαζομένου» και όχι με συλλογική σύμβαση (άρθρο 58). Αξίζει να σημειωθεί ότι η τηλεργασία (εκτοξευμένη πάνω από το 25% στο προηγούμενο έτος, από 5% πριν την έναρξη της πανδημίας) επίσης γνωρίζει την τιμητική της στο νομοσχέδιο, με αντεργατικούς σχεδιασμούς οι οποίοι επίσης πατούν στη λογική της ατομικής συμφωνίας εργοδότη-εργαζόμενου, και με ρυθμίσεις πολύ χειρότερες και από εκείνες που έχει εισηγηθεί η ΕΕ.
-Η «εξαίρεση από την υποχρεωτική ανάπαυση κατά την Κυριακή και τις ημέρες αργίας» των μισθωτών απασχολούμενων ενός πολύ μεγάλου αριθμού κλάδων. Στο νομοσχέδιο καταγράφονται οι πολλαπλασιασμένες κατηγορίες επαγγελμάτων που εξαιρούνται από την υποχρεωτική ανάπαυση αυτές τις ημέρες. Σε συνδυασμό με τους σχεδιασμούς του υπουργού Ανάπτυξης, Ά. Γεωργιάδη, η κυβέρνηση θέλει να επιβάλει την κυριακάτικη εργασία σε 52 Κυριακές/ανά έτος (όλες τις Κυριακές) από 16 που μέχρι σήμερα έχουν επιβληθεί σε πολλούς κλάδους (άρθρο 62).
-Η υποχρεωτική εγγραφή των εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων στο Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων (ΓΕ.ΜΗ.Σ.Ο.Ε.) μέσω του οποίου το Υπουργείο Εργασίας θα έχει «εποπτεία της αγοράς εργασίας» αλλά και «της άσκησης συνδικαλιστικών δικαιωμάτων», θα παρακολουθεί τις εκλογές των εργατικών συνδικάτων, θα ενημερώνεται για τη σύνθεση των διοικήσεων τους και θα ελέγχει τα οικονομικά μεγέθη και το είδος των εσόδων και δαπανών τους. Το φακέλωμα αυτό, και «η πλήρης, έγκαιρη και προσήκουσα» ενημέρωσή του με όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, θα είναι «προϋπόθεση» για να μπορούν τα εργατικά συνδικάτα να κάνουν συλλογικές διαπραγματεύσεις και να ασκούν το δικαίωμα της απεργίας και κάθε άλλο συνδικαλιστικό δικαίωμά τους (άρθρο 82).
-Η υποχρέωση των πρωτοβάθμιων σωματείων να προβλέψουν τη δυνατότητα «εξ αποστάσεως συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση και ψήφου κάθε μέλους που επιθυμεί» (άρθρο 85). Σε διαφορετική περίπτωση δεν θα αναγνωρίζονται ως έγκυρες οι αποφάσεις των συνελεύσεων. Μάλιστα στα σωματεία τοπικού χαρακτήρα θα «απαγορεύεται η λήψη απόφαση κήρυξης απεργίας χωρίς την παροχή πραγματικής δυνατότητας εξ αποστάσεως συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση και ψήφου». Το νομοσχέδιο ενσωματώνει και την αντιαπεργιακή ρύθμιση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και την προσαρμόζει ανάλογα με τη διατύπωση: «ειδικά για τη συζήτηση και λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας απαιτείται φυσική ή εξ αποστάσεως ψήφος τουλάχιστον του ενός δευτέρου (1/2) των οικονομικώς τακτοποιημένων μελών». Συμμετοχή του 1/3 των μελών απαιτείται για κάθε άλλη απόφαση.
-Η υπονόμευση των απεργιών με τον εξαναγκασμό στις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας να ορίζεται προσωπικό ασφαλείας κατά τη διάρκεια της απεργίας που να καλύπτει «ως τουλάχιστον το ένα τρίτο της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας» (άρθρο 91). Το νομοσχέδιο επεκτείνει τον κατάλογο των επιχειρήσεων που η μέχρι σήμερα νομοθεσία είχε εντάξει σε αυτήν την κατηγορία. Δίνει ακόμα τη δυνατότητα να καθορίζεται προσωπικό ασφαλείας στη διάρκεια απεργίας «για όλες τις επιχειρήσεις ανεξαρτήτως του δημόσιου ή μη χαρακτήρα τους και του χαρακτηρισμού τους ή μη κοινής ωφέλειας».
-Πλέον τα ίδια τα σωματεία πρέπει «να προστατεύουν το δικαίωμα των εργαζομένων, που δε συμμετέχουν στην απεργία, να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν αυτήν χωρίς εμπόδιο» (άρθρο 92). Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις χάνουν κάθε δικαίωμα να προφυλάξουν εαυτούς από την απεργοσπασία, και οι ίδιες οφείλουν να γίνουν εγγυητές του «δικαιώματος» των εργαζομένων στην εργασία την ημέρα της κηρυγμένης απεργίας!
Από τις βαθιά αντεργατικές και αντισυνδικαλιστικές διατάξεις του κυβερνητικού νομοσχεδίου γίνεται ολοφάνερο πως οι στόχοι του είναι να προσφέρει στην εργοδοσία, στο εγχώριο και ξένο κεφάλαιο, ένα θεσμικό πλαίσιο με το οποίο:
-Θα απομυζά πρόσθετη και φθηνότερη εργασία από τους εργαζόμενους μέσα από τον συνδυασμό της διευθέτησης του εργατικού χρόνου εργασίας, της μεγάλης υπέρβασης των χρονικών ορίων εργασίας και των απλήρωτων υπερωριών, της εκτεταμένης κατάργησης της Κυριακάτικης αργίας και άλλων αργιών σε εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους, την προώθηση νέων μορφών εργασιακής εκμετάλλευσης.
-Θα αντικαθιστά τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας με ατομικές συμφωνίες εργασίας, που τοποθετούν τον εργαζόμενο σε πολύ πιο αδύνατη θέση διαπραγμάτευσης με τον εργοδότη.
-Θα είναι πρακτικώς πλήρως απελευθερωμένη σε απολύσεις, καθώς ούτε δικαστικές αποφάσεις θα μπορούν να ανακαλούν τις απολύσεις.
-Θα θέσει υπό έλεγχο τη δράση και τις αποφάσεις των εργατικών συνδικάτων με την καθιέρωση της εξ αποστάσεως συμμετοχής και ψήφου, με δεδομένη την παράλληλη κρατική εποπτεία της λειτουργίας τους.
-Θα υπονομεύσει και θα υποσκάψει την δυνατότητα λήψης απόφασης για απεργία, και άσκησης του δικαιώματος της απεργίας.
Η προώθηση του κυβερνητικού νομοσχεδίου χτυπάει δυνατά τον κώδωνα κινδύνου για εργασιακές και συνδικαλιστικές κατακτήσεις ολόκληρου αιώνα. Οι επόμενες ημέρες μπορούν και πρέπει να γίνουν ημέρες συγκεντρώσεων και συνελεύσεων στους χώρους δουλειάς και στα σωματεία, για να ξεκινήσουν άμεσα μαζικές αποφασιστικές κινητοποιήσεις για την απόκρουση του νομοσχεδίου.
Να υπερασπιστούμε τα δικαιώματά μας, να φράξουμε τον δρόμο στο αντεργατικό νομοσχέδιο!