Σήμερα εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω από το ζήτημα του ιμπεριαλισμού. Σωστά το κόμμα μας αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο συγκεκριμένο θέμα με αρθρογραφία, σχολιογραφία και πολεμική.
Ήδη από το τέλος της δεκαετίας του ’90 ο ιμπεριαλισμός αντικαταστάθηκε από τον όρο παγκοσμιοποίηση που αφενός ήταν ουδέτερος, αφετέρου συσκότιζε το ρόλο των μιλιταριστών, νεοαποικιοκρατών, αντεπαναστατών.
Στο άρμα της φιλολογίας της παγκοσμιοποίησης, ακόμα κι όταν το ΝΑΤΟ ματοκυλούσε τη Σερβία ή οι ΗΠΑ σφαγίαζαν τη Μέση Ανατολή, πρόστρεξαν όλοι οι νεοαριστεροί ρεφορμιστές και τροτσκιστές, άλλοτε φωνακτά, άλλοτε ντροπαλά. Η ηγεσία του ΚΚΕ σιωπούσε γιατί περνούσε από το στάδιο της συνεργασίας με την ντόπια άρχουσα τάξη (Τζαννετάκης – Ζολώτας) στη νέα φάση της πολιτικής εξαλλοσύνης και αρλούμπας, πως στον κόσμο κυριαρχούν οι επιχειρηματικοί όμιλοι κι όχι οι ιμπεριαλιστές. Αν κρατάμε το θέμα του ιμπεριαλισμού -μαζί με το ΚΚΕ(μ-λ) - ανοικτό δε γίνεται από πολιτική εμμονή και ιδεοληψία. Είναι γιατί έτσι μπορούμε καλύτερα να ορίζουμε τις κύριες αντιθέσεις (λαός - ιμπεριαλισμός), τις δευτερεύουσες αντιθέσεις όπως είναι αυτές στο πλαίσιο του αντιιμπεριαλιστικού μετώπου (εργατική τάξη – μικροαστοί, υπάλληλοι, διανοούμενοι – αγρότες), να βρίσκουμε πού να στρέψουμε τα «κύρια πυρά», να ορίζουμε με περισσότερη ακρίβεια τα βήματα των αγώνων. Δεν πρέπει να ‘μαστε θιασώτες του τυφλού κινηματισμού που λέει «να κάνουμε κάτι» ούτε του στείρου ακαδημαϊσμού που ξεχωρίζει τη θεωρία από την πράξη.
Για το Μ-Λ ΚΚΕ, θεωρώντας ότι δικαιωνόμαστε από τα γεγονότα, το ζήτημα του ιμπεριαλισμού είναι κομβικής και πρωτεύουσας σημασίας.
Ο Β. Ι. Λένιν μας δίνει έναν πληρέστατο και αξεπέραστο ως σήμερα ορισμό του ιμπεριαλισμού στο βιβλίο του «Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» (1916) συνοψίζοντας σε πέντε τα γνωρίσματά του:
- υπάρχει συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και της παραγωγής. Τα μονοπώλια μονοπωλούν την παραγωγή και την αγορά.
- Το βιομηχανικό κεφάλαιο το οποίο είναι κυρίαρχο στην εποχή του ελεύθερου ανταγωνισμού συγχωνεύεται με το τραπεζικό. Έτσι προκύπτει το χρηματιστικό κεφάλαιο.
- Αποκτά ιδιαίτερη σημασία η εξαγωγή κεφαλαίων και όχι προϊόντων.
- Δημιουργούνται διεθνείς ενώσεις του μονοπωλιακού κεφαλαίου που μοιράζονται τις παγκόσμιες αγορές.
- Σταματάει το μοίρασμα του κόσμου σε αποικίες από τις μεγάλες δυνάμεις και αρχίζει το ξαναμοίρασμα, δηλαδή η εποχή των ιμπεριαλιστικών πολέμων.
