Κόντρα ίσως στις προβλέψεις είναι πλέον γεγονός, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση πιστώνεται με 4 χρόνια εφαρμογής ατόφιας μνημονιακής πολιτικής σε ιδιαίτερα σύνθετες και δύσκολες συνθήκες. Ο Τσίπρας δικαίως ανεβαίνει στο βάθρο του μακροβιότερου μνημονιακού πρωθυπουργού, και γίνεται ο μόνος, που σε συνθήκες έντασης της εξάρτησης, ιμπεριαλιστικής υποδούλωσης και επιβολής ακραίας αντιλαϊκής πολιτικής, φτάνει στο τέλος της τετραετίας που ξεκίνησε το Σεπτέμβριο του 2015, διανύοντας πλέον τον 5ο χρόνο στους κυβερνητικούς θώκους.
Ήταν 25 Γενάρη του 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ, καβάλα στις αυταπάτες με τις οποίες φούσκωσε τον κόσμο της αριστεράς, αναδεικνυόταν σε πρώτο κόμμα, με τα συνθήματα του τέλους των μνημονίων. Με υποσχέσεις για «κατάργηση των μνημονίων με έναν νόμο», για «τερματισμό της κατοχής» και εκδίωξη των τροϊκανών, για εθνική ανεξαρτησία-παραγωγική ανασυγκρότηση, για επιστροφή των κλεμμένων… «Κυριακή ψηφίζεις, Δευτέρα φεύγουν» ήταν το σύνθημα στις προεκλογικές αφίσες του, με το οποίο απευθυνόμενος στη δίψα ενός λαού να αποτινάξει από πάνω του τις ύαινες που ήθελαν να κλέψουν το μέλλον και τον τόπο του, στόχευε στις ψήφους που θα τον φέρουν στην εξουσία.
Σήμερα, μπροστά στις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, αυτό που υπόσχεται με τα συνθήματά του στο λαό, είναι… «τα μη χειρότερα»! Η «μη περικοπή» των συντάξεων(!) μαζί με κάποια ψίχουλα, που αν μπουν στη μια τσέπη θα βγουν από την άλλη, είναι το καλάθι παροχών και του ΣΥΡΙΖΑ. Επί της ουσίας αυτό που κομίζει είναι η απρόσκοπτη παραμονή των «θεσμών» υπό τους τίτλους της «μεταμνημονιακής εποπτείας» και η διαιώνιση των μνημονιακών πολιτικών, η αδιασάλευτη πορεία της χώρας στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, το αλυσόδεμα του τόπου με τα αμερικάνικα συμφέροντα και τους πολεμοκάπηλους σχεδιασμούς τους, ακόμη και την ανάπτυξη νέων βάσεων!
Η τεράστια αυτή μεταστροφή στον προεκλογικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει να κάνει με κάποια ουσιαστική ιδεολογικό-πολιτική αλλαγή, παρά μόνο με λεκτικές «προσαρμογές» στις νέες ανάγκες. Ο ΣΥΡΙΖΑ, υπήρξε πάντα κόμμα απολογητής του ιμπεριαλισμού, της μεγαλοαστικής τάξης και των βασικών επιλογών της, όπως η ένταξη της χώρας στο δυτικό άρμα, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Αυτή η αλλαγή στον προεκλογικό λόγο του έχει να κάνει με την υποχώρηση του κινήματος και τους νέους αρνητικότερους ιδεολογικό-πολιτικούς συσχετισμούς που διαμορφώθηκαν στην κοινωνία επί διακυβέρνησής του.
