Για την εθνική περηφάνεια των μεγαλορώσων (Β.Ι. ΛΕΝΙΝ)

«Η αστική τάξη των “μεγάλων” ιμπεριαλιστικών δυνάμεων έγινε πέρα για πέρα αντιδραστική και τον πόλεμο που κάνει τώρα αυτή η αστική τάξη τον θεωρούμε αντιδραστικό, δουλοχτητικό και εγκληματικό πόλεμο.

Πώς έχουν, λοιπόν, τα πράγματα σχετικά με τον πόλεμο ενάντια σ’ αυτήν την αστική τάξη; Λ.χ. σχετικά με τον πόλεμο των λαών που καταπιέζονται από αυτή την αστική τάξη και είναι εξαρτημένοι από αυτήν ή των αποικιακών λαών για την απελευθέρωσή τους; Στις θέσεις της ομάδας «Διεθνής» στην παράγραφο 5, διαβάζουμε: “Στην εποχή αυτού του αχαλίνωτου ιμπεριαλισμού δεν μπορεί πια να υπάρχει εθνικός πόλεμος”. Αυτό ολοφάνερα δεν είναι σωστό», έγραφε ο Λένιν το 1916, στη διάρκεια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου, που ο χαρακτήρας του ήταν ιμπεριαλιστικός και από τις δύο πλευρές των εμπολέμων, στο «στρατιωτικό πρόγραμμα της επανάστασης». Στο ίδιο αυτό κείμενο πρόσθετε:
«Να αναγνωρίζει κανείς την “υπεράσπιση της πατρίδας” στο σημερινό πόλεμο σημαίνει ότι τον θεωρεί “δίκαιο”, ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντα του

προλεταριάτου -και τίποτα παραπάνω, και ακόμα μια φορά τίποτα. Γιατί η εισβολή δεν αποκλείεται σε κανέναν πόλεμο. Θα ήταν απλώς ανοησία ν’ αρνιέσαι την “υπεράσπιση της πατρίδας” για τους καταπιεζόμενους λαούς στον πόλεμό τους ενάντια στις ιμπεριαλιστικές μεγάλες δυνάμεις ή από το νικηφόρο προλεταριάτο στον πόλεμό του ενάντια σ’ οποιονδήποτε Γκαλλιφέ του αστικού κράτους».
Το τελευταίο διάστημα και με αφορμή τη φασιστική επίθεση του Μουσολίνι κατά της Ελλάδας και τη στάση των κομμουνιστών σε ό,τι αφορά το ζήτημα της υπεράσπισης της πατρίδας γράφονται και ακούγονται πολλά. Oρισμένα μάλιστα εμφανίζονται υπερασπιζόμενοι τον Λένιν.
Αν και ο χαρακτήρας του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου ήταν διαφορετικός, πολλά μπορεί να διδαχτεί κανείς για τα περί έθνους και περί πατρίδας από το κείμενο του μεγάλου επαναστάτη ηγέτη, που δημοσιεύουμε παρακάτω, και που έχει τον τίτλο «Για την εθνική υπερηφάνεια των μεγαλορώσων».

