Λίγους μόλις στίχους πριν μάθει ο Οιδίποδας την πραγματική, τραγική του ταυτότητα, έχει πάρει την απόφαση να ανακρίνει έναν δούλο που πρόκειται να αποτελέσει πρόσωπο-κλειδί για την αποκάλυψη της αλήθειας.
Όταν έρχεται η ώρα των συστάσεων, ο δούλος λίγο-πολύ υπερηφανεύεται ότι δεν είναι κάποιος τυχαίος υπηρέτης, αλλά ότι είναι υπηρέτης μεγαλωμένος σε σπίτι (και, δη, στα ανάκτορα του βασιλιά): «δούλος όχι αγοραστός, αλλά από σπίτι».
Φυσικά, η όποια διαφορά ανάμεσα σε δούλους αγορασμένους και δούλους με ανατροφή, μάλλον δεν θα πρέπει να νοείται χαώδης. Όπως εξάλλου προσθέτει στη συνέχεια του διαλόγου ο ανακρινόμενος δούλος, στο μεγαλύτερο τμήμα της ζωής του ο ίδιος βοσκολογούσε τα κοπάδια κάποιου άλλου, του βασιλιά του.
Θα μπορούσε βέβαια η μοίρα να είχε σταθεί ακόμη πιο άδικη σε βάρος του, και να είχε ζήσει τη ζωή ενός δούλου σε ορυχείο. Θα μπορούσε να είχε και την καλύτερη τύχη ενός δούλου-παιδαγωγού, οπότε και δεν θα χρειαζόταν κάθε μέρα να ακολουθεί πρόβατα, το γάλα, το κρέας και το μαλλί των οποίων δεν θα μπορούσε να αγγίξει, καθότι άνηκαν στο αφεντικό του.
Αγορασμένος ή σπιτο-αναθρεμμένος, το βέβαιο είναι ότι ο δούλος εκτελεί τις εντολές του ιδιοκτήτη του, και ζει τη ζωή την οποία κάποιος άλλος έχει επιλέξει για λογαριασμό του. Από δοσοληψία ή από κούνια, εξ ανάγκης ή εκ πεποιθήσεως, ο δούλος μια φορά κύριος του εαυτού του δεν είναι.
2.500 χιλιάδες χρόνια μετά, η τραγωδία επαναλαμβάνεται σαν ...φαρσοκωμωδία, σε κοινωνικό υπόβαθρο αληθινού δράματος! Οι δούλοι της εποχής μας επιχειρούν να εξηγήσουν ότι είναι διαφορετικοί δούλοι από τους υπολοίπους, και σίγουρα από τους προκατόχους τους. Προσπαθούν να πείσουν ότι το δικό τους είδος υποτέλειας είναι προτιμότερο, διότι οι ίδιοι πολέμησαν την υποτέλεια πριν την αποδεχτούν. «Είμαστε καλύτεροι, διότι εμείς είμαστε δούλοι από ανάγκη, ενώ οι προηγούμενοι ήταν εθελόδουλοι, δούλοι από επιλογή» είναι το νόημα των επιχειρημάτων τους.
Ακόμη κι εκείνοι που μετριοπαθώς θα αποδέχονταν ότι οι παράδοξοι καιροί που ζούμε επιτρέπουν ενδεχομένως κάποια περιθώρια απόκλισης από την αυστηρή κανονικότητα και ομαλότητα, σίγουρα δεν περίμεναν το κανονικό τρελοκομείο πολιτικών γεγονότων που προσφέρει, ιδιαιτέρως τις τελευταίες εβδομάδες, η ελληνική πολιτική σκηνή (που βρέθηκε μάλιστα στο επίκεντρο της διεθνούς).
Τι να πρωτοαναφέρει κανείς; Το «Όχι» που σημαίνει «Ναι»; Τη συμπολιτευόμενη αντιπολίτευση; Την αντιπολιτευόμενη συμπολίτευση; Τη μαζικότερη υπερψήφιση μνημονιακών μέτρων από ένα κοινοβούλιο κοσμημένο με τους περισσότερους «αντιμνημονιακούς» βουλευτές της τελευταίας πενταετίας; Την απώλεια της δεδηλωμένης κατά ...μόλις 22 βουλευτές που πέρασε απαρατήρητη; Τους ανά-κατά-δια-αντί-συμπολιτευόμενους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που καταγγέλλουν τα μνημονιακά μέτρα αλλά στηρίζουν τους συντρόφους τους που τα εισηγούνται;
Αν η ελληνική πολιτική σκηνή τις ημέρες μας εμπράκτως και κατ' εξακολούθηση σε μια πληθώρα εκφάνσεών της ξεπερνάει τα ίδια τα όρια του σουρεαλισμού, το νόημα των πολιτικών επιχειρημάτων καταρχάς της κυβέρνησης (που εκπέμπεται μάλιστα από ορισμένα στελέχη της λεγόμενης «αριστεράς») καταρρίπτει το ένα μετά το άλλο όλα τα γνωστά ρεκόρ ιλαροτραγωδίας.
