Ο νόμος Χατζηδάκη ήρθε στη βουλή προς διαβούλευση σε μία περίοδο εγκλεισμού, απαγορεύσεων των συναθροίσεων και των συγκεντρώσεων, καταστολής και φίμωσης στο όνομα της προστασίας της δημόσιας υγείας, για να ψηφιστεί τελικά το καλοκαίρι του 2021.
Τη στιγμή που η κυβέρνηση απαιτούσε εθνική ομοψυχία και ενότητα απέναντι στον «κοινό εχθρό ιό», έστρωνε το έδαφος για τη διαμόρφωση νέων εργασιακών συνθηκών κάτεργου, όπου ο εργαζόμενος θα στερείται στοιχειωδών εργασιακών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων.
Σήμερα οι εργαζόμενοι και το συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκονται αντιμέτωποι με την εφαρμογή των διατάξεων αυτού του νόμου οι βασικότερες εκ των οποίων είναι:
1.Η ανατροπή της πενθήμερης οκτάωρης εργασίας αφού για πρώτη φορά νομιμοποιείται η 10ωρη εργασίας για τετραήμερη απασχόληση. Στον νόμο αυτή η ανατροπή περιγράφεται ως «δυνατότητα του εργαζομένου να διευθετεί τον χρόνο κατόπιν αίτησής του στον εργοδότη». Στην πραγματικότητα μιλάμε για την δυνατότητα που παρέχεται πλέον στους εργοδότες να επιβάλλουν 10ωρη εργασία. Άλλωστε η ελαστικοποίηση του ωραρίου, δηλαδή η δυνατότητα του εργοδότη να απασχολεί τον εργαζόμενο όπως τον βολεύει άλλοτε 10 ώρες και άλλοτε 4, άλλες φορές πενθήμερο και άλλες τριήμερο, αποτελεί διαχρονικό στόχο της εργοδοσίας και του κεφαλαίου στον τόπο μας.
2.Επιπλέον δίνεται η δυνατότητα στην εργοδοσία να απασχολεί τους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης να παρέχουν, πέρα από τη σύμβαση ή το συμφωνημένο ωράριο. Mε προσαύξηση αμοιβής για κάθε ώρα κατά 12%. Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει ήδη ότι σε περίπτωση που η επιπλέον εργασία ζητείται να παρασχεθεί σε ωράριο συνεχόμενο του μερικού ωραρίου, ο εργαζόμενος είναι υποχρεωμένος να την παράσχει την επιπλέον εργασία, εκτός εάν η άρνησή του δεν αντίκειται στην καλή πίστη. Σε κάθε περίπτωση ισχύει ανώτατο όριο που είναι μέχρι τη συμπλήρωση του πλήρους ημερήσιου ωραρίου του συγκρίσιμου εργαζόμενου.
3.Το όριο των επιτρεπόμενων υπερωριών αυξάνεται από 120 (που ίσχυε σε όλους τους κλάδους πλην της βιομηχανίας που ίσχυε 90 ώρες τον χρόνο) στις 150 ώρες το χρόνο και μέχρι 3 ώρες ημερησίως σε όλους τους κλάδους της οικονομίας ενώ παράλληλα ισχύει η διάταξη (άρθρο 6 του Π.Δ. 88/1999) σύμφωνα με την οποία ο χρόνος εβδομαδιαίας εργασίας των μισθωτών δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά περίοδο το πολύ 4 μηνών, τις 48 ώρες κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών και της υπερεργασίας. Οι υπερωρίες αμείβονται με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 40%.
4.Σε περιπτώσεις επείγουσας φύσης εργασίας μπορεί να χορηγείται, όπως προβλέπεται από το νόμο, άδεια από τον Γενικό Διευθυντή Εργασιακών Σχέσεων για υπέρβαση του ορίου των 150 ωρών ετησίως. Οι υπερωρίες αυτές αμείβονται με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 60%.
5.Επέκταση της κατάργησης της Κυριακάτικης αργίας σε πολλούς κλάδους όπως: ταχυδρομικές υπηρεσίες, παραγωγή-διανομή υγειονομικού υλικού, φαρμακοβιομηχανία, εφοδιαστική αλυσίδα, data centers, κ.ά.
6.Στις περιπτώσεις τακτικής καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, δηλαδή μετά από προειδοποίηση, δίνεται το δικαίωμα στον εργοδότη να απαλλάξει τον εργαζόμενο από την υποχρέωση παροχής εργασίας κατά το χρόνο της προμήνυσης (με άλλα λόγια να τον απομακρύνει άμεσα από τον εργασιακό χώρο), χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα του τελευταίου και χωρίς ο εργοδότης να απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής των αποδοχών. Αυτό ακόμα και αν μοιάζει «ανώδυνο» στην πραγματικότητα αφαιρεί την δυνατότητα του εργαζόμενου είτε να συλλέξει στοιχεία τα οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει στο δικαστήριο σε περίπτωση που κινηθεί νομικά είτε να συνομιλήσει με συναδέλφους του και να τους ενημερώσει ο ίδιος για την απόλυση του, ζητώντας ενδεχομένως την στήριξή τους.