Ο Β. Ι. Λένιν σημείωνε πως σύμφωνα με την οικονομική πλευρά του ο ιμπεριαλισμός είναι μονοπωλιακός καπιταλισμός και λίγο αργότερα έγραφε πως ο ιμπεριαλισμός είναι η μετάβαση από τον μονοπωλιακό στον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό. Οι διάφοροι μεταμοντέρνοι ρεφορμιστές ακαδημαϊκοί (και κοντά τους η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ) διαχωρίζουν τα μονοπώλια από τα ιμπεριαλιστικά εθνοκράτη, παλιά και νέα, με αποτέλεσμα να μηδενίζουν το ρόλο των σύγχρονων ιμπεριαλιστικών κρατών και να υποβαθμίζουν τον αντίστοιχο ρόλο των καπιταλιστικών μονοπωλίων (π.χ. Ζήμενς).
Αλλά τα σύγχρονα ιμπεριαλιστικά κράτη συγχωνεύοντας την κρατική δομή (στρατός) με τα μονοπώλια έχουν μεταβληθεί σε συλλογικό καπιταλιστή και στην περίπτωσή μας σε συλλογικό επεμβασία και μακελάρη. Κάπως έτσι το συνέλαβε ο Φ. Ένγκελς στα 1883 (ΑντιΝτύρινγκ) όταν έγραφε πως το κράτος παίρνει την ιδιοκτησία των παραγωγικών δυνάμεων.
Ο ιμπεριαλισμός, όπως έγραφε ο Λένιν, «παρουσιάζει ένα ασυνήθιστο δυνάμωμα της κρατικής μηχανής, μιαν ανήκουστη αύξηση του υπαλληλοκρατικού και στρατιωτικού μηχανισμού σε συνδυασμό με την ένταση των καταπιέσεων ενάντια στο προλεταριάτο». Οι αδαείς νεοαριστεροί ρεφορμιστές και τροτσκιστές εμφανίζουν την ελληνική κρατική μηχανή ως απόδειξη της …ιμπεριαλιστικής Ελλάδας σε συνδυασμό με την εξαγωγή κεφαλαίων, μιλώντας κυρίως για το εφοπλιστικό κεφάλαιο που αποτελεί -όντως- μία οικονομική ιδιομορφία της χώρας μας.
Παίρνουν όχι το σύνολο των χαρακτηριστικών που μας δίνει ο Λένιν αλλά επιλεκτικά ( α λα καρτ) ορισμένα από αυτά, πράγμα που τους οδηγεί σε παραλογισμό. Σε μια φάση κοινωνικής ηρεμίας και οικονομικής ανάπτυξης το αστικό κράτος μπορεί να προσεταιριστεί σχετικά άνετα τους υπαλλήλους του δίνοντας «ήσυχες και τιμητικές θεσούλες που τοποθετούν τους κατόχους τους πάνω από το λαό» (Λένιν) και να εξαγοράζει τη στήριξη και ανοχή των διανοουμένων. Αυτό όμως στη χώρα μας δυσκολεύεται σε μέγιστο βαθμό στο βαθμό που η οικονομική κρίση χτυπάει αμείλικτα το μεγάλο όγκο των υπαλλήλων αλλά και γενικότερα των μικροαστικών στρωμάτων.
Από αυτή την άποψη η λογική του παλλαϊκού αντιιμπεριαλιστικού μετώπου κάτω από την ηγεμονία της εργατικής τάξης είναι φανερό πως αξιοποιεί τη θέση αυτών των στρωμάτων σε μια ευρύτερη συμμαχία ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τη μεγαλοαστική τάξη.
Στο στάδιο του ιμπεριαλισμού (στο οικονομικό, πολιτικό προτσές υπάρχουν στάδια, δηλαδή φάσεις ανάπτυξης∙ η θεωρία των σταδίων που εισήγαγαν οι ρεβιζιονιστές είναι άλλο πράγμα. Οι ρεβιζιονιστές κόβουν τη διαδικασία σε φέτες για να προσαρμοστούν τελικά στο λιγότερο κακό), η εθνική καταπίεση γενικεύεται και η αυτοτέλεια των υποτελών εθνικών κρατών καταστρατηγείται.
