Την Κυριακή 20 του Δεκέμβρη όρισε η Κεντρική Εφορευτική Επιτροπή (ΚΕΦΕ) της ΝΔ για τη διεξαγωγή των εκλογών που θα αναδείξουν το νέο πρόεδρο του κόμματος. Η ημερομηνία αυτή προκρίθηκε έπειτα από το φιάσκο της πρώτης απόπειρας στις 22 Νοέμβρη, μιας και από όλες τις πλευρές που διεκδικούν τον προεδρικό θώκο αναγνωρίζεται πως η παρατεταμένη «ακέφαλη» περίοδος βαθαίνει το χάσμα και δημιουργεί συνθήκες ρήξης και διάσπασης της ΝΔ.
Η παταγώδης αποτυχία να διεξαχθούν οι εκλογές στις 22 Νοέμβρη, άνοιξε τον ασκό του Αιόλου ανάμεσα στους τέσσερεις διεκδικητές της προεδρίας, οι οποίοι καθημερινά επιδίδονται σε πόλεμο χαρακωμάτων και καταγγελιών αλλήλων. Το σκηνικό του φιάσκου, που συνοδεύτηκε από δημόσιες καταγγελίες περί σαμποτάζ από κορυφαία στελέχη της ΝΔ, συμπληρώθηκε λίγες ημέρες αργότερα από το στραπάτσο του κόμματος στα δικαστήρια. Οι προσφυγές εναντίον της εταιρίας που είχε αναλάβει τη διεξαγωγή των εκλογών βρίσκονται τώρα στα αζήτητα μιας και η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων που είχε καταθέσει η ΝΔ απορρίφθηκε από το δικαστήριο, πράγμα που υπογραμμίζει το βάθος της διαπλοκής και των υπόγειων διαδρομών των χρημάτων που διατίθενται στα αστικά κόμματα από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Το εκρηκτικό κλίμα μέσα στη ΝΔ ενισχύουν οι διαρροές δηλώσεων στήριξης του Κ. Καραμανλή προς τον Β. Μεϊμαράκη. Χαρακτηριστικά φαίνεται να δήλωσε πως «μόνο ο Μεϊμαράκης μπορεί να εγγυηθεί την ενότητα της παράταξης την επόμενη ημέρα». Απέναντι στην παρέμβαση αυτή όλοι οι υποψήφιοι έσπευσαν να δώσουν όρκους ενότητας της ΝΔ. Χαρακτηριστικά ο Α. Γεωργιάδης δήλωσε πως «όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των εκλογών όλοι θα υποταχτούν στο νέο πρόεδρο», ενώ ο Κ. Μητσοτάκης σε υψηλούς τόνους κάλεσε δημόσια όποιον τον αμφισβητεί ως εγγυητή της ενότητας να του το δηλώσει «κατάμουτρα».
Ο φανερός αλλά και ο υπόγειος πόλεμος και τα αλληλομαχαιρώματα μέσα στη ΝΔ δεν αφορούν μόνο στο ποιος από τους τέσσερεις θα αναλάβει τα ηνία του κόμματος. Έχουν να κάνουν πρωτίστως με τον ευρύτερο προσανατολισμό και την προοπτική του κόμματος της ΝΔ σαν τη βασική εναλλακτική κυβερνητική λύση του αστικού συστήματος ο οποίος θα εγγυηθεί την αδιατάραχτη και απαρέγκλιτη εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής, της υπεράσπισης των συμφερόντων της ντόπιας ολιγαρχίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα βρίσκεται στο τιμόνι της κυβερνητικής εξουσίας αλλά με σαθρή πλειοψηφία των 153. Το μέγεθος των δυσκολιών στην επιβολή όλων των αντιλαϊκών μέτρων του τρίτου μνημονίου είναι τεράστιο. Αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά τόσο οι κυρίαρχοι κύκλοι της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης όσο και οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές. Γι αυτό και αναζητούν να διαμορφώσουν εκείνους τους όρους της ευρύτερης δυνατής συναίνεσης για την εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής στις πλάτες του λαού.
