Φαινόμενα έντονου συνδικαλιστικού εκφυλισμού συσσωρεύονται τους τελευταίους μήνες σε όλη την Ελλάδα, με επίκεντρο τα διαδοχικά συνέδρια δευτεροβάθμιων εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων (Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών) που έχουν πραγματοποιηθεί. Η ένταση και η γενίκευση αυτών των φαινόμενων συνδέεται με τον τρόπο και τις μεθόδους που ακολουθούνται για τη διαμόρφωση των συσχετισμών στα συνέδρια και στις εκλεγόμενες διοικήσεις των Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών, αλλά και των συσχετισμών στο 38ο συνέδριο της ΓΣΕΕ, που πρόκειται να πραγματοποιηθεί στις 14 Μάρτη, στην Καλαμάτα.
Πρωταγωνιστές των επεισοδίων που έχουν απανωτά σημειωθεί είναι, από τη μια, το συνδικαλιστικό μπλοκ των ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ και από δίπλα της συνδικαλιστικής παράταξης του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο ελέγχει και τις περισσότερες διοικήσεις των ανώτερων συνδικαλιστικών οργανώσεων και από την άλλη, το ΠΑΜΕ. Το επίμαχο ζήτημα γύρω από το οποίο ξεκινούν και εκδηλώνονται αυτά είναι η νόθευση των αντιπροσώπων στα συνέδρια. Αν και δεν πρόκειται για καινούργιο ζήτημα, την τελευταία περίοδο, έχει γίνει αφορμή μεγάλης κλιμάκωσης της έντασης της αντιπαράθεσης, γιατί για την επίλυσή του το ΠΑΜΕ έχει υιοθετήσει μια πρακτική “δυναμικής” παρέμβασης, ενώ έχουν σχεδόν καθιερωθεί και από τις παρατάξεις ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ-ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και από το ΠΑΜΕ οι ενέργειες εξωσυνδικαλιστικής “επίλυσής” του με προσφυγή στα δικαστήρια. Αλλά όχι μόνο αυτό. Η όξυνση έχει οδηγήσει και σε πολύ χειρότερες ενέργειες: σε προσκλήσεις από συνδικαλιστικές δυνάμεις προς το κράτος να αστυνομεύσει τη διεξαγωγή των συνεδρίων!
Για την όλη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί και βρίσκεται σε εξέλιξη να θυμίσουμε τέσσερα πρόσφατα, σχετικά, γεγονότα:
- Στο Εργατικό Κέντρο Κατερίνης (ΕΚΚ), όπου η προσκείμενη στην ΠΑΣΚΕ διοίκηση του ΕΚΚ στράφηκε δικαστικά ενάντια στη διαδικασία εκλογής 6 αντιπροσώπων του ΠΑΜΕ, το ΠΑΜΕ κατάγγειλε αποκλεισμό αντιπροσώπων του και διεξαγωγή νόθου συνεδρίου. Το ΠΑΜΕ προχώρησε σε “δυναμικές ενέργειες” στο χώρο του συνεδρίου για το θέμα αυτό και η διοίκηση του ΕΚΚ κατηγόρησε το ΠΑΜΕ για “τραμπούκικη επίθεση εναντίον του προέδρου και σύνεδρων του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου” και “προπηλακισμούς” του σε βάρος δικαστικής αντιπροσώπου. Η διοίκηση του ΕΚΚ κάλεσε στη συνέχεια την αστυνομία και την εισαγγελία να “μεριμνήσουν” για την “ομαλή” διεξαγωγή του συνεδρίου!
- Στο Εργατικό Κέντρο Πειραιά, οι εργασίες του συνεδρίου του, μετά από αποκλεισμούς αλληλοκαταγγελίες του ΠΑΜΕ και των άλλων παρατάξεων για τη νομιμοποίηση συνέδρων, πραγματοποιήθηκαν με την παρουσία, ουσιαστικά, μόνο συνέδρων της παράταξης του ΠΑΜΕ.
