Έπρεπε να παρέλθουν 44 ολόκληρες ημέρες από την έναρξη της απεργίας πείνας των 300 μεταναστών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, έπρεπε δεκάδες από τους απεργούς να οδηγηθούν με λιποθυμικά επεισόδια και επιπλοκές στην υγεία τους σε νοσοκομεία και ιατρικά κέντρα, έπρεπε πρακτικά να κινδυνέψουν ανθρώπινες ζωές, για να καμφθεί η κυβερνητική αναλγησία.
Την Τετάρτη, 9 Μαρτίου, μετά από διαπραγματεύσεις που πραγματοποιήθηκαν στο κτήριο της ΓΣΕΕ, παρουσία εμπλεκομένων υπουργών και υφυπουργών, οι απεργοί κέρδισαν στον αγώνα αξιοπρέπειας που έδωσαν και πέτυχαν μια σημαντική πολιτική και κοινωνική νίκη: η πρόταση που τελικά αποδέχτηκαν προβλέπει την άμεση νομιμοποίηση εκείνων που διαμένουν στην χώρα για περισσότερα από οκτώ χρόνια (περίπου εκατό από τους τριακόσιους απεργούς), και την υπαγωγή των υπολοίπων σε επ’ αόριστον «καθεστώς ανοχής». Όμως η νίκη των απεργών δεν περιορίζεται σ’ αυτό, ή ακόμη στο γεγονός ότι εξασφάλισαν το δικαίωμά τους στην εργασία, και την άδεια να ταξιδεύουν στις πατρίδες τους και να επανέρχονται στην Ελλάδα· όλα αυτά παρουσιάστηκαν ως ανθρωπιστικές «παραχωρήσεις» της πολιτείας, ενώ θα έπρεπε να νοούνται αυτονόητες υποχρεώσεις της.
Η νίκη των απεργών δεν περιορίζεται καν στη δέσμευση της κυβέρνησης να προβεί σε γενική αναθεώρηση της μεταναστευτικής πολιτικής της, και, μάλιστα, στην επανεξέταση του χρόνου που απαιτείται σήμερα για να εξασφαλίσει ένας μετανάστης τη «νομιμοποίησή» του: τα (προβλεπόμενα σήμερα) δώδεκα έτη παραμονής και εργασίας θα μειωθούν, με νομοθετική ρύθμιση, στα οκτώ.
Θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια τους τη ζωή, οι 300 απεργοί μετανάστες κατόρθωσαν σε σημαντικό βαθμό να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη και να επαναφέρουν τη συζήτηση για τα ανθρώπινα δικαιώματα, να καταδείξουν την κρατική αντι-μεταναστευτική πολιτική σε όλο της το μεγαλείο, να εξηγήσουν πώς οι μετανάστες, ιδιαίτερα σε περιόδους κοινωνικής εξαθλίωσης, γίνονται ο «εύκολος στόχος» του συστήματος που αναζητά διαφυγή από τα δικά του αδιέξοδα. Ο αγώνας των 300 απεργών δεν κάμφθηκε ούτε από τις γενικευμένες μισαλλόδοξες και ξενοφοβικές ιδεολογικές επιθέσεις που εκδηλώθηκαν σε βάρος τους τις πρώτες κυρίως ημέρες τής απεργίας (από αστικά κόμματα και χειραγωγούμενα ΜΜΕ), ούτε από τις μεθοδεύσεις τής κυβέρνησης, η οποία επιχείρησε να κλονίσει τη συνοχή τους (αναζητώντας, από την πρώτη στιγμή της απεργίας, ευθύνες από τους ίδιους και από τους φορείς που στάθηκαν αλληλέγγυοι στον αγώνα τους) και το ηθικό τους (διασκορπίζοντας τους, μέχρι και την τελευταία στιγμή της απεργίας, σε ένα σωρό διαφορετικά νοσοκομεία).
Σε πείσμα των δύσκολων καιρών που διανύουμε, στα χρόνια του Μνημονίου υποδούλωσης και της διπλής επιτήρησης, κόντρα στο κύμα των βαθιά αντιδραστικών και αντικοινωνικών μέτρων, τα οποία διαδέχονται το ένα το άλλο, οι απεργοί μετανάστες δίδαξαν ότι η πεποίθηση στο δίκαιο των αιτημάτων τους και η ενότητα αγώνα πάνω στα αιτήματα αυτά, είναι μοχλοί ανάσχεσης του δεύτερου ιστορικού μεσαίωνα που διανοίγεται μπροστά μας.