 

Πόσο πολύ μιλούν, φλυαρούν, φωνάζουν σήμερα για την εθνότητα, για την πατρίδα! Oι φιλελεύθεροι και οι ριζοσπαστικοί υπουργοί της Αγγλίας, αμέτρητοι «προοδευτικοί» δημοσιολόγοι της Γαλλίας (που αποδείχτηκε ότι συμφωνούν πέρα για πέρα με τους δημοσιολόγος της αντίδρασης), ένα σωρό επίσημοι, καντέ και προοδευτικοί (ακόμα και μερικοί ναρόντνικοι και «μαρξιστές») γραφειάδες της Ρωσίας - όλοι τους εξυμνούν με χίλιους τρόπους την ελευθερία και την ανεξαρτησία της «πατρίδας», το μεγαλείο της αρχής της εθνικής ανεξαρτησίας. Δεν  μπορείς να ξεχωρίσεις, που εδώ τελειώνει ο πουλημένος υμνητής του δήμιου Νικόλαου Ρωμανόφ, ή των βασανιστών των νέγρων και των κατοίκων των Ινδιών, που αρχίζει ο μικροαστός της αράδας που από ηλιθιότητα ή από έλλειψη χαρακτήρα πάει «σύμφωνα με το ρεύμα». Μα ούτε και έχει σημασία να το ξεχωρίσουμε αυτό. Έχουμε μπροστά μας ένα πολύ πλατύ και πολύ βαθύ ιδεολογικό ρεύμα, που οι ρίζες του συνδέονται πολύ γερά με τα συμφέροντα των κυρίων τσιφλικάδων και κεφαλαιοκρατών των εθνών - μεγάλων δυνάμεων. Για την προπαγάνδα των ιδεών που συμφέρουν σ’ αυτές τις τάξεις ξοδεύονται δεκάδες και εκατοντάδες εκατομμύρια το χρόνο: δεν είναι μικρός ο μύλος, που παίρνει νερό από παντού, αρχίζοντας από τον πεισμένο σωβινιστή Μένσικοφ και τελειώνοντας στους σωβινιστές από οπορτουνισμό ή από έλλειψη χαρακτήρα, στους Πλεχάνοφ και Μάσλοφ, Ρουμπάνοβιτς και Σμιρνόφ, Κροπότκιν και Μπούρτσεφ.
Ας δοκιμάσουμε κι εμείς, οι μεγαλορώσοι σοσιαλδημοκράτες, να καθορίσουμ τη στάση μας απέναντι σ’ αυτό το ιδεολογικό ρεύμα. Για μας, τους εκπρόσωπους του έθνους - μεγάλης δύναμης στην ανατολική άκρη της Ευρώπης και σ’ ένα μεγάλο τμήμα της Ασίας, θα ήταν άπρεπο να ξεχάσουμε την τεράστια σημασία του εθνικού ζητήματος ­ιδιαίτερα σε μια τέτοια χώρα, που με το δίκιο τους την ονομάζουν «φυλακή των λαών»­ σε μια τέτοια εποχή, που ίσα - ίσα στη μακρινή ανατολή της Ευρώπης και στην Ασία ο καπιταλισμός ξυπνά στη ζωή και στη συνείδηση μια ολόκληρη σειρά «νέα» μεγάλα και μικρά έθνη. Σε μια τέτοια στιγμή, που η τσαρική μοναρχία κάλεσε υπό τα όπλα εκατομμύρια μεγαλορώσους και «αλλογενείς», για να «λύσει» μια ολόκληρη σειρά εθνικά ζητήματα σύμφωνα με τα συμφέροντα του συμβουλίου του ενωμένου αρχοντολογιού, των Γκουτσκόφ και Κρεστόβνικοφ, Ντολγκορούκοφ, Κούτλερ και Ροντίτσεφ.
Είναι άραγε ξένο για μας, τους μεγαλορώσους συνειδητούς προλετάριους, το αίσθημα της εθνικής περιφάνειας; Φυσικά, όχι! Αγαπούμε τη γλώσσα μας και την πατρίδα μας, περισσότερο απ’ όλα δουλεύουμε για ν’ ανεβάσουμε τις εργαζόμενες μάζες της (δηλαδή τα 9/10 του πληθυσμού της) στη συνειδητή ζωή των δημοκρατών και των σοσιαλιστών. Μας προξενεί τον πιο μεγάλο πόνο να βλέπουμε και να αισθανόμαστε σε πόση βία, καταπίεση και εξευτελισμό υποβάλλουν την όμορφη πατρίδα μας οι δήμιοι του τσάρου, το αρχοντολόι και οι κεφαλαιοκράτες. Είμαστε περήφανοι γιατί αυτή η βία βρήκε αντίσταση στο περίγυρό μας, σ’ εμάς τους μεγαλορώσους, γιατί το περίγυρο αυτό ανάδειξε τον Ραντίστσεφ, τους δεκεμβριστές, τους επαναστάτες - ραζνοτσίντσι του 1870 - 1880, γιατί η μεγαλορωσική εργατική τάξη δημιούργησε το 1905 ένα ισχυρό επαναστατικό κόμμα μαζών, γιατί ο μεγαλορώσος μουζίκος άρχισε τον ίδιο καιρό να γίνεται δημοκράτης, άρχισε ν’ ανατρέπει τον παπά και τον τσιφλικά.