Ανεκτίμητες υπηρεσίες στο αστικό σύστημα
Και αυτή είναι η πρώτη μεγάλη, ανεκτίμητη υπηρεσία που πρόσφερε ο ΣΥΡΙΖΑ στο αστικό σύστημα και στις πολιτικές των μνημονίων. Ο εξωραϊσμός τους! Υιοθετώντας πριν το 2015, συνθήματα που καμία σχέση δεν έχουν με την ιδεολογική του ταυτότητα, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να αφομοιώσει τον κόσμο των κινητοποιήσεων του 2011-12 και τις αγωνίες του, και με τον κάλπικο λόγο του και τις άφθονες εκλογικές αυταπάτες, να σπείρει τελικά την απογοήτευση και την αποστράτευση. Κατάφερε να αναλάβει τη διακυβέρνηση σε μία περίοδο έντονης αμφισβήτησης των κυρίαρχων πολιτικών και πολιτικής ρευστότητας που διαμόρφωναν οι λαϊκές αντιδράσεις και μέσα σε 4 χρόνια να ενσταλάξει στην κοινωνία το δηλητήριο της «προσαρμογής», του «ρεαλισμού των προστατών» και του… «τίποτε άλλο δεν μπορεί να γίνει». Από αυτή την άποψη ο ΣΥΡΙΖΑ αποδείχθηκε η μεγάλη λύση για τους ξένους δυνάστες και την ντόπια πλουτοκρατία. Γι’ αυτό και αφειδώς εισπράττει επαίνους και συγχαρητήρια για την πολιτική του από όλα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και τους θεσμούς τους, που μέχρι το 2015 κόμπαζε ότι θα εκδιώξει από τη χώρα. Κι αυτό οφείλουν να το σκεφτούν καλά όσοι υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ, και όχι μόνο, έβλεπαν μονόδρομες θετικές εξελίξεις στην άνοδό του στην κυβερνητική εξουσία, λέγοντας ότι «όπως και να’ χει θα είναι καλύτερα για το κίνημα» ή ότι αναγκαστικά αυτή θα σημάνει τη διοχέτευση του κόσμου σε «πιο αριστερές επιλογές».
Διαιώνιση των μνημονιακών πολιτικών με «μεταμνημονιακούς» τίτλους
Όσο και αν κηρύττει ο ΣΥΡΙΖΑ την έξοδο από τα μνημόνια, δεν μπορεί να διαγράψει την πραγματικότητα. Αυτές τις μέρες οι θεσμοί είναι εδώ για να αξιολογήσουν την «πορεία της οικονομίας» και να συντάξουν τις νέες εκθέσεις καταλήστευσης του λαού και του τόπου. Τα πλεονάσματα που παρουσιάζει ως έπαθλο και για τα οποία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με τις υπογραφές της, δέσμευσε τη χώρα μέχρι το 2060, είναι το αποτύπωμα της βάρβαρης μνημονιακής πολιτικής, την οποία κομπάζει ότι τερμάτισε. Αυτές οι οικονομικές «επιτυχίες» του ΣΥΡΙΖΑ για τις οποίες οι δυνάστες του τόπου, δηλαδή οι εκπρόσωποι των θεσμών, τον στολίζουν διαρκώς με επαίνους και… βραβεία, φωτογραφίζονται στις αποκαλυπτικές -για το περιεχόμενο της πολιτικής του- εικόνες της σημερινής πραγματικότητας.
Στους άστεγους που διαρκώς πληθαίνουν στην Αθήνα και τα μεγάλα αστικά κέντρα, στους συνταξιούχους, τους εργάτες και τους μισθωτούς που δεν βγάζουν το μήνα, στους αγρότες και τους ελεύθερους επαγγελματίες που καταστρέφονται οικονομικά, στα λαϊκά χρέη που φτάνουν σε ιλιγγιώδη ποσά προς την εφορία ή τη ΔΕΗ, την ΕΥΔΑΠ και τις τράπεζες, στους πλειστηριασμούς, αλλά και στις άδειες από νεολαία επαρχίες λόγω… μετανάστευσης.
Τα πλεονάσματα και οι «θετικοί οικονομικοί δείκτες» που καταγράφονται επί ΣΥΡΙΖΑ, αποτυπώνονται στις εικόνες των μεγάλων νοσοκομείων της χώρας που θυμίζουν νοσοκομεία σε εμπόλεμη ζώνη. Νοσοκομεία πνιγμένα στα ράντζα, με εργαζόμενους σε συνθήκες αφόρητης πίεσης και ασθενείς με περιορισμένη φροντίδα. Στις δομές της Πρόνοιας που καταρρέουν. Στους στρατούς των 30000 και πλέον συμβασιούχων της εκπαίδευσης, στην ομηρία και την απάνθρωπη μεταχείριση που και επί ΣΥΡΙΖΑ… απολαμβάνουν.