7.Σε περίπτωση που μία απόλυση κριθεί νομικά παράνομη, καταργείται η υποχρέωση του εργοδότη για επαναπρόσληψη του εργαζόμενου. Προβλέπεται ότι μετά από αίτηση του εργαζόμενου ή του εργοδότητο δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει επιπλέον (τριπλάσια) αποζημίωση στον εργαζόμενο, αντί της επαναπρόσληψης.
8.Εφόσον δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση ή δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία με συλλογική σύμβαση, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας που προβλέπεται στο νόμο 1892/1990, μπορεί να εφαρμοστεί κατόπιν αιτήματος του εργαζόμενου, με ατομική συμφωνία.
Η σύναψη αυτής της ατομικής συμφωνίας θα γίνεται με βάση τις επιχειρησιακές ανάγκες.
9.Νομιμοποιεί τη νέα μορφή εργατικής εκμετάλλευσης, την τηλεργασία η οποία θα εφαρμόζεται μέσω ατομικών συμφωνιών μεταξύ μέσω ατομικών συμφωνιών μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων.
Από τις βαθιά αντιδραστικές-αντεργατικές διατάξεις του νόμου γίνεται ολοφάνερο πως η κυβέρνηση σε συνθήκες ακραίας φτώχειας ανεργίας και εκτίναξης των τιμών σε όλα τα βασικά αγαθά, διαμορφώνει ταυτόχρονα ένα θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο η εργοδοσία, το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο, θα μπορεί :
- Να απομυζά πρόσθετη και φθηνότερη εργασία από τους εργαζόμενους
- Να αντικαθιστά τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας με ατομικές συμφωνίες εργασίας,
-Να προχωρά ακόμα πιο εύκολα σε απολύσεις, καθώς ούτε δικαστικές αποφάσεις θα μπορούν να τις ανακαλούν.
Ταυτόχρονα με τις αντεργατικές διατάξεις που φέρνει, ο κυβερνητικός νόμος Χατζηδάκη νομιμοποιεί έναν ασφυκτικό κρατικό και εργοδοτικό έλεγχο στη λειτουργία, τη δράση και τις αποφάσεις των εργατικών συνδικάτων, ενώ περιορίζει ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα άσκησης τους δικαιώματος στην απεργία.
Επιβάλλοντας
·Την υποχρεωτική εγγραφή των εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων στο Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων (ΓΕ.ΜΗ.Σ.Ο.Ε) μέσω του οποίου το Υπουργείο Εργασίας θα έχει «εποπτεία της άσκησης συνδικαλιστικών δικαιωμάτων», θα παρακολουθεί τις εκλογές των εργατικών συνδικάτων, θα ενημερώνεται για τη σύνθεση των διοικήσεών τους και θα ελέγχει τα οικονομικά μεγέθη και το είδος των εσόδων και δαπανών τους. Η εγγραφή στο ΓΕ.ΜΗ.Σ.Ο.Ε και «η πλήρης, έγκαιρη και προσήκουσα» ενημέρωσή του με όλα τα απαιτούμενα στοιχεία θα είναι «προϋπόθεση» για να μπορούν τα εργατικά συνδικάτα να κάνουν συλλογικές διαπραγματεύσεις και να ασκούν το δικαίωμα της απεργίας και κάθε άλλο συνδικαλιστικό δικαίωμά τους και να έχουν «την προστασία συνδικαλιστικών στελεχών έναντι της απόλυσης και της μετάθεσης».
·Την αλλαγή των καταστατικών των σωματείων για να «προβλέπουν τους τρόπους εξ αποστάσεως συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση και ψήφου κάθε μέλους που επιθυμεί» γιατί οι συνδικαλιστικές οργανώσεις πρέπει «υποχρεωτικά να παρέχουν στα μέλη τους τη δυνατότητα της ηλεκτρονικής εξ αποστάσεως ψηφοφορίας».
·Την πραγματοποίηση Γενικών Συνελεύσεων των σωματείων με τη φυσική αλλά και την «εξ αποστάσεως παρουσία» μελών.
·Τη λήψη απόφασης Γενικής Συνέλευσης και με ψήφους «εξ αποστάσεως». Ειδικότερα «απαγορεύεται η λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας χωρίς την παροχή πραγματικής δυνατότητας εξ αποστάσεως συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση και ψήφου». Το νομοσχέδιο ενσωματώνει και την αντιαπεργιακή ρύθμιση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και την προσαρμόζει ανάλογα με τη διατύπωση: «ειδικά για τη συζήτηση και λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας απαιτείται φυσική ή εξ αποστάσεως ψήφος τουλάχιστον του ενός δευτέρου (½) των οικονομικώς τακτοποιημένων μελών».
