Την αποφασιστικότητά τους να εντείνουν την πίεση για να αναγκάσουν τον πρόεδρο Ολάντ να αποσύρει την επίμαχη εργασιακή μεταρρύθμιση την οποία προωθεί εκφράζουν εδώ και βδομάδες χιλιάδες εργαζόμενοι, φοιτητές και μαθητές με μαχητικές απεργίες και διαδηλώσεις που έχουν πλέον εξαπλωθεί σε πάνω από 200 γαλλικές πόλεις.
Οι περισσότερες συγκεντρώσεις σημαδεύτηκαν από βίαια επεισόδια με τραυματίες και συλλήψεις. Από την πρώτη στιγμή, ο νόμος «Ελ Κομρί» έχει προκαλέσει αντιδράσεις, ιδιαίτερα στη νεολαία, με δεδομένο ότι η κατάργηση βασικών κατακτήσεων και η ελαστικοποίηση των συνθηκών δουλειάς θα διαμορφώσει έναν εργασιακό Μεσαίωνα, καταρχήν για όσους θα μπουν στην αγορά εργασίας τα επόμενα χρόνια.
Η συντονιστική επιτροπή των μεγάλων εργατικών συνδικάτων CGT, FO, FSU, Solidaires και των οργανώσεων φοιτητών - μαθητών UNEF, UNL και LDIFs προετοιμάζει νέα κινητοποίηση στις 28 Απριλίου. Στόχος είναι να αναγκαστεί η κυβέρνηση να εγκαταλείψει την επίμαχη μεταρρύθμιση, η οποία θέτει υπό κρίση τον Κώδικα Εργασίας.
Η κυβέρνηση προσπαθεί με διάφορους τρόπους να εκτονώσει την ένταση. Ο Γάλλος πρωθυπουργός, Μανουέλ Βαλς, σε συνάντησή του με εκπροσώπους των οργανώσεων φοιτητών και μαθητών πρότεινε άμεσα μέτρα που αφορούν την επιμόρφωση και υποστήριξη σε όσους μετά τις σπουδές αναζητούν την πρώτη τους εργασία. Οι νέοι κρίνουν ότι οι προτάσεις του είναι ανεπαρκείς και επιμένουν στην απαίτηση για απόσυρση του νομοσχεδίου. Εκτιμούν ότι όσες τροποποιήσεις και διορθώσεις κι αν γίνουν, το νομοσχέδιο είναι «απορριπτέο» και προκαλεί εξαιρετική ανασφάλεια για το μέλλον τους.
Τα συνδικάτα θεωρούν ότι η κυβέρνηση έχει εκπονήσει μια μεταρρύθμιση που ευνοεί κυρίως τις επιχειρήσεις, στις οποίες παρέχονται διευκολύνσεις για απολύσεις και κατάργηση κοινωνικών κεκτημένων, ανατρέποντας βασικές πτυχές του εργατικού δικαίου, ιεραρχώντας την ακόμα μεγαλύτερη διευκόλυνση των απολύσεων και τη ραγδαία γενίκευση των ελαστικών σχέσεων εργασίας.
Στόχος υποτίθεται ότι είναι να επιτευχθεί με την εργασιακή «ελαστικότητα» η αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Η «μεταρρύθμιση» του λεγόμενου «Κώδικα Εργασίας» στη Γαλλία από την κυβέρνηση Ολάντ και η επιχειρηματολογία που τη συνοδεύει, βασίζεται στην πολιτική των λεγόμενων «βέλτιστων πρακτικών» της ΕΕ, τις οποίες επικαλούνται οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για να προετοιμάσουν τις ανατροπές που σχεδιάζουν στα εργασιακά.