Τα πλεονάσματα και η «ανάπτυξη» που ευαγγελίζονται, εμπεριέχουν το γιγαντιαίο ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου
Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι απλά δεν ανέκοψε τις ληστρικές συμβάσεις παραχώρησης της δημόσιας περιουσίας, αλλά ήρθε να τις προωθήσει μέσω του Υπερταμείου! Λιμάνια και αεροδρόμια, δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμοί, εδάφη, νησίδες, το Ελληνικό, όλα για πούλημα! Παρά τις προεκλογικές κορώνες η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει βγάλει στο σφυρί και τις μονάδες της ΔΕΗ, την οποία ακολουθώντας την ίδια πολιτική συνεχίζει να απαξιώνει. Μαζί με όλα αυτά, για ξεπούλημα-παραχώρηση για πρώτη φορά μπήκαν και ιστορικά μνημεία, μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι! Το ξεπούλημα όλων αυτών τα ασημικών της χώρας, ακόμη και αν, με τα «έσοδα», πρόσκαιρα συμβάλλει στη διαμόρφωση θετικών δεικτών και πλεονασμάτων, συνιστά έγκλημα και μακροπρόθεσμα θα μετατραπεί σε οικονομική θηλιά για τον τόπο.
Αυτά και άλλα πολλά συμβαίνουν (και) επί ημερών ΣΥΡΙΖΑ. Αυτές τις εικόνες περιγράφει ο ΣΥΡΙΖΑ ως «τέλος των μνημονίων», γι’ αυτή την πραγματικότητα πανηγυρίζει και αυτήν υπόσχεται να διαιωνίσει. Στο οικονομικό πεδίο, όχι απλά έδωσε συνέχεια στην ίδια με των προκατόχων του, μνημονιακή πολιτική, αλλά σίγουρα έχει να επιδείξει «έργα» που ακόμη και οι νεοφιλελεύθεροι της ΝΔ θα ζήλευαν. Και είναι αλήθεια ότι πολύ δύσκολα στις παρούσες συνθήκες θα μπορούσε οποιοσδήποτε άλλος, πλην του ΣΥΡΙΖΑ, να επιβάλει αυτές τις πολιτικές και να περάσει όλα αυτά τα αντιλαϊκά μέτρα, εξασφαλίζοντας συνθήκες «κοινωνικής ειρήνης».
Βάθεμα της εξάρτησης και ασφυκτική πρόσδεση στις ΗΠΑ
Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε την εξουσία σε μια περίοδο που τα αντιιμπεριαλιστικά αισθήματα του λαού ήταν έντονα και που, για πρώτη ίσως φορά, η αμφισβήτηση της ΕΕ και των άλλων ιμπεριαλιστικών οργανισμών εκφραζόταν με μαζικές εκδηλώσεις. Υιοθετώντας για ψηφοθηρικούς λόγους κούφια συνθήματα ανυπακοής, με τα go back, τα «ανεπιθύμητη» και τα περί «απελάσεων της τρόικας» κατάφερε να παρουσιαστεί ως εκφραστής των λαϊκών αισθημάτων.
Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, η πράξη απέδειξε ποιο ήταν το πραγματικό περιεχόμενο αυτών των «εξυπνακισμών». Ο Τσίπρας, από κακομαθημένο παιδί της ΕΕ, απέκτησε δικαίως τον τίτλο του καλύτερου απολογητή της. Εκεί που ήταν έτοιμος να «στείλει μήνυμα στην Ευρώπη» και να τα σπάσει με την τρόικα, βρέθηκε να παραδίδει «ευρωπαϊκά μαθήματα» στους Βρετανούς για το δημοψήφισμα και το Brexit και να κατακρίνει κάθε άλλη φωνή άρνησης της ΕΕ.
Με στημένες διαπραγματεύσεις, θεατρινισμούς, «ρίσκα», δημοψηφίσματα και αλλεπάλληλες κωλοτούμπες, ο ΣΥΡΙΖΑ από «ατίθαση» αντιπολίτευση, ακαριαία μετατράπηκε σε πειθήνια κυβέρνηση. Έγινε κήρυκας του «ρεαλισμού»… των προσκυνημένων. Φρόντισε να διακηρύξει σε όλους τους τόνους ότι δεν υπάρχει μέλλον για τους λαούς έξω από τις «φτερούγες» του ιμπεριαλισμού. Ότι δεν υπάρχει κανένα άλλο μέλλον εκτός από αυτό της προσαρμογής, της υποδούλωσης και της «προστασίας». Έτσι συνέβαλλε καθοριστικά, ως μια «αριστερή» φωνή, ώστε το αφήγημα του μονόδρομου της ΕΕ να ξανακερδίσει έδαφος στις συνειδήσεις του ελληνικού λαού. Έτσι ώστε το «δεν μπορεί να γίνει τίποτε άλλο» να οδηγήσει στην απογοήτευση και την αδράνεια τον κόσμο που σε προηγούμενη φάση με αγώνες διεκδικούσε το μέλλον του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας έγινε το πλυντήριο των πιο σκοτεινών εκπροσώπων του ιμπεριαλισμού και των σκυλιών του. Αφού ανέλαβε την αναδόμηση των τροϊκανών, μετονομάζοντάς τους σε θεσμούς και πλάθοντας την αγιογραφία τους, ξεκίνησε να δίνει διαπιστευτήρια και να προσφέρει υποταγή σε έναν – έναν στους ηγέτες της ΕΕ. Δεν έμεινε όμως εκεί. Ακόμη και τον φαιδρό και πολεμοχαρή εκπρόσωπο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού Τραμπ ανέλαβε να ξεπλύνει ο Τσίπρας ως πρωθυπουργός της Ελλάδας. Από τη Μέρκελ, μέχρι τον Μακρόν και από τον Νετανιάχου μέχρι τον Σίσυ, ο Τσίπρας έγινε υμνητής όλων των εκπροσώπων του ιμπεριαλισμού, των λακέδων του και των εγκλημάτων τους.
