Επί ένα χρόνο η κυβέρνηση, αξιοποιώντας την πανδημία και στο όνομα της πανδημίας, εξαπέλυσε απέναντι στην κοινωνία ένα κύμα κατατρομοκράτησης και μαζικού εκφοβισμού, αστυνομοκρατίας και καταστολής.
Σε συνέχεια αλλά και κορύφωση της προηγουμένης πολιτικής της, η κυβέρνηση -που καταργούσε το πανεπιστημιακό άσυλο και ταυτόχρονα έστελνε τα αστυνομικά όργανα να μπουκάρουν σε σπίτια και σε στέκια νεολαίας, να συλλαμβάνουν, να ξυλοκοπούν και να διαπομπεύουν πολίτες, περαστικούς και νεολαίους στα Εξάρχεια, στο Κουκάκι και αλλού- με το ξέσπασμα της πανδημίας άδραξε την ευκαιρία να επιβάλει ένα αυταρχικό κράτος με την αστυνομία κυρίαρχη στη δημόσια ζωή, ασύδοτη, να ελέγχει τα πάρκα και τους δρόμους, την κυκλοφορία και τις μετακινήσεις του λαού.
Χρησιμοποιώντας τις επιτροπές των ειδικών και τα καλοταϊσμένα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, επέβαλε στο όνομα της υγειονομικής προστασίας της κοινωνίας σκηνικό μαζικής διασποράς του φόβου και του τρόμου, της προπαγάνδισης των αντιδραστικών θεωριών της ατομικής ευθύνης και του κοινωνικού αυτοματισμού και ένα τσουνάμι απαγορεύσεων, ελέγχου, προστίμων, μαζικής καταστολής, εκατοντάδων προσαγωγών και συλλήψεων, βίας και αυταρχισμού που έφτασε μέχρι τις χουντικές απαγορεύσεις των συναθροίσεων άνω των τριών ατόμων σε όλη τη χώρα.
Η κυβέρνηση του Μητσοτάκη άδραξε την ευκαιρία να κλιμακώσει το χτύπημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων, των πολιτικών και συνδικαλιστικών ελευθέριων που κερδήθηκαν από τους πολύχρονους αγώνες του λαϊκού κινήματος. Να πάρει ρεβάνς για τη δεξιά από τις κατακτήσεις, τις επιτυχίες και τους αγώνες που πρωτοπόρος τους βρέθηκε η αριστερά και το κομμουνιστικό κίνημα. Να ικανοποιήσει τα αντιδραστικά δόγματα του «νόμου και της τάξης» και -μπροστά στις μεγάλες κοινωνικές πιέσεις και οξύνσεις που προμηνύονται- να διαμορφώσει συνθήκες κοινωνικού και πολιτικού νεκροταφείου, με τα συνδικαλιστικά και πολιτικά δικαιώματα ενταφιασμένα και την εργοδοσία και τις δυνάμεις καταστολής να αλωνίζουν.
Η κυβέρνηση άδραξε την ευκαιρία, με τα πανεπιστήμια κλειστά, τους φοιτητές και το λαό στα σπίτια, αξιοποιώντας παράλληλα και τη δράση του αναρχικού και αντιεξουσιαστικού χώρου, να περάσει νόμο που αποσκοπεί στον έλεγχο της πανεπιστημιακής ζωής και καταστολής του φοιτητικού κινήματος, όπως προηγούμενα πέρασε τον χουντικής έμπνευσης νόμο για τον περιορισμό και την απαγόρευση των διαδηλώσεων, όπως θέλει να περάσει νόμο για το χτύπημα της απεργίας, του οχταώρου και της συνδικαλιστικής δράσης.
Μα και την περίπτωση του Κουφοντίνα προσπάθησε προς αυτή την κατεύθυνση να την αξιοποιήσει. Από τη μια με την καταπάτηση των δικαιωμάτων που το ίδιο το κράτος υποτίθεται παρέχει και από την άλλη με το κύμα καταστολής που εξαπέλυσε απέναντι σε συγκεντρώσεις. Ενώ ταυτόχρονα θέλησε να δυσφημίσει το αριστερό κίνημα συνδέοντάς το με τι ιδέες της ατομικής τρομοκρατίας και της προβοκατόρικης και δολοφονικής δράσης της 17 Ν.