·Να καθορίζεται προσωπικό ασφαλείας στη διάρκεια απεργίας «για όλες τις επιχειρήσεις ανεξαρτήτως του δημόσιου ή μη χαρακτήρα τους και του χαρακτηρισμού τους ή μη κοινής ωφέλειας».Και ταυτόχρονα να ορίζεται στις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ήκοινής ωφέλειας προσωπικό ασφαλείας κατά τη διάρκεια της απεργίας που να καλύπτει «ως τουλάχιστον το ένα τρίτο της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας». Στην πραγματικότητα αυτό το μέτρο συνιστά κατάργηση της απεργίας εφόσον δεν θα διαταράσσεται η βασική λειτουργία της επιχείρησης.
·Την απαγόρευση του δικαιώματος περιφρούρησης της απεργίας και την επιβολή «υποχρέωσης» στις συνδικαλιστικές οργανώσεις όταν κηρύσσουν απεργία «να προστατεύουν το δικαίωμα των εργαζομένων, που δε συμμετέχουν στην απεργία, να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν αυτήν χωρίς εμπόδιο».
Η κυβέρνηση επιχειρεί να αποδυναμώσει έως και να καταστήσει παράνομη τη δράση των σωματείων και του συνδικαλιστικού κινήματος. Και αυτό επιβεβαιώνει την αστείρευτη δύναμη που βρίσκεται στη συλλογική και οργανωμένη δράση των εργαζομένων, και την αναγκαιότητα υπεράσπισης των «όπλων» του σωματείου και της απεργίας.
Το επόμενο διάστημα πρέπει να εξαντληθεί κάθε δυνατότητα από τις ταξικές δυνάμεις για αγωνιστικό συντονισμό των σωματείων με στόχο την ανάπτυξη πανεργατικών απεργιακών αγώνων και μαζικών συγκεντρώσεων κόντρα στις συνδικαλιστικές ηγεσίες που με προκλητικό τρόπο υπονομεύουν και εμποδίζουν κάθε τέτοια προσπάθεια.
Στην πιο κρίσιμη μεταπολιτευτικά περίοδο για τα συνδικαλιστικά και δημοκρατικά δικαιώματα, σε μια φάση που ο ελληνικός λαός αναμετριέται με τις ολέθριες συνέπειες μιας βάρβαρης εγκληματικής πολιτικής, με τη σκιά του πολέμου να πέφτει βαριά πάνω στους λαούς της Ευρώπης και την επικίνδυνη εμπλοκή τις χώρας στον πόλεμο της Ουκρανίας, οι βασικές δυνάμεις στο συνδικαλιστικό κίνημα έχουν κηρύξει υποχώρηση και απεργιακή σιγή. Είναι ενδεικτικό ότι η πρώτη γενική απεργία ενάντια στην εφαρμογή του νόμου Χατζηδάκη προκηρύσσεται για 6 Απρίλη ενώ οι εφαρμοστικές διατάξεις έχουν εκδοθεί ήδη από τον Σεπτέμβρη. Σε αυτή την πολύμηνη αδράνεια παρατηρείται μάλιστα σύμπνοια και από τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ που σε επίπεδο ΑΔΕΔΥ δεν κατέβασαν καμία άλλη πρόταση πέραν αυτής των ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, για 6 Απρίλη. Είναι επίσης ενδεικτικό ότι υπονομεύεται οποιαδήποτε προσπάθεια για συντονισμό των σωματείων στη κατεύθυνση άρνησης εγγραφής τους στο ΓΕΜΗΣΟΕ με στόχο να ανατραπεί στη πράξη αυτή αντιδραστική διάταξη.
Η στάση σιγής και αδράνειας όλο αυτό το διάστημα στη πραγματικότητα δίνει στην κυβέρνηση και την εργοδοσία τη δυνατότητα να εξαντλήσουν όλα τα περιθώρια άσκησης πίεσης με στόχο να παραλύσει κάθε αντίδραση και να προχωρήσουν ανενόχλητοι στην εφαρμογή όλων των αντεργατικών αντισυνδικαλιστικών διατάξεων που επιχειρούν να διαμορφώσουν έναν νέο εργασιακό μεσαίωνα χωρίς εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Κόντρα στο συνδικαλισμό της υποταγής και του συμβιβασμού οι εργαζόμενοι πρέπει να βρεθούν στο δρόμο του αγώνα να προχωρήσουν σε γενικές συνελεύσεις, να συσπειρωθούν στα σωματεία τους, να υπερασπιστούν το όπλα τους, την απεργία, την γενική συνέλευση και τη συλλογική δράση με στόχο να βάλουν φραγμό στην εφαρμογή του αντιδραστικού αυτού νόμου.
Νίκη Π.
Αναδημοσίευση από το νέο τεύχος του περιοδικού Πορεία.