Ένα νέο νομοσχέδιο για τα εργασιακά ρίχνει στον προεκλογικό αγώνα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και προσπαθεί για άλλη μια φορά να θολώσει το τοπίο σχετικά με και το περιεχόμενο της «φιλεργατικής πολιτικής» της .
Η Υπουργός Εργασίας έσπευσε προ ημερών να παρουσιάσει ως «τη μεγαλύτερη τομή στο εν λόγω νομοσχέδιο για την προστασία της εργασίας στη χώρα μας» τη ρύθμιση για το “αιτιολογημένο” των απολύσεων. «Πλέον, η καταγγελία της σύμβασης από τον εργοδότη θα πρέπει να δικαιολογείται από βάσιμο λόγο, που να αποδεικνύεται επαρκώς και να συνδέεται με την ικανότητα ή τη συμπεριφορά των εργαζομένων ή να βασίζεται στις λειτουργικές απαιτήσεις της επιχείρησης», δήλωσε με θριαμβολογικό τόνο η Αχτσιόγλου.
Με αυτόν τον τρόπο υποτίθεται ότι η κυβέρνηση θα καταπολεμήσει την ασυδοσία στις απολύσεις που δείχνουν οι εργοδότες. Τι θεωρεί, όμως, η κυβέρνηση «βάσιμο λόγο», που δικαιολογεί μια απόλυση και την κρίνει έγκυρη; Με ποια κριτήρια καθορίζεται η αιτία μιας απόλυσης; Είναι προφανές ότι οι δηλώσεις και οι έντεχνες διατυπώσεις της κυρίας Αχτσιόγλου είναι τουλάχιστον παραπλανητικές, προκλητικές και επιδέχονται πολλές ερμηνείες: βάσιμος λόγος για τους εργοδότες δεν είναι η ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης, η μείωση των λειτουργικών εξόδων ή του εργατικού κόστους, η μειωμένη αποδοτικότητα ενός εργαζομένου ή οι οικονομικές δυσχέρειες μιας εταιρίας; Βάσιμος λόγος δεν είναι το κέρδος μιας επιχείρησης εις βάρος των εργαζομένων της;
Κανέναν από αυτούς τους λόγους δεν αμφισβητεί η κυβέρνηση με την πολιτική της. Γι’ αυτό και τα περί “βάσιμου λόγου” είναι ένας λεκτικός φερετζές για μια κυβερνητική πολιτική που καλύπτει και διευκολύνει την απόλυση των εργαζομένων, με τη διατήρηση όλων των σχετικών μνημονιακών μέτρων για τις απολύσεις που έχουν γίνει νόμοι.
Οι δηλώσεις της υπουργού Εργασίας θέλουν μόνο να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη και προφανώς υποτιμούν τη νοημοσύνη των εργαζομένων που ζουν τη σκληρή εργοδοτική πραγματικότητα. Ειδικά, όταν προέρχονται από μια κυβέρνηση που έχει νομοθετήσει επανειλημμένα για τα συμφέροντα των εργοδοτών και όχι των εργαζομένων. Μια κυβέρνηση που υπέγραψε και συνεχίζει να υπογράφει αντεργατικούς νόμους και μνημόνια, σύμφωνα με τις επιταγές της ΕΕ. Μια κυβέρνηση που έχει διευκολύνει τις ομαδικές απολύσεις καταργώντας το υπουργικό βέτο, που διατηρεί απείραχτο το μνημονιακό μέτρο της μείωσης των αποζημιώσεων των εργαζομένων που απολύονται, που προωθεί τις ελαστικές σχέσεις εργασίας, αυξάνει τον χρόνο στις «δοκιμαστικές περιόδους» των νέων εργαζομένων, αναγνωρίζει τις ατομικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζει τον κατώτατο μισθό με την Εθνική Συλλογική ΣΣΕ σύμφωνα με τον “βάσιμο λόγο” της «ανταγωνιστικότητας».
Αντί να καταργήσει, έστω, όλες αυτές τις αντεργατικές διατάξεις που πλήττουν καίρια τη σταθερή και πλήρη εργασία, η κυβέρνηση τις κρατά σε ισχύ μέχρι σήμερα και προσπαθεί να πουλήσει προεκλογικά “φύκια για μεταξωτές κορδέλες”, εμφανίζοντας τη νομοθετική παρέμβαση περί “βάσιμου λόγου απόλυσης” ως “τομή για την προστασία της εργασίας” (!). Ασφαλώς και θα χαμογελούν οι εργοδότες....
Στην πραγματικότητα, με το παρόν νομοσχέδιο, η κυβέρνηση εμπαίζει προεκλογικά τους εργαζόμενους, ενώ δίνει ένα ακόμα πάτημα στις επιχειρήσεις για να πραγματοποιήσουν τα σχέδιά τους: πλέον μπορούν να απολύουν ελεύθερα, αρκεί να κατασκευάζουν έναν «βάσιμο λόγο»!
Χάρη σ’ αυτή την κυβερνητική πολιτική οι απολύσεις συνεχίζονται σωρηδόν και η ανεργία παραμένει σε δυσθεώρητο ύψος. Οι επίσημοι αριθμοί δείχνουν ποια είναι η πραγματική πολιτική της κυβέρνησης για τους εργαζόμενους και τους ανέργους: οι απολύσεις που καταγράφηκαν το 2014 ήταν 1.467.017 ενώ το 2018 ανήλθαν στις 2.527.920! Επιπλέον, οι άνεργοι έχουν αυξηθεί από 1.055.084 (Μάρτης 2018) σε 1.076.339 σήμερα (Μάρτης 2019), ενώ επίδομα δίνεται μόλις σε έναν στους έξι ανέργους. Και οι αριθμοί αυτοί δεν λαμβάνουν υπόψη τους εκατοντάδες χιλιάδες νέους που έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό για να βρουν εργασία και που αν ήταν εδώ θα προσθέτονταν στους άνεργους και θα έδειχναν το πραγματικό γιγάντωμα της ανεργίας στη χώρα μας!
Όλα τα παραπάνω είναι «βάσιμοι λόγοι» για να αντιστεκόμαστε στην προπαγάνδα της κυβέρνησης και του κεφαλαίου, να αγωνιζόμαστε και να συσπειρωνόμαστε γύρω από τα βασικά μας αιτήματα: μόνιμη, σταθερή και αξιοπρεπής δουλειά για όλους!