Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Περιοδικό Πορεία, τεύχος 51, που κυκλοφορεί
Μία όμως ιδιαίτερη πτυχή της «ατομικής ευθύνης» είναι το πραγματικό ξέπλυμα που προσφέρει στο κυβερνητικό έργο. Αν η «ευθύνη» για τη διάδοση του ιού είναι «ατομική», τότε αυτόματα εξάγεται το συμπέρασμα πως δεν υπάρχει «κυβερνητική ευθύνη», κι αυτό εν τέλει αποτελεί μια πολύτιμη υπηρεσία για το μασκάρεμα των αντιλαϊκών πολιτικών της ΝΔ. Απ’ αυτή την άποψη η «ατομική ευθύνη» δεν διαφέρει καθόλου από έναν παραμορφωτικό καθρέφτη που όταν τοποθετείται έναντι της πανδημικής πραγματικότητας, αντί να δείχνει τις ελλείψεις σε ΜΕΘ και ΜΑΦ δείχνει την «ανεύθυνη νεολαία», αντί να δείχνει το συνωστισμό στα ΜΜΜ και τους ελλιπείς ελέγχους κατά την τουριστική περίοδο δείχνει τις «γεμάτες πλατείες» και τις «συγκεντρώσεις».
Ακόμα πιο ατυχής προβάλλει η διαπίστωση πως στο δύσκολο έργο της μετακύλισης των κυβερνητικών ευθυνών στην κοινωνία, η Νέα Δημοκρατία βρίσκει διαρκώς απροσδόκητους συμμάχους «εξ αριστερών». Δεν αναφερόμαστε εδώ σε όσους «απ’ τα αριστερά» υποστήριξαν την «αναγκαιότητα του Lock-Down» κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας, αλλά σε μια αντίληψη που συνολικά αναθεματίζει, υποτιμά και εν τέλει βάζει απέναντι τα λαϊκά στρώματα.
«Το μαχαίρι του Ρουπακιά φέρει όχι ένα, αλλά 500.000 δακτυλικά αποτυπώματα, αυτά των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής» ακούμε συχνά να διατυπώνεται από αναρχικούς και ψευτοαριστερούς κύκλους. Δηλαδή την ευθύνη για τη φασιστική δολοφονία του Παύλου Φύσσα δεν την έχει το κρατικό σιγοντάρισμα των ταγμάτων εφόδου, δεν την έχουν τα εξιδανικευτικά ρεπορτάζ των ΜΜΕ, δεν την έχει η παχυλή χρηματοδότηση της ακροδεξιάς από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν την έχει η μνημονιακή πολιτική που έσπειρε μαζικά την απελπισία, «την ευθύνη την έχει ο ψηφοφόρος». Χωρίς καμία διάθεση «άφεσης αμαρτιών» για όσους «δεν ήξεραν», ενώ μάλλον δεν τους ένοιαζε, οφείλουμε να αναρωτηθούμε, αν η ευθύνη για την αναβίωση του φασισμού βαραίνει τον λαό, τότε ποιον εξυπηρετεί ο φασισμός, και ποιος εν τέλει θα τον τσακίσει; Όπως λοιπόν η «ατομική ευθύνη» συσκοτίζει την πραγματικότητα για τους θύτες και τα θύματα της υγειονομικής κρίσης, έτσι και η εναπόθεση των ευθυνών στους ψηφοφόρους για την άνοδο του φασισμού και τις αντιλαϊκές πολιτικές αναποδογυρίζει τους θύτες και τα θύματα της ταξικής πάλης.
Από κοντά ακολουθούν οι αναθεματισμοί για τους «νοικοκυραίους», τους «βολεμένους», τους «μικροαστούς» και ούτω καθεξής. Χρόνια ακούμε αυτούς τους χαρακτηρισμούς από τον αναρχικό/αντιεξουσιαστικό χώρο να κοσμούν οποιονδήποτε δεν θαμπώνεται από την «αίγλη» των μολότωφ και των κρυφτοκυνηγητών με τα ΜΑΤ. Αντίστοιχα στα φοιτητικά αμφιθέατρα ακούμε συχνά τα ΕΑΑΚ να καταφέρονται ενάντια στο «μπλοκ φυτών-καθηγητών», λες και υπάρχει κάποια μερίδα φοιτητών, τα «φυτά», η οποία έχει συμφέρον από την υποχρηματόδοτηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και την εξίσωση των πτυχίων των ΑΕΙ με αυτά των ιδιωτικών κολεγίων... Από όσους υπεροπτικά διαχωρίζονται από την κοινωνική πλειοψηφία δεν θα μπορούσε να λείπει και το ΚΚΕ, που παλιότερα καλούσε τον λαό να «διορθώσει την ψήφο του», γιατί αν η γραμμή και η στάση του «αδέκαστου» ΚΚΕ δεν πείθει το λαό, τότε το λογικό συμπέρασμα είναι πως ο λαός έχει το πρόβλημα… Απ’ τη στάση των παραπάνω δυνάμεων προκύπτει αβίαστα το ερώτημα, αφού δεν τους κάνει ο συγκεκριμένος λαός, γιατί δεν τον αλλάζουν για κάποιον άλλο;
Οι πραγματικά προοδευτικές ιδέες, αυτές που καλλιεργούν συνειδήσεις, αυτές που αλλάζουν τον κόσμο, δεν έχουν σχέση με όσους χρήζουν εαυτόν «αγωνιστική πρωτοπορία» και καταλήγουν είτε να δασκαλεύουν, είτε να υποτιμούν, είτε να εχθρεύονται τα υποτιθέμενα «πρόβατα». Ο μόνος τρόπος να προχωρήσει μπροστά η ανθρωπότητα είναι μαζί με τους ανθρώπους, και όχι ενάντιά τους. Σ’ αυτή την υπόθεση μπορούν να βοηθήσουν μόνο η αυτοκριτική, η ταπεινότητα, η σύνδεση με τους προβληματισμούς των πολλών, κι όχι η υπεροψία που αποτελεί μια άλλη όψη του ατομισμού.
Είτε λοιπόν πρόκειται για τη μετάθεση των κυβερνητικών ευθυνών, είτε για το μασκάρεμα της ανεπάρκειας ορισμένων δυνάμεων να πείσουν για την ορθότητα των θέσεών τους, η κατάληξη είναι η ίδια: η κοινωνική βάση μετατρέπεται σε «λαό-φταίχτη», που «τα ’θελε και τα ’παθε». Οι αγώνες όμως δεν προκύπτουν από τις «πεφωτισμένες μειοψηφίες», ούτε στρέφονται ενάντια στους «ασυνείδητους» και τους «νοικοκυραίους», οι αγώνες δίνονται ενάντια στο ιμπεριαλιστικό-καπιταλιστικό σύστημα και τις φρίκες που αυτό γεννάει, και το υποκείμενο των αγώνων, ο μοναδικός τροχός της ανθρώπινης ιστορίας είναι -είτε το καταλαβαίνουν είτε όχι- οι ίδιοι οι λαοί.
Φοίβος Α