Ο Πρόεδρος Μάο διακήρυξε το γνωστό
«τα κράτη θέλουν ανεξαρτησία
τα έθνη απελευθέρωση και
οι λαοί επανάσταση»
και «συμπλήρωσε» δημιουργικά τη φράση των Μαρξ – Ένγκελς
«προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε».
Αυτό διόλου δεν σημαίνει ότι ένα τμήμα ή ολόκληρη η μεγαλοαστική τάξη των υποτελών εθνοκρατών δε συνδέεται με τον ιμπεριαλισμό. Το κόμμα μας, το Μ-Λ ΚΚΕ, διακήρυξε από το ιδρυτικό του συνέδριο πως χρειάζεται αποτίναξη της διπλής κυριαρχίας. Δηλαδή του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης για ν’ ανοίξει ο δρόμος για την εθνική ανεξαρτησία και το σοσιαλισμό. Κακόβουλα οι πολέμιοι των μαρξιστών – λενινιστών υποστηρίζουν ότι ο αντιιμπεριαλιστικός στόχος μας σημαίνει σ’ ένα βαθμό συμμαχία με τμήματα της μεγαλοαστικής τάξης. Δεν υπάρχει ούτε ένας κόκκος αλήθειας σ’ αυτό το μεγάλο ψέμα. Υποστηρίζουμε ότι η μεγαλοαστική τάξη της χώρας μας, εξαρτημένη, κομπραδόρικη και δουλοπρεπής είναι «νύχι-κρέας» με τους δυτικούς ιμπεριαλιστές και δεν υπήρξε καμία σοβαρή κίνησή της που υποδήλωνε το αντίθετο. Από τα γεννοφάσκια της και την έναρξη του νεοελληνικού κράτους (αρχές 19ου αιώνα) ως σήμερα εξαρτούσε την πορεία της σε υποταγή ή σύμπλευση με τις λεγόμενες μεγάλες δυνάμεις. Η εθνική αυτοδιάθεση (ή ανεξαρτησία όπως την ονομάζουμε) δεν ταυτίζεται με τα συμφέροντα της μεγαλοαστικής τάξης, όπως σκόπιμα παρουσιάζει η ίδια και τα κόμματά της, και επαναλαμβάνουν μονότονα, έστω και από άλλη γωνία, οι αριστερούτσικοι κινηματιστές. Το παραπάνω ιδεολόγημα είναι η ουσία του εθνικισμού που εκφράζουν ορισμένα κόμματα (π.χ. ΑΝΕΛ) και ο οποίος αφήνει βαθειά τα ίχνη του όχι μόνο στη μάζα των μικροαστών αλλά και του προλεταριάτου (Λένιν). Ο θεωρητικός και πρακτικός ηγέτης της Οχτωβριανής Επανάστασης έγραφε γι’ αυτό το θέμα:
«Οι σοφιστές της αστικής τάξης και οι προδότες του σοσιαλισμού που σέρνονται πίσω τους, επωφελούνται σήμερα, σε μια εντελώς διαφορετική εποχή, την ιμπεριαλιστική εποχή, από αυτό το γεγονός (δηλαδή της διατήρησης στη μνήμη των μαζών των παλιών εθνικών αντιφεουδαρχικών κινημάτων) για να διασπάσουν τους εργάτες και να τους αποσπάσουν από τα ταξικά τους συμφέροντα και τον επαναστατικό αγώνα ενάντια στην αστική τάξη».
Είναι γεγονός πως ύστερα από τη διπλή καπιταλιστική παλινόρθωση στις δυο μεγάλες χώρες του σοσιαλισμού (ΕΣΣΔ – Κίνα) το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα στις χώρες του λεγόμενου τρίτου κόσμου (Ασία, Αφρική, Λατ. Αμερική) δέχτηκε ισχυρότατο πλήγμα και βρίσκεται σε μεγάλη υποχώρηση. Αυτό το αναμφισβήτητο γεγονός εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξη του κούφιου «αντιιμπεριαλισμού» που στηρίζεται μεν σε λαϊκές και πληβειακές μάζες αλλά εκφράζει το πισωγύρισμα και τον σκοταδισμό. Αναφερόμαστε στα λεγόμενα φονταμενταλιστικά κινήματα και οργανώσεις, κυρίως στον αραβικό κόσμο.
