Τη δική του απάντηση στην κανονική «φιέστα» που έχει στηθεί από την κυβέρνηση και την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού σε βάρος του αρχαιολογικού ευρήματος της Αμφίπολης, έδωσε εχθές (στις 3 Σεπτεμβρίου) ο ΣΕΚΑ (Σύλλογος Εκτάκτων Αρχαιολόγων), δημοσιεύοντας σχετικό Δελτίο Τύπου, το οποίο και παραθέτουμε.
Το κείμενο μέσα στις πρώτες ώρες της κοινοποίησής του αναρτήθηκε καταρχάς σε πολλούς μεγάλους ηλεκτρονικούς ιστότοπους και σε γνωστές ψηφιακές εκδόσεις εφημερίδων, ενώ αναπαρήχθη σχεδόν αυτόματα σε μικρότερα sites, καθώς και σε αναρίθμητα blogs.
Δυστυχώς, πτυχή της μεγάλης ανταπόκρισης την οποία γνώρισε η καυστική πολιτική ανακοίνωση των αρχαιολόγων, συνιστά το γεγονός ότι η υπόθεση της Αμφίπολης «πουλάει»: Πολλά από τα ΜΜΕ έσπευσαν σε αναπαραγωγή του κειμένου του ΣΕΚΑ, όχι επειδή υιοθετούν την άποψη ότι πρέπει να αποδοκιμαστεί και να καταγγελθεί το «ριάλιτι» που ενορχηστρώνει ο Σαμαράς πάνω στο αρχαίο μνημείο, αλλά επειδή κρατά στην επιφάνεια το θέμα της Αμφίπολης.
Από την άλλη πλευρά, έχει σημασία να σημειωθεί ότι το Δελτίο Τύπου των εκτάκτων αρχαιολόγων γνώρισε απήχηση επειδή, ακριβώς, ανέδειξε με πειστικό τρόπο το πρόβλημα της πολιτικής εκμετάλλευσης τού σημαντικού αρχαιολογικού ευρήματος από την κυβέρνηση και το ΥΠΠΟΑ, ενώ μπόρεσε με ένα απτό παράδειγμα να εξηγήσει μια μεγάλη αλήθεια: ότι η πραγματικότητα, καλώς ή κακώς, είναι τελείως διαφορετική από εκείνη που (θέλει και επιχειρεί να) παρουσιάζει η κυβέρνηση και τα επιτελεία της.
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: Αμφίπολη: Να αποτρέψουμε τη δεύτερη σύληση
Από μια δεύτερη σύληση, σύγχρονη αυτή τη φορά, κινδυνεύει το εύρημα της Αμφίπολης. Θέλοντας να κλέψουν λίγη από την αίγλη του, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ και ο ίδιος ο πρωθυπουργός επιχείρησαν -επιστρατεύοντας όλες τις διαθέσιμες κάμερες και τους τηλεοπτικούς φακούς- να συνδέσουν τα πρόσωπά τους με μία, επιτέλους, ευχάριστη είδηση για τον ελληνικό λαό: την αποκάλυψη ενός σημαντικού μνημείου, τουλάχιστον από ιστορική και αρχαιολογική άποψη.
Αυτό που ξέχασαν βέβαια να πουν οι Αντ. Σαμαράς (πρωθυπουργός και πρώην υπουργός πολιτισμού), Κ. Τασούλας (νυν υπουργός πολιτισμού), Λ. Μενδώνη (γενική γραμματέας του υπουργείου πολιτισμού) στα ΜΜΕ τα οποία οι ίδιοι προσκάλεσαν για να τους αποθανατίσουν στην είσοδο του μνημείου, είναι ότι βλέπουν το εύρημα πρωτίστως από την εμπορευματική του πλευρά, βασικά σαν μια υποσχόμενη νέα τουριστική ατραξιόν της γενικώς εκποιούμενης χώρας.
Αυτό που επίσης παρέλειψαν να θυμίσουν, είναι ότι επί των ημερών τους και ειδικά στα τελευταία μνημονιακά χρόνια, ο τομέας του Πολιτισμού έχει γονατίσει, ενώ τα αρχαία μνημεία και οι σύγχρονοι εργαζόμενοι (και) στον Πολιτισμό στη μεγάλη πλειονότητά τους υποφέρουν από τις κυβερνητικές, βαθιά αντι-κοινωνικές πολιτικές, οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν υπηρετούν τα ιδεώδη ή κάποια από τις γνωστές αρχές του Πολιτισμού.
Μολονότι διατελούν βασικά μεταφραστές εντολών από Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον, κυβέρνηση και πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ τώρα επιχειρούν να δείξουν ότι ασκούν πολιτική στη χώρα τους, και λογοκοπούν με εκφράσεις εθνικής έπαρσης, την ώρα μάλιστα που ξεπουλούν τον τόπο και, μαζί, τα μνημεία του.
Εμφανίζονται τιμητές της αρχαιολογίας και δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν το ποσό των «100 χιλιάδες ευρώ» το οποίο χορηγήθηκε φέτος αφειδώς στην ανασκαφή του λόφου Καστά. Στην πραγματικότητα, οι 100 χιλιάδες ευρώ δεν επαρκούν ούτε για τους μισθούς επτά εργατών για το τρέχον έτος, και χωρίς να επιμένουμε στο γεγονός ότι αναφερόμαστε σε ένα εμβληματικής σημασίας μνημείο, με περίβολο περί τα 500 μέτρα, σχετικές διαστάσεις, και προφανείς ανάγκες σε ειδικευμένο προσωπικό.
Στην καλύτερη περίπτωση «ανεπαρκείς» στους αρχικούς πολιτικούς ρόλους τους, κυβέρνηση και ηγεσία του ΥΠΠΟΑ τώρα επιπλέον επιλέγουν να υποδυθούν τους αρχαιολόγους ή τους ιστορικούς, και να μιλήσουν στο όνομά τους.
Προφητεύουν ότι σε λίγες εβδομάδες θα έχουν αποκαλύψει το εσωτερικό του τάφου, πρόβλεψη επιστημονικά επισφαλής λόγω των πολλαπλών αγνώστων παραγόντων που συνοδεύουν κάθε ανασκαφική διαδικασία, πόσο μάλλον μια ανασκαφή τέτοιου μεγέθους.
Αν και στέκονται μπροστά σε μνημείο εμφανώς συλημένο, επιλέγουν να καλλιεργούν προσδοκίες οι οποίες θα κρατούν, όσο αυτό είναι δυνατό, αμείωτο το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.
Μετατρέπουν τον χώρο της ανασκαφής σε κέντρο Τύπου, και μια επιστημονική εργασία σε ριάλιτι· δυστυχώς, με την πληροφόρηση που χορηγούν, δεν επιθυμούν να ενημερώσουν για τα αρχαία, αλλά να αποπροσανατολίσουν από τα νέα.