Την Παρασκευή της 24ης Ιουνίου, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αναθεώρησε την ιστορική δικαστική απόφαση που ήταν γνωστή ως «Ρόου εναντίον Γουέιντ», βάσει της οποίας το δικαίωμα στην άμβλωση είχε αποκτήσει ομοσπονδιακή ισχύ. Έτσι επιβεβαιώθηκαν οι συσχετισμοί που είχαν διαμορφωθεί το προηγούμενο διάστημα κατά την προκαταρκτική συζήτηση -όπου είχε διαρρεύσει και το προσχέδιο- και, μαζί με αυτούς, ο φόβος εκατομμυρίων Αμερικανίδων και Αμερικάνων.
Όπως έχει ξαναγραφτεί στο ΛΔ, πρόκειται στην πραγματικότητα για μία από τις νάρκες που άφησε ο Ντόναλντ Τραμπ στον Μπάιντεν. Ο πρώην πρόεδρος είχε την ευκαιρία λίγο πριν τις εκλογές του 2020, να αλλάξει τους συσχετισμούς στο Ανώτατο Δικαστήριο, ευνοοώντας τη μερίδα εναντίον των αμβλώσεων. Σκόπευε έτσι, να κάνει δύσκολη τη ζωή του Μπάιντεν, να τον εκθέσει και να προσεταιριστεί το υπερσυντηρητικό κοινό στις ΗΠΑ, όπως και φαίνεται από τις δημόσιες παρεμβάσεις του πάνω στο ζήτημα.
Για την πλειοψηφία τοποθετήθηκε ο δικαστής που άνοιξε και το ζήτημα, Σάμιουελ Αλίτο: «Η (απόφαση) Ρόου ήταν ιδιαίτερα λάθος από την αρχή. Η λογική της ήταν εξαιρετικά αδύναμη και η απόφαση είχε ζημιογόνες συνέπειες. Μακράν από το να φέρουν εθνική συμφωνία στο θέμα της άμβλωσης οι (αποφάσεις) Ρόου και Κέισι αναζωπύρωσαν τη διαφωνία και βάθυναν το διχασμό». Άραγε πιστεύει ο συγκεκριμένος δικαστής ότι η επιστροφή πριν τη δεκαετία του 1950, θα εξομαλύνει τις διαφωνίες και θα άρει τον διχασμό;
Η αναθεώρηση έχει ως αποτέλεσμα το δικαίωμα της άμβλωσης από εδώ και πέρα να ρυθμίζεται σε πολιτειακό επίπεδο. Στην πράξη αυτό θα σημάνει ότι μια σειρά συντηρητικών πολιτειών του Νότου και Μεσοδυτικά, στην καλύτερη περίπτωση, θα εφαρμόσουν τον λεγόμενο νόμο του Μισισίπι, σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύεται η άμβλωση από τη 15η εβδομάδα της κύησης και μετά. Ενώ σε πολλές πολιτείες εκτιμάται ότι οι συντηρητικές αρχές είναι από καιρό ακροβολισμένες για ακόμη σκληρότερους νόμους, τώρα που άνοιξε ο δρόμος… Συνολικά αυτό αφορά τουλάχιστο 21 πολιτείες.
Αν αυτό είναι μία αρνητική εξέλιξη που επιβαρύνει τη ζωή εκατομμυρίων Αμερικανίδων, δεν πρέπει να ιδωθεί μόνο έτσι. Η αναθεώρηση επιβραβεύει τις θεοκρατικές και αντιδραστικές αντιλήψεις των πιο καθυστερημένων, οπισθοδρομικών και θρησκόληπτων μερίδων της αμερικάνικης κοινωνίας. Τους δίνει χώρο και θάρρος για να απαιτήσουν και άλλες μεσαιωνικές «μεταρρυθμίσεις» και σίγουρα διχάζει οξύτατα τον αμερικάνικο λαό. Πρόκειται για φιάσκο στο εσωτερικό του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, ο οποίος θέλει να παρουσιάζεται ως η ηγέτιδα δύναμη του «δημοκρατικού κόσμου», που παλεύει ενάντια στις αναδυόμενες «αυταρχικές» δυνάμεις, όπως συχνά χαρακτηρίζει την Κίνα και τη Ρωσία.
