Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Πορεία, τέυχος 55 που κυκλοφορεί
Είναι ξεκάθαρο σε όλη την νεολαία και τον λαό, το γεγονός ότι τα εργασιακά δικαιώματα είναι αντικειμενικά στο χειρότερο σημείο που έχουν υπάρξει εδώ και πολλές δεκαετίες. Θεμελιώδεις κατακτήσεις, όπως το οχτάωρο, έχουν ανατραπεί και η φτώχεια απλώνει την σκιά της πάνω στην νεολαία και τον λαό. Μέσα σε αυτό το «κλίμα» της απογοήτευσης και του αδιεξόδου, επανέρχονται πότε δειλά πότε πιο δυναμικά, αλλά σίγουρα σε πείσμα εκείνων που χρόνια τώρα τις θεωρούν «παρωχημένες», οι έννοιες της συλλογικής διεκδίκησης και των σωματείων, στις συζητήσεις και στους χώρους δουλειάς. Παρά όμως τη σπίθα που μπορεί κανείς να δει να σιγοκαίει σε πολλούς εργαζομένους, ιδίως νεότερους, η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στα σωματεία και οι δυσκολίες με τις οποίες πρέπει κανείς να έρθει αντιμέτωπος σε αυτά, είναι αποθαρρυντική και οδηγεί τους περισσότερους στην αδράνεια και την αποχή. Είναι αναμφισβήτητο ότι κάποιες από τις ενστάσεις βασίζονται σε πραγματική βάση, άλλες σε εσφαλμένη, πάντως το μόνο βέβαιο είναι ότι η αδράνεια δεν μπορεί να είναι απάντηση στην εξαθλίωση. Αυτό επιτάσσει να αναμετρηθούμε με αυτές τις ενστάσεις, για να μπορέσουμε να τις αξιολογήσουμε σωστά. Ας δούμε, λοιπόν, συγκεκριμένα τις πιο συνήθεις από αυτές:
1. Δεν βγαίνει τίποτα από τα σωματεία. Είναι χάσιμο χρόνου.
Θα πούμε ευθύς αρχής ότι η από μόνη της η έγγραφη σε ένα σωματείο, ακόμα και η παρουσία κάποιου στις διαδικασίες του δεν σημαίνει ότι από μόνη της αρκεί για να φέρει άμεσα και εύκολα αποτελέσματα. Το σωματείο είναι εργαλείο και τα αποτελέσματα που θα φέρει είναι σε ευθεία συνάρτηση με το σε ποια κατεύθυνση θα αξιοποιηθεί. Το αναντικατάστατο αυτού οφείλεται στο ότι μπορεί να συγκεντρώσει όλους τους εργαζομένους ενός κλάδου με μόνη προϋπόθεση την ιδιότητα τους αυτή και να τους ενώσει σε κοινό αγώνα.
Μπορεί, λοιπόν, να είναι δύσκολη ιστορία η συγκέντρωση των εργαζομένων σε σωματεία, πολύ δε περισσότερο η συμφωνία και η δράση σε αγωνιστική κατεύθυνση, αλλά είναι μονόδρομος. Άλλωστε, ποια άλλη εναλλακτική προβάλλει; Η προσαρμογή ή η ατομική διαπραγμάτευση. Επειδή, όμως, ούτε η προσαρμογή δεν αλλάζει τίποτα, η δε ατομική διαπραγμάτευση γίνεται μεταξύ αυτού που έχει ανάγκη την δουλειά για να φάει και εκείνου που μπορεί να βρει άλλους 50 να δουλέψουν για τον κατώτατο μισθό λόγω της τεράστιας ανεργίας και της ένδειας, και άρα μιλάμε για την διαπραγμάτευση του «λαιμού με το μαχαίρι».
Από την άλλη, εκεί που μπορεί κανείς να δει νίκες ευρύτερες ή έστω αγώνες με αξιοπρεπείς όρους να ξετυλίγονται, είναι ακριβώς μέσα από τα σωματεία. Αυτό διδάσκει η e-food, η Cosco, η Μαλαματίνα, οι καθηγητές, οι εργαζόμενοι των πετρελαίων της Καβάλας και αυτά μόνο τον τελευταίο χρόνο!
Περαιτέρω, ακόμη και ανενεργά σωματεία ή σωματεία που δεν έχουν αγωνιστική κατεύθυνση, κατά περιπτώσεις έχουν σταθεί αρωγά σε εργαζόμενους που χρειάστηκαν στήριξη ενόψει παράνομων απολύσεων ή μη καταβολή των νόμιμων αποδοχών τους.
Οπότε είναι ψέμα ότι με τα σωματεία δεν βγαίνει τίποτα. Αν από κάπου βγαίνει κάτι, είναι από εκεί. Το ζήτημα είναι να κινηθούμε σε κατεύθυνση οικοδόμησης των απαραίτητων όρων για να βγει αυτό το «κάτι» παραπάνω.
2. Αν γραφτώ σε σωματείο και απεργήσω, θα με απολύσουν
Μετά από την σάρωση πολλών εργατικοσυνδικαλιστικών δικαιωμάτων και ιδίως μέσα από την αποδυνάμωση των συνδικάτων, η εργοδοτική τρομοκρατία έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις. Πολλοί εργαζόμενοι φοβούνται ότι αν ασκήσουν το νόμιμο δημοκρατικό δικαίωμά τους στην συμμετοχή σε συλλογικό φορέα (μιλάμε δηλαδή για τον πυρήνα οποιασδήποτε δημοκρατικής έννοιας, κάποιος να μπορεί να συμφωνήσει και να συμπράξει με κάποιον άλλο), ή ακόμα περισσότερο αν ασκήσουν το δικαίωμα τους στην απεργία, τότε θα υποστούν αντίποινα από τον εργοδότη ή ακόμα και θα χάσουν την δουλειά τους.