Θυμόμαστε, πως πριν από μισόν αιώνα ο μεγαλορώσος δημοκράτης Τσερνισέφσκι, αφιερώνοντας τη ζωή του στην υπόθεση της επανάστασης είπε: «κακομοίρικο έθνος, έθνος δούλων, από τα πάνω ως τα κάτω όλοι είναι δούλοι». Στους ανοιχτούς και σκεπασμένους μεγαλορώσους - δούλους (δούλους απέναντι στην τσαρική μοναρχία) δεν αρέσει να θυμούνται αυτά τα λόγια. Κατά τη γνώμη μας όμως αυτά ήταν λόγια πραγματικής αγάπης προς την πατρίδα, αγάπης που υπόφερε, γιατί έλειπε η επαναστατικότητα από τις μάζες του μεγαλορώσικου πληθυσμού. Τότε δεν υπήρχε επαναστατικότητα. Τώρα είναι λίγη, μα υπάρχει πια. Είμαστε γεμάτοι από αίσθημα εθνικής περηφάνειας, γιατί το μεγαλορωσικό έθνος δημιούργησε κι αυτό επαναστατική τάξη, απόδειξε κι αυτό ότι είναι ικανό να δώσει στην ανθρωπότητα μεγάλα πρότυπα αγώνα για την ελευθερία και το σοσιαλισμό και όχι μονάχα μεγάλα πογκρόμ, σειρές από κρεμάλες, μπουντρούμια, μεγάλος λιμούς και μεγάλη δουλοπρέπεια μπροστά στους παπάδες, τους τσάρους, τους τσιφλικάδες και τους κεφαλαιοκράτες.
Είμαστε γεμάτοι από αίσθημα εθνικής περηφάνειας και γι’ αυτό ίσα - ίσα μισούμε ιδιαίτερα το δουλικό παρελθόν μας (όταν οι τσιφλικάδες αρχόντοι οδηγούσαν τους μουζίκους στον πόλεμο για να πνίξουν την ελευθερία της Oυγγαρίας, της Πολωνίας, της Περσίας, της Κίνας) και το δουλικό παρόν μας, όταν οι ίδιοι πάλι τσιφλικάδες, με τη βοήθεια των κεφαλαιοκρατών, μας οδηγούν στον πόλεμο, για να πνίξουμε την Πολωνία και την Oυκρανία, για να καταστείλουμε το δημοκρατικό κίνημα στην Περσία και στην Κίνα, για να δυναμώσουμε τη συμμορία των Ρομανόφ, Μπομπρίνσκι, Πουρισκέβιτς, που ατιμάζει τη μεγαλορωσική εθνική μας αξιοπρέπεια. Κανείς δε φταίει γιατί γεννήθηκε δούλος. O δούλος όμως που όχι μονάχα αποφεύγει να επιδιώξει τη λευτριά του, μα και που δικαιολογεί και εξωραΐζει τη δουλεία του (ονομάζει λ.χ. την κατάπνιξη της Πολωνίας, της Oυκρανίας κ.λπ. «υπεράσπιση της πατρίδας» των μεγαλορώσων), αυτός ο δούλος είναι ένας χαμένος και παλιάνθρωπος, που προκαλεί ένα δίκαιο αίσθημα αγανάκτησης, περιφρόνησης και αηδίας.