- Στο Εργατικό Κέντρο Κέρκυρας, ενόψει των εκλογών που είχαν οριστεί στις 27 Φλεβάρη, οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ προσέφυγαν στο Πρωτοδικείο Κέρκυρας για να ακυρωθούν 19 αντιπρόσωποι, όπως και έγινε τελικά με τη δικαστική απόφαση. Στη συνέχεια, η πλειοψηφία του ΔΣ πήρε απόφαση για αναβολή των εκλογών και κατέθεσε ασφαλιστικά μέτρα ενάντια στην απόφαση της ακύρωσης των αντιπροσώπων.
Εκεί, ωστόσο, όπου κορυφώθηκε αυτού του είδους η “αντιπαράθεση” ήταν στο 38ο συνέδριο της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδας (ΟΙΥΕ) που ήταν να γίνει στις 23-24 Φεβρουαρίου, αλλά εξαιτίας της όξυνσης και των γεγονότων που έλαβαν χώρα με την έναρξή του οδηγήθηκε σε διάλυση! (επαναπροκηρύχθηκε η πραγματοποίησή του για τις 6 Μάρτη όπου, αντιμετωπίζοντας παρόμοιες καταστάσεις, ξανα-αναβλήθηκε!). Το ΠΑΜΕ οργάνωσε “δυναμική” συγκέντρωση των δυνάμεών του στο χώρο του συνεδρίου, καταγγέλλοντας ότι “στην αίθουσα που θα διεξάγονταν οι εργασίες, μέσα, αλλά και γύρω από το ξενοδοχείο κυκλοφορούσαν μπράβοι, οι οποίοι παίρνοντας απευθείας οδηγίες από τους εργατοπατέρες της πλειοψηφίας προσπαθούσαν να εκφοβίσουν τα μέλη του ταξικού κινήματος και να “πουλήσουν”προστασία στα διευθυντικά στελέχη που συμμετείχαν στις αρχαιρεσίες” και ανακοινώνοντας ότι “με την αποφασιστική στάση αντιπροσώπων και συνδικαλιστών, οι τραμπούκοι πετάχτηκαν τελικά έξω από το ξενοδοχείο”. Από την άλλη πλευρά, η διοίκηση της ΟΙΥΕ εξέδωσε ανακοίνωση για τα “βίαια επεισόδια και τη ματαίωση του συνεδρίου με ευθύνη του ΠΑΜΕ”, με την οποία κατάγγειλε “ομάδα 200-250 ατόμων, εκ των οποίων η μεγάλη πλειοψηφία δεν ήταν καν σύνεδροι, που εισήλθαν καταδρομικά στο χώρο της γραμματείας”...“ προπηλάκισαν συνεχώς συνέδρους”... “εμπόδισαν να παραλάβουν τις κάρτες τους”...“έκλεψαν κάρτες των αντιπροσώπων” και έκαναν “κατάληψη της συνεδριακής αίθουσας”. Με ανάλογο περιεχόμενο εκδόθηκε και ανακοίνωση που υπογράφουν 70 σωματεία-μέλη της ΟΙΥΕ. Μαζί με όλα αυτά, όπως μας πληροφορεί ο Ριζοσπάστης της 26.2, “αντιπροσωπεία συνδικαλιστών και εκλεγμένων συνέδρων κατέθεσε μήνυση για την παρουσία και τη δράση ένοπλων μπράβων, ποινικών στοιχείων, στο Συνέδριο”, ενώ η διοίκηση της ΟΙΥΕ “κατέθεσε μήνυση για «παρεμπόδιση» του Συνεδρίου, ζητώντας «αποζημίωση» 100.000 ευρώ”!
Αξίζει να σημειωθεί πως η διοίκηση της ΓΣΕΕ έχει παρέμβει στις παραπάνω εξελίξεις με ανακοινώσεις της που καταγγέλλουν το ΠΑΜΕ και “ζητούν άμεσα συνάντηση με την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης”, δηλαδή, παρέμβαση της αστυνομίας στα συνέδρια! Οι παρεμβάσεις της αυτές, ήδη, έφεραν την αστυνομία στα συνέδρια του Εργατικού Κέντρου της Κατερίνης και της Θεσσαλονίκης, τα ΜΑΤ κοντά στο χώρο του συνεδρίου της ΟΙΥΕ, ενώ προοιωνίζονται και την αστυνομική παρουσία στο συνέδριο της ΓΣΕΕ, με δεδομένο ότι το ΠΑΜΕ καλεί συγκέντρωση τη μέρα της έναρξης του συνεδρίου στην Καλαμάτα.