Το αντιιμπεριαλιστικό μέτωπο λοιπόν είναι συστατικό στοιχείο της πάλης για το σοσιαλισμό. Στην πραγματικότητα αποτελεί το πρώιμο στάδιο της επανάστασης στις εξαρτημένες χώρες και είναι η πιο χειροπιαστή σημερινή αντίθεση ανάμεσα στο λαό και τον ιμπεριαλισμό. Με άλλους όρους θα λέγαμε ότι είναι η πρώτη εφεδρεία της επανάστασης αρκεί να μη μείνει «στη μέση» και να φτάσει τις αντιθέσεις στην ολοκλήρωσή τους.
Μία εφαρμογή της αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης είχαμε στην Κίνα όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα με την καθοδήγηση του Μάο Τσετούνγκ μετεξέλιξε τον αντιγιαπωνέζικο αγώνα και τον αντιφασισμό του β’ παγκοσμίου πολέμου σε πόλεμο ενάντια στη μεγαλοαστική τάξη και τον Τσανγκ Κάι Σεκ. Σχετικά ο Μάο έγραφε:
«Μετά τη δημοκρατική επανάσταση, οι εργάτες, οι φτωχοί και οι μεσαίοι-φτωχοί αγρότες δε σταματούν. Θέλουν να συνεχιστεί η επανάσταση. Μα υπάρχουν μέλη του κόμματος που δεν επιθυμούν να προχωρήσουν παραπέρα, μερικοί μάλιστα κάνουν βήματα προς τα πίσω και αντιτίθενται στην επανάσταση. Γιατί αυτό; Έγιναν υψηλοί αξιωματούχοι και θέλουν να προστατεύσουν τα προνόμια της τάξης τους. Μπορεί να συνεχιστεί η επανάσταση; … Μετά από δέκα χιλιάδες χρόνια δε θα υπάρχουν αντιθέσεις; Πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχουν; Θα υπάρχουν ακόμα».
Η αντιιμπεριαλιστική κίνηση, μέτωπο, δράση στρέφεται ενάντια στη διχοτόμηση των εθνοκρατών σε κυρίαρχα και κυριαρχούμενα, είναι δηλαδή διεθνιστική και δημοκρατική.
Στρέφεται ενάντια στη διχοτόμηση των εργατών σε φτηνούς (μετανάστες) και προνομιούχους (εργάτες των ιμπεριαλιστικών χωρών).
Στρέφεται ενάντια στις ντόπιες άρχουσες τάξεις που συνδέονται οργανικά με τον παγκόσμιο καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας και λειτουργούν ως το μακρύ χέρι των ιμπεριαλιστών σε κάθε ξεχωριστό κράτος.
Αντικειμενικά σ’ αυτό το πλαίσιο «χωρούν» πρώτιστα οι εργάτες, οι φτωχομεσαίοι αγρότες, οι υπάλληλοι, οι μικροαστοί της πόλης, οι διανοούμενοι που δεν προσκύνησαν την εξάρτηση, οι άνεργοι και οι νέοι.
Η πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό συγχωνεύει το εργατικό κίνημα με αυτό της αυτοδιάθεσης των εθνών και η ηγεμονία του πρώτου αποτελεί βασική προϋπόθεση για το προχώρημα του κινήματος προς το σοσιαλισμό.
Μπορεί λόγω της καπιταλιστικής ανισομετρίας ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας να μην εμφανίζεται και διεξάγεται με έναν ενιαίο τρόπο και σε ίδια κλίμακα. Είναι φανερό για τους λενινιστές ότι αυτό θα γίνεται όπου οι αντιθέσεις είναι πιο οξυμμένες και το επαναστατικό υποκείμενο έχει συγκροτηθεί.
(Αλλά αυτό είναι ζήτημα άλλου άρθρου).