«Δεν μπορεί να είναι ελεύθερος ένας λαός, που καταπιέζει άλλουςλαούς», έλεγαν οι μεγαλύτεροι εκπρόσωποι της συνεπούς δημοκρατίας του ΧΙΧ αιώνα, ο Μαρξ και οΈνγκελς, που έγιναν δάσκαλοι του επαναστατικού προλεταριάτου. Κι εμείς οι μεγαλορώσοι εργάτες, που είμαστε γεμάτοι από αίσθημα εθνικής περηφάνειας, θέλουμε με κάθε θυσία μια ελεύθερη και ανεξάρτητη, αυτοτελή, λαοκριτική, δημοκρατική περήφανη Μεγαλορωσία, που να στηρίζει τις σχέσεις της με τους γειτόνους της πάνω στην ανθρώπινη αρχή της ισοτιμίας και όχι στη φεουδαρχική αρχή των προνομίων, που ταπεινώνει το μεγάλο έθνος. Ακριβώς γιατί τέτοια τη θέλουμε λέμε: δεν μπορεί κανείς στον ΧΧ αιώνα, στην Ευρώπη (έστω και στη μακρινή ανατολική Ευρώπη), «να υπερασπίζει την πατρίδα» με άλλον τρόπο, παρά μόνο παλεύοντας με όλα τα επαναστατικά μέσα ενάντια στη μοναρχία, στους τσιφλικάδες και τους κεφαλαιοκράτες της πατρίδας του, δηλαδή ενάντια στους χειρότερους εχθρούς της πατρίδας μας. Δεν μπορούν οι μεγαλορώσοι «να υπερασπίζουν την πατρίδα» με άλλον τρόπο, παρά μονάχα επιθυμώντας την ήττα του τσαρισμού σε κάθε πόλεμο, ήττα που είναι το μικρότερο κακό για τα 9/10 του πληθυσμού της Μεγαλορωσίας, γιατί ο τσαρισμός δεν καταπιέζει μόνο οικονομικά και πολιτικά αυτά τα 9/10 του πληθυσμού, μα και τα διαφθείρει τα ταπεινώνει, τα ατιμάζει, τα εκπορνεύει, μαθαίνοντάς τα να καταπιέζουν άλλους λαούς, μαθαίνοντάς τα να καλύπτουν το αίσχος τους με υποκριτικές, δήθεν πατριωτικές φράσεις.
Θα μας φέρουν ίσως την αντίρρηση, ότι έξω από τον τσαρισμό και κάτω από τα φτερά του εμφανίστηκέ και δυνάμωσε κιόλας μια άλλη ιστορική δύναμη, ο μεγαλορωσικός καπιταλισμός, που κάνει προοδευτικό έργο, συγκεντρώνοντας οικονομικά και συνενώνοντας τεράστιες περιοχές. Αυτή όμως η αντίρρηση δε δικαιολογεί, μα κατηγορεί ακόμα περισσότερο τους σοσιαλιστές - σωβινιστές μας, που πρέπει να τους ονομάσουμε σοσιαλιστές του τσάρου και του Πουρισκέβιτς (όπως ονόμασε ο Μαρξ τους οπαδούς του Λασάλ «βασιλικούς πρώσους σοσιαλιστές»). Ας υποθέσουμε ακόμα ότι η ιστορία θα λύσει το ζήτημα προς όφελος του μεγαλορωσικού καπιταλισμού - μεγάλης δύναμης ενάντια στα εκατόν τόσα μικρά έθνη. Αυτό δεν είναι αδύνατο, γιατί όλη η ιστορία του κεφαλαίου είναι ιστορία βίας και ληστείας, αίματος και βούρκου. Κι εμείς καθόλου δεν είμαστε σώνει και καλά οπαδοί των μικρών εθνών. Είμαστε κατηγορηματικά, εφόσον υπάρχουνοι άλλοι ίσοι όροι, υπέρ της συγκεντροποίησης και ενάντια στο μικροαστικό ιδανικό των ομοσπονδιακών σχέσεων. Ωστόσο, ακόμα και σ’ αυτή την περίπτωση, πρώτα, δεν είναι δικό μας έργο, δεν είναι έργο των δημοκρατών (δε μιλώ πια για τους σοσιαλιστές) να βοηθούν το Ρομανόφ - Μπομπρίνσκι - Πουρισκέβιτς να πνίγουν την Oυκρανία κ.