Αναμφίβολα ο τερματισμός της δίκης της Χρυσής Αυγής, με αποτέλεσμα το χαρακτηρισμό της ως “εγκληματικής οργάνωσης” και η αντίστοιχη επιβολή των ποινών, αποτέλεσε δικαίωση των σημαντικών λαϊκών αντιφασιστικών αγώνων όλης της προηγούμενης περιόδου. Με αποκορύφωμα τη μεγάλη συγκέντρωση της Τετάρτης 7/10, συγκέντρωση με παλμό και μαζικότητα αντίστοιχη των διαδηλώσεων της περιόδου 2010-12, καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης τα τελευταία 5,5 χρόνια, αλλά και προηγούμενα, ύστερα από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα στις 18 Σεπτέμβρη 2013, αναπτύχθηκε ένα πολύμορφο αντιφασιστικό κίνημα σε ολόκληρη τη χώρα. Ένα κίνημα πλατύ και δημοκρατικό, το οποίο αποτέλεσε το βασικό μοχλό πίεσης τόσο για την εκκίνηση και την ολοκλήρωση της δίκης, όσο και για το συγκεκριμένο αποτέλεσμά της.
Και είναι μια πραγματική νίκη του κινήματος αυτού, η οποία δίνει αγωνιστική ανάσα και ελπίδα στις χιλιάδες λαού, που όλα αυτά τα χρόνια απαίτησαν να τιμωρηθούν παραδειγματικά οι δολοφόνοι νεοναζί της Χρυσής Αυγής.
Δεν πρέπει να θεωρήσουμε πως η δίκη της Χρυσής Αυγής ήταν ένα ζήτημα νομικό, που η έκβασή της κρίθηκε στις αίθουσες των δικαστηρίων ή -πολύ περισσότερο- πώς ήταν πολιτική απόφαση είτε της Νέας Δημοκρατίας είτε του ΣΥΡΙΖΑ, όπως προσπαθούν αμφότεροι να την παρουσιάσουν. Από την άλλη, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υποτιμηθεί η σημαντική συνεισφορά της νομικής ομάδας της πολιτικής αγωγής, καθώς και η παρουσία προσώπων όπως η Μάγδα Φύσσα μέσα στο δικαστήριο, που 5,5 χρόνια τώρα πίεσαν για την ολοκλήρωση της δίκης, συνέλεξαν αποδεικτικά στοιχεία και ενίσχυσαν με νομικά και πολιτικά επιχειρήματα όλους τους λόγους για τους οποίους έπρεπε η Χρυσή Αυγή να καταδικαστεί.
Δε θα μπορούσαμε, βέβαια, να παραλείψουμε να αναφερθούμε σε ορισμένα στοιχεία της δίκης που έχουν μια ιδιαίτερη σημασία. Η ίδια η διάρκειά της πιστοποιεί όχι μόνο την προσπάθεια των χρυσαυγιτών και των συνηγόρων τους να χρονοτριβήσουν, αλλά αποκαλύπτει και ένα ολόκληρο πολιτικό και παραπολιτικό παρασκήνιο συνομιλιών επίσημων και ανεπίσημων για την έκβαση της δίκης. Επιπρόσθετα, η διεξαγωγή της δίκης για ένα μεγάλο διάστημα στον Κορυδαλλό, καθώς και η απόκρυψη των όσων συνέβαιναν μέσα στο δικαστήριο, αποτέλεσαν μία επιχείρηση μείωσης της σημασίας της και απόκρυψης βασικών τεκταινόμενων σε αυτήν. Τέλος, η πρόταση της εισαγγελέως, αλλά και η πολύ χειρότερη (μετά το τέλος της δίκης) αναφορά στην πρότασή της για αθώωση της Χρυσής Αυγής αποτελεί μία μαύρη σελίδα στην ιστορία της δίκης της Χρυσής Αυγής και της “ανεξάρτητης” δήθεν δικαιοσύνης. Η επίκληση των καταδικασθέντων (με ιδιαίτερα ελαφριές ποινές και δυσανάλογες με το βάρος των εγκλημάτων τους) στην εισαγγελική πρόταση αποδεικνύει πως η εισαγγελέας επιχείρησε όχι μόνο να “πέσει στα χαμηλά” η Χρυσή Αυγή, αλλά και να υπογραμμίσει με επόμενη δήλωσή της (εντελώς αχρείαση δικαστικά) την επιμονή της σε μία πρόταση που ερχόταν σε αντίθεση με όλα τα στοιχεία που στοιχειοθετούσαν το κατηγορητήριο, καθώς και με τα δημοκρατικά και αντιφασιστικά αισθήματα του λαού μας και ως τέτοια πρέπει να ιδωθεί.
