Τη στήριξή της στις νέες μεταρρυθμίσεις του Υπουργείου Παιδείας , δήλωσε η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ. Μια στάση, δεδομένη βεβαία, από την κυβερνητική φοιτητική παράταξη, η οποία έτσι, νιώθει ότι επιτέλους δικαιώνεται, αφού υλοποιούνται τα αιτήματά της.
Εξαιρετικά αναμενόμενο είναι να βλέπει η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, αυτές τις αλλαγές ως την πολυπόθητη αναβάθμιση των ελληνικών πανεπιστημίων, η οποία «και πολύ άργησε, για να μπορούμε έτσι κι εμείς να ανήκουμε σε μία προηγμένη και δημοκρατική χώρα». Σαφώς και δεν προκαλεί καμία εντύπωση, ότι με μεγάλη υπερηφάνεια καμαρώνει που οι μεταρρυθμίσεις αυτές, υιοθετούν και προτάσεις της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, που επιτέλους εισακούστηκαν. Όπως βέβαια, δε μας εκπλήσσει και το γεγονός, ότι η υπουργός υιοθετεί και τις πάγιες θέσεις αυτής της παράταξης. Αυτό όμως που ίσως και να μας προκαλεί κάποια εντύπωση, είναι ότι εντελώς φανερά παρουσιάζει και αυτό που στην πραγματικότητα, τόσα χρόνια την ενοχλεί και από το οποίο θέλει να απαλλαγεί. Κι αυτό δεν είναι άλλο από την αριστερά, τις συνδικαλιστικές δράσεις και τις κινητοποιήσεις των συλλόγων («… η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση αφέθηκε σκόπιμα στο έλεος των κόκκινων ταγμάτων εφόδου»). Η μικρή αυτή έκπληξη λοιπόν, δεν προκύπτει φυσικά από το ότι δεν το περιμέναμε ή ότι ήταν κάτι άγνωστο, αλλά από το ότι, μετά από τόσα χρόνια προπαγάνδας για την κατάργηση του ασύλου και την ανάγκη εγκατάστασης Πανεπιστημιακής Αστυνομίας, το συσχετισμό με τη διακίνηση ναρκωτικών και την προστασία των φοιτητών από εγκληματικές δραστηριότητες, περιμέναμε έστω να κρατήσουν τα προσχήματα και να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν την ίδια πρόφαση που τόσα χρόνια χρησιμοποιούν για να μπορούν να μιλούν για το άσυλο, την κατάργηση και καταπάτησή του από τις αστυνομικές δυνάμεις. Ουδεμία λοιπόν σχέση έχουν τα όσα διατυμπανίζει η ΔΑΠ περί προστασίας της πανεπιστημιακής κοινότητας, αφού το πραγματικό γι’ αυτούς πρόβλημα, είναι οι ενεργοί σύλλογοι, οι Γενικές Συνελεύσεις, τα όργανα των συλλόγων και γενικότερα οι φοιτητές που οργανώνονται και διεκδικούν. Πράγμα που η ΔΑΠ δείχνει έμπρακτα διαρκώς, αφού όπου δεν μπορεί ή δεν έχει δύναμη να ελέγξει αυτά τα «προβλήματα», προσπαθεί να μπλοκάρει οποιαδήποτε δράση τους.
Είναι τουλάχιστον ειρωνικό να χρησιμοποιούνται από τη ΔΑΠ, εκφράσεις που αν μη τι άλλο, μόνο για την ίδια θα μπορούσαν να έχουν υπόσταση κι όχι για τους ενεργούς φοιτητικούς συλλόγους και την αριστερά όπως θα ήθελε και προσπαθεί να τους καταλογίσει. Η χρήση του όρου ‘’κόκκινα τάγματα εφόδου’’ αποσκοπεί στο να επανέλθει στο προσκήνιο, αυτή η χιλιοειπωμένη θεωρία των δύο άκρων, που τόσο τους βολεύει, για να εξισώσει την Αριστερά με τη Χρυσή Αυγή, την ώρα που αυτοί οι ίδιοι είναι που προσφέρουν χρόνια τώρα, νομική και πολίτικη κάλυψη στην οργάνωση της Χρυσής Αυγής και διατηρούν διαύλους επικοινωνίας μαζί της. Αναφέρεται σε «…δεκαετίες ανοχής της βίας στα Πανεπιστήμια» η παράταξη αυτή, η οποία αποτελεί την παράταξη των τραμπούκων και των ανθρώπων της νύχτας, που εντάσσει στα ψηφοδέλτιά της και στεγάζει πολιτικά κάθε είδους ακροδεξιά και φασιστικά στοιχεία. Μόνο προκλητικά μπορούν να χαρακτηριστούν αυτά τα οποία ειπώθηκαν στο όνομα κάποιου άλλου, τη στιγμή που η πραγματικότητα δείχνει ότι η κυβερνητική παράταξη θα μπορούσε να τα αναφέρει αυτά, μόνο αν θα ήθελε να αναφερθεί στο δικό της πολιτικό χώρο.
Οι νέες αντιδραστικές αλλαγές που γίνονται στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, είναι αντιεκπαιδευτικές, αντιδημοκρατικές κι έρχονται για να συμβάλουν στην υποβάθμιση και διάλυση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας. Σ’ αυτές τις αλλαγές, δεν μπορούν να εναντιωθούν οι κυβερνητικές δυνάμεις όπως είναι φυσικό. Αυτοί που μπορούν πραγματικά να παλέψουν για να μην περάσουν οι νέες αυτές μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, δεν μπορούν να είναι άλλοι, από τους ίδιους τους φοιτητές που μέσα από τις συλλογικές τους διαδικασίες και τα όργανά τους θα οργανωθούν και θα αγωνιστούν, για να μην επιτρέψουν να χαθεί έστω κι ένα από τα δικαιώματά τους, που η νέα αυτή επίθεση, έρχεται να τους πάρει.