★★★
Όλα όσα συμβαίνουν στα τελευταία συνέδρια των ανώτερων εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων υπογραμμίζουν πόσο βαθιά έχει υπονομεύσει η πολιτική των κυρίαρχων εργατοϋπαλληλικών παρατάξεων τις λειτουργίες των συνδικάτων. Πόσες ξένες και εχθρικές προς το ταξικό εργατικό κίνημα μεθόδους και πρακτικές έχουν εισάγει στη ζωή των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Μεθόδους που αποσυνθέτουν τις συνδικαλιστικές λειτουργίες και ωθούν τους εργαζόμενους μακριά από τα συνδικάτα.
Ποιες είναι αυτές οι μέθοδοι και πρακτικές;
Πρώτο, η εκτεταμένη νόθευση της αντιπροσώπευσης των εργαζομένων στα όργανα των συνδικάτων (συνέδρια, διοικητικά συμβούλια), η οποία δεν προκύπτει μόνο από το ισχύον με νόμο σύστημα εκλογών στα σωματεία, αλλά και από μια σωρεία πρακτικών που εμποδίζουν και αλλοιώνουν την εργατική και δημοκρατική εκπροσώπηση. Πρακτικές που, όπως καταγγέλθηκαν και στα τελευταία συνέδρια, έχουν να κάνουν με την επέμβαση της εργοδοσίας και των διευθυντικών στελεχών της στη λειτουργία και στις εκλογές των σωματείων, με στήσιμο τεχνητών σωματείων, με ψηφοφορίες που γίνονται με παραποιημενους εκλογικούς καταλόγους, με διπλοψηφίες κ.ά. Η εκλογική νοθεία είναι μια πληγή για τη δημοκρατία στα εργατικά συνδικάτα. Ανθεί όπου και όσο κυριαρχούν οι παρατάξεις των αστικών κομμάτων και οι φιλεργοδοτικές και φιλοκυβερνητικές παρατάξεις, οι οποίες την ασκούν συστηματικά για να διατηρούν τον έλεγχό τους πάνω στις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Δεν είναι, ωστόσο, αμέτοχη σε αυτή την πρακτική ούτε η παράταξη του ΚΚΕ.
Δεύτερο, η καταφυγή για την επίλυση διαφορών και διαφωνιών (για νομιμοποίηση αντιπροσώπων, εκλογικά αποτελέσματα κλπ) που είναι αποκλειστικά υπόθεση των εργαζομένων οργάνων του συνδικαλιστικού κινήματός τους, στην παρέμβαση του κράτους και ειδικά στα δικαστήρια. Η “επίλυση” ενδοσυνδικαλιστικών διαφορών με κρατική παρέμβαση αποτελεί πρακτική ανοικτής νομιμοποίησης της επέμβασης κυβέρνησης και αστικού κράτους στις εργατικές συνδικαλιστικές υποθέσεις, παρά τα όσα διατυμπανίζουν οι κυρίαρχες συνδικαλιστικές παρατάξεις για την “αυτονομία” των συνδικάτων. Αυτή η μέθοδος δεν χρησιμοποιείται μόνο από τις παρατάξεις των αστικών κομμάτων (ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ κλπ). Στη χρήση της προσφεύγει συχνά και η παράταξη του ΚΚΕ, παρά τις κορώνες του κατά του αντεργατικού “ταξικού ρόλου” της αστικής δικαιοσύνης.