Μεταξύ άλλων, η κυβέρνηση Ολάντ προωθεί τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, με τρόπο τέτοιο ώστε ο εργοδότης να μπορεί να απασχολεί τον εργαζόμενο μέχρι 10 ώρες τη μέρα και κατόπιν συμφωνίας με την επιχείρηση μέχρι και 12 ώρες. Ο εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας παραμένει τυπικά στις 35 ώρες, όμως ορίζονται ως μέγιστο όριο οι 48 ώρες τη βδομάδα, που μπορούν να γίνουν 60 μετά από έγκριση της διοίκησης και να υπολογίζονται στο τρίμηνο. Συμπληρωματικά στα παραπάνω, η προσαύξηση του μισθού για τις υπερωρίες μειώνεται.
Σε ό,τι αφορά τις Συμβάσεις Εργασίας, στο εξής, με μια επιχειρησιακή συμφωνία, οι κανόνες της κλαδικής θα μπορούν να αλλάξουν και να προσαρμοστούν στις ανάγκες της επιχείρησης. Παράλληλα, εισάγονται νέοι, ελαστικότεροι όροι για τις απολύσεις. Η εταιρεία θα μπορεί να επικαλεστεί «σημαντική έλλειψη ρευστότητας» ή «εταιρική αναδιοργάνωση, αναγκαία για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας», ενώ για εργαζόμενους πάνω από 20 χρόνια, οι αποζημιώσεις δεν θα ξεπερνούν τους 15 μισθούς.
Τα μέτρα αυτά έρχονται να προστεθούν σε άλλα που έχουν πάρει έως τώρα η σημερινή και οι προηγούμενες κυβερνήσεις στη Γαλλία και τα οποία έχουν σαν αποτέλεσμα σήμερα η μερική απασχόληση να αγγίζει το 18%, ενώ πολύ λιγότερες από τις μισές προσλήψεις που γίνονται κάθε μήνα αφορούν σε μόνιμες θέσεις εργασίας.
Στο όνομα, εξάλλου, της αντιμετώπισης της ανεργίας, εφαρμόζονται μέτρα που επιτρέπουν στους εργοδότες να απασχολούν μέχρι τρία χρόνια, με συμβάσεις μαθητείας, νέους 16 έως 25 ετών, οι οποίοι αμείβονται με μισθό ίσο με το 25% έως και το 78% του κατώτατου. Ακόμα, επιτρέπεται να απασχολούν μέσω «συμβολαίων επαγγελματικής κατάρτισης» νέους 16 - 25 ετών που δεν έχουν προσόντα ή και άνω των 25, για 6 έως 21 μήνες, πληρώνοντας με το 55% έως 85% του κατώτατου μισθού.
Σε όλα αυτά, εύκολα αναγνωρίζει κανείς μέτρα που είτε νομοθετήθηκαν είτε σχεδιάζονται τώρα και στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, η μείωση της αποζημίωσης για υπερωρίες και σε περίπτωση απόλυσης, καθώς και η κατάργηση επί της ουσίας των κλαδικών Συμβάσεων, έχουν θεσμοθετηθεί με αλλεπάλληλους νόμους τα τελευταία χρόνια.
Συμπερασματικά βλέπουμε να καταρρέουν επιχειρήματα που πλασάρονται ιδιαίτερα στη χώρα μας, ότι τα αντιλαϊκά μέτρα απορρέουν από την ανάγκη αντιμετώπισης του χρέους. Πρόκειται για μέτρα που εντάσσονται σε μια γενικευμένη αντιλαϊκή επίθεση του κεφαλαίου ακόμη και σε μητροπόλεις του καπιταλισμού, όπως είναι η Γαλλία, και αφορούν αφαίρεση κατακτήσεων που έγιναν με αγώνες ενός ολόκληρου αιώνα, οδηγώντας στην εφαρμογή ενός εργασιακού μεσαίωνα.
Οι μαζικοί αγώνες των Γάλλων εργαζομένων και της νεολαίας δίνουν ελπίδα και στους άλλους λαούς που δέχονται αυτή την επίθεση.