«Η υγεία και οι ζωές των γυναικών βρίσκονται τώρα σε κίνδυνο», δήλωσε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν συνεχίζοντας: «είναι μια δύστυχη μέρα για το δικαστήριο και τη χώρα». Κατόπιν ζήτησε από το Κονγκρέσο να επεξεργαστεί ομοσπονδιακό νομοσχέδιο για το δικαίωμα στην άμβλωση, πράγμα απίθανο με τους Ρεπουμπλικάνους να ελέγχουν τη Γερουσία. Οπότε, πρόκειται για βολικά «άσφαιρη» βολή από τον Μπάιντεν.
«Τρεις δικαστές που διόρισε ο Τραμπ βρίσκονταν στον πυρήνα της σημερινής απόφασης, να ανατρέψουν τις ζυγαριές της δικαιοσύνης και να καταργήσουν ένα θεμελιώδες δικαίωμα για τις γυναίκες στη χώρα. Μη γελιέστε, αυτή η απόφαση είναι η αποκορύφωση μιας συνειδητής προσπάθειας επί δεκαετίες, για να διασαλευθεί η ισορροπία του νόμου μας», πρόσθεσε ανάμεσα σε άλλα.
Όλα αυτά όμως, δεν είναι μια ηχηρή ομολογία ότι στο κράτος του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού δεν υπάρχουν εγγυήσεις για θεμελιώδη δικαιώματα του λαού; Αντιθέτως, φαίνεται ότι αυτά μπορούν να γίνουν θυσία στις πολιτικές επιδιώξεις ενός ραδιούργου, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ. Ο αμερικάνικος λαός μοιάζει απροστάτευτος απέναντι στο ρεύμα του θρησκευτικού φονταμελισμού και της οπισθοδρόμησης.
Ωστόσο εδώ πρέπει να θυμίσουμε και πάλι, όσον αφορά την πρόταση του Μπάιντεν στο Κονγκρέσο, ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ υπήρξε και αντιπρόεδρος στην προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα, η οποία κράτησε οκτώ χρόνια. Πιο συγκεκριμένα, από τον Νοέμβριο του 2008, όπου και συγκροτήθηκε το 111ο Κογκρέσο και για αρκετό διάστημα μετά, οι Δημοκρατικοί με τον Τζο Μπάιντεν αντιπρόεδρο, διατηρούσαν πολύ καλούς συσχετισμούς για να προβούν σε μια τέτοια πρωτοβουλία, κάτι που δεν έπραξαν ποτέ… Ωστόσο ο Μπαράκ Ομπάμα είχε τo θράσος να αποδοκιμάσει και αυτός την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου…
Η αλήθεια είναι ότι ο σκοπός των Δημοκρατικών τώρα είναι να αξιοποιήσουν το γεγονός προς άγραν ψήφων, εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου του 2022, σε μια προσπάθεια να μετριάσουν την αναμενόμενη ήττα. Οι Δημοκρατικοί -και φυσικά τα πολιτικά τους αντίστοιχα στην Ευρώπη- έχουν παράδοση στην εκλογική εκμετάλλευση θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Όπως αναφέρει σε άρθρο της η Washigton Post στις 26 Ιουνίου: «Οι Δημοκρατικοί σε ολόκληρη τη χώρα σπεύδουν να εκμεταλλευτούν την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου να αναθεωρήσει τη Ρόου, με πολιτειακούς και ομοσπονδιακούς υποψηφίους να αναζητούν να μετατρέψουν την οργή για την απόφαση σε στήριξη στην κάλπη, τη στιγμή που οι Ρεπουμπλικάνοι προσπαθούν να διατηρήσουν την προσοχή στην άνοδο των τιμών και στην εγκληματικότητα». Σύμφωνα με το ίδιο άρθρο ο ίδιος ο Μπάιντεν την Παρασκευή είπε: «Η Ρόου είναι στην κάλπη» και «οι ατομικές ελευθερίες είναι στην κάλπη». Είναι καθαρό τι συμβαίνει εδώ.
Ο αμερικάνικος λαός, όπως και όλοι οι λαοί, χρειάζεται να αφομοιώσει πως ούτε οι ατομικές, ούτε οι συλλογικές ελευθερίες και δικαιώματα βρίσκονται στην κάλπη, όπως έχει αποδειχθεί πολλές φορές, παρά στον δρόμο τις συλλογικής οργάνωσης και πάλης.
