Η πρόσφατη προσπάθεια τουρκικής εισβολής στη Β. Συρία, με τον τίτλο «Πηγή της Άνοιξης», σε συνδυασμό με την απόφαση Ερντογάν να ανοίξει τα σύνορα στους πρόσφυγες προς την Ευρώπη, επισύρει δραματικά γεγονότα όχι μόνο για τους κατοίκους του κυβερνείου του Ιντλίμπ, αλλά και για τα κύματα προσφύγων/μεταναστών που στέλνονται με εντολή της τουρκικής κυβέρνησης στα ελληνικά σύνορα στον Έβρο. Ήδη η Άγκυρα απαίτησε από τους δυτικούς συμμάχους της να «αναλάβουν τις ευθύνες τους» ως προς το Ιντλίμπ. Παράλληλα, και κάτω από την απειλή της αποστολής εκατομμυρίων προσφύγων προς την Ευρώπη, η εισβολέας Τουρκία προσφεύγει τόσο στους Ευρωπαίους ζητώντας τετραμερή διάσκεψη (Γερμανία, Γαλλία, Ρωσία, Τουρκία) στην Κωνσταντινούπολη για το θέμα του Ιντλίμπ, όσο και στο ΝΑΤΟ που συγκάλεσε έκτακτη σύνοδο των πρεσβευτών των χωρών του ΝΑΤΟ, βάσει του άρθρου 4 του Καταστατικού. Παράλληλα, είχε την περασμένη Πέμπτη στη Μόσχα, συνάντηση με τον Πούτιν για την εκτίμηση της κατάστασης.
Ο γ.γ. του Οργανισμού, Γ. Στόλτενμπεργκ, καταδίκασε «...τα αεροπορικά πλήγματα που εξαπέλυσαν αδιακρίτως το συριακό καθεστώς και η σύμμαχός του Ρωσία…» και απηύθυνε έκκληση για «αποκλιμάκωση» της έντασης, ανακοινώνοντας παράλληλα την αύξηση των μέτρων αεράμυνας για να προστατεύσει την Τουρκία από πυραυλικές επιθέσεις των Σύρων. Φυσικά έκφρασε και την επιθυμία του ΝΑΤΟ «να συγκληθεί άμεσα το Συμβούλιο Ασφαλείας και να προχωρήσουν οι προσπάθειες του ΟΗΕ για την εξεύρεση πολιτικής λύσης». Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι Γερμανοί και Γάλλοι, στηρίζοντας μεν την τουρκική εισβολή, αλλά παράλληλα κατηγορώντας τον Ερντογάν ότι το παρατραβάει! Ο τουρκικός λαός δεν γνωρίζει τι έχει γίνει στο Ιντλίμπ αφού οι τουρκικές αρχές, κατά διαταγή του Υπουργείου Δικαιοσύνης, απέκλεισαν την πρόσβαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με αποτέλεσμα η κοινή γνώμη της χώρας να νομίζει πως όσα συμβαίνουν στο μέτωπο είναι μια νικηφόρα απάντηση της Άγκυρας στη Συρία. Ωστόσο, αυτή τη στιγμή η πραγματική εικόνα είναι πως τα τουρκικά φυλάκια στην περιοχή του Ιντλιμπ βρίσκονται περικυκλωμένα από συριακές κυβερνητικές δυνάμεις και πως η έκκληση του Ερντογαν για αποστολή αμερικανικών Patriot δεν έχει γίνει προς το παρόν αποδεκτή.