Η άνοδος και η πτώση της Χρυσής Αυγής, καθώς και το φασιστικό ρεύμα που δυνάμωσε επικίνδυνα πριν από μερικά χρόνια στη χώρα μας αποτέλεσε γέννημα συγκεκριμένων οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων. Όσο και αν ο κλασικός ορισμός του φασισμού από την Κομμουνιστική Διεθνή το 1935 σαν την “πιο ανοιχτή τρομοκρατική δικατατορία των πιο αντιδραστικών, των πιο σωβινιστικών, των πιο ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστικού κεφαλαίου”, περιγράφει με απόλυτα ακριβή τρόπο τι πραγματικά πρεσβεύει το ρεύμα αυτό, οφείλουμε να δούμε τις ιδιαίτερες αιτίες στη χώρα μας που επέτρεψαν στο δηλητηριώδες “αυγό του φιδιού” να δυναμώσει και να ενισχυθεί.
Όσο και αν το συγκεκριμένο κεφάλαιο αποτελεί από μόνο του αντικείμενο πολλών κειμένων και άρθρων που έχουν γραφτεί στον Λαϊκό Δρόμο τα τελευταία χρόνια, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε σε ορισμένα βασικά σημεία που καθόρισαν τη συγκεκριμένη ανάπτυξη του νεοφασιστικού αντιδραστικού ρεύματος στη χώρα μας. Δεν είναι καταρχήν τυχαίο ότι ο φασισμός και η αντίδραση γνώρισαν άνοδο στη χώρα μας και παγκόσμια σε συνθήκες μίας βαθιάς οικονομικής κρίσης, που η πολιτική της διαχείριση οδήγησε στη βίαιη φτωχοποίηση μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Στην Ελλάδα αυτό πραγματοποιήθηκε με τη βάρβαρη αντιλαϊκή πολιτική των μνημονίων που επέβαλαν οι ξένοι ιμπεριαλιστές και η ντόπια ολιγαρχία του πλούτου, που καταβαράθρωσε τα λαϊκά εισοδήματα και το βιοτικό επίπεδο πλατιών εργατολαϊκών στρωμάτων. Μέσα στη φτώχεια, την ανεργία και την εξαθλίωση που δημιούργησαν τα μνημόνια της υποδούλωσης, βρήκε εύφορο έδαφος να ανθίσει ο αντιδραστικός φασισμός που βρήκε έκφραση στα ρατσιστικά, μισαλλόδοξα και εθνικιστικά κηρύγματα της Χρυσής Αυγής. Μασκαρεμένοι οι εκπρόσωποί της με αντιμνημονιακή μπογιά εμφανίζονται σαν "τιμωροί" των εκπροσώπων του "συστήματος". Η καταγραφή υψηλών ποσοστών της Χρυσής Αυγής σε εργατολαϊκές περιοχές, που χτυπήθηκαν βαθιά από την κρίση και τα μνημόνια, αυτό ακριβώς πιστοποιεί. Στις συνθήκες αυτές, η οικονομική κρίση δεν άργησε να μετεξελιχθεί σε κρίση πολιτική, με τα παραδοσιακά αστικά κόμματα να καταβαραθρώνονται, το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ σχεδόν να διαλύεται και τη ΝΔ να καταγραφει τα χαμηλότερα εκλογικά της ποσοστά. Για το λόγο αυτό, το αστικό σύστημα ενίσχυσε και πριμοδότησε μια σειρά κόμματα-αναχώματα και αντιλαϊκές εφεδρείες, όπως το Ποτάμι, τη ΔΗΜΑΡ, το ΛΑΟΣ, τους ΑΝΕΛ, την Ένωση Κεντρώων, αναμεσά τους και τη Χρυσή Αυγή, ανεξάρτητα από το διαφορετικό χαρακτήρα και τις καταβολές αυτών των κομμάτων.