Άλλωστε αυτό φάνηκε και τον περασμένο Αύγουστο, όταν από κοινού ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – Ποτάμι υπερψήφισαν το τρίτο μνημόνιο. Ο (πρώην) πρόεδρος της ΝΔ, Β. Μεϊμαράκης, πήρε στην πλάτη του την ευθύνη για τη συναίνεση αυτή. Οι σημερινοί αντιπολιτευτικοί τόνοι και αντιπαραθέσεις με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ γίνονται μόνο για το θεαθήναι. Δεν υπάρχει ούτε ένα κεντρικό στέλεχος της ΝΔ το οποίο να αμφισβητεί την πολιτική που εφαρμόζει σήμερα η κυβέρνηση. Από τον Μεϊμαράκη έως τον Τζιτζικώστα όλοι συμφωνούν στο περιεχόμενο όλων των αντιλαϊκών μέτρων και προαπαιτούμενων (ξεπούλημα της δημ. περιουσίας, κατεδάφιση του ασφαλιστικού, μισθολόγιο – φτωχολόγιο κλπ). Μπορεί λοιπόν σήμερα να καταψηφίζουν προαπαιτούμενα, για να μην αναλάβουν την ευθύνη και το πολιτικό κόστος μιας τέτοιας επιλογής, αλλά μπροστά σε ένα ενδεχόμενο κυβερνητικό αδιέξοδο θα βρεθούν όλες εκείνες οι αναγκαίες συναινέσεις ώστε να διασφαλιστεί η πορεία της αντιλαϊκής πολιτικής των μνημονίων.
Δεν είναι τυχαίο επίσης και το γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, μεταφέρει για το Φλεβάρη το ασφαλιστικό. Και αυτό γιατί γνωρίζει πως το σχέδιο που θέλει να βάλει σε εφαρμογή για την κατεδάφιση του ασφαλιστικού συστήματος είναι βόμβα μεγατόνων στα χέρια της. Επιδιώκει λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει μια «σοβαρή αντιπολίτευση» η οποία θα αποτελέσει το αναγκαίο στήριγμα αν παραστεί η ανάγκη.
Ενισχυτικό τέλος στοιχείο στην κατεύθυνση αυτή είναι και η πρόσφατη δήλωση του μεταβατικού προέδρου της ΝΔ, Γ. Πλακιωτάκη ο οποίος δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο μιας κυβερνητικής συνεργασίας με το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται ακόμα και τα δημόσια «φλερτ» ανάμεσα στην καραμανλική πτέρυγα της ΝΔ και στα κυβερνητικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Μόνο τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί η συνάντηση κορυφαίων στελεχών της ΝΔ που πρόσκεινται στον Κ. Καραμανλή με τον Α. Τσίπρα και πολλά μέλη του υπουργικού συμβουλίου, με φόντο την παράσταση του Λ. Λαζόπουλου.
Όπως επίσης και οι δηλώσεις Ρουσόπουλου με τις οποίες έπλεκε το εγκώμιο του Τσίπρα.
Οι επόμενες ημέρες αναμένονται ιδιαίτερα θερμές για τη ΝΔ αλλά και για το αστικό σύστημα το οποίο προσπαθεί μέσα σε συνθήκες έντονης πολιτικής κρίσης να διαμορφώσει όρους σταθερότητας. Όσο όμως δύσκολο είναι να πλασαριστεί στην κοινωνία το σάπιο και το φθαρμένο σαν νέο και άφθαρτο, άλλο τόσο δύσκολο είναι να διασφαλιστούν όροι και εγγυήσεις σταθερότητας και απαρέγκλιτης εφαρμογής του τρίτου μνημονίου τη στιγμή που φουντώνει η δυσαρέσκεια, η οργή και η αγανάκτηση από τα απανωτά αντιλαϊκά μέτρα που φορτώνονται στις πλάτες των εργαζόμενων και των λαϊκών στρωμάτων. Όποιες κι αν είναι οι εξελίξεις μέσα στο αστικό μπλοκ και τα κόμματά του, ένα πράγμα θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο. Η χαραυγή του 2016 θα βρει το λαό αντιμέτωπο με τη χειρότερη αντιλαϊκή θύελλα των τελευταίων χρόνων.