Η ρωσική πλευρά, πάλι, θεωρεί πως η βασική αιτία επιδείνωσης της κατάστασης στο Ιντλίμπ είναι η αθέτηση των υποχρεώσεων που είχε αναλάβει η Τουρκία στο πλαίσιο της ρωσοτουρκικής συμφωνίας του 2018 στο Σότσι. Ο εκπρόσωπος της ρωσικής προεδρίας Ντ. Πεσκόφ, απαντώντας στον Ερντογάν ο οποίος ζήτησε από τη Μόσχα «να κάνει στην άκρη», δήλωσε ότι: «…η Ρωσία είναι η μόνη χώρα της οποίας στρατεύματα βρίσκονται νόμιμα στη Συρία, και ενεργεί στην περιοχή έπειτα από αίτημα της νόμιμης ηγεσίας της Συρίας. Όλες οι άλλες στρατιωτικές δυνάμεις άλλων χωρών βρίσκονται στη Συρία κατά παράβαση των αρχών των διεθνών κανόνων (…) οι δυνάμεις του Άσαντ μάχονται εναντίον τρομοκρατών, τους οποίους η Τουρκία όφειλε να έχει αφοπλίσει, στο πλαίσιο της συμφωνίας του Σότσι».
★★★
Μέχρι τώρα, η Τουρκία είχε δημιουργήσει μία συνεχώς ενισχυόμενη συνεργασία με την ιμπεριαλιστική Ρωσία (ρωσικά αντιαεροπορικά, αντιπυραυλικά συστήματα S-400, κατασκευή του πυρηνικού σταθμού ηλεκτρικής ενέργειας με ρωσική τεχνολογία, κατασκευή του ρωσοτουρκικού αγωγού TurkStream, κοινές οικονομικές, στρατιωτικές, πολιτικές, πολιτιστικές συμφωνίες, τουρκική «συγγνώμη» και αποζημίωση για την κατάρριψη ρωσικού αεροσκάφους, άρση ρωσικών κυρώσεων, κλπ., κλπ.). Ιδίως μετά το αμερικανοκίνητο πραξικόπημα του Ιούλη του 2016, ο Ερντογάν συνειδητοποίησε ότι οι «σύμμαχοί» του Αμερικάνοι, τον είχαν ξεγράψει. Κάτω από αυτό το πρίσμα ξεκίνησε η προσέγγισή του προς τη Ρωσία, με προϋπόθεση να αναθεωρήσει τις θέσεις του για τη Συρία και τον «δικτάτορα Άσαντ». Κάτω από την πίεση της ρωσικής διπλωματίας, συμφωνήθηκε η τριμερής δέσμευση (Ρωσία, Ιράν, Τουρκία) για την ακεραιότητα της Συρίας, μέσω της συντριβής του ISIS. Ωστόσο, παρά τη συμφωνία, η Τουρκία όχι μόνο βοήθησε τους τζιχαντιστές, αλλά σε πολλές περιπτώσεις τους ονοματίζει σαν «αντικαθεστωτικές δυνάμεις της συριακής αντιπολίτευσης» και τους προσλαμβάνει ως μισθοφόρους, είτε κατά του συριακού στρατού στο Αφρίν και Ιντλίμπ, είτε κατά του Χαφτάρ στη Λιβύη. Για την Τουρκία, τρομοκράτες είναι μονάχα οι κουρδικές αντάρτικες δυνάμεις του PKK και του YPG. Χωρίς αμφιβολία ο ρωσικός ιμπεριαλισμός για τα δικά του συμφέροντα (βάσεις στη Λατάκεια και Ταρτούς) στήριξε και στηρίζει σθεναρά την κυβέρνηση Άσαντ κατά της αμερικάνικης επιβουλής, ιδίως το 2012, που η χώρα βρέθηκε στα πρόθυρα αμερικανικής εισβολής, και στη συνέχεια το 2015 όταν επέμβηκε στρατιωτικά για να στηρίξει την κυβέρνηση Άσαντ. Τότε οι ΗΠΑ, κάτω από το πρόσχημα της ισλαμικής τρομοκρατίας και της επέκτασης του «Ισλαμικού Κράτους» (που υποστήριξαν αφανώς, μέχρι σχεδόν τα πρόθυρα της Δαμασκού), επεδίωξαν το διαμελισμό της Συρίας.