Όταν κανείς βλέπει αυτήν την αντιπαράθεση ως αντιπαράθεση μεταξύ του εργοδότη και του εξατομικευμένου εργαζόμενου, σίγουρα ο φόβος έχει απόλυτη βάση. Όμως, η αλήθεια είναι ότι εάν ο εργοδότης θελήσει να σε απολύσει για οποιονδήποτε λόγο (είτε απεργήσεις είτε όχι), μόνο μέσα από την στήριξη των σωματείων μπορεί κανείς να τον αντιπαλέψει και να κερδίσει. Μέσα από παραστάσεις διαμαρτυρίας, δικαστικής στήριξης των συναδέλφων, καμπάνιες οικονομικής στήριξης και άλλες μορφές συναδελφικής αλληλεγγύης, έχει δείξει η εμπειρία ότι προκύπτουν και επαναπροσλήψεις και αποζημιώσεις. Αυτό το γνωρίζει η εργοδοσία και εκεί ακριβώς βρίσκεται και ο λόγος που η εργοδοτική τρομοκρατία παίρνει τέτοια μεγέθη, γιατί γνωρίζει ότι μόνο από εκεί κινδυνεύει !
3. Στα σωματεία είναι οι ξεπουλημένοι
Η ένσταση αυτή είναι εν μέρη αληθής. Στις ηγεσίες πολλών συνδικαλιστικών οργανώσεων, ιδίως των τριτοβάθμιων ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ αλλά και άλλων, βρίσκονται πρόσωπα τα οποία καμία πρόθεση δεν έχουν να οργανώσουν τους αγώνες και τις διεκδικήσεις των εργαζομένων και όντας τα καλά παιδιά πότε των κυβερνήσεων, πότε της εργοδοσίας, ιδρώνουν για να σκεφτούν τους πιο εύσχημους τρόπους για να αποτρέψουν οποιαδήποτε αντίδραση. Άλλα όσο αληθές είναι αυτό, άλλο τόσο αληθές είναι το γεγονός ότι οι ξεπουλημένες ηγεσίες παραμένουν σε αυτή την θέση, ακριβώς επειδή η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων τους το επιτρέπει με την απουσία τους.
Ενδιαφέρον στοιχείο και χρήσιμο για σημαντικά συμπεράσματα είναι το γεγονός ότι για το μεγαλύτερο διάστημα στην ιστορία των σωματείων, στις κεφαλές αυτών βρίσκονταν κυβερνητικές και ξεπουλημένες δυνάμεις, πλην όμως η παλαιότερη μαζική συμμετοχή του κόσμου της εργασίας στα σωματεία και η αγωνιστική διάθεση, ασκούσε πιέσεις και εξανάγκαζε και τις ηγεσίες αυτών να λογοδοτήσουν και να δίνουν συναινέσεις. Αυτό όχι μόνο στην μεταπολίτευση, αλλά και πρόσφατα την περίοδο των μνημονίων, όπου παρότι η ηγεσία της ΓΣΕΕ ήταν η ίδια με την σημερινή (ο κακόφημος Παναγόπουλος), μαζικές απεργίες με διάρκεια ξέσπασαν σε πείσμα αυτής.
Οπότε, αυτό το επιχείρημα ας μην γίνεται άλλοθι, αλλά ένας λόγος παραπάνω για την ανατροπή αυτών των ηγεσιών.
4. Τα σωματεία αφορούν τους αριστερούς που τσακώνονται μεταξύ τους
Πέρα όμως από τα εμπόδια που μπαίνουν από τις δεξιές δυνάμεις και τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, που παίζουν αναμφισβήτητα τον κυρίαρχο ρόλο, ευθύνες για την καχυποψία και απόρριψη των σωματείων από τους εργαζομένους βρίσκονται και στην στάση δυνάμεων που αναφέρονται στην αριστερά και φοράνε το προσωπείο του «αγώνα», όπως το ΚΚΕ ή παρατάξεις του χώρου της ΑΝΤΑΡΣΥΑ/ΛΑΕ.
Πότε με λογικές περιχαράκωσης, που μετατρέπουν το σωματείο σε κομματικό παράρτημα, πότε με λογικές καπελώματος σωματείων ή και αγώνων, πότε με λογικές σωματείων - επικυρωτή κομματικών ψηφισμάτων, πότε με πρακτικές διάσπασης στην βάση ιδεολογικοπολιτικών διαφορών του αγώνα, πότε με λογικές αγώνα δι’ αντιπροσώπων που αναζητά χειροκροτητές, οι δυνάμεις αυτές αποπροσανατολίζουν τους εργαζόμενους από τα φλέγοντα προβλήματα που ενώνουν το σύνολο αυτών και δημιουργούν ένα απωθητικό κλίμα.
Έτσι, αν από την μία μεριά ο κόσμος της εργασίας πρέπει να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τις ξεπουλημένες ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος, το ίδιο πρέπει να κάνει και με δυνάμεις που μιλάνε δήθεν από το στρατόπεδο του, αλλά δεν εκφράζουν πραγματικά τα συμφέροντα του.
Με αυτά και με άλλα επιχειρήματα, πρέπει οι νέοι να σηκώσουν την σημαία του συλλογικού αγώνα σε κάθε χώρο εργασίας, να ξεπεράσουν τα εμπόδια και να δώσουν άλλη προοπτική και περιεχόμενο στα σωματεία, γιατί όπως λέει και ο ποιητής : «Αν είν’ ο λάκκος σου πολύ βαθύς, χρέος με τα χέρια σου να σηκωθείς».
Νταγιάνα Μ.