Γεγονός παραμένει πως η συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικάνων τάσσεται υπέρ του δικαιώματος των γυναικών στην άμβλωση και καταδικάζει το αχρείο δικαστικό τερατούργημα που γυρίζει τον κόσμο στον μεσαίωνα. Εκατοντάδες χιλιάδες γυναικών (και ανδρών) μόλις έγινε γνωστή η δικαστική απόφαση που απαγορεύει τις αμβλώσεις, κατέκλυσαν τους δρόμους σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ, με κυρίαρχο σύνθημά τους «Στοπ στον πόλεμο εναντίον των αμβλώσεων».
Αντιπαράθεση και στο ζήτημα της οπλοκατοχής
Παράλληλα με το θέμα των αμβλώσεων εξελίσσεται και το ζήτημα της οπλοκατοχής. Από τη μία, η κυβέρνηση κατάφερε να υπερψηφιστεί νέο νομοσχέδιο ομοσπονδιακής ισχύος, με σκοπό τον αυστηρότερο έλεγχο της οπλοκατοχής. Την Παρασκευή που πέρασε ο Μπάιντεν υπέγραψε τον νέο νόμο που υπερψηφίστηκε και από τα δύο σώματα του Κογκρέσου, γεγονός που σημαίνει ότι είχε την υποστήριξη και μερίδας των Ρεπουμπλικάνων. Συγκεκριμένα, οι διαρροές των τελευταίων στη Βουλή ανήλθαν στις 14, ενώ στη Γερουσία στις 15.
Από την άλλη όμως, το Ανώτατο Δικαστήριο παρενέβη και στο ζήτημα αυτό, ακυρώνοντας την Πέμπτη της 23ης Ιουνίου -μια μέρα πριν την απόφαση για τις αμβλώσεις- νόμο που περιόριζε την οπλοκατοχή στη Νέα Υόρκη και ίσχυε από το 1913! Συγκεκριμένα ο νόμος απαγόρευε να οπλοφορεί κάποιος με κρυμμένο όπλο και το δικαστήριο τον απέρριψε με πλειοψηφία 6 προς 3, με το σκεπτικό ότι παραβιάζει τη δεύτερη τροπολογία του συντάγματος.
Όλα αυτά διαδραματίζονται στον απόηχο που άφησαν οι πολύνεκρες επιθέσεις στο Μπάφαλο της Νέας Υόρκης και στο Ουβάλντε του Τέξας.
Ακριβώς λόγω των επιθέσεων αυτών και ειδικά από το περιστατικό στο Ουβάλντε, δημιουργήθηκε ένα πλαίσιο που άσκησε ιδιαίτερη πίεση σε μέρος του μηχανισμού των Ρεπουμπλικάνων, ώστε να αποδεχθούν την πρόταση Μπάιντεν για την επεξεργασία διακομματικού νομοσχεδίου. Στην τετραμελή ομάδα που ανέλαβε τη σύνταξη του νομοσχεδίου ήταν και ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής του Τέξας, Τζον Κόρναϊν. Το νομοσχέδιο στη Γερουσία ψήφισε και ο Μιτς Μακ Κόνελ, αρχηγός των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία, γεγονός που μιλάει για το επίπεδο συμφωνίας που επετεύχθη υπό την πίεση των γεγονότων.
Τί προβλέπει όμως ο νέος νόμος, που φέρει τον τίτλο «διακομματική πράξη για ασφαλέστερες γειτονιές»; Σύμφωνα με το CNN, 750 εκατομμύρια δολάρια προβλέπονται για τη δημιουργία πολιτειακών «προγραμμάτων αποτροπής κρίσεων». Αυτό σημαίνει ότι μέσω δικαστικών αποφάσεων μπορεί να αφαιρείται προσωρινά το δικαίωμα στην οπλοκατοχή σε άτομα που κρίνεται ότι βρίσκονται σε «κρίση». Αυτό μάλλον δεν ακούγεται και πολύ ανατρεπτικό.
