To Μάη μαζί με τις Ευρωεκλογές θα διεξαχθούν και οι Δημοτικές-Περιφερειακές εκλογές. Εκλογές που γίνονται σε μια περίοδο που ο λαός μας βιώνει μια διαρκή και παρατεταμένη φτώχεια, ανεργία και συνολική υποβάθμιση της ζωής του, σαν αποτέλεσμα των σκληρών αντιλαϊκών μέτρων που εφάρμοσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, σε συνέχεια των προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων, κάτω από τη δαμόκλεια σπάθη των δανειστών.
Οι εκλογές αυτές έχουν την πολιτική τους σημασία και είναι σίγουρο ότι θα αποτελέσουν πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης των αστικών κομμάτων για τον έλεγχο και τη νομή της εξουσίας των συμπληρωματικών αυτών θεσμών του αστικού κράτους και ήδη, μέσα στο γενικότερο κλίμα πόλωσης και αποπροσανατολιστικού διχασμού του λαού μας, διαμορφώνουν τους όρους γι΄ αυτό. Ας μην ξεχνάμε ότι ο έλεγχος των 13 Περιφερειών και των μεγάλων Δήμων της χώρας και ο ανάλογος χρωματισμός του χάρτη θα είναι πρόκριμα και για Εθνικές εκλογές, αν αυτές δεν συμπέσουν με τις Δημοτικές-Περιφερειακές εκλογές.
Στα πλαίσια αυτά θεωρούμε ότι θα πρέπει να δούμε σ’ αυτήν τη φάση επιγραμματικά πώς έχει εξελιχθεί ο θεσμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης το τελευταίο διάστημα, μετά από την τρίτη αντιδραστική τομή του «Κλεισθένη Ι», γιατί ακριβώς η κυβέρνηση στα πλαίσιά του έχει εξαγγείλει και «Κλεισθένη ΙΙ» και «Κλεισθένη ΙΙΙ».
Ήδη με προηγούμενες αναλύσεις μας έχουμε επισημάνει ότι με τις δυο προηγούμενες μεταρρυθμίσεις («Καποδίστριας» – κατάργηση Κοινοτήτων και συγχωνεύσεις Δήμων, «Καλλικράτης» – νέες δραστικές συγχωνεύσεις Δήμων, κατάργηση Νομαρχιών, δημιουργία Περιφερειών), η Τοπική Αυτοδιοίκηση γίνεται κατ΄ όνομα αυτοδιοίκηση, κατ΄ ουσία «ετεροδιοίκηση» ή καλύτερα «Τοπική Διοίκηση», συμπληρωματικός θεσμός του αστικού κράτους, ένας μηχανισμός εφαρμογής, με πιο ευέλικτο και εύπεπτο τρόπο, της πολιτικής της κεντρικής εξουσίας και «αμορτισέρ» απορρόφησης και εκτόνωσης των αντιδράσεων και των αντιστάσεων του λαού στις αντιλαϊκές πολιτικές.
Μισό αιώνα και πλέον μετά τους λαογέννητους θεσμούς της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης του ΕΑΜ και των πρώτων μετεμφυλιακών δεκαετιών, που πολλοί Δήμοι, ελεγχόμενοι από δυνάμεις της Αριστεράς, αποτέλεσαν μετερίζια του λαϊκού αγώνα, το αστικό κράτος, μέσα από συνεχείς νομοθετικές ρυθμίσεις και τη βαθμιαία αλλαγή του χαρακτήρα των θεσμών αυτών και τον έλεγχό τους από αστικές δυνάμεις, παίρνει τη «ρεβάνς» και στον τομέα αυτό και δίνει σ’αυτά τα «ξεδοντιασμένα» πλέον και ακίνδυνα εργαλεία, κάτω και από τις Ευρωενωσιακές ντιρεκτίβες, πολλές αρμοδιότητες, θέλει να τα μετατρέψει σε μακρύ χέρι της αστικής εξουσίας, κατά τα πρότυπα της Δυτικής Ευρώπης.