Τρίτο, η κλήση της αστυνομίας να τηρήσει την “τάξη” σε συνδικαλιστικές διαδικασίες. Η αστυνομική κρατική παρέμβαση στη λειτουργία των συνδικάτων, με αίτημα συνδικαλιστικών ηγεσιών ή συνδικαλιστικών δυνάμεων, αποτελεί ένα πρωτοφανές στοιχείο που μπήκε πρόσφατα στη συνδικαλιστική ζωή. Εντελώς εχθρικό στους εργαζόμενους και το συνδικαλιστικό κίνημα, φέρνει την αστυνομική τρομοκρατία και την αστυνομική “επίλυση διαφορών” μέσα στα συνδικάτα! Η ηγεσία της ΓΣΕΕ άνοιξε αυτή την επικίνδυνη πόρτα με παρέμβασή της στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Η διοίκηση του Εργατικού Κέντρου Κατερίνης ακολούθησε, με αποτέλεσμα το τελευταίο συνέδριο του ΕΚΚ να πραγματοποιηθεί με αστυνομική περιφρούρηση! Το εκπληκτικό είναι πως η παράταξη του ΚΚΕ, που καταδίκασε με δριμύτητα αυτή την πρακτική, εμφανίστηκε, με τον δικό της τρόπο, να τη μιμείται διατυπώνοντας “παράπονο” γιατί οι αστυνομικές δυνάμεις δεν παρέμβηκαν στο συνέδριο της ΟΙΥΕ. Συγκεκριμένα, στον Ριζοσπάστη της 26.2 διαβάσαμε, σαν συνέχεια της ανακοίνωσης του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ για τα όσα έγιναν στο συνέδριο της ΟΙΥΕ, και διαμαρτυρία του “για τη στάση ανοχής των αστυνομικών δυνάμεων μπροστά σε όσα διαδραματίστηκαν κατά την πρώτη μέρα του συνεδρίου της ΟΙΥΕ”. Σημειώνει ακόμα ο Ριζοσπάστης πως το Σάββατο (σ.σ.23.2) το βράδυ ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Θανάσης Παφίλης, έκανε “τηλεφωνική παρέμβαση στην υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Όλγα Γεροβασίλη”...
Τέταρτο, η χρησιμοποίηση “δυναμικών” ενεργειών για την αλλαγή συσχετισμών δυνάμεων στα συνδικαλιστικά συνέδρια. Πρωταγωνιστής αυτής της πρακτικής έχει γίνει το ΠΑΜΕ που στα τελευταία συνέδρια πραγματοποιεί, ανελλιπώς, συγκεντρώσεις των δυνάμεών του εξω απ’ αυτά την ώρα που ξεκινούν, “μπουκάρει” μέσα στις αίθουσες των συνεδρίων και πυροδοτεί κλίμα έντασης. Το αποτέλεσμα είναι οι εργασίες του συνεδρίου να γίνονται με ανώμαλες διαδικασίες, να απομαζικοποιούνται και να φτάνουν μέχρι και τη διάλυση, όπως έγινε με το συνέδριο της ΟΙΥΕ. Το ερώτημα είναι με αυτήν τη διαλυτική πρακτική πού οδηγεί και πού θέλει να οδηγήσει τα πράγματα το ΠΑΜΕ, καθώς την κλιμακώνει με κάλεσμα συγκέντρωσης στο συνέδριο της ΓΣΕΕ στο οποίο ζητά από κάθε αντιπρόσωπο του συνεδρίου “να μη δεχτεί να νομιμοποιήσει ένα συνέδριο νόθων και εργοδοτών”...
★★★
Από τις διαλυτικές εξελίξεις που σημειώνονται στα τελευταία συνέδρια των ανώτερων συνδικαλιστικών οργανώσεων οι ταξικές αγωνιστικές δυνάμεις του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος οφείλουν να βγάλουν ορισμένα συμπεράσματα και ανάλογα να καθορίσουν τη δράση τους.
Τα συμπεράσματα αυτά δεν μπορεί να είναι διαπιστώσεις που, αντί να χρεώνουν τα διαλυτικά φαινόμενα στην πολιτική των παρατάξεων που κυριαρχούν και ελέγχουν τα συνδικάτα, τη χρεώνουν στα συνδικάτα, ως μορφή συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων. Δεν μπορεί να είναι συμπεράσματα στροφής της συνδικαλιστικής δράσης μακριά από τα σημερινά συνδικάτα, προς άλλα “κέντρα”. Τέτοια συμπεράσματα βγάζουν μόνο οι δυνάμεις που έχουν από καιρό τέτοιες θέσεις και επιχειρούν να τα “επιβεβαιώσουν” και να τα ενισχύσουν, “αξιοποιώντας” τις τελευταίες αποσυνθετικές διαδικασίες στα συνδικαλιστικά συνέδρια και γράφοντας πως “ η απάντηση δεν μπορεί να είναι η πάλη για τη αλλαγή των συσχετισμών” στα συνδικάτα.
