Για μια ακόμη φορά το αμερικανικό κράτος σηκώνει μανίκια και ετοιμάζεται να δώσει μάχη στο πεδίο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας».
Αυτήν τη φορά, με αφορμή την υπόθεση της τυφλής επίθεσης οπλοφόρου τον Δεκέμβριο του 2015 στο Σαν Μπερναντίνο (με 14 νεκρούς και 17 τραυματίες), το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ζητάει από τη γνωστή εταιρία Apple να βοηθήσει το FBI να «ξεκλειδώσει» το iPhone τού δράστη, δηλαδή το τελευταίας τεχνολογίας κινητό του τηλέφωνο· ουσιαστικά, το αίτημα προς την Apple είναι άλλο: να δημιουργήσει η ίδια ένα σύστημα λειτουργίας, ένα «κλειδί», το οποίο θα παρακάμπτει την άμυνα των εκατομμυρίων συσκευών iPhone που ήδη κυκλοφορούν σε όλον τον πλανήτη, επιτρέποντας στο FBI και στο κάθε FBI να αποκτήσει άμεση πρόσβαση στο περιεχόμενό τους (συνομιλίες, μηνύματα, κάθε είδους αρχεία που έχουν δημιουργηθεί/ανοιχτεί/σταλεί/παραληφθεί/αποθηκευτεί, κλπ.).
Βεβαίως, είναι γνωστό ότι οι ΗΠΑ, πάντα στο πλαίσιο του αγώνα τους κατά του εγκλήματος, πρωτοστατούν διεθνώς στις «συνακροάσεις», στις παρακολουθήσεις τηλεφωνικών συνομιλιών, ηλεκτρονικών αλληλογραφιών και κάθε είδους επικοινωνιών, αλλά και στην αποθήκευση (με ορίζοντα δεκαετιών) τεράστιου όγκου δεδομένων, στην ανάπτυξη συστημάτων (όπως το Echelon) τα οποία φιλτράρουν τις διαμειβόμενες επικοινωνίες εστιάζοντας στους χιλιάδες υποψήφιους …τρομοκράτες.
Η Apple, σε πρώτη τουλάχιστον φάση, δεν έκανε δεκτό το αίτημα της αμερικανικής Δικαιοσύνης, και έστειλε μήνυμα σε όλους τους πελάτες αλλά και τους εργαζομένους της, εξηγώντας τους λόγους της άρνησής της. Μάλιστα, οι εκπρόσωποι της εταιρίας έφτασαν μέχρι το Κογκρέσο, και, αφού καταρχάς ξεκαθάρισαν, για να μην παρεξηγηθούν, ότι και οι ίδιοι «δεν τρέφουν καμία συμπόνια για τους τρομοκράτες» και ότι πρέπει «να αποδοθεί δικαιοσύνη» στην υπόθεση του Σαν Μπερναντίνο, ανέπτυξαν την επιχειρηματολογία τους. «Κάποιοι από εσάς μπορεί να έχετε ένα iPhone στην τσέπη σας αυτήν τη στιγμή…», είπαν στην αίθουσα ακροάσεων, «…και αν το καλοσκεφτείτε, υπάρχουν πιθανότατα περισσότερες πληροφορίες αποθηκευμένες στη συσκευή αυτή, απ’ όσες θα μπορούσε να κλέψει ένας διαρρήκτης που έχει εισβάλει στην κατοικία σας».
Ανελέητοι ανταγωνιστές τής Apple όλες τις άλλες ώρες, μια σειρά κολοσσοί όπως η εταιρίες Google και Facebook στέκονται τώρα στο πλευρό της. Προφανώς, απλώς προβλέπουν ότι θα ζητηθεί και από αυτές το ίδιο, δηλαδή ένα κλειδί παράκαμψης της ασφάλειάς τους και ευθείας πρόσβασης στα δεδομένα τους. Μάλλον εκτιμούν ότι η δικαστική υπόθεση του Σαν Μπερναντίνο είναι απλώς το όχημα, και η βιτρίνα ταυτόχρονα, για να υποβληθεί με τον πιο επίσημο τρόπο το αίτημα δυνατότητας «κρατικού» ελέγχου σε πληροφορίες εκατοντάδων εκατομμυρίων ιδιωτών.
