Λίγο πριν κλείσει ο χρόνος (30 Δεκεμβρίου 2019), σε συνθήκες “μυστικότητας” και μακριά από κάθε έννοια διαπραγμάτευσης, συμφωνήθηκε από τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), την Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ) και τον Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) από κοινού με την ΓΣΕΕ, η παράταση ισχύος της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) του 2018 για έναν ακόμα χρόνο, δηλαδή μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2020. Η νέα ΕΓΣΕΕ κατατέθηκε στο Υπουργείο Εργασίας στις 9 Ιανουαρίου.
Η ηγεσία ΓΣΕΕ προχώρησε σε μια τέτοια σημαντική συμφωνία παρά το ότι είναι δικαστικά διορισμένη και έχει περιορισμένες αρμοδιότητες. Δεν έκανε όμως το ίδιο όταν ήταν να κηρυχθούν κινητοποιήσεις. Πιστοποιώντας για μια ακόμα φορά πόσο πιστά ταγμένη είναι στην εξυπηρέτηση της αντεργατικής πολιτικής συμφώνησε σε πάγωμα του μισθού ως το τέλος του 2020, δίνοντας το σήμα της και για τη θέση της στην υποτιθέμενη “διαβούλευση” της κυβέρνησης με τους εταίρους για τον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού και τον καθορισμό της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας το 2020, μετά την οποία η κυβέρνηση καθορίζει μονομερώς μέχρι τον Ιούνιο, σύμφωνα με τον επιβληθέντα μνημονιακό νόμο του 2012, το ύψος του κατώτατου μισθού.
Παράλληλα, οι δύο πλευρές ανανέωσαν τους όρκους τους για “κοινές δράσεις” σχετικά με «το μέλλον της εργασίας, την επαγγελματική κατάρτιση των εργαζομένων, αλλά και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής» καθώς και «την ενδυνάμωση του κοινωνικού διαλόγου, την ουσιαστική ενεργοποίηση του Συμβουλίου Τριμερούς ∆ιαβούλευσης, και τελικά την ενίσχυση της ανάπτυξης» – δείχνοντας ότι βάζουν στο περιθώριο τα εργατικά αιτήματα και με την ταξική συνεργασία μεριμνούν από κοινού για μια “ανάπτυξη” κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της αύξησης της επιχειρηματικής κερδοφορίας .
Είναι χαρακτηριστικό ότι μπροστά σ’ αυτή την εξευτελιστική εξέλιξη για τους εργαζόμενους, η διορισμένη διοίκηση της ΓΣΕΕ προτίμησε να κρατήσει σιγή ιχθύος και δεν ακολούθησε καμία δημοκρατική διαδικασία για την υπογραφή της ΕΓΣΣΕ (σύγκλιση οργάνων, διαπραγμάτευση, ενημέρωση). Το μόνο που έκανε είναι να δώσει τα διαπιστευτήριά της σε μια συμφωνία που πατάει αποκλειστικά πάνω στους μνημονιακούς νόμους και τα συμφέροντα των εργοδοτών.
Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία ανακοίνωση και δημοσίευση της ΕΓΣΕΕ από πλευράς ΓΣΕΕ, ούτε καν επικαιροποίηση της ιστοσελίδας τους σχετικά με τον κατώτατο μισθό και την περίοδο ισχύος του, παρόλο που είναι πλέον γεγονός και επηρεάζει χιλιάδες μισθωτούς και τις οικογένειές τους. Όλη η ιστορία περνάει στα ψιλά για τους εργαζόμενους, ενώ, την ίδια στιγμή, οι εργοδοτικές οργανώσεις έχουν κάθε λόγο να το ανακοινώνουν στις ιστοσελίδες τους, περήφανες για το κατόρθωμά τους να έχουν εργαζόμενους με παγωμένους μισθούς, παγωμένες τριετίες, παγωμένα δικαιώματα.
Στην ΕΓΣΣΕ που παρατείνεται η ισχύς της και το 2020, αξίζει να τονιστεί και το άρθρο που προβλέπει τη δημιουργία του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης, την προώθηση, δηλαδή, μιας μορφής εργατικής ασφάλισης που δεν θα έχει κρατική στήριξη και χρηματοδότηση, η οποία εξωραΐζεται ως …«ένα πρόσθετο αξιόπιστο δίχτυ ασφαλείας για την υποστήριξη των εργαζομένων που αναμένεται να έχουν μεγαλύτερη ανάγκη πρόσθετου εισοδήματος κατά την συνταξιοδότηση». Στην πραγματικότητα με την υπογραφή της σε αυτό το το άρθρο η ηγεσία της ΓΣΕΕ βάζει καθαρά πλάτες στην προοπτική ιδιωτικοποίησης του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος, εξυπηρετώντας τους επικείμενους σχεδιασμούς της κυβέρνησης και της εργοδοσίας.
Ταυτόχρονα η κυβέρνηση που υπόσχονταν «πολλές και καλά αμειβόμενες δουλειές», πρόσθεσε και τον δικό της εμπαιγμό στο ζήτημα του κατώτατου μισθού:δια στόματος κυβερνητικού εκπροσώπου, τοποθέτησε σε βάθος ...τριετίας την αύξηση στον κατώτατο μισθό, αναφέροντας ως στόχο της κυβέρνησης να φτάσει από τα 650 ευρώ στα.., 703! Μια αύξηση που αν κατανεμηθεί ισομερώς στη τριετία θα σημάνει ένα φιλοδώρημα ...17,7 ευρώ το μήνα.
Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, όπου κυβέρνηση και εργοδοσία δρουν ανενόχλητες και η ηγεσίες των συνδικαλιστικών οργάνων κλείνουν επιδεικτικά τα αυτιά τους στις διεκδικήσεις των εργαζομένων και δρουν ως συνεργάτες των κυβερνώντων και της εργοδοσίας, είναι επιτακτική ανάγκη η σωστή ενημέρωση των εργαζομένων, η αντίκρουση της παραπλανητικής κυβερνητικής προπαγάνδας, η διαμόρφωση προϋποθέσεων μαζικής αντίστασης στις ειλημμένες αποφάσεις και η ανάπτυξη της προσπάθειας οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να οργανώσουν την συλλογική πάλη ενάντια σε κάθε αντεργατική συμφωνία και νόμο.