Αν τυχόν η στάση που κράτησε ο Λαφαζάνης, του τύπου «καταψηφίζω τα μέτρα, αλλά στηρίζω την κυβέρνηση» αποτελεί ωδή στον υπερρεαλισμό (και θυμίζει τη διαφήμιση που λέει: «αν εξαιρέσουμε τις ερμηνείες, η ταινία ήταν καλή»), τότε η ίδια η στάση του Πρωθυπουργού, ο οποίος φέρνει προς ψήφιση μέτρα «την πλειονότητα των οποίων δεν πιστεύει» (κατά την δική του ακριβή φράση), συνιστά ένα κορυφαίο σύγχρονο, πολιτικό όσο και κυριολεκτικό, Δράμα.
«Το παλιό έχει τελειώσει σε αυτή τη χώρα. Η κρίσιμη διαφορά είναι ότι ο ελληνικός λαός έχει πλήρη συνείδηση: καταλαβαίνει ποιοι παραδίδονται αμαχητί και ποιοι δίνουν τη μάχη με την ψυχή τους». Με αυτό το μάλλον αποτυχημένο σκεπτικό (διότι η πολιτική κρίνεται από το αποτέλεσμα, όχι από τις προθέσεις) προσήλθε ο Τσίπρας στη Βουλή, λίγο πριν την ψηφοφορία για το πρώτο πακέτο προαπαιτουμένων.
Δίπλα στην πολιτική στάση-δράμα του Πρωθυπουργού, το δράμα των ΣΥΡΙΖΑίων βουλευτών: για να στηρίξουν, λοιπόν, την κυβέρνησή τους, και να μην επιτρέψουν στους Γερμανούς με τις πολιτικές τους πιέσεις να εκπαραθυρώσουν πραξικοπηματικά τον ΣΥΡΙΖΑ, προτίμησαν να εκχωρήσουν εθνική κυριαρχία και να ισοπεδώσουν την ελληνική κοινωνία υιοθετώντας τα μνημονιακά σχέδια των ...Γερμανών. Ακατάληπτο, Θείο Δράμα.
Ειλικρινής, αυτό του το αναγνωρίζουμε, αφού υπερψήφισε το πρώτο πακέτων προαπαιτουμένων, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Κυρίτσης αποφάσισε να αυτομαστιγωθεί δημοσίως, στο Facebook: «Η αποψινή ήταν η πιο εξευτελιστική στιγμή στη ζωή μου από τότε που κατουρήθηκα στο σχολικό στην Τρίτη δημοτικού. Οι πρώτες λέξεις που είπα ως βουλευτής ήταν ένα ΝΑΙ σε κάτι που δεν πιστεύω, ψήφισα μνημόνιο, αισθάνομαι άρρωστος (...) Το έκανα με το σκληρό πολιτικό σκεπτικό ότι η πτώση της κυβέρνησης θα είναι νίκη του Σόιμπλε και των εδώ μνημονιακών και χαντάκωμα της αριστεράς...».
Ω θεοί! Όλα αυτά τα έκαναν οι ΣΥΡΙΖΑίοι για να αποτρέψουν το χαντάκωμα της αριστεράς. Δηλαδή, λέμε τώρα, αν έπαιρναν απόφαση να χαντακώσουν την αριστερά, τι περισσότερο θα έβλεπαν τα μάτια μας;
Μερικές εκατοντάδες χρόνια πριν, ο Αριστοτέλης έλεγε ότι ο «Οιδίποδας Τύραννος» του Σοφοκλή ήταν η κορυφαία τραγωδία που είχε γραφτεί ποτέ· προφανώς, ούτε που θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί το τραγικό μεγαλείο μιας κυβερνώσας «αριστεράς». Κι όμως, παρόλα αυτά, το βαθύτερο δράμα είναι αλλού: αν οι επιλογές του Οιδίποδα έφεραν δυστυχία στον ίδιο και στην οικογένειά του, οι επιλογές της κυβερνώσας «αριστεράς» φέρνουν δυστυχία σε έναν ολόκληρο λαό.
Στη θέση της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και των κυβερνητικών συνδυασμών τους, κάποτε με δεξιά και κάποτε με αριστερά δεκανίκια, έχουμε σήμερα τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Στη θέση της τρόικας, έχουμε πλέον τους θεσμούς. Στη θέση των πρώτων μνημονίων και των μεσοπρόθεσμων προγραμμάτων, έχουμε τώρα τα προαπαιτούμενα και δρομολογούμενες συμφωνίες. Στη θέση της παλιάς, έχουμε μια γυαλιστερή, καινούρια υποτέλεια. Τους απαρχαιωμένους δούλους, θα αντικαταστήσουν σύγχρονοι, μοντέρνοι. Πάντως, για κάποιον λόγο, «συγκλονιστικές αλλαγές» δεν τις λες.