Πραγματοποιήθηκε το πρώτο προεκλογικό debate μεταξύ Ντόναλντ Τραμπ και Τζο Μπάιντεν στο Κλίβελαντ του Οχάιο στις 30 του Σεπτεμβρίου. Αυτό που παραδέχονται όλα τα μέσα και σε όλες τις χώρες, αλλά και διαπιστώνεται και από πλειάδα σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι ότι πρόκειται για τη χειρότερη, πιο χαοτική και ανούσια διαδικασία τέτοιου τύπου που έχει συμβεί. Η χώρα που καμώνεται πως υπερασπίζεται τη δημοκρατία διεθνώς και επεμβαίνει ενάντια σε δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις σε κάθε γωνιά του πλανήτη, δε μπορεί να οργανώσει με σοβαρό και δημοκρατικό τρόπο ούτε μια τηλεοπτική αντιπαράθεση μεταξύ των δύο υποψηφίων, καθώς οι υπόλοιποι είναι αποκλεισμένοι…
Βέβαια, με τον Τραμπ στο ένα από τα δύο βήματα, κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο, αν όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό. Διέκοπτε και προκαλούσε διαρκώς τον αντίπαλό του Τζο Μπάιντεν. Ο τελευταίος, που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, έχανε συχνά τα λόγια του και τον ειρμό του και αυτό φαίνεται να ήθελε να εκμεταλλευτεί και ο Τραμπ με τη συμπεριφορά του. Όπως και να’χει, η πλειοψηφία των ΜΜΕ θεωρεί ότι ο Μπάιντεν κέρδισε τις εντυπώσεις, ό,τι και αν σημαίνει αυτό για μια διαδικασία επιπέδου κοκορομαχίας…
Η συζήτηση αφορούσε κυρίως τα ζητήματα της πανδημίας και του συστήματος υγείας, του ρατσισμού και των αντιρατσιστικών κινητοποιήσεων, της οικονομίας και της υποτιθέμενης ανάκαμψής της, καθώς και του περιβάλλοντος, ειδικά μετά τις μεγάλες πυρκαγιές των ημερών.
Εντυπωσιακό για τα δικά μας δεδομένα είναι ότι η συζήτηση γύρω από το σύστημα υγείας, είναι αν θα επιτραπεί να υπάρχει… δυνατότητα επιλογής δημόσιου προγράμματος από τους ασφαλισμένους και όχι αν αυτό συμφέρει τους Αμερικάνους, αλλά κατά πόσο συνιστά… σοσιαλισμό και τον αφανισμό του δύστυχου ιδιωτικού τομέα στην ασφάλιση ή όχι… Φυσικά ο Τραμπ ισχυρίζεται ακριβώς αυτό, ενώ ο Μπάιντεν απαντάει ότι η δημόσια επιλογή θα αφορά μια πολύ μικρή και πολύ φτωχή μειοψηφία, οπότε η χώρα δεν κινδυνεύει από το σοσιαλισμό και οι ιδιωτικές ασφαλιστικές θα συνεχίσουν ανενόχλητες την κερδοφορία τους.
Σε γενικές γραμμές και κατά τη διάρκεια όλης της αντιπαράθεσης, ο Τραμπ προσπαθούσε να συνδέσει τον Μπάιντεν με αυτό που ο ίδιος και η παράταξή του ονομάζουν “ριζοσπαστική αριστερά”, που τον έχει τάχα στο τσεπάκι της, με τον δεύτερο να προσπαθεί μεν να αρνηθεί κάτι τέτοιο, αλλά να μη χάσει και τους αριστερούς ψηφοφόρους.
Αλλά και στο ζήτημα της πανδημίας, πέρα από τις προκλητικές ανοησίες του Τραμπ ότι η διοίκησή του τα πήγε θαυμάσια στη διαχείρισή της, χαρακτηριστικό είναι ότι κανείς από τους δύο δεν κατέθεσε σκέψεις γύρω από την ενίσχυση του συστήματος υγείας και το άνοιγμα της πρόσβασης σε αυτό, έστω για όσο διαρκεί αυτή η έκτακτη κατάσταση. Παρά υπήρξε μια άθλια και ανούσια συζήτηση για το πότε έπρεπε να γίνουν και πόσο έπρεπε να διαρκέσουν τα lockdown, για τη χρήση της μάσκας και για το πότε θα είναι διαθέσιμο το εμβόλιο της “κινέζικης πανούκλας” όπως χαρακτήρισε την επιδημία ο Τραμπ.
Τα ίδια λίγο πολύ αναπαράχθηκαν και στις συζητήσεις τόσο για το ρατσισμό και τις κινητοποιήσεις, όσο και για την οικονομία. Ο Τραμπ φρόντισε να ξεκαθαρίσει ότι οι ταραχές είναι έργο της Αριστεράς, οπότε και αρνήθηκε να καταφερθεί εναντίον των ακροδεξιών πολιτοφυλακών και οργανώσεων και της τρομοκρατικής δράσης τους, ενώ δήλωνε συνεχώς ότι η πλειοψηφία των σωμάτων ασφαλείας τον στηρίζει. Παράλληλα, προσπάθησε και πάλι να συνδέσει το ζήτημα των ταραχών σε διάφορες πόλεις, με το γεγονός ότι σε αυτές οι τοπικοί άρχοντες είναι Δημοκρατικοί, ακατάλληλοι για να “κάνουν τη δουλειά”, που μάλλον σημαίνει να θέσουν στρατό, εθνοφρουρά και ακροδεξιές πολιτοφυλακές εναντίον των διαδηλωτών…
Ο Μπάιντεν από τη μεριά του παρουσίασε το πρόβλημα του ρατσισμού, όχι ως συστηματικό, αλλά ως πρόβλημα μερικών “χαλασμένων μήλων” στην αστυνομία, που πρέπει να απομακρυνθούν και ως πρόβλημα που εντείνεται λόγω του εμπρηστικού ρατσιστικού λόγου του Τραμπ. Στο τελευταίο δεν έχει άδικο, όμως το πρόβλημα του ρατσισμού δεν παρουσιάστηκε τώρα στις ΗΠΑ… Απλά του είναι δύσκολο να πει ότι με αυτόν αντιπρόεδρο και τον Ομπάμα πρώτο Αφροαμερικάνο πρόεδρο για οκτώ χρόνια τίποτα ουσιαστικό δεν έγινε για να αλλάξει αυτή η κατάσταση…
Καθώς η ημερομηνία των εκλογών πλησιάζει, ο Μπάιντεν φαίνεται να διατηρεί κάποιο προεκλογικό προβάδισμα. Στην πραγματικότητα με τα ψέμματα και τα αίσχη της διοίκησης Τραμπ θα έπρεπε να είναι τελειωμένη ιστορία οι εκλογές, αλλά είναι η δυσκολία των Δημοκρατικών και του Μπάιντεν να πείσουν τους Αμερικάνους ότι αποτελούν καλύτερη επιλογή από τον Τραμπ που διατηρεί τη μάχη αυτή αμφίρροπη. Ο Τραμπ, που υποσχέθηκε ότι θα κάνει την Αμερική μεγάλη ξανά, δε φαίνεται τώρα να μπορεί να υποσχεθεί καν ότι θα αποδεχθεί το αποτέλεσμα των εκλογών σε μια ενδεχόμενη ήττα για αυτόν, κάνοντας από τώρα λόγο για νοθεία με αφορμή τις επιστολικές ψήφους λόγω της πανδημίας...