Τώρα πια, παρουσιάζοντας τους ιμπεριαλιστές, τα όργανα τους και τον λόγο τους σαν υπέρτατες αξιόπιστες και αδέκαστες αρχές, σαν έγκυρους κριτές και τιμητές του δικαίου, κάθε τους λόγο, κρίση και «έπαινο» τους κάνει σημαία και την ανεμίζει στον λαό και τους επικριτές του. Έχει γίνει πλέον καθημερινότητα να απαντά ο ΣΥΡΙΖΑ στους επικριτές του με τα λόγια των Ευρωπαίων και Αμερικάνων, δυναστών του τόπου. Να επικαλείται τις κρίσεις των τοκογλύφων(!) και των οίκων τους για την πορεία της οικονομίας και για την πολιτική κατάσταση και να παρουσιάζεται δικαιωμένος όταν αυτοί είναι… ικανοποιημένοι!
Έχοντας αδρανοποιήσει (πρόσκαιρα σίγουρα) τις αντιιμπεριαλιστικές αντιδράσεις του λαού, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (με ή χωρίς τους ΑΝΕΛ) μέσα σε μια κυβερνητική θητεία «κατάφερε» να αλυσοδέσει τη χώρα στο αμερικάνικο ιμπεριαλιστικό άρμα, εμπλέκοντας τον λαό και τον τόπο, με πολύ χειρότερους όρους, στην επικίνδυνη κούρσα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Η πολυδιαφημισμένη συμφωνία των Πρεσπών αυτό ακριβώς καταδεικνύει, όταν η κυβέρνηση της Ελλάδας μετατρέπεται σε κανονικό φερέφωνο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού για την επέκταση και την εξασφάλιση των συμφερόντων του ΝΑΤΟ στην περιοχή.
Χαρακτηριστική της υποτέλειας και μνημειώδης για τον κυνισμό της, στην παρουσίαση της Ελλάδας ως υποχείριο και οικόπεδο αμερικάνικων συμφερόντων, υπήρξε η τελευταία έκθεση του State Department. Η Ελλάδα του ΣΥΡΙΖΑ εξυμνείται ως κανονικό πιόνι των ΗΠΑ για το ρόλο της στα Βαλκάνια ενάντια στην «κακοήθη επιρροή της Ρωσίας», αλλά και για το έργο της στην «προστασία της αμερικάνικης πατρίδας και των συμφερόντων της»(!) Στην έκθεση εξυμνούνται οι εξοπλισμοί και τα οικονομικά οφέλη αυτών για την υπερδύναμη, αλλά και η συνδρομή της Ελλάδας στα νατοϊκά ταμεία(!)… και όλα αυτά σε καιρούς μνημονίων. Ανάμεσα σε πολλά άλλα ιστορικά ντοκουμέντα της υποδούλωσης και της υποτέλειας, ξεχωριστή θέση στο κείμενο του State Department έχουν… οι βάσεις.
Και πραγματικά, ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ την «επίτευξη» της συμφωνίας για τη δημιουργία νέων βάσεων είναι τουλάχιστον προκλητικός για έναν λαό, τον οποίο οι ΗΠΑ έχουν προικίσει με ανείπωτη δυστυχία και εγκλήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε ο υμνητής των «προστατών». Κάθε φράση και λόγος των στελεχών του εμπεριέχουν πλέον την παραδοχή ότι η παρουσία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ αποτελούν εγγύηση για την ειρήνη, την ασφάλεια και την προστασία των εθνικών δικαίων.
