ΙνΑπό το βράδυ της Κυριακής επικρατεί πανηγυρικό κλίμα στους δρόμους της Χιλής, μετά την επικράτηση στο δεύτερο γύρο του γενικώς θεωρούμενου προοδευτικού και αριστερού υποψηφίου, του 35χρονου Γκαμπριέλ Μπόριτς. Παράλληλα υπάρχει και αίσθηση ανακούφισης, καθώς ο αντίπαλος του Μπόριτς ήταν ο Αντόνιο Καστ, ανοικτά δηλωμένος θαυμαστής του πρώην δικτάτορα της Χιλής, Αουγκούστο Πινοσέτ, του οποίου την κληρονομιά παλεύει να αποτινάξει από τη χώρα του ο λαός της Χιλής. Το καθεστώς της αντίδρασης που στην πραγματικότητα αποτελεί συνέχεια της δικτατορίας, επέλεξε τον Καστ για βασικό υποψήφιό του, σε μια προσπάθεια να εκδικηθεί το πανεθνικό λαϊκό κίνημα που εκδηλώθηκε με ένταση τα τελευταία δύο χρόνια.
Η αλήθεια είναι ότι στον πρώτο γύρο, όπου οι ψήφοι μοιράστηκαν σε περισσότερους υποψήφιους, πρώτος ήταν ο Αντόνιο Καστ και υπήρχε ο φόβος ότι θα έχει περισσότερες εφεδρείες να αντλήσει. Όπως όμως ήλπιζαν στη Χιλή, στο δεύτερο γύρο η προσέλευση ήταν μεγαλύτερη κατά 1,3 εκατομμύρια ψηφοφόρους και αυτό ευνόησε τον Μπόριτς, ο οποίος εκλέγεται ως νέος πρόεδρος της Χιλής με 56% έναντι 44% που συγκέντρωσε ο Καστ.
Ο Μπόριτς είναι γνωστός εντός της Χιλής από το 2011, όταν ως πρόεδρος της πανφοιτητικής οργάνωσης του Πανεπιστημίου της Χιλής στο Σαντιάγκο, φέρεται να πρωτοστάτησε στον φοιτητικό ξεσηκωμό, που είχε ως βασικό αίτημα τη δωρεάν παιδεία. Από το 2014 που υπήρχαν πάλι μεγάλες κινητοποιήσεις, είναι εκλεγμένος ως ανεξάρτητος γερουσιαστής.
Με το κόμμα του «Κοινωνική Σύγκλιση» ηγήθηκε του εκλογικού συνασπισμού «Αποδοχή της Αξιοπρέπειας» μέσα στον οποίο ισχυρή θέση έχει το Κομμουνιστικό Κόμμα Χιλής. Σε εσωτερική διαδικασία του συνασπισμού, ο Μπόριτς προτιμήθηκε από τον Ντάνιελ Χαδούε, στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος, καθώς ανάμεσα σε άλλα θεωρήθηκε, ότι ο τελευταίος θα ήταν μια «ακραία» επιλογή που θα συσπείρωνε ακόμη περισσότερο την αντίδραση, ενώ ο Μπόριτς αποτελούσε υποψηφιότητα πιο χαμηλών τόνων, με πιο πιθανή την επικράτησή του, όπως και συνέβη.
Είναι λογικό το ενδεχόμενο της επιστροφής του Πινοσέτ να προκαλεί ανησυχία και το ζήτημα της αλλαγής του συντάγματος αδημονία, αλλά καταλαβαίνει κανείς την ιδιαίτερα προβληματική λογική σύμφωνα με την οποία προτιμήθηκε ο Μπόριτς. Άλλωστε η «ανάγκη» για πολιτική «χαμηλών τόνων» δεν τελειώνει απαραίτητα με το πέρας των εκλογών. Άραγε ακόμη η πολιτική του Σαλβαδόρ Αλιέντε, την οποία πλήρωσε ακριβά ο λαός της Χιλής, θα θεωρηθεί «υψηλών τόνων» από τον νέο πρόεδρο; Όλα αυτά ασφαλώς δεν τα γράφουμε για να θεωρήσουμε ότι ο Χαδούε εκπροσωπεί την επανάσταση στη Χιλή. Η λογική όμως βάσει της οποίας προτιμήθηκε ο Μπόριτς αποτελεί εκ των προτέρων υποχώρηση στην αντίδραση και δεν είναι σίγουρο ότι προμηνύει πολιτική εκπλήρωσης των αιτημάτων και αναγκών του λαού της Χιλής. Υπάρχει και το παράδειγμα της νέας ηγεσίας στο Περού, όπου η κατάσταση δεν εξελίσσεται θετικά.
Επίσης ο συσχετισμός των δυνάμεων όπως έχουν διαμορφωθεί τόσο στη Γερουσία, όσο και στη Βουλή, δημιουργούν συνθήκες καθόλου εύκολες για το νέο πρόεδρο, ο οποίος μετά την εκλογή του διευκρίνισε: «Θα υπάρξουν περισσότερα κοινωνικά δικαιώματα, θα το κάνουμε όμως παραμένοντας δημοσιονομικά υπεύθυνοι». Εκτιμούμε πως η δήλωση αυτή λέει πολλά.
Ο λαός της Χιλής, που έχει λάβει σκληρά μαθήματα στο παρελθόν και έχει αποκτήσει και πρόσφατη εμπειρία, χρειάζεται να παραμείνει σε επαγρύπνηση. Είναι πολύ πιθανό να κληθεί και πάλι να υπερασπισθεί τους στόχους του και τα δικαιώματά του με τον πιο αξιόπιστο δρόμο που διαθέτουν οι λαοί: Τον μαζικό, εξωκοινοβουλευτικό αγώνα.
21/12/2021