Στην 56η Διάσκεψη για την Ασφάλεια στο Μόναχο έδωσε το παρών ο γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), Τέντρος Γκεμπρεγιέσους. Με αφορμή τις επιθέσεις εναντίον ανθρώπων ασιατικής καταγωγής, που ρατσιστικά στοχοποιούνται ως υπαίτιοι της εξάπλωσης του κορωνοϊού, δήλωσε, μεταξύ άλλων: «Πρέπει να σταματήσουμε το μίσος και τον στιγματισμό... Είναι εύκολο να ρίχνουμε ‘ανάθεμα’, είναι εύκολο να πολιτικοποιούμε τα πράγματα, αλλά δυσκολότερο να αντιμετωπίζουμε με συνεννόηση και συμμετοχικά τα προβλήματα... Θα πάρουμε μαθήματα από την κρίση αυτή, αλλά τώρα δεν είναι η ώρα για απόδοση ευθυνών και πολιτικοποίηση του προβλήματος...»Το ζήτημα των ρατσιστικών επιθέσεων και του αντικινεζισμού, που ανέκυψε αυτό το διάστημα λόγω της πανδημίας και που κορυφώθηκε με τις ΗΠΑ και τον Τραμπ να κρατάνε την μπαγκέτα αυτής της προπαγάνδας, στα πλαίσια του ανταγωνισμού με την Κίνα, αποτελεί ένα μεγάλο κεφάλαιο με ποικίλες πολιτικές προεκτάσεις, που όμως δεν είναι το αντικείμενο του παρόντος άρθρου.
Διαβάζοντας ωστόσο την παραπάνω τοποθέτηση, μας ήρθαν στο μυαλό, εκτός των άλλων, διάφορες εγχώριες φωνές «έκκλησης» μη πολιτικοποίησης του προβλήματος του κορωνοϊού. Μιας άποψης, η οποία εντάσσεται με απόλυτη αρμονία στο κάδρο της «εθνικής ομοψυχίας» αλλά και της λεγόμενης «ατομικής ευθύνης». Μιας άποψης, της οποίας ιθύνοντες νοι είναι η αστική τάξη, τα κυβερνητικά επιτελεία της και τα φερέφωνά τους, τα ΜΜΕ. Μιας άποψης, που ανασύρεται σε κάθε κρίσιμο γεγονός (βλ. πυρκαγιές, πλυμμήρες) για να συγκαλυφθούν οι εγκληματικές ευθύνες της εκάστοτε κυβέρνησης και οι καταστροφικές συνέπειες μιας πολιτικής που εξυπηρετεί το σάπιο εκμεταλλευτικό καπιταλιστικό σύστημα. Όσο κι αν προσπαθούν όμως να κάνουν το λαό κοινωνό αυτής της άποψης, τα γεγονότα είναι πεισματάρικα και αποκαλύπτουν την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα σε σχέση με το υγειονομικό πρόβλημα στη χώρα μας την τελευταία δεκαετία έχει ως εξής:
Λουκέτο σε πολλά δημόσια νοσοκομεία από το 2010 έως σήμερα
Συγχώνευση δημόσιων υγειονομικών μονάδων.
Μείωση των κρατικών δαπανών για τη Δημόσια Υγεία κατά 50% από το 2010 έως σήμερα
30.000 κενά σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό στα δημόσια νοσοκομεία
557 ΜΕΘ μετά από περικοπές, με αποτέλεσμα να αντιστοιχούν 6 κρεβάτια ΜΕΘ ανά 100.000 κατοίκους περίπου (ενδεικτικά, θα έπρεπε να λειτουργούν 3.000 ΜΕΘ)
Τα «κατορθώματα» αυτά, και άλλα πολλά, ανήκουν σε όλες ανεξαιρέτως τις μνημονιακές κυβερνήσεις (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΚΙΝΑΛ, ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ), που, για να υπηρετήσουν τους Ευρωπαίους και Αμερικάνους «εταίρους», κατακρεούργησαν τους τομείς της Δημοσιας Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας, καταδικάζοντας το λαό στη φτώχεια, την αρρώστια, την πείνα. Αξιομνημόνευετα είναι τα πεπραγμένα και οι δηλώσεις αυτών που σήμερα (αυτο)προβάλλονται ως «σωτήρες», ως πολιτικοί με σχέδιο και ετοιμότητα απέναντι στην απειλή του κορωνοϊού. Έτσι, ο νυν πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, το 2014, ως υπουργός διοικητικής μεταρρύθμισης της τότε κυβέρνησης, προχωρούσε στη διαθεσιμότητα, εκτός των άλλων, 7.900 γιατρών και υγειονομικού προσωπικού με την «ελπίδα» και με σχέδιο να απολύσει μερικές χιλιάδες από αυτούς στη συνέχεια, ανάλογα με τις απαιτήσεις της ΕΕ. Αντίστοιχα, ο Άδωνις Γεωργιάδης είχε δηλώσει ως υπουργός Υγείας το 2013:«Αν υπάρξουν απολύσεις γιατρών στον ΕΟΠΥΥ, σάς παρακαλώ αυτό δεν θέλω να το χρεωθεί η τρόικα, δεν θέλω να μου παίρνει τη δόξα ο Τόμσεν για τα αυτονόητα. Οι αποφάσεις είναι δικές μου»...