Επίσης θα υπάρχει αυστηρότερος έλεγχος στο κοινωνικό και ψυχολογικό προφίλ των υποψήφιων για οπλοκατοχή, ειδικά στις ηλικίες 18 έως 21, ενώ θα δημιουργηθεί μεγαλύτερη βάση δεδομένων εφήβων στο Εθνικό Σύστημα Άμεσου Ελέγχου Εγκληματικού Μητρώου. Παράλληλα δε θα μπορεί να οπλοφορεί όποιος έχει ασκήσει βία στα πλαίσια οικογενειακής ή και μακρόχρονης ρομαντικής σχέσης. Αυτό θεωρείται σημαντική αλλαγή, διότι μέχρι στιγμής ίσχυε μόνο στην περίπτωση της οικογενειακής σχέσης.
Πάντως δεν υπάρχει ακόμη ζήτημα περιορισμού του οπλισμού στρατιωτικής κλάσης, ούτε αύξηση του ορίου ηλικίας για την απόκτησή του.
Σε κάθε περίπτωση το νομοσχέδιο θεωρείται από πολλούς άτολμο, ωστόσο έχει προκαλέσει κύμα οργής σε μερίδες της Ρεπουμπλικάνικης βάσης, που κατηγορούν τα στελέχη του κόμματος που ψήφισαν το νομοσχέδιο ότι είναι «RINO», ακρωνύμιο που ηχεί σαν τον ρινόκερο στην αγγλική και σημαίνει «Ρεπουμπλικάνος μόνο κατ’ όνομα». Μάλιστα, ο πρώην κυβερνήτης του Μιζούρι, Έρικ Γκρέιτενς, πόζαρε οπλισμένος, καλώντας τους ψηφοφόρους να πάνε για κυνήγι RINO, που ακούγεται σαν κυνήγι ρινόκερου, αλλά σημαίνει κυνήγι Ρεπουμπλικάνων «αποστατών». Ο ίδιος θα είναι υποψήφιος για τη Γερουσία.
Εμπρηστική απόφαση των Ρεπουμπλικάνων του Τέξας
Νωρίτερα τον Ιούνιο, το πολιτειακό τμήμα του Ρεπουμπλικάνικου κόμματος του Τέξας πραγματοποίησε συνέδριο. Εκεί συγκροτήθηκε και ψηφίστηκε μια πλατφόρμα η οποία περιέχει διάφορες προκλητικές αποφάσεις.
Πρώτον, από το συνέδριο προκύπτει η απόφαση ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν «δεν εξελέγη νόμιμα». Αυτό σημαίνει ότι το πολιτειακό τμήμα του κόμματος, αναγνωρίζει πλέον επίσημα το αφήγημα του Τραμπ, ότι υπήρξε νοθεία στις εκλογές του 2020.
Στο συνέδριο αποκηρύχθηκαν επίσημα 10 γερουσιαστές των Ρεπουμπλικάνων, συμπεριλαμβανόμενου του κυβερνήτη του Τέξας, Τζον Κόρναϊν, για τη συμμετοχή τους τότε στον διακομματικό διάλογο για τη σύνταξη του νόμου περιορισμού της οπλοκατοχής. Αυτό μάλλον δείχνει μια διάσταση μεταξύ βάσης και κορυφής στο κόμμα και τουλάχιστο στο Τέξας, που όμως αποτελεί την πιο σημαντική πολιτεία για το κόμμα.
Επίσης η ομοφυλοφιλία χαρακτηρίσθηκε ως «μια αντικανονική επιλογή τρόπου ζωής».
Με λίγα λόγια το μήνυμα που εκπέμπεται από τη βάση είναι ότι, το κόμμα ανήκει στον Ντόναλντ Τραμπ.
Ωστόσο, το πιο εξωφρενικό που προέκυψε από το συνέδριο είναι η υιοθέτηση μιας κατεύθυνσης για πιθανό δημοψήφισμα το 2023, ώστε η πολιτεία του Τέξας να αποφασίσει… αν θα αποσχισθεί από τις ΗΠΑ! Σίγουρα θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς ότι πρόκειται για μια αστεία λαϊκίστικη θέση, ωστόσο στον όποιο βαθμό ο λαϊκισμός συνδέεται με διαδεδομένες λαϊκές επιθυμίες και αντιλήψεις έχει και αυτό σημασία.