Ο Νίκος Καββαδίας γεννήθηκε σαν σημεσή στις 11 Γενάρη του 1910 στην πόλη Νίκολσκι Ουσουρίσκι στην περιοχή Χαρμπίν της Μαντζουρίας από Κεφαλλονίτες γονείς. Το 1914 οι γονείς του γύρισαν στην Κεφαλλονιά (Αργοστόλι) και από το 1921 ως το 1934 έζησαν στον Πειραιά όπου ο ποιητής τελείωσε το δημοτικό και το γυμνάσιο. Όντας μαθητής γράφει τα πρώτα ποιήματά του. Κατά τη διάρκεια της μεγάλης οικονομικής κρίσης, με το θάνατο του πατέρα του, εργάζεται σε ναυτιλιακό γραφείο (1928) και αμέσως (1929) μπαρκάρει ως ναυτόπαις σε φορτηγό πλοίο. Επιστρέφει στον Πειραιά πάμπτωχος. Το 1934 η οικογένεια μεταφέρεται στην Αθήνα και το 1939 παίρνει το δίπλωμα του ασυρματιστή και ξαναμπαρκάρει. Κατά την έναρξη του ελληνο-ιταλικού πολέμου πηγαίνει στρατιώτης στην Αλβανία, στην Κατοχή εντάσσεται στο ΕΑΜ και μένει στην Αθήνα μέχρι το 1945, όπου ξαναμπαρκάρει και ταξιδεύει σ’ όλο τον κόσμο αδιάκοπα ως το τέλος του 1974, τρεις μήνες πριν πεθάνει.
Η ποιητική του συλλογή «Μαραμπού» κυκλοφορεί το 1933, το «Πούσι» το 1947 και το «Τραβέρσο» το 1975.
Το μοναδικό του μυθιστόρημα «Η Βάρδια» κυκλοφορεί για πρώτη φορά το 1954, ενώ μετά το θάνατό του κυκλοφόρησαν (1987) «Τα μικρά πεζά Λι», «Του πολέμου» και «Στο άλογό μου».
Ο Ν. Καββαδίας ονομάστηκε –δικαίως- ποιητής της θάλασσας. Όλες οι ποιητικές συλλογές του διακρίνονται από τη λιτότητα και την απλότητα, απουσιάζει ο υπαινικτικός ή δυσκολονόητος λόγος. Από όλη του την ποίηση ξεχειλίζει η αγάπη και η τρυφερότητα για τον άνθρωπο, ιδιαίτερα για τον εργάτη των ποντοπόρων πλοίων. Κάθε ποίημα του Ν. Καββαδία είναι και μια ιστορία. Εδώ μοιάζει με τον Κων. Καβάφη.
Ο Ν. Καββαδίας, λόγω δουλειάς αλλά και λόγω ιδεολογικού διεθνισμού, ξεπερνάει τα σύνορα της χώρας μας μιλώντας για μαύρους, κινέζους, θερμαστές, χειρώνακτες, ινδούς και αμερικάνους. Αγκαλιάζει όλα τα μήκη και τα πλάτη. Ακόμα κι όταν διακρίνει κανείς μια πικράδα στους στίχους του αυτή ακουμπάει στο ρεαλισμό και το …αλάτι της θάλασσας.