Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Περιοδικό Πορεία, τεύχος 51, που κυκλοφορεί
Στα θύματα της κυβερνητικής πολιτικής διαχείρισης της πανδημίας συγκαταλέγεται και ο πολιτισμός. Οι εργαζόμενοι στον τομέα αυτόν φτάνουν στο σημείο να μην δικαιούνται ούτε καν τα ψίχουλα που δίνει η κυβέρνηση στους εργαζόμενους που πλήττονται από της επιπτώσεις της κυβερνητικής πολιτικής διαχείρισης της πανδημίας. Η αντίδραση των καλλιτεχνών και εργαζομένων στις τέχνες απέναντι σε αυτήν την πολιτική ήταν έντονη και πρωτόγνωρη και οδήγησε σε μια τρομερή επανασυσπείρωση των εργαζομένων στον Πολιτισμό με απτά αποτελέσματα και συγκεκριμένα παραδείγματα: τη σύσταση της πρωτοβουλίας Support Art Workers με πάνω από 40.000 μέλη, την επανεκκίνηση πολλών Σωματείων (πρόσφατες εκλογές του σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών με 1.500 ψηφοφόρους -νούμερο ιστορικά πρωτοφανές, συνελεύσεις στον Πανελλήνιο Μουσικό Σύλλογο και το ΣΕΧΩΧΟ με τετραπλάσια συμμετοχή), τη δημιουργία νέων Σωματείων («Κάτω από τη σκηνή») ή την επαναδραστηριοποίηση παλαιότερων που ήταν σε αδράνεια (σωματείο σκηνογράφων - ενδυματολόγων), έναν πολύ μεγάλο πολιτικό και δημόσιο διάλογο στο διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθώς και τη μαζική συμμετοχή των εργαζομένων στον πολιτισμό σε κινητοποιήσεις που έγιναν την προηγούμενη περίοδο. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τομέας του πολιτισμού έγιναν ζητήματα καθημερινής συζήτησης και καθημερινής τριβής ανοιχτών και συλλογικών διαδικασιών.
Τα προβλήματα αυτά είναι πολλά ενώ τα μέτρα που παίρνει η κυβέρνηση και για αυτόν τον τομέα αποδεικνύουν την αντιφατική και αντιλαϊκή πολιτική της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι πολιτιστικοί χώροι (θεατρικές αίθουσες, γκαλερί, σχολές χορού, studio καλλιτεχνικών μαθημάτων κ.ά.), οι οποίοι παραμένουν κλειστοί χωρίς να υπάρχουν προβλέψεις για κάποιο σχέδιο λειτουργίας τους ή μετρά ενίσχυσης. Σε αυτήν την κατεύθυνση οι αποφάσεις που ανακοινώνονται όλη αυτή την περίοδο σχετικά με τους κανόνες λειτουργίας των θεατρικών σκηνών είναι αποκαλυπτικές αυτής της πολιτικής. Πέρασαν πολλοί μήνες από την περίοδο του πρώτου κύματος της πανδημίας, οπότε και τα θέατρα σταμάτησαν τη λειτουργία τους. Οι θεατρικές επιχειρήσεις, οι οποίες είναι από τις πλέον πληττόμενες από την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, βρίσκονται σε οριακό σημείο. Το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων του κλάδου βρίσκεται όλο αυτό το διάστημα χωρίς δραστηριότητα, ενώ και οι λίγες επιχειρήσεις που πραγματοποίησαν καλοκαιρινές παραστάσεις ανά την Ελλάδα γνώρισαν νέες σημαντικές ζημιές. Από τη μια η οικονομική κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι υποψήφιοι πελάτες τους και από την άλλη τα υγειονομικά πρωτόκολλα και οι ακυρώσεις παραστάσεων με αποφάσεις δήμων ή περιφερειών συνετέλεσαν σε αυτό το αποτέλεσμα. Στις αρχές του προηγούμενου Οκτώβρη ανακοινώθηκε το άνοιγμα των κλειστών θεατρικών χώρων, με πληρότητα 30%. Καμία θεατρική παραγωγή δεν μπορεί να είναι βιώσιμη με ποσοστά πληρότητας 30% ή ακόμη και 50%, με όλες τις μικρές σκηνές και παράγωγες να μην μπορούν ουσιαστικά να σηκώσουν τους δυσβάσταχτους περιορισμούς που τίθενται. Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση έπαιρνε αυτά τα μέτρα για τα θέατρα, στοίβαζε πάνω από 25 μαθητές στα τμήματα και άφηνε τον κόσμο να στριμώχνεται στα μέσα μαζικής μεταφοράς και εντελώς έκθετο στην πανδημία. Τώρα, το νέο lockdown του Νοεμβρίου αποτελεί την χαριστική βολή για το χώρο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι καλλιτεχνικές δομές εκπαίδευσης δεν αντιμετωπίστηκαν ποτέ ως ξεχωριστές οντότητες που χρειάζεται να εξειδικευτεί ο τρόπος λειτουργίας τους, αλλά αντιμετωπίστηκαν είτε ως σχολεία είτε ως πανεπιστήμια είτε ακόμα και ως …γυμναστήρια. Φαίνεται ξεκάθαρα ότι η κυβέρνηση αγνοεί εντελώς την ύπαρξη του τομέα του πολιτισμού και τους εργαζόμενους σε αυτόν. Θεωρεί τον χώρο αυτό όχι ως βασική ανάγκη του λαού, αλλά ως κάτι το εντελώς περιττό για το οποίο δεν αξίζει να υπάρξει καμία μέριμνα.
Απέναντι στα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τομέας του πολιτισμού, η υπουργός συναντήθηκε τέλη Οκτώβρη με μεμονωμένους επαγγελματίες από τους κλάδους του θεάτρου, του χορού και της μουσικής, «κεκλεισμένων των θυρών» και όχι με τα σωματεία και τους συλλόγους των εργαζόμενων στον πολιτισμό. Σε επιστολή διαμαρτυρίας τους οι καλλιτέχνες, σημειώνουν μεταξύ άλλων πως «Όσο κι αν είναι γνώριμες παρόμοιου είδους κινήσεις, μας προβληματίζει εντονότατα το ότι οι συναντήσεις αυτές κανονίζονται κρυφά, μυστικά (με συστηματική προσπάθεια μη δημοσιοποίησης του περιεχομένου, αλλά και των συμμετεχόντων), χωρίς δημοσιευμένο στην κοινωνία πλαίσιο και χωρίς κάλεσμα και θεσμικών αντιπροσώπων των καλλιτεχνών». Έτσι αντιμετωπίζει η κυβέρνηση τον χώρο του πολιτισμού. Πρώτα οδηγεί τους εργαζόμενους στο χώρο αυτό στο χείλος της οικονομικής καταστροφής και της φτώχειας και στη συνέχεια αρνείται να συναντηθεί με τους εκλεγμένους εκπροσώπους των εργαζομένων όπως οι ίδιοι καταγγέλλουν.
Αιμίλιος Α.