Ωστόσο, παρά την εμφανή ρωσοτουρκική συνεργασία, στο ζήτημα της Συρίας κρύβονται βαθύτερα και διαφορετικά συμφέροντα. Η Άγκυρα, που διακηρύττει το τέλος της Συμφωνίας της Λωζάνης, εποφθαλμιά ένα τεράστιο (σχεδόν το ¼ της χώρας) εδαφικό τμήμα της Συρίας. Από την πλευρά της η Μόσχα επιχειρεί να αποτρέψει το διαμελισμό της Συρίας, που επιδίωξε ανεπιτυχώς ο αμερικάνικος και ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός το 2011 και 2012, και να διατηρήσει (ή και αυξήσει) τις στρατιωτικές της βάσεις και να διευρύνει γενικότερα την επιρροή της στη Μέση Ανατολή.
Τον περασμένο Σεπτέμβρη ο Ερντογάν, αθετώντας τη σολομώντεια Διακήρυξη του Σότσι και παρά την τριμερή συμφωνία (Ρωσίας-Ιράν-Τουρκίας), ξεκίνησε την εισβολή στη Β. Συρία με την ονομασία «Πηγή Ειρήνης», εναντίον των «τρομοκρατών» του PKK/YPG (δηλαδή των Κουρδικών δυνάμεων), προχωρώντας ουσιαστικά στην εθνοκάθαρση του κουρδικού πληθυσμού (μετά το «άδειασμα» των Κούρδων από τον Τραμπ), παραβιάζοντας για τρίτη φορά τα σύνορα μιας ανεξάρτητης χώρας!
Το πρόσχημα της Άγκυρας για μία «ζώνη ασφαλείας» κατά των «τρομοκρατών», προέβλεπε ουσιαστικά την κατάληψη εδαφών 35 χιλιομέτρων βάθους και 500 χιλιομέτρων μήκους. Παρενέβη η Ρωσία και η «ζώνη» ελαχιστοποιήθηκε στα συμφωνημένα στο Σότσι. Παράλληλα, ο ρωσικός ιμπεριαλισμός έστειλε στο αεροδρόμιο Καμισλί (κουρδική περιοχή, όπου εποφθαλμιά να στήσει και τρίτη βάση για S-400) στρατιωτικές μονάδες που άνοιξαν διόδους για το συριακό στρατό του Άσαντ, επιτρέποντάς του να απελευθερώσει και να θέσει υπό τον έλεγχό του μεγάλα γεωγραφικά τμήματα, εκτοπίζοντας και αυτός τους Κούρδους που θεωρεί συμμάχους των Αμερικάνων!
Στο μεταξύ, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, θεωρεί -προς το παρόν- τη Συρία «χαμένη υπόθεση», αλλά θέλει την Τουρκία βασική σύμμαχό του απέναντι στο Ιράν ή και στη Ρωσία. Το Στέητ Ντιπάρτμεντ απαίτησε από το συριακό καθεστώς και τη Ρωσία να βάλουν τέλος στην «αποτροπιαστική επίθεσή τους» στην Ιντλίμπ, προσθέτοντας ότι βρίσκεται σε επαφή με την Άγκυρα για να ενημερωθεί. Προφανώς, η τωρινή διένεξη Ρωσίας-Τουρκίας για το Ιντλίμπ αποτελεί μία ευκαιρία για την Ουάσιγκτον να επαναπροσεγγίσει την Τουρκία μέσω του ΝΑΤΟ. Ήδη, η Αμερικανίδα πρέσβης στο ΝΑΤΟ, Κ. Χάτσισον, επέμεινε στη χρήση του άρθρου 4 περί συλλογικής ασφάλειας, και τόνισε: «…ελπίζω ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν βλέπει ποιος είναι ο αξιόπιστος συνεργάτης του και ποιος δεν είναι (...) ελπίζω ο Πρόεδρος Ερντογάν να καταλάβει ότι εμείς είμαστε ο σύμμαχος του παρελθόντος και του μέλλοντός τους και να εγκαταλείψουν τους "S-400"». Ωστόσο, πέρα από τη λεκτική στήριξη, οι ΗΠΑ δεν φαίνονται διατεθειμένες για έμπρακτες κινήσεις στη Συρία, καθώς θεωρούν πως η Ρωσία δεν πρόκειται αυτή τη φορά να υποχωρήσει.