Ο στόχος της κυβέρνησης δεν πέρασε!
Η πολιτική των απαγορεύσεων έσπασε. Χιλιάδες λαού και νεολαίας κατεβαίνουν στους δρόμους σε μαζικά συλλαλητήρια σε όλη τη χώρα, αποδοκιμάζοντας την αστυνομοκρατία και την κυβερνητική βία και τρομοκρατία, αποδοκιμάζοντας τη συνολική κυβερνητική πολιτική. Δεκάδες μαζικά συλλαλητήρια με αιχμή τα δημοκρατικά δικαιώματα διαμορφώνουν μια νέα κατάσταση και θέτουν εμπόδια στις επιδιώξεις της κυβέρνησης, που νόμιζε πως εύκολα θα επιβάλει στην κοινωνία ένα νέο αντιδραστικό κλίμα.
Το περιστατικό της Ν. Σμύρνης δεν αποτέλεσε παρά τη θρυαλλίδα για τη μαζική εκδήλωση διαμαρτυρίας απέναντι στην κυβέρνηση που βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο από όπου ήρθαν να την ξεκολλήσουν οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» που επιτέθηκαν στις αστυνομικές δυνάμεις και της πρόσφεραν ανάσες, επιχειρήματα και τις γνωστές πολεμικές εικόνες με τις οποίες πρόθυμα τα κανάλια επιχειρούν να εκφοβίσουν και να απομακρύνουν τον κόσμο από τις κινητοποιήσεις.
Αντίστοιχα οι κινητοποιήσεις για το δίκαιο αίτημα της μεταγωγής του Κουφοντίνα, παρά το ότι ηγεμόνευσαν σε αυτές οι δυνάμεις του αναρχικού χώρου με τυχοδιωκτικά και προβοκατόρικα συνθήματα, έδωσαν τη δυνατότητα με την κάλυψη των καλεσμάτων των δικηγόρων να πραγματοποιηθεί σειρά αγωνιστικών κινητοποιήσεων.
Ακόμη περισσότερο, αυτό που άνοιξε το δρόμο και συνεχίζει τον αγώνα του είναι το φοιτητικό κίνημα που με τη μαζική του πνοή υποχρέωσε την κυβέρνηση σε αναδίπλωση και υποχώρηση από τη στάση τής απαγόρευσης των διαδηλώσεων. Από τα μέσα του Γενάρη και μέχρι σήμερα τα απανωτά μαζικά φοιτητικά και εκπαιδευτικά συλλαλητήρια στα βασικά αστικά κέντρα, βγαίνοντας στο δρόμο, παλεύοντας ενάντια στο αντιδραστικό νόμο, έδωσαν το πιο γερό χαστούκι στο αντιδραστικό πλαίσιο της απαγόρευσης των διαδηλώσεων. Και συνεχίζουν παρά τη γραμμή για κλείσιμο των κινητοποιήσεων που προωθούν ΚΝΕ και ΕΑΑΚ.
«Τα όνειρα της άνοιξης γεννιούνται το χειμώνα»
Η άνοιξη των φοιτητικών κινητοποιήσεων έπιασε το νήμα από την αγωνιστική στάση που κράτησαν οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς στο διάστημα του χειμώνα και της άγριας καταστολής και τρομοκρατίας που εξαπέλυσε η κυβέρνηση.
Όταν η αστυνομία απαγόρευε κάθε συνάθροιση και κατέβαζε χιλιάδες πάνοπλους αστυνομικούς στο κέντρο της Αθήνας και των μεγάλων πόλεων, όταν τα φερέφωνα της κυβέρνησης λυσσομανούσαν για της πορείες των ανεύθυνων αριστερών που θα κουβαλάνε φέρετρα νεκρών, όταν εξαπολύθηκε μια εμετική αντικομουνιστική προπαγάνδα για τα τρωκτικά που ξαναβγαίνουν στους δρόμους, όταν ασκήθηκαν αφόρητες πιέσεις στις αριστερές και κομμουνιστικές δυνάμεις να προσαρμοστούν στην κυβερνητική πίεση και προπαγάνδα.