Όσο όμως και αν το επιθυμούν οι νεόκοποι λακέδες του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, ο ελληνικός λαός δεν ξεχνά ούτε τα αμέτρητα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που έχουν διαπράξει οι εντολοδόχοι του Τσίπρα, ούτε βέβαια την πορεία των εθνικών θεμάτων και της ασφάλειας της Ελλάδας και της Κύπρου εντός του πλαισίου της βορειοατλαντικής συμμαχίας.
Κατασυκοφάντηση της αριστεράς – Δικαίωση της δεξιάς – φιλελεύθερης πολιτικής
Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν επί ΣΥΡΙΖΑ. Μια κυβέρνηση που ήρθε στο προσκήνιο κλέβοντας συνθήματα, τίτλους και ελπίδες της αριστεράς. Μια κυβέρνηση που επιμένει όσα κάνει να διακηρύσσει ότι τα κάνει στο όνομα της αριστεράς. Και όσο τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν σταματούν να επικαλούνται την αριστερά, άλλο τόσο οι ορκισμένοι εχθροί της έχουν κάθε λόγο να αναγνωρίζουν και να απευθύνονται στον ΣΥΡΙΖΑ σαν να απευθύνονται στην… αριστερά. Έτσι ώστε να εξαντλήσουν κάθε περιθώριο διασυρμού και διαπόμπευσής της.
Σε μία περίοδο που ο λαός μας έχει τόση ανάγκη από τον λόγο, τη στάση και τις ιδέες, με τις οποίες μπόλιασε η πραγματική αριστερά αυτό τον τόπο, ο διασυρμός του τίτλου της αποτελεί σίγουρα μια ακόμη ξεχωριστή υπηρεσία προς το σύστημα που μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορούσε να προφέρει.
Και επειδή ακριβώς ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην εξουσία καπηλευόμενος τους τίτλους της αριστεράς, με την πολιτική του δεν έκανε άλλο από το να δικαιώσει τους προκατόχους του και πρώτα και κύρια τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Στην πραγματικότητα η Δεξιά και το ΠΑΣΟΚ, που με διαφορετικό τρόπο βρέθηκαν στα όρια της διάλυσης, αναβαπτίστηκαν και εξωραΐστηκαν στην κολυμπήθρα της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η πολιτική -η κατά βάση πανομοιότυπη με των προηγούμενων- είναι αυτή που έδωσε το δικαίωμα στους ηττημένους της ΝΔ να αναθαρρήσουν. Να ξαναβγούν στο προσκήνιο ως δικαιωμένοι, αφού και αυτοί που παρουσιάστηκαν ως αριστεροί και που έλεγαν τόσα πολλά προεκλογικά, τελικά έκαναν μια από τα… ίδια. Και εκτός από την «δικαίωση» της ΝΔ, η κατασυκοφάντηση της αριστεράς μέσω του ΣΥΡΙΖΑ βοήθησε να ανοίξουν οι πόρτες για ένα κοινό ευήκοο και προς τα ακροδεξιά κελεύσματα.
Και το «νέο» δίλημμα είναι κάλπικο
Γι’ αυτό και το νέο δίλημμα με το οποίο επιχειρεί να εγκλωβίσει αριστερ κόσμο ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κάλπικο. Η ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η απάντηση στη δεξιά, δεν αποτρέπει όπως αποδείχθηκε την άνοδο και την εδραίωση των ιδεών και της πολιτικής της. Ίσα – ίσα που τη δικαιώνει, τη φέρνει όλο και πιο κοντά. Η δικαίωση του νεοφιλελεύθερου «μπαμπούλα» Μητσοτάκη, χτίζεται πάνω στην πολιτική που ακολουθεί η κάλπικη αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή είναι που έδωσε το έρεισμα, το θάρρος και το θράσος για την αναγέννηση των «παλιών διεφθαρμένων δυνάμεων».
Αυτό που έχει να κάνει ο λαός για να «αποφύγει τα χειρότερα», δεν είναι να μπει στο κάλπικο δίλημμα να επιλέξει ανάμεσα στο νέο δικομματισμό. Αυτό που οφείλει να κάνει είναι να παλέψει για την ανατροπή της πολιτικής που χρόνια τώρα πρεσβεύει η επίσημη δεξιά και τα τελευταία τέσσερα χρόνια… εφαρμόζει το «αντίγραφό» της.