Στον «αέρα» μαθητές, εκπαιδευτικοί και σχολεία - Αποκαλύπτεται η γύμνια της κυβερνητικής πολιτικής

Κατηγορία: 
sxoleio maska koronoios

Το πρώτο σχολικό κουδούνι χτύπησε τελικά στις 14/9 με μια εβδομάδα καθυστέρηση παρά τις καλοκαιρινές απανωτές δημόσιες δηλώσεις της Κεραμέως πως οι μαθητές θα επέστρεφαν στις 7/9. Η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ βιαζόταν να αποδείξει πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα και πως η επιστροφή στα σχολεία θα γινόταν με όρους “κανονικότητας”. Όμως το φούντωμα της πανδημίας, ήδη από τα τέλη του Αυγούστου, αποκάλυψε γρήγορα τη γύμνια της κυβερνητικής πολιτικής και οι “ειδικοί” του ΥΠΑΙΘ ανέλαβαν (ξανά) το βρώμικο έργο να δικαιολογήσουν την χρονική καθυστέρηση κατά μια εβδομάδα αλλά και τα μέτρα που προέκρινε η κυβέρνηση ως ικανά για την προφύλαξη της υγείας μαθητών και εκπαιδευτικών. Τώρα όμως που, μια εβδομάδα μετά το άνοιγμα των σχολείων, έρχονται τα πρώτα κρούσματα σε μαθητές και εκπαιδευτικούς καθώς και τα πρώτα λουκέτα, επιβεβαιώνεται πως η κυβέρνηση βαδίζει στα τυφλά και με οδηγό τις αντιφάσεις, τους τυχοδιωκτισμούς και τα αδιέξοδα όλης της προηγούμενης περιόδου.

Αφού λοιπόν οι απαράδεκτοι και απολύτως ψευδείς ισχυρισμοί της Κεραμέως, για το “μέσο όρο των 17 μαθητών” στις τάξεις, έπεσαν στο κενό, οι “ειδικοί” του ΥΠΑΙΘ επιχείρησαν να αποδείξουν πως στις τάξεις των λιγοστών τετραγωνικών με 25 και 27 μαθητές “ο κορονοϊός δεν κολλάει εύκολα” ενώ σε τμήματα με 15 παιδιά “υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες”. Τέτοια επιχειρήματα όχι μόνο προσβάλλουν την κοινή λογική και νοημοσύνη αλλά παράλληλα οδηγούν σε άλλη μια κραυγαλέα αντίφαση, παράγωγο της κυβερνητικής πολιτικής εδώ και μήνες. Ενώ λοιπόν η κυβέρνηση καταφεύγει σε περιοριστικά μέτρα, απαγορεύοντας την είσοδο σε πολλά άτομα σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους (τράπεζες, υπηρεσίες, μέσα μεταφοράς κλπ) για την αποφυγή -τάχα- του συνωστισμού, στις σχολικές αίθουσες των 30 και 40 τμ μπορούν να στοιβάζονται χωρίς πρόβλημα 25 και 27 παιδιά!

Δεν πρόκειται περί αφέλειας ή προχειροδουλειάς του ΥΠΑΙΘ. Πρόκειται για την πολιτική εκείνη που αφήνει ανοχύρωτους εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς απέναντι στην πανδημία, όπως ακριβώς εγκαταλείπει το Δημόσιο Σύστημα Υγείας, αφήνοντας εκτεθειμένο το λαό. Διότι αν πραγματικά η κυβέρνηση ενδιαφερόταν για την υγεία των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των λαϊκών οικογενειών θα λάμβανε ουσιαστικά μέτρα. Πρώτα και κύρια όφειλε να μειώσει άμεσα και δραστικά τους μαθητές στα τμήματα αντί να πιέζει τα σχολεία να λειτουργούν με υπερτροφικά και -έτσι κι αλλιώς- δυσλειτουργικά τμήματα. Και όφειλε να εξασφαλίσει νέες αίθουσες για να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες στη στέγαση των μαθητών. Έπρεπε ακόμα να προχωρήσει σε διορισμούς μονίμων εκπαιδευτικών για να καλυφθούν όλες οι εκπαιδευτικές ανάγκες οι οποίες φέτος είναι ιδιαίτερα αυξημένες. Διότι πέρα από τα παγιωμένα -πλέον- κενά που αφήνει στα σχολεία η κυβερνητική πολιτική της δεκαετούς αδιοριστίας, έρχονται τώρα να προστεθούν αρκετές χιλιάδες εκπαιδευτικοί ευπαθών ομάδων που δεν θα βρίσκονται στα σχολεία κάνοντας χρήση άδειας ειδικού σκοπού. Οι τωρινοί υπολογισμοί κάνουν λόγο για περισσότερα από 6000 επιπρόσθετα κενά.

Είχε τη στοιχειώδη υποχρέωση να προσλάβει προσωπικό στην καθαριότητα ώστε να μην φτάσουμε στις αρχές του Σεπτέμβρη στην απαράδεκτη εικόνα όλων των σχολείων της χώρας. Διότι μπορεί η Κεραμέως να έλεγε από το καλοκαίρι ότι όλα τα σχολεία θα έχουν καθαρίστριες, αλλά η πραγματικότητα κατέγραψε πως οι πρώτοι εργαζόμενοι στην καθαριότητα έφτασαν στα σχολεία την παραμονή του σχολικού αγιασμού. Κι αυτό γιατί οι αρμόδιοι φορείς κωλυσιεργούσαν στην υπογραφή των προσλήψεων. Αλλά κι αυτές που έγιναν μέχρι τώρα είναι λειψές και δεν επαρκούν για τα στοιχειώδη. Και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι γονείς που καθημερινά αγωνιούν έξω από τα σχολεία.