Το αστικό πολιτικό σύστημα και τα κυρίαρχα ΜΜΕ, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια των μνημονίων, όχι μόνο δεν εναντιώθηκαν, αλλά αντίθετα στάθηκαν ευνοϊκά απέναντι στην άνοδο της Χ.Α. Τηλεοπτικές συνεντεύξεις, παρουσία σε πάνελ, ρεπορτάζ για το “εθνικό” έργο των χρυσαυγιτών που οργάνωναν συσσίτια “μόνο για Έλληνες”, που βοηθούσαν γιαγιάδες να πάνε στα ΑΤΜ, που συντάσσονταν με τους “αγανακτισμένους πολίτες” στον Άγιο Παντελεήμονα και άλλες περιοχές που “δικαιολογημένα” διεκδικούσαν να “φύγουν οι ξένοι” και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Ήθελαν τη Χρυσή Αυγή ενισχυμένη, για να λειτουργεί ως ανάχωμα στη λαϊκή οργή και αγανάκτηση που γεννούσε και αναπαρήγαγε καθημερινά η αντιλαϊκή πολιτική των μνημονίων. Η Χρυσή Αυγή όμως δεν αποτέλεσε μόνο ένα ανώδυνο κανάλι για τη διοχέτευση της απογοήτευσης του κόσμου ώστε να μη στραφεί στην αριστερά και το λαϊκό-εργατικό κίνημα. Αποτέλεσε και το μακρύ δολοφονικό χέρι του κράτους και του παρακράτους, το οποίο με οργανωμένες επιθέσεις σε μετανάστες, σε δημοκράτες, αριστερούς και κομμουνιστές, σε πολιτικά στέκια και χώρους της αριστεράς, ενίσχυσε το κλίμα φόβου και τρόμου σε γενικευμένη κοινωνική κλίμακα, που χρειαζόταν για να επιβληθούν τα μνημόνια και τα εκατοντάδες αντεργατικά-αντιλαϊκά μέτρα. Στην κατεύθυνση αυτή, η κρατική τρομοκρατία, το χτύπημα των διαδηλώσεων, η αστυνομική καταστολή και τα αντιδημοκρατικά μέτρα, έστρωσαν τον δρόμο στα “τάγματα εφόδου” και τις επιθέσεις των χρυσαυγιτών.
Ταυτόχρονα, η διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος τα τελευταία χρόνια από όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις και την ΕΕ δεν μπορούσε παρά να δώσει χώρο για την ενίσχυση της ακροδεξιάς και του φασισμού.
