Η Βάσω Λεονάρδου-Κατράκη (1914-1988), η «κορυφαία ερμηνεύτρια της ανθρώπινης τραγωδίας», υπήρξε, αδιαμφισβήτητα, η σημαντικότερη Ελληνίδα χαράκτρια, που υπηρέτησε την ελληνική Χαρακτική με αφοσίωση, ήθος και αξιοπρέπεια. Οι ξυλογραφίες της χαρακτηρίστηκαν υποδειγματικές· ήταν από τους λίγους χαράκτες που δούλεψαν λιθογραφίες σε ψαμμίτη, γεγονός που της χάρισε διεθνή φήμη. Μετέφερε στην πέτρα όλα τα θεμελιώδη θέματα, το ιδεώδες της ελευθερίας και του σοσιαλισμού. Ήταν μαχήτρια στους κοινωνικούς αγώνες, και αυτό εκφράστηκε με ειλικρίνεια στη δουλειά της. Δημιούργησε έργα κοινωνικές μαρτυρίες, σπαράγματα μνήμης, θρήνους και ελεγείες γι’ αυτούς που έπεσαν στον αγώνα. Η Βάσω Λεονάρδου-Κατράκη γεννήθηκε το καλοκαίρι του 1914 στο Αιτωλικό Μεσολογγίου. Το 1936 γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών, στο εργαστήριο ζωγραφικής του Παρθένη, και στο Εργαστήριο χαρακτικής του Γιάννη Κεφαλληνού. Στα χρόνια των σπουδών της εισχώρησε στην αριστερά και συμμετείχε σε ομαδική έκθεση σπουδαστών της Σχολής στον «Παρνασσό», με έργα αντιπολεμικού-αντιφασιστικού περιεχομένου.
Με την έναρξη του πολέμου φιλοτέχνησε την πασίγνωστη «προπαγανδιστική» αφίσα με τη γυναίκα που πλέκει «για τους στρατιώτες».
«Τι να πρωτοπώ για την κατοχή. Μέσα στο εργαστήριο της χαρακτικής τυπώναμε ένσημα του αγώνα, κάρτες με επικαιρότητα και αφίσες ακόμα. Εκεί βρήσκαμε ζεστασιά, υλικά, μοντέλα και πάνω απ’ όλα την συγκατάβαση του δασκάλου που μας κοίταζε κι έλεγε μόνο, "προσέχετε!". Κατά βάθος θα καμάρωνε. […] Υπήρξε εποχή που οι τοίχοι της Αθήνας ήταν σαν ταπετσαρίες απ’ τις αφίσες, [...] η κάθε συνοικία είχε και τα δικά της τα συνεργεία.»
Αποφοίτησε το 1940
Μαζί με τον σύντροφό της, Γιώργο Κατράκη, αγωνίστηκε τα επόμενα χρόνια, ακολουθώντας τις μονάδες της ΕΠΟΝ και του ΕΛΑΣ. Ταυτόχρονα με την ίδρυση του ΕΑΜ, ιδρύθηκε και το ΕΑΜ Καλλιτεχνών, στο οποίο η Β. Κατράκη ήταν από τα ιδρυτικά μέλη.
Μέσα από τη «φωτιά» του κλιμακούμενου απελευθερωτικού αγώνα, που έδιναν το 1943 το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ, παραμονές της επετείου της 25ης του Μάρτη, κυκλοφόρησε μια μικρού σχήματος έκδοση του ΕΛΑΣ - ΕΑΜ, προς τιμήν του λαϊκού απελευθερωτικού αγώνα του ’21, ο οποίος ενέπνευσε τον νέο μεγαλειώδη απελευθερωτικό αγώνα του λαού μας κατά του τριπλού φασισμού, με τίτλο «Από Τους Αγώνες του Ελληνικού Λαού». Εκεί συμπεριλήφθηκαν και δικές της ξυλογραφίες.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 ασχολήθηκε συστηματικά με την εικονογράφηση στον εκδοτικό οίκο Τα Νέα Βιβλία, (εκδοτικό οίκο του ΚΚΕ από το 1945 μέχρι το 1948, του οποίου την καλλιτεχνική διεύθυνση είχε άλλος γνωστός χαράκτης, ο Τάσσος).