Κοντολογίς έπρεπε από την πρώτη στιγμή να εξασφαλίσει γενναία κρατική χρηματοδότηση για την κάλυψη όλων των αναγκών τόσο σε εκπαιδευτικούς και προσωπικό στην καθαριότητα όσο και για την εξασφάλιση των απαραίτητων υποδομών και μέσων ατομικής υγιεινής και προφύλαξης.

Όμως η κυβερνητική πολιτική βρίσκεται στην απέναντι όχθη από τις πραγματικές ανάγκες της Δημόσιας Εκπαίδευσης. Η πολιτική του υπουργείου Παιδείας κινείται στη γραμμή της περικοπής των δαπανών, της ελαχιστοποίησης της χρηματοδότησης της Δημόσιας Εκπαίδευσης. Τα επιτελεία του ΥΠΑΙΘ στρέφουν τη ρότα τους στην κατεύθυνση της εφαρμογής όλης της αντιεκπαιδευτικής και αντεργατικής πολιτικής.

Μέσα σε μια νύχτα και σε άσχετο νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας, που υποτίθεται πως θέσπιζε μέτρα έναντι της διασποράς του κορονοϊού, το ΥΠΑΙΘ επέφερε ένα ακόμα χτύπημα στις ήδη πληγωμένες εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών. Για να μην υποχρεωθεί να προσλάβει αναπληρωτές εκπαιδευτικούς για όλη τη χρονιά -οι οποίοι προφανώς κοστίζουν για την ηγεσία- θέσπισε τους λεγόμενους “προσωρινούς αναπληρωτές” τρίμηνης διάρκειας! Πρόκειται για την επιτομή της ελαστικής εργασίας στην εκπαίδευση, αφού όσοι εκπαιδευτικοί εργαστούν σ’ αυτό το καθεστώς θα έχουν τελείως διαφορετικό εργασιακό πλαίσιο (ωράριο, σύμβαση, αποκλεισμό από τους πίνακες των αναπληρωτών κλπ). Παράλληλα δημοσίευσε νέα υπουργική απόφαση η οποία καθιστά, με ρητό τρόπο, υποχρεωτικές τις κάμερες στις τάξεις, τη ζωντανή αναμετάδοση του μαθήματος καθώς και την “εξ αποστάσεως εκπαίδευση” ακόμα και με ανοιχτά σχολεία.

Ευτράπελα και “γραφικότητες”

Όλοι γίναμε μάρτυρες των ευτράπελων με τις μάσκες τεραστίων διαστάσεων που μοίρασε το ΥΠΑΙΘ σε μαθητές και εκπαιδευτικούς. Αν δεν ήταν τόσο οξυμένα τα προβλήματα, ιδιαίτερα λόγω της εξελισσόμενης πανδημίας, θα λέγαμε ότι πρόκειται για κακόγουστο αστείο. Όμως εδώ επιβεβαιώνεται για μια ακόμα φορά η ανικανότητα του περίφημου “επιτελικού κράτους” του Μητσοτάκη που αδυνατεί να πάρει τα σωστά μέτρα για μια μάσκα, η οποία μάλιστα έχει γίνει κυβερνητική σημαία ενάντια στον κορονοϊό.

Μέσα σ’ όλα τα προβλήματα της νέας σχολικής χρονιάς έρχονται να προστεθούν και οι λεγόμενοι “αρνητές της μάσκας και του κορονοϊού” και κάθε λογής συνωμοσιολόγοι που φτάνουν στο σημείο να προπηλακίζουν εκπαιδευτικούς. Πρόκειται για αντιλήψεις που παραπέμπουν στο σκοταδισμό και στο μεσαίωνα. Προσφέρουν όμως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία στο ΥΠΑΙΘ ώστε να αποδράσει από τα πραγματικά και οξυμένα προβλήματα της εκπαίδευσης, να μετατοπίσει τη συζήτηση σε μια δημόσια αντιπαράθεση με τους εκφραστές αυτού του ρεύματος και να παρουσιάζεται ως ο προοδευτικός πόλος. Στην πραγματικότητα οι δύο πλευρές αποτελούν τις όψεις του ίδιου νομίσματος. Από τη μια πλευρά είναι οι εκφραστές των προκαταλήψεων και μιας σκοταδιστικής υστερίας, ενώ από την άλλη βρίσκεται η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ, οι θιασώτες του “τσιρλίντινγκ”, του αγοραίου θεάματος στα σχολεία και της θρησκειολαγνείας.

Το επόμενο διάστημα οι εκπαιδευτικοί με τα σωματεία τους, με συμπαραστάτες τους γονείς και τους μαθητές πρέπει να διεκδικήσουν αγωνιστικά και να απαιτήσουν πλήρη και ουσιαστικά μέτρα για την ασφαλή λειτουργία των σχολείων, για την προστασία της υγείας όλων.

Διαβάστε επίσης