Παρά την προπαγάνδα όλων των κυβερνήσεων και της κακόφημης «πρώτης φοράς αριστερής κυβέρνησης» για «αποκέντρωση», τα όργανα αυτά γίνονται πιο συγκεντρωτικά, πιο απόμακρα και απρόσωπα για τον πολίτη, φορομπηχτικοί και ρουσφετολογικοί μηχανισμοί. Αν δεν γινόταν όλες αυτές οι συγχωνεύσεις και η συγκεντροποίηση, δεν θα μπορούσαν να προκύψουν και οικονομίες κλίμακας για το μεγάλο κεφάλαιο, όπως αυτές που προέκυψαν, για παράδειγμα, για τη διαχείριση των σκουπιδιών, με την κατασκευή μέσω ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα), εργοστασίων ΑΣΑ (Ανακύκλωση Στερεών Αποβλήτων) σε Περιφέρειες της χώρας, με παχυλά χρηματοδοτούμενα προγράμματα από την ΕΕ, από την οποία εισάγεται και ο πανάκριβος εξοπλισμός.
Όλα άλλωστε τα προγράμματα και οι χρηματοδοτήσεις των Περιφερειών και των Δήμων στα πλαίσια της ΕΕ, έχουν συγκεκριμένο χαρακτήρα, κατευθύνσεις και τρόπο υλοποίησης, εξοβελιστέα τα έργα αντιπλημμυρικής – αντισεισμικής – αντιπυρικής προστασίας, λαϊκής – σχολικής στέγης, υγείας, πολιτισμού, περιβάλλοντος, συντήρησης επαρχιακού οδικού δικτύου κλπ., όπως απέδειξαν οι τελευταίες καταστροφές, προώθηση της ιδιωτικοποίησης μέσω ΣΔΙΤ .
Οι προϋπολογισμοί των ΟΤΑ πρέπει να είναι ισοσκελισμένοι και βρίσκονται κάτω από το άγρυπνο μάτι του «Παρατηρητηρίου», οργάνου ελέγχου των δανειστών. Αν αυτοί αποκλίνουν, τότε συνιστάται η περικοπή δαπανών και οι αυξήσεις φόρων και τελών, ενώ στο καθεστώς εργασίας όλο και πιο πολύ επεκτείνεται ο θεσμός της ελαστικής εργασίας, με ποικιλία συμβάσεων, ορισμένου χρόνου – «τετραμηνίτες», «οκταμηνίτες», «τετραωρίτες» – «έργου» κλπ., με γλίσχρες αμοιβές και με καθεστώς ομηρείας και ρουσφετιού.
Είναι άλλωστε χρόνιο το πρόβλημα της μη απόδοσης από το κεντρικό κράτος εσόδων που εισπράττει για λογαριασμό των Δήμων και η τελευταία κυβερνητική εντολή, ύστερα και από άλλες προηγούμενες, προς τις Περιφέρειες και του Δήμους, να καταθέσουν τα αποθεματικά τους στο «υπερταμείο», για να καλύψουν τη βουλιμία των δανειστών, αποδεικνύει ότι είναι υπηρέτες, εξαρτήματα και δεκανίκια του κράτους και της αντιλαϊκής του πολιτικής.
Με τη μεταρρύθμιση «Κλεισθένης-Ι» του 2018 δεν προκύπτουν προς το παρόν νέες συγχωνεύσεις. Θεσπίζεται η κατηγοριοποίηση των Δήμων, με βάση την οποία θα γίνεται και η χρηματοδότησή τους. Προωθείται η δημιουργία «Μητροπολιτικών Δήμων» (Αθήνα – Θεσσαλονίκη κ.α.), που θα αποτελούν και την πρώτη κατηγορία, που οδηγεί σε νέα συγκεντροποίηση. Οι χρηματοδοτήσεις της ΕΕ θα γίνονται σε μεγάλο βαθμό προς τους Δήμους αυτούς και προς τις Περιφέρειες.
Η πολιτική της «ανταποδοτικότητας» και της «επιχειρηματικότητας» διαπνέει όλο το νομοθέτημα, και πέραν της καθαριότητας, της ύδρευσης, της σχολικής στέγης, της προσχολικής αγωγής-βρεφονηπιακοί σταθμοί, επεκτείνεται και σε νέους τομείς, πράσινο, ίδρυση επιχειρήσεων παραγωγής, διανομής και πώλησης ενέργειας, «αξιοποίηση» (κτίσιμο) ελεύθερων χώρων, δημοτικής γης κλπ, πράγμα που οδηγεί σε πλήρη και ολοσχερή μετατροπή όλων των υπηρεσιών σε εμπορεύματα που πρέπει να υποτάσσονται στο βωμό του κέρδους.
