Η ανάδειξη της ΝΔ στην κυβερνητική εξουσία μετά τις εθνικές εκλογές του περασμένου Ιούλη σήμανε τη συνέχιση και κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής που εφάρμοσε και η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που με την διακυβέρνηση του δικαίωσε τη δεξιά πολιτική και την εμφάνισε ως μονόδρομο, φουσκώνοντας με αυτόν τον τρόπο τα πανιά της ΝΔ του Μητσοτάκη.
Ήδη, με τις ευλογίες του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου και την ανυπόφορη στήριξη των ΜΜΕ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει τα πρώτα δείγματα γραφής. Το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου (ΔΕΗ, ελληνικό), η αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ και των διοδίων, οι νέες φοροεπιδρομές στο λαϊκό εισόδημα και στις συντάξεις και η νέα επίθεση στο ασφαλιστικό που προετοιμάζεται, είναι μόνο λίγα από τα μέτρα που φανερώνουν το αντιλαϊκό περιεχόμενο της πολιτικής της δεξιάς. Μιας πολιτικής που χτυπά την υγεία, την παιδεία, την πρόνοια και συνολικά τα δικαιώματα των εργαζόμενων, ενώ αντίθετα υπόσχεται κάθε είδους διευκολύνσεις σε ντόπιο και ξένο κεφάλαιο προκειμένου να διαιωνίζει αδιατάραχτο την κερδοφορία του στις πλάτες του λαού.
Φυσικά, αυτή η πολιτική της συνέχισης και αναβάθμισης της επίθεσης στα δικαιώματα των εργαζομένων και τις δημόσιες παροχές έχει ως απαραίτητο συμπλήρωμα την πολιτική της καταστολής και της επίθεσης στα δημοκρατικά δικαιώματα. Διότι ξέρει πολύ καλά η κυβέρνηση πως η συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής, αργά ή γρήγορα και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα συναντήσει την αντίσταση των εργαζομένων στην οποία θα αντιπαρατάξει την πολιτική του «νόμου και της τάξης», των ΜΑΤ, των χημικών και της τρομοκρατίας. Σε αυτήν την κατεύθυνση κινείται και η επίθεση στο πανεπιστημιακό άσυλο, το οποίο και κατήργησε από τις πρώτες κιόλας μέρες της η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Σε αυτή την κατεύθυνση επίσης και με στρωμένο το έδαφος από την προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, πατάει και η νέα επίθεση στο συνδικαλιστικό κίνημα, στα σωματεία και στο δικαίωμα στην απεργία. Έτσι λοιπόν, μετά το μέτρο της προηγούμενης κυβέρνησης που προϋποθέτει την ψήφο του 51% των εγγεγραμμένων μελών κάποιου σωματείου για την κήρυξη απεργίας, η ΝΔ ψήφισε μέτρο για την καθιέρωση του συνδικαλιστικού μητρώου που θα φακελώνει τα μέλη των διοικήσεων των σωματείων και το μέτρο για την καθιέρωση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για την κήρυξη απεργίας που θα απονευρώνει και θα απαξιώνει τη λειτουργία τους.
Αυτή είναι λοιπόν η πολιτική της δεξιάς. Μια πολιτική που προσφέρει πλούσιες κρατικές παροχές, κίνητρα και κερδοσκοπική ασυδοσία στο μεγάλο ντόπιο και ξένο κεφάλαιο και την οποία τα όποια δήθεν φιλολαϊκά ψίχουλα, όπως η ελάχιστη μείωση του ΕΝΦΙΑ, δεν μπορούν να συγκαλύψουν.
Από την άλλη, η κυβέρνηση της δεξιάς φρόντισε να υποβάλει από την αρχή τα διαπιστευτήριά της στα ιμπεριαλιστικά αφεντικά. Αφού αρχικά η συμφωνία των Πρεσπών από προδοτική μετατράπηκε σε θετική στα περισσότερα σημεία της, ο Μητσοτάκης συνεχίζει την πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, προσφέροντας γη και ύδωρ στους αμερικανονατοϊκούς. Εκεί αποσκοπεί ο διαβόητος «Στρατηγικός Διάλογος» και η υπογραφή πριν λίγες μέρες της λεγόμενης «Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας-ΗΠΑ». Γι’ αυτό ήρθε εδώ ο Πομπέο στις αρχές του Οκτώβρη. Έτσι η Ελλάδα έχει μετατραπεί σ’ ένα απέραντο δίκτυο βάσεων (Αλεξανδρούπολη, Λάρισα, Στεφανοβίκειο, Άκτιο, Ανδραβίδα, Άραξο, Σούδα), καθιστώντας την πολεμικό ορμητήριο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ για να εξαπολύουν τους κατακτητικούς, ληστρικούς και αιματηρούς τους πολέμους στην ευρύτερη περιοχή.
Στην άλλη πλευρά βρίσκεται η κατά τα λεγόμενα των ίδιων «ισχυρή αντιπολίτευση» ΣΥΡΙΖΑ που στην πραγματικότητα δεν είναι ούτε ισχυρή, ούτε αντιπολίτευση. Διότι είναι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που με την δεξιά πολιτική της άνοιξε το δρόμο στην ΝΔ του Μητσοτάκη να ανέλθει στην κυβερνητική εξουσία. Άλλωστε, το πιο ισχυρό αντιπολιτευτικό ατού του ΣΥΡΙΖΑ περιορίζεται στο επιχείρημα πως η ΝΔ «τρώει από τα έτοιμα», πως νομοθετεί δηλαδή και σημειώνει «επιτυχίες» πάνω στο έδαφος των νόμων που ψηφίστηκαν επί κυβέρνησής του. Φανερώνει με αυτόν τον τρόπο ότι η πολιτική της ΝΔ αποτελεί συνέχεια και επέκταση αυτής του ΣΥΡΙΖΑ.
Μπροστά σε αυτή την δύσκολη πραγματικότητα που διαμορφώνεται για τον λαό μας, ο μόνος δρόμος είναι η παλλαϊκή, πανεργατική αντίσταση και πάλη. Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να υπερασπίσουν τα σωματεία τους από την κυβερνητική πολιτική που επιτίθεται στην λειτουργία τους. Απέναντι στην πολιτική των συμβιβασμένων ηγεσιών τους που τα απαξιώνουν, όπως επίσης και σε κάθε είδους λαθεμένες απόψεις που υποσκάπτουν από τα «αριστερά» τη λειτουργία τους, να παλέψουν μέσα από αυτά ενάντια στην πολιτική της φτώχειας, της ανεργίας, της εξαθλίωσης και της εξάρτησης.
Παναγιώτης Α.
Αναδημοσίευση από το νέο τεύχος του περιοδικού Πορεία που κυκλοφορεί.