★★★
Μετά τη νέα τουρκική εισβολή, ο Ερντογάν εκβιάζοντας την Ευρώπη για άμεση στήριξη, ξεκινά να κάνει πράξη την απειλή των τελευταίων μηνών ανοίγοντας τα σύνορα προς την Ευρώπη για τους πρόσφυγες, ένα σημαντικό τμήμα των οποίων κατευθύνεται προς την Αδριανούπολη και στη συνέχεια στον Έβρο. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται σε πανικό, καθώς το προσφυγικό/μεταναστευτικό πρόβλημα κάτω από τις συμφωνίες του Δουβλίνου και της Ε.Ε.-Τουρκίας, μετατρέπεται σε βρόχο για τη ελληνική μεγαλοαστική τάξη. Ήδη αποφασίστηκε από το ΚΥΣΕΑ λήψη μέτρων για ενίσχυση των χερσαίων και υδάτινων συνόρων, ενώ στον Έβρο έχουν προωθηθεί μονάδες στρατού για να εμποδίσουν τη μαζική είσοδο προσφύγων. Παράλληλα, ζητείται επειγόντως η σύγκληση του συμβουλίου υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ και η άμεση αποστολή δυνάμεων της Frontex. Ταυτόχρονα στρέφεται στο ΝΑΤΟ ζητώντας την παρέμβασή του στη φύλαξη των θαλασσίων συνόρων.
Καθώς η Τουρκία δηλώνει αμετακίνητη στα επεκτατικά της σχέδια για παρουσία των στρατευμάτων της στο Ιντλίμπ, ανασύροντας τη συροτουρκική Συμφωνία των Αδάνων, το ερώτημα που τίθεται επί τάπητος είναι το εξής: Κινδυνεύει η εθνική ασφάλεια της Τουρκίας, η ακεραιότητά της και η πολιτική της ανεξαρτησία, προφανώς από τους Κούρδους, τους οποίους στηρίζουν (για δικά τους συμφέροντα) οι Αμερικάνοι; Και αν ναι, δικαιολογείται η εισβολή σε ένα ανεξάρτητο κράτος, στη Συρία εν προκειμένω, στο όνομα της παρεμπόδισης «τρομοκρατικών ενεργειών» από την πλευρά των ΡΚΚ/YPG;
Η απάντηση μπορεί να δοθεί σε δυο διαφορετικά επίπεδα, και κύρια για τους λαούς Τουρκίας και Συρίας και στη συνέχεια για τους ιμπεριαλιστές -κυρίως ΗΠΑ-Ρωσίας- Κίνας - Ε.Ε.- για το ξαναμοίρασμα των σφαιρών επιρροής και την καταλήστευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της ευρύτερης περιοχής της Μεσογείου. Χωρίς αμφιβολία ο λαός της Τουρκίας βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα αυταρχικό καθεστώς, με τρομοκρατία, διώξεις και καταστολή, με μία προβληματική οικονομία, με τους χαμηλούς μισθούς και μεροκάματα, με τον πληθωρισμό να καλπάζει και με τον πόλεμο να συσσωρεύει νέα δεινά. Ο αγώνας του πρέπει να κατευθύνεται ενάντια στην εσωτερική πολιτική της κυβέρνησης Ερντογάν και ενάντια στους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς σε βάρος των γειτονικών λαών. Από την άλλη πλευρά, ο λαός της Συρίας δέχεται εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία την παραβίαση της εθνικής του κυριαρχίας από τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις Αμερικανών, Ρώσων και Τούρκων, που συνεπάγονται βιβλικές καταστροφές, αμέτρητα αθώα θύματα και εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες.