Οι Περιφέρειες και Δήμοι πλέον θα «πουλάνε τα πάντα», επιβάλλοντας νέα χαράτσια, ενώ από τον Μητσοτάκη έχει εξαγγελθεί η μεταβίβαση στους Δήμους της είσπραξης φόρων ακίνητης περιουσίας και η σημερινή κυβέρνηση με τον «Κλεισθένη-ΙΙ» και «Κλεισθένη-ΙΙΙ», που απαιτούν συνταγματική αναθεώρηση, σχεδιάζει και νέες αντιδραστικές τομές. Μετά από όλα αυτά και τη μετατροπή των οργάνων αυτών σε βαθύ κράτος είναι πιθανόν να καταργηθούν και τα «απομεινάρια» των μηχανισμών ελέγχου του αστικού κράτους, των 7 «Αποκεντρωμένων Διοικήσεων», που είναι και ο διακαής πόθος των Περιφερειαρχών, ώστε να γίνουν «τοπικοί πρωθυπουργοί» σε «μικρά κρατίδια», κατά τα πρότυπα της Εσπερίας. Για την εφαρμογή όλων αυτών θα ανασυγκροτηθεί η δημοτική αστυνομία.
Είναι λοιπόν προφανές, μετά από όλα αυτά, ότι η θέσπιση της απλής αναλογικής για την εκλογή των οργάνων της Τ. Α. – που έδωσε την ευκαιρία να ξεφυτρώσουν πολλαπλάσιοι φερέλπιδες υποψήφιοι Δήμαρχοι και Περιφερειάρχες που θα διαπραγματευθούν θέσεις και αξιώματα μετά τις εκλογές – που σίγουρα είναι σαν σύστημα πιο δημοκρατικό από το υφιστάμενο, δεν υπακούει στις «δημοκρατικές ευαισθησίες» του ΣΥΡΙΖΑ, που έχει καταρρακώσει κάθε έννοια δημοκρατίας, αλλά υποτάσσεται στις εκλογικές σκοπιμότητες του κόμματος αυτού, που οι προσβάσεις στους θεσμούς αυτούς είναι σχετικά μικρή, προκειμένου να εξασφαλίσει τη μεγαλύτερη δυνατή παρουσία του στη συνδιαχείρισή τους.
Έπειτα από όλα αυτά είναι δυσμενές και ναρκοθετημένο το τοπίο για την παρέμβαση των δυνάμεων της Πραγματικής Αριστεράς και άλλων λαϊκών αγωνιστών, όπως είναι άλλωστε και η παρέμβαση σε άλλα πεδία των αστικών θεσμών.
Αλλά δεδομένου ότι και μέσα από τις Δημοτικές-Περιφερειακές εκλογές θα υπάρξει ένα πεδίο πολιτικοποίησης του κόσμου, όπου θα τεθούν όλα τα τοπικά και τα κεντρικά πολιτικά επίδικα, χωρίς καμιά ρεφορμιστική αυταπάτη για το χαρακτήρα των θεσμών αυτών και με στόχο την αποκάλυψη του χαρακτήρα τους, την υπεράσπιση δημόσιων αγαθών, χώρων και δικαιωμάτων, αλλά πολύ περισσότερο την ανάδειξη και τη σύνδεσή τους με τα μεγαλύτερα ζητήματα της εξάρτησης της χώρας, της αντιλαϊκής πολιτικής και του αγώνα για την ανατροπή τους, εξετάζοντας υποκειμενικές δυνατότητες, κινηματικά δεδομένα, δυνατότητες συνεργασιών και πολιτικής συμφωνίας, πέρα από γενική προπαγάνδα και παρέμβαση στις λαϊκές γειτονιές στις πόλεις και στα «έρημα» χωριά, πρέπει να εξετασθεί η συμμετοχή και στις εκλογές.