Με ένα ολιγόλογο δελτίο τύπου του κεντρικού συμβουλίου της προσπάθησε η ΚΝΕ να καταγγείλει την κυβερνητική απόφαση για το κλείσιμο των γυμνασίων και των λυκείων της χώρας. Στην πραγματικότητα η ανακοίνωση αυτή δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά ξέπλυμα της συγκεκριμένης απόφασης της κυβέρνησης.
Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση: «Αν άκουγαν τους μαθητές, αν υλοποιούσαν τα δίκαια αιτήματά τους, δε θα φτάναμε εδώ. Οι μαθητές επιβεβαιώνονται! Το κλείσιμο των σχολείων αποτελεί την απόλυτη δικαίωση των αιτημάτων τους!», ενώ λίγο πιο κάτω «Όσο δεν παίρνονται ουσιαστικά μέτρα για να καθίσταται η δια ζώσης, ασφαλής λειτουργία των σχολείων δυνατή, δε θα είναι και η τελευταία φορά που θα κλείσουν».
Στην πραγματικότητα η ΚΝΕ όχι μόνο δεν καταγγέλλει την απόφαση της κυβέρνησης να κλείσει τα σχολεία, αλλά λίγο πολύ την θεωρεί επιβεβλημένη. Αναφερόμενη στα σωστά αιτήματα που διατύπωσε το μαθητικό κίνημα ώστε να καταστούν τα σχολεία ασφαλή και οι μαθητές, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί προστατευμένοι απέναντι στην πανδημία, καταλήγει στο συμπέρασμα πως το κλείσιμό τους αποτελεί την δικαίωση του αγώνα τους και υποβάλλει τη θέση πως αφού δεν πάρθηκαν τα απαραίτητα μέτρα προστασίας όταν έπρεπε, λίγο πολύ δεν μπορούσε να γίνει και κάτι διαφορετικό.
Κουβέντα δεν υπάρχει στην συγκεκριμένη ανακοίνωση για την αντιφατική πολιτική σε σχέση με το ζήτημα της λειτουργίας των σχολείων, τα οποία στην αρχή της πανδημίας θεωρήθηκαν εστίες υπερμετάδοσης και έπρεπε να κλείσουν, στη συνέχεια βρέθηκε ότι οι μαθητές δεν μεταδίδουν εύκολα τον ιό, ενώ τώρα προέκυψε ότι οι μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έχουν υψηλό ιικό φορτίο και άρα τα γυμνάσια και τα λύκεια πρέπει να κλείσουν, ενώ οι μαθητές της πρωτοβάθμιας έχουν χαμηλό ιικό φορτίο και άρα οι τα νηπιαγωγεία και τα δημοτικά θα παραμείνουν ανοιχτά.
Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και το σημείο της ανακοίνωσης που αφορά το κομμάτι της τηλεκπαίδευσης.
Αντί να καταγγείλει την τηλεκπαίδευση, η οποία σε αυτό το δεύτερο lockdown καθίσταται υποχρεωτική και μάλιστα όσοι μαθητές δεν την παρακολουθούν θα παίρνουν απουσία και αντί να την απορρίψει και να ζητήσει από όλο το εκπαιδευτικό κίνημα να την αποδοκιμάσει, η μόνη φράση που αναφέρει για το θέμα είναι: «Όσο διαρκεί η τηλεκπαίδευση να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι πρόσβασης για όλους τους μαθητές!» Με αυτόν τον τρόπο αφήνει στο απυρόβλητο το μέτρο της τηλεκπαίδευσης και την πολιτική που το επιβάλλει και λίγο πολύ το αντιμετωπίζει ως κάτι αναγκαίο.
Η ανακοίνωση της ΚΝΕ στην πραγματικότητα όχι μόνο δεν αναδεικνύει τα μεγάλα ζητήματα με τα οποία θα έρθουν αντιμέτωποι μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί, όπως αυτό του κλεισίματος των σχολείων και της τηλεκπαίδευσης, αλλά στην πραγματικότητα τα εξωραΐζει και τελικά τα νομιμοποιεί.