Μία από τις πολλές υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, προτού αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του ’15, ήταν η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Αυτό συνδέθηκε με τον αγώνα της ντόπιας κοινωνίας στις Σκουριές της Χαλκιδικής, ενάντια στην εξόρυξη του χρυσού, στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας όλο το προηγούμενο διάστημα, αφορούσε όμως και την περίπτωση των ορυκτών καυσίμων και της ενέργειας. Όπως διαβάζουμε στο «Τα 22 σημεία σύγκλισης ΣΥΡΙΖΑ και Οικολόγων Πράσινων» της περιόδου εκείνης, το δεύτερο σημείο είναι «ένα ενεργειακό μοντέλο που θα απομακρύνεται από τη χρήση ορυκτών καυσίμων, τη στήριξη σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και την εξοικονόμηση ενέργειας».
Κατόπιν εκλογών, φάνηκε ότι η κυβέρνηση δεν ήταν διατεθιμένη να τηρήσει την υπόσχεση αυτή. Ήδη από τα τέλη Μαρτίου του ’15, ο τότε αρμόδιος υπουργός Π. Λαφαζάνης, ανακοίνωσε την πρόθεση για κατασκευή νέου σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση λιγνίτη, τον Πτολεμαϊδα 5, κόστους περίπου 1.4 δις ευρώ, με χρηματοδότηση κατά 50% από τη γερμανική τράπεζα KfW. Η τράπεζα αυτή στη Γερμανία, έχει επενδύσει σε ανανεώσιμες μορφές ενέργειας. Την ίδια περίοδο άνοιξε και το ζήτημα κατασκευής και άλλου σταθμού με χρήση λιγνίτη, του Μελίτη 2, που αφορά τη Φλώρινα.
Έκτοτε, η κατασκευή του πρώτου σταθμού έχει ήδη ξεκινήσει, ενώ για το δεύτερο, έχει υπογραφεί μνημόνιο μεταξύ κυβέρνησης και της κινέζικης κατασκευαστικής εταιρείας CMEC.
Στο όλο εγχείρημα, σημαντικό ήταν η χώρα, επικαλούμενη την κρίση, να ενταχθεί στο άρθρο 10C του συστήματος εμπορίου εκπομπών (ETS), για να εξαιρεθεί από οικονομικές υποχρεώσεις που θα αφορούν τη ρύπανση που θα προκαλούν οι δύο νέες μονάδες. Το άρθρο 10C υποτίθεται πως υπάρχει για να βοηθηθούν οι φτωχότερες χώρες της Ε.Ε., προκειμένου τα χρήματα που θα πλήρωναν για την επιβάρυνση του περιβάλλοντος, λόγω των απαρχαιωμένων ενεργειακών τους υποδομών, να τα χρησιμοποιήσουν για τον εκσυγχρονισμό ακριβώς αυτών, προς πιο καθαρές και βιώσιμες μορφές. Στην περίπτωση της Ελλάδας φαίνεται να υπήρξε η απόπειρα να ενταχθεί στο άρθρο, αλλά για να κάνει το αντίθετο, να βοηθηθεί να δημιουργήσει δύο νέους σταθμούς καύσης ορυκτού καύσιμου, όπως διαβάζουμε το Νοέμβριο στον Guardian.
Τελικά μαθαίνουμε στα μέσα του Δεκεμβρίου ότι, η Επιτροπή Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου καταψήφισε την προτεινόμενη τροπολογία που υπέβαλε η ΔΕΗ για δωρεάν κατανομή του 40% των δικαιωμάτων εκπομπών το διάστημα 2021-2030 με σκοπό να γίνει οικονομικά βιώσιμη η κατασκευή και λειτουργία των νέων λιγνιτικών μονάδων Πτολεμαΐδα 5 και Μελίτη 2.
Δηλαδή:
1) Ο ΣΥΡΙΖΑ αμέσως αθέτησε την υπόσχεση για στροφή σε καθαρό ενεργειακό μοντέλο, επικαλούμενος οικονομική δυσπραγία από την κρίση και τα μνημόνια που θα έσκιζε, στρεφόμενος μάλιστα σε γερμανικό τραπεζικό κολοσσό για την κατασκευή του ενός σταθμού.
2) Τελικά οι νέοι δύο σταθμοί, εφόσον λειτουργήσουν, θα επιβαρυνθούν με οικονομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από τους κανονισμούς της ETS.
Και δαρμένοι και γδαρμένοι.
Το ζήτημα των ανανεώσιμων πηγών
Σκοπός το παρόντος άρθρου, δεν είναι να διερευνήσει το ερώτημα, αν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μπορούν να αντικαταστήσουν τα ορυκτά καύσιμα, σε όλο του το βάθος. Ενδεικτικά πάντως:
Παρόλο που στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, έχουν αναπτυχθεί οι επενδύσεις στις ΑΠΕ, τελικά η αποδιδόμενη ενέργεια από αυτές, καλύπτει μόνο το 3.8% των αναγκών. Σε παγκόσμιο επίπεδο τα πράγματα είναι χειρότερα, 0.3%.