Δυο γραμμές … αντιπαρατέθηκαν στη δύσκολη περίοδο του χειμώνα, αλλά και σε όλη τη διάρκεια από το ξέσπασμα της πανδημίας. Από την Πρωτομαγιά, το Πολυτεχνείο, την απεργία της 26 Νοέμβρη, τη στάση εργασίας της 15 Δεκέμβρη μέχρι τις πρώτες φοιτητικές κινητοποιήσεις του Δεκέμβρη και του Γενάρη.
Η γραμμή που πρόβαλλαν -παρά τις όποιες φραστικές και επί μέρους διαφοροποιήσεις- τα κοινοβουλευτικά κόμματα του ΣΥΡΙΖΑ, του ΜέΡΑ25 και του ΚΚΕ, αλλά και μια σειρά δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και του αναρχικού και αντιεξουσιαστικού χώρου και του «Μετά θα λογαριαστούμε».
Η γραμμή της προσαρμογής και της συμμόρφωσης στην κυβερνητική πίεση, που ανέστειλε τις κινητοποιήσεις και -όταν υποχρεώθηκε να τις κάνει- τότε τους έδωσε συμβολικό χαρακτήρα, χωρίς ούτε μια στιγμή να καλεί τον κόσμο μαζικά να διαδηλώσει και μαζικά να αντιταχθεί στην κυβερνητική πολιτική.
Το ΚΚΕ, ιδιαίτερα, μιλώντας μάλιστα στο όνομα του κομμουνιστικού κινήματος, πρόσφερε τις καλύτερες υπηρεσίες στο αστικό σύστημα και στην κυβέρνηση αναπαράγοντας την άποψη ότι οι μαζικές συγκεντρώσεις αποτελούν υγειονομική βόμβα αφοπλίζοντας τον κόσμο και τα μέλη του, τα εργατικά κέντρα και τα σωματεία που, κατά τα άλλα, αποτελούν υποτίθεται το ταξικό κίνημα.
Και από την άλλη, η γραμμή της αγωνιστικής στάσης που στάθηκε απέναντι στην πίεση, πάλεψε για την απόκρουσή της και πρόβαλε σταθερά την ανάγκη της μαζικής αντίδρασης και του μαζικού κινήματος. Αυτή τη γραμμή πρόβαλε το Μ-Λ ΚΚΕ από την πρώτη μέρα της πανδημίας μέχρι σήμερα και αυτή την πολιτική στάση κράτησε συμβάλλοντας με τις δυνάμεις του στο σπάσιμο των κυβερνητικών απαγορεύσεων και στο όργωμα αγωνιστικών αντιστάσεων.
Το ποια γραμμή εν τέλει κέρδισε είναι φανερό, όταν τώρα ξεδιπλώνονται μαζικές αντιδράσεις, ανεξάρτητα από τις προσπάθειες της κυβέρνησης και των μέσων ενημέρωσης να τις καταπολεμήσουν και παρά τον καταιγισμό των κυβερνητικών ανακοινώσεων για την έξαρση της πανδημίας.
Ωστόσο είναι φανερό ότι η προσπάθεια κατάπνιξης των θεμελιωδών δημοκρατικών πολιτικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και ελευθέριων και η οικοδόμηση ενός κράτους αυταρχικού αποτελεί βαθύτερο στόχο της κυβέρνησης Μητσοτάκη και του αστικού και ιμπεριαλιστικού συστήματος και όχι μόνο δε θα εγκαταλείψουν αλλά θα εντείνουν τις προσπάθειες τους.
Όπως είναι φανερό επίσης πως κάθε τέτοια προσπάθεια αποτυγχάνει μπροστά στην ανάπτυξη των μαζικών αντιδράσεων και θα αποτύχει στο βαθμό που θα αναπτυχθεί το οργανωμένο λαϊκό κίνημα και στο βαθμό που θα συνδεθούν τα αιτήματα της πάλης για τα δημοκρατικά δικαιώματα με τα αιτήματα και την πάλη για ευρύτερες κοινωνικές κατακτήσεις, για την κοινωνική και εθνική χειραφέτηση.