Αποτελεί λοιπόν, περισσή υποκρισία, αυτοί που κατασυκοφάντησαν τους γιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό του ΕΣΥ ένα προηγούμενο διάστημα, προσπαθώντας να ενεργοποιήσουν τον κοινωνικό αυτοματισμό, αυτοί που έφεραν (και) αυτούς τους εργαζόμενους μπροστά στο φάσμα της απόλυσης, να καλούν το λαό να χειροκροτήσει τους «ήρωες αυτής της μάχης». Που είναι πραγματικά ήρωες, όχι μόνο τώρα, αλλά όλα αυτά τα χρόνια που προσπαθούν με πενιχρά μέσα να κρατήσουν όρθιο ένα σύστημα υγείας, που τα θεμέλιά του ροκανίστηκαν από τις μνημονιακές πολιτικές. Αποτελεί αληθινό εμπαιγμό, να μιλούν για ατομική ευθύνη και να προσπαθούν να μετακυλήσουν το κόστος μιας ενδεχόμενης αποτυχίας ελέγχου της εξάπλωσης του ιού και μιας τραγικής εξέλιξης τύπου Ιταλίας στον ίδιο το λαό, αυτοί που διέλυσαν τα δημόσια νοσοκομεία, αυτοί που έδωσαν πλεονέκτημα στους ιδιώτες, υποστελεχώνοντας τις δημόσιες μονάδες υγείας και αφήνοντάς τες με λειψό εξοπλισμό, ωθώντας τον κόσμο να χτυπήσει τις πόρτες των τελευταίων. Αυτοί που προσπαθούν διακαώς να ιδιωτικοποιήσουν (και) την Υγεία, κλείνοντας την πόρτα της περίθαλψης στα πλατιά λαϊκά στώματα με τα πετσοκομμένα από τις μνημονιακές πολιτικές εισοδήματα.
Το πρόβλημα λοιπόν ΕΙΝΑΙ πολιτικό και πολιτική πρέπει να είναι η απάντηση σε αυτό. Τα σκληρά μέτρα της καραντίνας και της απαγόρευσης της κυκλοφορίας, που η κυβέρνηση διατυμπανίζει ότι έλαβε νωρίς, δεν αποτελούν παρά μία προσπάθεια αποτροπής μιας θανατηφόρας εξέλιξης της νόσου.Μια εξέλιξη που, αν δυστυχώς συμβεί, την κύρια ευθύνη γι’ αυτή θα φέρουν οι κυβερνητικές μνημονιακές πολιτικές υποβάθμισης της Δημόσια και Δωρεάν Υγείας. «Εθνική ομοψυχία» λοιπόν, δεν μπορεί να υπάρξει με αυτούς, που στο βωμό των συμεφερόντων των ντόπιων ολιγαρχών και των ξένων προστατών τους, καταδίκασαν έναν ολόκληρο λαό στην ανεργία και την ανασφάλεια, στην ασθένεια και την πείνα. Ομοψυχία, δηλαδή αλληλεγγύη και συστράτευση, είναι αναγκαίο να υπάρξει με τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που διεκδικούν δημόσιες και δωρεάν δομές, πλήρως εξοπλισμένες και στελεχωμένες για τους ασθενείς τους, αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας με επάρκεια στα ατομικά μέσα προστασίας και προσλήψεις μόνιμου προσωπικού που, παρά τις διακηρύξεις της κυβέρνησης, ακόμα βρίσκονται στον αέρα.
Μυρτώ Σ.