Οι πνιγμοί των προσφύγων στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο, η αντιπροσφυγική πολιτική των στρατοπέδων συγκέντρωσης, των φραχτών και των κλειστών συνόρων, οι “επιχειρήσεις-σκούπα” απέναντι στους μετανάστες στο κέντρο της Αθήνας, καθώς και η συνολική ξενοφοβική ρητορεία που πρόβαλλαν και συνεχίζουν μέχρι σήμερα να προβάλλουν τα ΜΜΕ, έστρωσαν το κατάλληλο έδαφος για να ενισχυθούν τα ρατσισικά πογκρόμ και τα μισαλλόδοξα φασιστικά κηρύγματα της Χρυσής Αυγής. Εκφραστές και κήρυκες του αντιδραστικού εθνικισμού, πρωτοστάτες του αντικομμουνισμού και μιας μισαλλόδοξης, σοβινιστικής και ρατσιστικής αντιμεταναστευτικής υστερίας, επιδίδονταν σε ένα αχαλίνωτο πατριδεμπόριο, εργαλείο στα χέρια των τυχοδιωκτικών αντιδραστικών κύκλων που ήθελαν και θέλουν να υποδαυλίσουν το εθνικιστικό μίσος ανάμεσα στους λαούς.
Έτσι, η Χ.Α. επιχείρησε να καλύψει ένα πολιτικό “κενό” που άφησε ακάλυπτο η αριστερά. Απέναντι στην πολιτική των μνημονίων, που αποτέλεσε τη συμπύκνωση της πολιτικής της εξάρτησης και της υποτέλειας και που αναπόφευκτα γέννησε αισθήματα εθνικής ταπείνωσης στην εργατική τάξη και το λαό, οι δυνάμεις που αναφέρονται στην αριστερά -κοινοβουλευτικές και μη- “χάρισαν” τον πατριωτισμό στους πατριδοκάπηλους, τους εθνικιστές και τους φασίστες. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ορκιζόταν στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ και ο Τσίπρας δήλωνε πως “η χώρα ανήκει στο δυτικό πλαίσιο”, όταν η ηγεσία του ΚΚΕ διακήρυσσε πως “ο αγώνας για εθνική ανεξαρτησία είναι αγώνας υπέρ της αστικής τάξης”, όταν το σύνολο του αντικαπιταλιστικού χώρου ασκούσε πολεμική απέναντι στη “θεωρία της εξάρτησης” σαν μια θεωρία “ξένη” προς το εργατικό κίνημα, το χώρο αυτό ήρθε να καλύψει η Χρυσή Αυγή με τα ψευτοπατριωτικά και πατριδοκάπηλα συνθήματά της, καπηλευόμενη τα πατριωτικά και αντιιμπεριαλιστικά αισθήματα του λαού μας.
Η Χρυσή Αυγή όλη αυτή την περίοδο ανέπτυξε μία βαθιά αντιλαϊκή δράση, με την απρόκλητη δολοφονία Φύσσα το Σεπτέμβρη του 2013 να αποτελεί τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Είχαν προηγηθεί η δολοφονία του Σαχζάτ Λουκμάν στα Πετράλωνα το Γενάρη του 2013, η επίθεση και ο ξυλοδαρμός μελών του ΠΑΜΕ στο Πέραμα, η δολοφονική έφοδος στους Αιγύπτιους ψαράδες, καθώς και πλήθος επιθέσεων σε μετανάστες, αγωνιστές και πολιτικά στέκια.
Η δολοφονική δράση της Χ.Α. αποτέλεσε την αφορμή για την ανάπτυξη ενός πλατιού αντιφασιστικού δημοκρατικού κινήματος που, τόσο σε αυτοτέλεια όσο και σε σύνδεση με τους ευρύτερους εργατικούς-λαϊκούς αγώνες, άσκησε πίεση και αποκάλυψε το βαθιά αντιδραστικό και αντιλαϊκό πρόσωπο της Χρυσής Αυγής και του δολοφονικού φασισμού.
Ο λαός και η νεολαία είδαν στη δολοφονία Φύσσα και στη συνολικότερη εγκληματική δράση της φασιστικής συμμορίας πως η Χ.Α. δε στέκεται απέναντι στο “κατεστημένο” και το “πολιτικό σύστημα”, αλλά -αντίθετα- αποτελεί το μακρύ χέρι του συστήματος αυτού και εχθροί της είναι το οργανωμένο λαϊκό κίνημα, οι πρόσφυγες, οι μετανάστες και η αριστερά.