Δεν έχει τέρμα το τέλμα τους
Η «βελτιωμένη» πρόταση της κυβέρνησης, που τελικά έγινε δεκτή από τους απεργούς πείνας, στην πραγματικότητα δεν αποτελεί τίποτα περισσότερο από αναγνώριση αυτονόητων πανανθρώπινων δικαιωμάτων. Στην κόντρα που ξέσπασε στη Βουλή, αμέσως μετά τη λήξη της απεργίας πείνας των τριακοσίων μεταναστών, αποδείχτηκε περίτρανα ότι τα αστικά κόμματα κάθε άλλο από «ευαισθητοποιημένα» διατελούν μπροστά στα προβλήματα των μεταναστών.
ΠΑΣΟΚ:
Αυτό που βασικά ενδιέφερε την κυβέρνηση ήταν να αποφύγει το ενδεχόμενο θανάτου κάποιου εκ των απεργών. Φυσικά, η μετριοπαθής λύση, ο συμβιβασμός στον οποίον ήλθε το ΠΑΣΟΚ, δεν αποτελεί έκφραση του ανθρωπισμού του, αλλά στεγνό τεχνοκρατικό υπολογισμό, ωμό ζύγισμα του πολιτικού κόστους που θα είχε η απώλεια της ζωής κάποιου εκ των μεταναστών απεργών.
Αφού το ΠΑΣΟΚ εξασφάλισε τη λήξη της απεργίας, έσπευσε να διευκρινίσει ότι δεν θα γίνουν μαζικές νομιμοποιήσεις. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Πεταλωτής Γ., δήλωσε: «Από την πρώτη στιγμή, η κυβέρνηση κατέστησε σαφές προς όλους, ότι δεν πρόκειται να γίνουν μαζικές νομιμοποιήσεις για κανένα λόγο, ότι δεν θα υποκύψει σε κανέναν εκβιασμό και ότι θα εφαρμοστεί η νομιμότητα». Από την πλευρά του, ο υπουργός Εσωτερικών, Ραγκούσης Γ., ξεκαθάρισε ότι «Καμία νομιμοποίηση δεν έγινε, καμία άδεια δεν δόθηκε και καμία ανθρώπινη ψυχή δε χάθηκε», ενώ πιστοποίησε ότι δεν προκρίθηκε η νομιμοποίηση καθότι «οι μετανάστες αύριο δεν θα έρθουν στο υπουργείο Εσωτερικών, αλλά στην Ελληνική Αστυνομία για το καθεστώς ανοχής και όχι παραμονής».
ΝΔ:
Φοβούμενη τον ένοικο της διπλανής πολυκατοικίας, η ΝΔ επανήλθε στο παραλήρημα των πρώτων ημερών της απεργίας των μεταναστών. Και η ίδια είχε χαμηλώσει αισθητά τους τόνους υπό τον κίνδυνο θανάτου κάποιου απεργού, μετά τη λήξη της απεργίας όμως επανήλθε στα αντι-μεταναστευτικά κηρύγματα που την εκφράζουν. Ο υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Προστασίας του Πολίτη της ΝΔ, Νάκος Θ., κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «δίνει τη δυνατότητα σε παράνομους μετανάστες που παραμένουν στη χώρα υπό καθεστώς ανοχής, να ταξιδεύουν όπου επιθυμούν».
ΛΑΟΣ:
Ο πρόεδρος του Ορθόδοξου Συναγερμού, Καρατζαφέρης Γ., δήλωσε προς το ΠΑΣΟΚ, ότι δημιούργησε δεδικασμένο, επιτρέποντας «στον οποιονδήποτε» να εκβιάζει, και πρόσθεσε ότι «ο ΛΑΟΣ εξετάζει σοβαρά την περίπτωση να καταθέσει μήνυση» σε βάρος των υπουργών που έκαναν τους χειρισμούς με τους εκπροσώπους των μεταναστών, καθότι αποφάσισαν καταργώντας τη Βουλή. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΛΑΟΣ, Γεωργιάδης Α., είχε προλάβει, λίγο νωρίτερα, να αμφισβητήσει την ίδια την πραγματοποίηση απεργίας πείνας των μεταναστών (!), στην οποία «τσίμπησε» (sic) η κυβέρνηση.