Πάντως, προς το παρόν, από άλλες εταιρίες τεχνολογίας δεν έχουν αναφερθεί αντίστοιχες πιέσεις από την πλευρά τού FBI ή της αμερικανικής Δικαιοσύνης. Τι να υποθέσουμε; Ότι το αμερικανικό κράτος και οι υπηρεσίες του ασκούν πιέσεις για ελεύθερη πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα χρηστών μόνο της Apple; Ακόμα χειρότερα, ότι οι άλλες εταιρίες κολοσσοί ήδη συναίνεσαν; Ότι όλες οι εταιρίες μαζί αντιτίθενται, διεκδικώντας από τις φανερές και μυστικές αμερικανικές υπηρεσίες περισσότερα ανταλλάγματα; Ότι όσο και να μοιάζουν μονιασμένες, καθεμία παίζει το δικό της παιχνίδι διαπραγμάτευσης;
Αξίζει να αναφερθεί ότι στον μύλο της Apple πλέχτηκε και ο -πανταχού παρών- υποψήφιος για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος κάλεσε τους πολίτες της Αμερικής να …μποϋκοτάρουν την Apple μέχρι να δεχτεί να συνεργαστεί με το FBI στη συγκεκριμένη δικαστική υπόθεση. Επιπλέον, δήλωσε ότι ο ίδιος, ενώ είχε συσκευή iPhone της Apple, το γύρισε τώρα στην …Samsung, και τουλάχιστον μέχρι η Apple να συνετιστεί.
Βγαίνοντας στη …«δημοκρατική» αντεπίθεση, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Apple, Tim Cook, εξήγησε ότι σκοπεύει να μιλήσει για το θέμα με τον ίδιον τον Ομπάμα.
Παραλλήλισε με «καρκίνο» το λογισμικό που ζητάει το FBI από την Apple, και σημείωσε: «είναι κακή ιδέα να δημιουργηθεί, δεν θα το φτιάξουμε ποτέ, δεν το φτιάξαμε ποτέ». Ο Cook βιάστηκε να εξηγήσει, πριν τον ρωτήσουν, ότι η εταιρία του δεν διαθέτει ούτε για λογαριασμό της αυτό που της ζητάνε. Η αποστολή να γίνει πιστευτός είναι πολύ δύσκολη. Με άλλα λόγια υποστήριξε ότι οι υφιστάμενοί του που έχουν φτιάξει τα «λουκέτα ασφαλείας» για τις συσκευές τηλεφώνου, δεν έχουν φτιάξει τα …«κλειδιά». Παρεμπιπτόντως, ο Tim Cook δεν είπε ότι η Apple αδυνατεί να κατασκευάσει τα κλειδιά αυτά.
«Δεν είναι ωραία αίσθηση να εναντιώνεται κανείς στην κυβέρνησή του για το οτιδήποτε…» τόνισε ο ιθύνων νους της Apple, και πρόσθεσε: «…το να ερχόμαστε σε σύγκρουση με την κυβέρνηση την ώρα που υπερασπιζόμαστε τις ελευθερίες των πολιτών, τις οποίες οι ίδιοι, υποτίθεται, προστατεύουν, το βρίσκω απίστευτα ειρωνικό».
Το βέβαιο είναι ότι οι φανερές και μυστικές, κρατικές και μισοπαρακρατικές υπηρεσίες της Αμερικής επιχειρούν βαθύτερο έλεγχο των επικοινωνιών, των πληροφοριών και εν γένει των δεδομένων που διαμείβονται ψηφιακά. Τεχνολογικώς, ήδη έχουν πρόσβαση σε αυτά (ας θυμηθούμε μόνο τον σάλο που είχε ξεσπάσει προ διετίας με την υπόθεση της παρακολούθησης της Μέρκελ και ακόμη 35 ηγετών ξένων κρατών από τις μυστικές υπηρεσίες της Αμερικής). Ωστόσο θέλουν αυτό πλέον να γίνεται πιο άμεσα, πιο γρήγορα, πιο ουσιαστικά. Επιπλέον, στέλνουν και το τρομοκρατικό μήνυμά τους σε όλους τους ιδιώτες χρήστες, ασχέτως αν το μήνυμά τους είναι ντυμένο με τα χρώματα του …πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία. Το πραγματικό μήλο της έριδος στις ΗΠΑ που διανύουν την προεκλογική τους περίοδο δεν είναι η δυνατότητα πρόσβασης του FBI στις επικοινωνίες του τρομοκράτη του Σαν Μπερναντίνο, αλλά η δυνατότητα πρόσβασης (και ελέγχου) των υπηρεσιών της Αμερικής, πιθανώς και άλλων χωρών, στο περιεχόμενο των επικοινωνιών ενός μεγάλου τμήματος του λεγόμενου αναπτυγμένου και αναπτυσσόμενου κόσμου.