Ένας πλανήτης βασισμένος σε ΑΠΕ θα κόστιζε περίπου 100 τρισσεκατομμύρια δολλάρια και περίπου 3500 δολλάρια σε κάθε νοικοκυριό, απλώς για να κατασκευαστούν οι υποδομές. Αλλά ακόμη πιο μεγάλο πρόβλημα θα αποδεικνυόταν ο απαιτούμενος χώρος για όλες τις απαραίτητες εγκαταστάσεις. Οι υποστηρικτές των ΑΠΕ οραματίζονται 46500 φωτοβολταϊκούς σταθμούς για τις ΗΠΑ. Αυτοί για να εγκατασταθούν χρειάζονται έκταση όση των πολιτειών Τέξας, Καλιφόρνια, Νεβάδα και Αριζόνα μαζί. Ενώ η Αγγλία, για να καλύψει το 8% των ενεργειακών της αναγκών με ανεμογεννήτριες, θα έπρεπε να καλυφθεί η ακτογραμμή της στο σύνολο της δηλαδή 3000 χιλιόμετρα και μάλιστα και με 4 χιλιόμετρα βάθος από την ακτή.
Τα επόμενα 25 χρόνια αναμένεται να αντικατασταθεί εξοπλισμός ενεργειακής ισχύος 440MW στις ΗΠΑ. Για να αντικατασταθεί από φωτοβολταϊκά, θα χρειάζονταν 29.3 δισεκατομμύρια φωτοβολταϊκές πλάκες και μια έκταση όσο το New Jersey για να τοποθετηθούν. Αν μπορούσαν να παραχθούν με ταχύτητα μία πλάκα το δευτερόλεπτο, σε 929 χρόνια θα ήταν έτοιμες!!
Δεν παραθέτουμε όλα αυτά για να απορρίψουμε βιαστικά τις ΑΠΕ, αλλά για να καταδείξουμε με τπόση αφέλεια και ευκολία διαδίδονται οράματα για τις ανανεώσιμες πηγές. Από την άλλη, πάντα είναι κατανοητό, ότι το ίδιο το ιμπεριαλιστικό σύστημα που βασίζεται στη χρήση των ορυκτών καυσίμων, θα έρθει σε ανυπέρβλητα αδιέξοδα, αν οι αναπτυσσόμενες χώρες, προσπαθήσουν να μιμηθούν τις πιο καταναλωτικές χώρες, όπως οι ΗΠΑ ή η Γερμανία και γενικότερα ο ανεπτυγμένος δυτικός κόσμος. Και για να προλάβουμε και βιαστικούς: «Η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας ανά κάτοικο είναι χαμηλή σε σχέση με τις δυτικές χώρες». Η φράση αφορά την πολυδιαφημισμένη περίπτωση της Κόστα Ρίκα και την επιτυχία της όσον αφορά τις ΑΠΕ.
Συναρμογή οικολογικής ανησυχίας και ιμπεριαλισμού
Η Γερμανία, που είναι και από τους πρωτεργάτες του Συτήματος Εμπορίου Εκπομπών, δε δείχνει να περιορίζει τη χρήση λιγνίτη στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Μάλιστα, πριν λίγα χρόνια το 2013 καταγράφηκε νέο ιστορικό υψηλό στην παραγωγή ηλεκτρισμού με τη χρήση λιγνίτη, ενώ και έχει αποφασιστεί η επέκταση των ορυχείων λιγνίτη στην ανατολική Γερμανία. Ταυτόχρονα, φαίνεται να πιέζει άλλες χώρες να κινηθούν προς τις ΑΠΕ. Η Γερμανία πρωταγωνιστεί στην παραγωγή εφαρμογών ΑΠΕ μέσα στην Ε.Ε. Η χώρα μας απέναντι σε αυτήν την πίεση δεν αποτελεί εξαίρεση παρά μάλλον αποτελεί επίκεντρο. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη, παρά τα όποια προβλήματα που αφορούν την επιβάρυνση του περιβάλλοντος και της υγείας των κοντινών πληθυσμών στις μονάδες παραγωγής, εξασφάλισε και συνεχίζει να εξασφαλίσει μια ενεργειακή αυτάρκεια στη χώρα μας, παρά και το γεγονός ότι ο ελληνικός λιγνίτης θεωρείται από τους χειρότερους σε ποιότητα. Τα χρόνια των μνημονίων, οι βλέψεις της Γερμανίας για να παύσει η εν λόγω αυτάρκεια και να γίνει η ίδια ρυθμιστής της ενέργειας στη χώρα μας, είναι φανερές. Το περιβαλλοντικό ζήτημα είναι ένα καίριο ζήτημα, αλλά το ίδιο καίριο είναι και η ενεργειακή αυτάρκεια. Κάθε πολίτης με οικολογική συνείδηση, πρέπει να δει πίσω από τις οικολογικές ανησυχίες του ιμπεριαλισμού και των διάφορων φερέφωνών του, που διαδίδουν υπερβολές για τις ΑΠΕ. Σε κάθε περίπτωση και αυτό το πρόβλημα δε θα μας το λύσουν οι Γερμανοί ιμπεριαλιστές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λαϊκίστικα και τυχοδιωκτικά για να κερδίσει ψήφους, πούλησε το παραμύθι της στροφής στις ΑΠΕ προεκλογικά. Ερχόμενος αντιμέτωπος με την πραγματικότητα αποφάσισε μεν να επενδύσει στη γνωστή λύση του λιγνίτη, θα απωλέσει όμως το πλεονέκτημα του φθηνού ηλεκτρισμού που αυτός έδινε, λόγω των οικονομικών υποχρεώσεων που προκύπτουν από την ETS. Αποδεικνύεται και σε αυτό το καίριο ζήτημα, ότι κάθε περιθώριο ελιγμών σε συνθήκες πλήρους υποταγής στον ιμπεριαλισμό, είναι φενάκη.
Σπύρος Κ.