λπ. O Βίσμαρκ έκανε με τον τρόπο του, με τον τρόπο των γιούγκερς ένα προοδευτικό ιστορικό έργο, όμως θα ήταν ωραίος ο «μαρξιστής» εκείνος, που στηριζόμενος σ’ αυτά θα σκεφτόταν να δικαιολογήσει τη βοήθεια των σοσιαλιστών στον Βίσμαρκ! Στο μεταξύ ο Βίσμαρκ βοηθούσε την οικονομική ανάπτυξη, συνενώνοντας τους σκόρπιους γερμανούς, που τους καταπίεζαν άλλοι λαοί. Ενώ η οικονομική άνθηση και η γοργή ανάπτυξη της Μεγαλορωσίας απαιτεί την απελευθέρωση της χώρας από τη βία των μεγαλορώσων πάνω στους άλλους λαούς. Αυτή τη διαφορά την ξεχνούν οι δικοί μας θαυμαστές των γνησιορώσων μισο-Βίσμαρκ.
Δεύτερο, αν η ιστορία λύσει το ζήτημα προς όφελος του μεγαλορωσικού καπιταλισμού - μεγάλης δύναμης, τότε από δω βγαίνει ότι θα είναι ακόμα πιο μεγάλος ο σοσιαλιστικός ρόλος του μεγαλορωσικού προλεταριάτου, σαν της κυριότερης κινητήριας δύναμης της κομμουνιστικής επανάστασης που τη γεννά ο καπιταλισμός. Και για την επανάσταση του προλεταριάτου είναι απαραίτητη μια μακρόχρονη διαπαιδαγώγηση των εργατών στο πνεύμα της πληρέστερης εθνικής ισότητας και αδελφότητας. Συνεπώς, ίσα - ίσα από την άποψη των συμφερόντων του μεγαλορωσικού προλεταριάτου, είναι απαραίτητη μια μακρόχρονη διαπαιδαγώγηση των μαζών με την έννοια της πιο αποφασιστικής, συνεπούς, τολμηρής, επαναστατικής υπεράσπισης της πλέριας ισοτιμίας και του δικαιώματος για αυτοδιάθεση όλων των εθνών που καταπιέζουν οι μεγαλορώσοι. Το συμφέρον (όχι όπως το καταλαβαίνουν οι δούλοι) της εθνικής περηφάνειας των μεγαλορώσων (και όλων των άλλων) προλετάριων. Πρότυπό μας θα παραμένει ο Μαρξ, που αφού έζησε δεκάχρονα στην Αγγλία κι έγινε μισο-εγγλέζος, απαιτούσε την ελευθερία και την εθνική ανεξαρτησία της Ιρλανδίας προς το συμφέρον του σοσιαλιστικού κινήματος των άγγλων εργατών.
Ενώ οι δικοί μας σοσιαλσωβινιστές, Πλεχάνοφ κ.λπ. κ.λπ. στην τελευταία περίπτωση που εξετάσαμε θ’ αποδειχτούν προδότες όχι μόνο της πατρίδας τους, της ελεύθερης και δημοκρατικής Μεγαλορωσίας, αλλά και προδότες της προλεταριακής αδελφότητας όλων των λαών της Ρωσίας, δηλαδή της υπόθεσης του σοσιαλισμού.
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Σοσιαλδημοκράτης» αρ. 44, της 23 Αυγούστου 1915).

Διαβάστε επίσης