Ξυλογραφίες της δημοσιεύτηκαν επίσης στο περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα (αριστερό περιοδικό τέχνης που κυκλοφορούσε, με διακοπές εξαιτίας των διώξεων, από το 1945 έως το 1951) και στην εφημερίδα Ριζοσπάστης.
Την 21η Απρίλη του 1967, πρώτη μέρα του πραξικοπήματος, καθόλου τυχαία, με το βεβαρυμένο ιστορικό της, συνελήφθη και εξορίστηκε από τη χούντα στη Γυάρο, τόπο βασανιστηρίων και εξόντωσης, μαζί με άλλους 8.000 πολιτικούς κρατούμενους.
«Πώς να περιγράψω την κόλαση στα Γιούρα;» σημειώνει η ίδια. «Έμεινα εννιάμιση μήνες εκεί, τότε μάλιστα είχε διαδοθεί ότι τρελάθηκα! Ήταν ένα νησί περίεργο. Σε όλο το διάστημα που έμεινα δεν είδα ούτε ένα πουλί να περνάει! Οι θάλαμοι βρομάγανε και μας έφερναν νερό με βαρέλια από μηχανόλαδο καραβιών. Πείνα, δίψα, άλλοι δαρμένοι, άλλοι τραυματισμένοι, ήταν κάτι το φρικιαστικό. Στην αρχή έφτιαχνα καπέλα από άγρια βούρλα. Ύστερα ανακάλυψα τα βότσαλα…»
H ζωγραφική στα βότσαλα της Β. Κατράκη ήταν τα μηνύματα που έστελναν οι εξόριστοι στον έξω κόσμο, στους συγγενείς τους, ότι είναι ζωντανοί... Έχουν περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα, ως κίνηση αντίστασης, παρά υψηλή καλλιτεχνική αξία.
Λόγω των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε, και χάρη στις διεθνείς πιέσεις που ασκήθηκαν, η χαράκτρια αφέθηκε ελεύθερη τον Φεβρουάριο του 1968.
Τα έργα που ακολούθησαν, οι σειρές «Καταστάσεις», «Αναμονές», «Συντεταγμένες», «Το χρέος της Αντιγόνης», ήταν μηνύματα διαμαρτυρίας και καταγγελίας, μνήμες του κολαστηρίου της Γιούρας... «Οταν γύρισα από την εξορία κι ένοιωθα ανασφαλής, οτιδήποτε προσπαθούσα να φτιάξω, δεν μου έβγαινε ποτέ ολόκληρο. Τα δέντρα κομμένα, τα σώματα ακρωτηριασμένα».
Τα χρόνια της Μεταπολίτευσης η Κατράκη συνεχίζει να παλεύει με τη δουλειά της σε ένα κλίμα έντονα πολιτικοποιημένο. «Το σύνολο του έργου της Βάσως Κατράκη αποκαλύπτει μια μοναδική συνέπεια και ταυτόχρονα την αντοχή και την ποιότητα των μορφοπλαστικών αναζητήσεων και των πνευματικών της ενδιαφερόντων. Οι συνθέσεις της διατηρούν τον επίκαιρο χαρακτήρα τους, την επιβολή και τη δύναμη των μηνυμάτων και των συμβόλων τους, διαμορφώνουν μια ενιαία εικαστική πρόταση, αναπτύσσονται με συνοχή, ως ένα σπάνιο εικαστικό απάνθισμα ενός ξεχωριστά προσωπικού καλλιτεχνικού συνόλου μέσα στα όρια και τους όρους της σύγχρονης έκφρασης.
Γεννήθηκε στις 5 Ιουλίου του 1914 και 27 Δεκέμβρη 1988 έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών.
"Η τέχνη δεν είναι παιχνίδι για αργόσχολους. Είναι αστραπή , είναι πόνος, είναι γέννα"
Η παραπάνω φράση , από τις χειρόγραφες σημειώσεις της Βάσως Κατράκη
Τιτικά Κ.