Ωστόσο, η σωστή απάντηση στα διαλυτικά συνδικαλιστικά φαινόμενα δεν μπορεί να δοθεί αν δεν έχουμε την καθαρή αντίληψη ότι τα συνδικάτα δεν είναι “αστικοί φορείς” αλλά μαζικοί φορείς συσπείρωσης των εργαζομένων και ότι αν γίνονται φορείς του “αστικοποιημενου συνδικαλισμού”, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι παρατάξεις του αστικοποιημενου συνδικαλισμού ελέγχουν τα συνδικάτα και διαμορφώνουν τη δράση τους σύμφωνα με την πολιτική τους. Κατά συνέπεια το μέγα ζήτημα είναι πώς θα κερδηθούν οι εργαζόμενοι από τις ταξικές δυνάμεις, που είναι προϋπόθεση για να ξεφύγουν τα συνδικάτα από τον έλεγχο των αστικών και ρεφορμιστικών παρατάξεων. Πώς θα επιτευχθεί η αλλαγή του συσχετισμού της επιρροής δυνάμεων μέσα στους εργαζόμενους που θα σημάνει και αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων στα συνδικάτα. Πώς θα επιτευχθεί η απόσπαση των εργαζομένων από την επιρροή της εργοδοσίας και των “διευθυντικών στελεχών”, της κυβέρνησης, των αστικών κομμάτων. Αυτό είναι κεντρική υπόθεση της ταξικής ανασυγκρότησης του συνδικαλιστικού κινήματος. Είναι μια δύσκολη και μακρόχρονη υπόθεση. Μια υπόθεση θετικής αλλαγής της πολιτικοσυνδικαλιστικής συνείδησης των εργαζομένων, που δεν λύνεται με φυγές από την πάλη για την αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων στα συνδικάτα. Ούτε με “δυναμικές” ενέργειες τύπου ΠΑΜΕ σε συνέδρια.
Οι διαλυτικές εξελίξεις στα συνδικάτα οφείλονται στην πολιτική των παρατάξεων που κυριαρχούν τα συνδικαλιστικά όργανα και ενάντια σ’ αυτήν πρέπει να εστιασθεί με μεγαλύτερη ένταση η συνδικαλιστική αντιπαράθεση των ταξικών συνδικαλιστών, σε μια προσπάθεια να κερδηθούν οι εργαζόμενοι. Η πάλη αυτή πρέπει να διεξαχθεί σε μια σωστή κατεύθυνση και με σωστά μέσα. Σε μια κατεύθυνση που θα αντιτάσσεται σταθερά και στις νοθείες και στις κρατικές και εργοδοτικές παρεμβάσεις στα συνδικάτα και πολύ περισσότερο στη νέα επαίσχυντη πρακτική του καλέσματος της αστυνομίας σε συνδικαλιστικές εργασίες. Σε μια κατεύθυνση που απορρίπτει τις “δυναμικού τύπου” ενέργειες ως μέσο αλλαγής συσχετισμού δυνάμεων στα συνδικαλιστικά όργανα, αλλά αντίθετα προσανατολίζεται στην επίμονη δουλειά μέσα στους χώρους δουλειάς και στις γειτονιές, μέσα στα συνδικάτα αλλά και έξω απ’ αυτά, που έχει σαν στόχο να προσεγγίσει και να αποκτήσει δεσμούς με τη μεγάλη μάζα των εργαζόμενων, να επιδράσει στην πολιτικοσυνδικαλιστική συνείδησή τους, να τους ενεργοποιήσει για τα εργατικά προβλήματα, να τους φέρει σε αγώνες, να τους οργανώσει συνδικαλιστικά και πολιτικά. Μέσα από μια τέτοια διαδρομή θα μπορέσει να έλθει η ταξική ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος, να ξαναφτιαχτούν ταξικά, αγωνιστικά και μαζικά συνδικάτα και να εξαλειφθεί η αποσυνθετική-διαλυτική κατάσταση που μαστίζει σήμερα τα συνδικάτα.