Η μεγαλοαστική τάξη της Τουρκίας, σαν μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη, επιχειρεί να αξιοποιήσει τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και σπεύδει να προωθήσει τα επεκτατικά της συμφέροντα, διεξάγοντας έναν επιθετικό πόλεμο στα ανατολικά της σύνορα ενώ προετοιμάζεται για κάτι τέτοιο και στα Δυτικά. Το αν θα το καταφέρει εξαρτάται από τη σύμπλευση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων, γιατί πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος να έρθει σε σύγκρουση με τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα ένθεν κακείθεν. Αυτό φάνηκε τόσο τον Ιούλη 2016, όσο και τώρα από την αλλαγή στις ρωσοτουρκικές σχέσεις αμέσως μετά τη Συμφωνία με τη Λιβύη. Σήμερα, ο Ερντογάν έχει πέσει θύμα της αλαζονείας του, να δημιουργήσει την εικόνα μίας Τουρκίας κραταιάς περιφερειακής δύναμης, παραβιάζοντας καταφανώς τη Συνθήκη της Λωζάνης, και τροποποιώντας τα ΒΑ και Δυτικά του σύνορα. Και ο μεν ρωσικός ιμπεριαλισμός δεν πρόκειται να επιτρέψει τέτοιου είδους τροποποιήσεις προς την πλευρά της Συρίας (πέραν της «ζώνης ασφαλείας» του Σότσι), ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός δεν φαίνεται διατεθειμένος να αναμιχθεί -προς το παρόν- στην υπόθεση της Συρίας και στην τροποποίηση των δυτικών συνόρων, ο δυτικοευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός, δεν πρόκειται να δεχθεί αλλαγές στα δυτικά του σύνορα. Επομένως ο Τούρκος πρόεδρος παίζει ουσιαστικά το μόνο χαρτί που του έχει απομείνει: τον εκβιασμό με τους πρόσφυγες, κυρίως προς την Ελλάδα, αφήνοντας ανοιχτή τη διαμετακομιστική δίοδο εμπορευμάτων της Βουλγαρίας.
★★★
Από την πλευρά του το καθεστώς Άσαντ κι αυτό κάτω από καθεστώς εξάρτησης από το ρώσικο ιμπεριαλισμό επιχειρεί να διεξάγει -με τη ρωσική βοήθεια- έναν αμυντικό πόλεμο, από τη στιγμή που παραβιάζεται έμπρακτα η εδαφική του ακεραιότητα από την πλευρά των κατακτητικών δυνάμεων ΗΠΑ και Τουρκίας. Το αν νομιμοποιείται να υπερασπίσει την πατρίδα του από τις τουρκικές και αμερικανικές εισβολές είναι αυτονόητο. Χρέος επίσης για το συριακό λαό είναι η υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας του από τους ξένους εισβολείς, ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας ενάντια στην κατάκτηση και υποδούλωση της χώρας του, και στη συνέχεια ο αγώνας για να απαλλαγεί από κάθε ξένη εξάρτηση και εσωτερική καταπίεση και εκμετάλλευση. Και αυτή είναι η σειρά των αντιθέσεων που πρέπει να λυθούν, με προεξάρχον το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας, το οποίο είναι βαθιά ταξικό καθώς οι τομείς της οικονομίας έχουν κυριολεκτικά ρημάξει.
Χωρίς καμία επιφύλαξη θα πρέπει σταθερά και επίμονα να θέσουμε στην πρώτη γραμμή το ζήτημα της αντιπολεμικής-αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Να ξεσκεπάσουμε την ιμπεριαλιστική υποκρισία και να καταδείξουμε τους πραγματικούς σκοπούς των πολέμων τους. Να καταγγείλουμε την τουρκική επιθετικότητα να σταθούμε στο πλευρό των λαών και των χωρών που γίνονται θύματα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων.