Οι τελευταίες εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ με τη βίαιη υποταγή του, την υπογραφή του τρίτου μνημονίου, τη διάσπαση με την αποχώρηση της «Αριστερής Πλατφόρμας» και την ίδρυση του κόμματος της Λαϊκής Ενότητας, που θα πάρει μέρος στις επικείμενες εκλογές, τροφοδότησαν διεργασίες και κινήσεις σε οργανώσεις και ιδιαίτερα μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που πλέον εμφανίζει φαινόμενα αποσύνθεσης.
Η εδώ και χρόνια καλλιεργούμενη «χημεία» και η ιδεολογική και πολιτική όσμωση ανάμεσα σε στελέχη και δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, ανέπτυξε σχέσεις «συγκοινωνούντων δοχείων», οδήγησε σε πολιτικές συνεργασίες και ωρίμασε τους όρους για μία αναβάθμιση αυτών των σχέσεων σε ανώτερο επίπεδο. Έτσι, αφού προηγήθηκε η συμμετοχή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις συγκεντρώσεις στήριξης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στις διαπραγματεύσεις με τους ξένους δυνάστες της χώρας και του λαού, οδηγήθηκαν στη σύσταση κοινών επιτροπών υπέρ του «όχι» στο πρόσφατο δημοψήφισμα, προχώρησαν σε κοινές δράσεις και πανηγύρισαν μαζί για το αποτέλεσμα το βράδυ εκείνης της Κυριακής, για να «προσγειωθούν ανωμάλως» τη Δευτέρα το πρωί μετά την ανατροπή στο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών και την ολοκληρωτική συνθηκολόγηση και υποταγή που επακολούθησε. Οι κοινές επιτροπές υπέρ του όχι, μετατράπηκαν σε επιτροπές υπέρ του «όχι μέχρι τέλους» (ποιο είναι άραγε αυτό το τέλος;), με τους διαφωνούντες της «Αριστερής Πλατφόρμας», διαμορφώνοντας έτσι ένα αναμενόμενο για πολλούς στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ πολιτικό πλαίσιο μιας μετωπικής πλέον συνεργασίας.
Η αποχώρηση της «Αριστερής Πλατφόρμας» από τον ΣΥΡΙΖΑ, η δημιουργία της Λαϊκής Ενότητας και το ανοιχτό κάλεσμα του Λαφαζάνη για μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων με «σημαία» το «όχι μέχρι τέλους», έδρασε καταλυτικά στις δρομολογημένες ήδη προσεγγίσεις, πυροδοτώντας κινήσεις σε όλες τις οργανώσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ενώ οι ΑΡΑΝ και ΑΡΑΣ δεν έχασαν καθόλου χρόνο ανταποκρινόμενες στο κάλεσμα του Λαφαζάνη.
Βέβαια η έντεχνα βιαστική εξαγγελία του Λαφαζάνη για συμμετοχή στις εκλογές με το σχήμα της «Λαϊκής Ενότητας», σε συνδυασμό με τα στενά χρονικά περιθώρια, δημιουργούν εμπόδια στην επιδιωκόμενη από πολλούς στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ εκλογική συνεργασία, αφού στην πράξη λειτουργεί σαν κάλεσμα προσχώρησης, δεν αναιρούν όμως τον πυρήνα της λογικής που διαποτίζει πλέον μεγάλο μέρος των στελεχών και του κόσμου της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για ολοκληρωτική σύμπραξη με το νέο κόμμα, χαρακτηρίζοντάς την μάλιστα αρκετοί από αυτούς ως «ιστορική ευκαιρία».
Όλα αυτά πιστοποιούνται από μία σειρά δημόσιων τοποθετήσεων-παρεμβάσεων κεντρικών στελεχών και οργανώσεων αλλά και από δύο κεντρικά κείμενα - αποφάσεις της Κεντρικής Συντονιστικής Επιτροπής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
1. Η απόφαση της ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ της 19/8/2015 μεταξύ άλλων αναφέρει: «Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ απευθύνει κάλεσμα πολιτικής συνεργασίας στις ριζοσπαστικές δυνάμεις που έδωσαν τη μάχη για το «όχι μέχρι το τέλος» και όλους όσους στηρίζουν τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες. …Τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ που συγκρούονται με την αστική μνημονιακή πολιτική, την κυβέρνηση και το κόμμα που την εφαρμόζει.»
2. Η ίδια πρόταση επαναλαμβάνεται και στο κείμενο της ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τίτλο: «Ανοιχτό κάλεσμα πολιτικής συνεργασίας», όπου αναφέρονται ως άμεσοι πολιτικοί στόχοι οι βασικές θέσεις του γνωστού «μεταβατικού προγράμματος» που προβάλλει εδώ και χρόνια η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με μία αναγκαία για την περίσταση προσαρμογή, όπου ενώ αναφέρεται σε «άμεση έξοδο από την ευρωζώνη», δεν αναφέρεται το ίδιο για έξοδο από την ΕΕ, αλλά αρκείται σε μία «ρήξη και αποδέσμευση», υιοθετώντας μία «δημιουργική ασάφεια» και «ελαστικότητα» σε ένα κεντρικό ζήτημα.
3. Σε «συλλογικό κείμενο μελών του ΝΑΡ και της Νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση» με τίτλο: « 10+1 σημεία για την εκλογική συνεργασία των δυνάμεων του όχι μέχρι τέλους», μεταξύ άλλων αναφέρονται: «Σήμερα προβάλλει εξαιρετικά αναβαθμισμένα η δυνατότητα πολιτικής και εκλογικής συνεργασίας των δυνάμεων του ΟΧΙ μέχρι τέλους, λόγω συν τοις άλλοις, της ανταρσίας μελών, στελεχών και τάσεων του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο τρίτο μνημόνιο. … Σε αυτή τη φάση λοιπόν αν και δεν υπάρχουν άμεσα οι δυνατότητες κοινού πολιτικού μετώπου (που είναι κάτι που θα κριθεί και μπορεί να κατακτηθεί σε μια πορεία κοινής δράσης και δημοκρατικού διαλόγου), αποτελεί αναγκαιότητα και πρέπει να ιεραρχηθεί από το ΝΑΡ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ η συνεργασία στις επερχόμενες εκλογές. …
Η κοινή εκλογική έκφραση του μπλοκ του ΟΧΙ μέχρι τέλους, είναι κάτι πολύ πιο βαθύ από μια απλή συμμαχία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με την Αριστερή Πλατφόρμα και μια εκλογική διακήρυξη. Μπορεί και πρέπει να τροφοδοτήσει μια τομή αλλαγής συσχετισμών στην Αριστερά συνολικά, που να συσπειρώσει ένα πολύ ευρύτερο δυναμικό γενικών και ειδικών πρωτοποριών, παλαιών και νέων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων.»
4. Σε κείμενο με τίτλο: «Για την άμεση ανάγκη μετωπικών πρωτοβουλιών. Τοποθέτηση των αντιπροσωπειών ΑΡΑΝ και ΑΡΑΣ στην ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ» , αφού αναφέρονται στο «μεταβατικό πρόγραμμα», με την προσαρμοσμένη θέση για απλή «ρήξη» με την Ε.Ε. καταλήγουν: «Με αυτή την έννοια είναι ανάγκη να πάρουμε εκείνες τις πρωτοβουλίες για να συσπειρωθούν σε ένα μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων για το ΟΧΙ μέχρι τέλος: Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ – ΜΑΡΣ και αριστερές δυνάμεις που κινούνται σε αντι-ΕΕ κατεύθυνση. Δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν τη βούληση να τιμήσουν το ΟΧΙ του ελληνικού λαού, να μην ψηφίσουν μνημόνια και να διαχωριστούν από την κυβέρνηση και το κόμμα που τα εφαρμόζει.»
5. Σε κείμενό του ο Παναγιώτης Σωτήρης, επικεφαλής της ΑΡΑΝ, που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Iskra, αναφέρει: «Προγραμματική βάση για την εκλογική και πολιτική συνεργασία των δυνάμεων του ΟΧΙ μέχρι τέλους μπορεί να υπάρξει. Είναι το πλαίσιο που λέει:
Κατάργηση μνημονίων - παύση πληρωμών και διαγραφή του εξωτερικού χρέους - έξοδος από ευρώ και ρήξη με την ΕΕ - εθνικοποίηση τραπεζών και στρατηγικών επιχειρήσεων - επαναφορά εργατικών δικαιωμάτων - βαθιές δημοκρατικές θεσμικές ανατροπές. …Όμως, χρειάζεται και μια διαφορετική πρακτική και από τη μεριά των συντρόφων της Λαϊκής Ενότητας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ρήξη και ανεξαρτητοποίηση είναι μια σημαντική και θετική εξέλιξη που ανοίγει δρόμους για μια άλλη κατάσταση στην Αριστερά και στα κοινωνικά κινήματα. … Οι δυνάμεις, οι αγωνιστές, οι εμπειρίες, οι αναζητήσεις που μπορούν να συναντηθούν σε μια τέτοια ελπιδοφόρα προσπάθεια είναι πολύ περισσότερες και περισσότεροι.
Όταν υπάρχει ανοιχτή και ζωντανή συζήτηση μέσα στην αντικαπιταλιστική Αριστερά, όταν από το χώρο του ΣΥΡΙΖΑ βγαίνουν τοποθετήσεις με εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και αυτοκριτική τοποθέτηση (ενδεικτικά αναφέρω το κείμενο που συνυπέγραψαν 87 αγωνιστές, τις ανακοινώσεις της Ν. ΣΥΡΙΖΑ, πλήθος ατομικών κειμένων προβληματισμού), όταν υπάρχουν στάσεις πολιτικής συνέπειας όπως της Ζωής Κωνσταντοπούλου που δεν μπορεί κανείς να προσπεράσει, όταν και ρεύματα προερχόμενα από το ΚΚΕ δείχνουν ενδιαφέρον να συζητήσουν, είναι σαφές ότι το εύρος δυνάμεων που μπορούν και πρέπει να συναντηθούν, να συζητήσουν, να συμπορευτούν είναι πολύ μεγαλύτερο».
Eίναι φανερός ο ιδιότυπος «ξεσηκωμός» γνωστών παραγόντων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που απ' ό,τι φαίνεται δεν τους «χωράει» ο περιορισμένος και εκτός κοινοβουλίου χώρος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και «πιάνουν απ' τα μαλλιά» την «ιστορική» ευκαιρία, για ένα μέτωπο με «μεγάλα ακροατήρια», παραμερίζοντας ή και προσαρμόζοντας θέσεις που αφορούν κεντρικά ζητήματα ιδεολογίας και πολιτικής.
Εκτός από αυτό το υπαρκτό γεγονός, αυτό που παράγει τέτοιες πολιτικές συμπεριφορές και στάσεις, που με μια αξιοπρόσεκτη ευκολία οδηγούν ένα σχήμα σαν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που έκλινε σε όλες τις πτώσεις και τα γένη τις λέξεις «αντικαπιταλισμός, επανάσταση, απεργίες διαρκείας, καταλήψεις, συγκρούσεις», με μετακομμουνιστικές αναλύσεις, σε μια σύγκλιση με δυνάμεις αποκομμουνιστικοποιημένες και με βαθιά και με ιστορικές ρίζες ρεφορμιστική και ρεβιζιονιστική πεποίθηση.
Με δυνάμεις με εμπεδωμένο οππορτουνισμό και τυφλό τυχοδιωκτισμό, από την πολύχρονη δράση τους στον ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ και τον ΣΥΡΙΖΑ και τον συμβιβασμό τους με φιλοϊμπεριαλιστικές και φιλοκαπιταλιστικές-αντικομμουνιστικές αντιλήψεις, που έχουν υπονομεύσει και αποδυναμώσει το αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα.
Με δυνάμεις που μέχρι τώρα συμμετείχαν σε μια κυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ, δεν αντιτάχθηκαν στην πολυσέλιδη πρόταση της κυβέρνησης προς τους δανειστές, όπου αποδέχθηκαν το σύνολο σχεδόν των μνημονιακών όρων, συμφωνούσαν με την κυβερνητική γραμμή που έσπερνε ψέματα και αυταπάτες και κατέληξε στην πλήρη υποταγή και το τρίτο μνημόνιο. Ολοι αυτοί θεωρούνται σύντροφοι από τα στελέχη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, και «ξεπλένοντας» τις παλιές και πρόσφατες αμαρτίες τους, τους εμπιστεύονται το μέλλον του αριστερού και λαϊκού κινήματος, πλασάροντας το νέο εγχείρημά τους στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό με κυβερνητικές φιλοδοξίες.
Όλα αυτά όμως δεν γίνονται τυχαία ούτε παρορμητικά. Η έλξη αυτών των πολιτικών χώρων και δυνάμεων έχει κοινό ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο.
Η κοινή τους αφετηρία είναι ο φανερός ή ατυχώς κρυμμένος ρεφορμισμός, η έλλειψη πίστης στην επαναστατική κοινωνική αλλαγή και τον πρωτοπόρο ρόλο της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, η νεοτροτσκιστικού τύπου άρνηση ή υποβάθμιση της αντιιμπεριαλιστικής πάλης για το σπάσιμο των δεσμών της εξάρτησης, που όλα μαζί οδηγούν στον συμφιλιωτισμό με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα (ιδιαίτερα με την Ε.Ε.) και τα ντόπια αστικά κέντρα εξουσίας, με την αποδοχή του αστικού κοινοβουλευτικού τρόπου άσκησης της πολιτικής και της κυβερνητικής διαχείρισης.
Πίσω από την αντικαπιταλιστική φλυαρία και τις «προωθημένες επαναστατικές πλατφόρμες» που με μια ευκολία προωθούν σε εργατικούς και φοιτητικούς χώρους, αλλά και σε κεντρικές τους τοποθετήσεις, έχοντας σαν βάση τους το γνωστό μεταβατικό πρόγραμμα, δεν μπορεί πλέον να κρυφτεί ο καραμπινάτος ρεφορμισμός.
Η ιστορία έχει δείξει ότι προγράμματα τέτοιου τύπου, όπου επιχειρήθηκε να εφαρμοστούν, όχι μόνον μεταβατικά δεν αποδείχθηκαν, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο, ενώ κάποιες φορές διεκπεραίωσαν απλά τη ρεφορμιστική τους αποστολή, βοήθησαν και ισχυροποίησαν το καπιταλιστικό σύστημα, διαψεύδοντας και αφομοιώνοντας όσους πίστεψαν σε αυτό.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ οδηγήθηκε στην υιοθέτηση μεταβατικού προγράμματος υποκύπτοντας με αξιοπρόσεκτη αλλά εξηγήσιμη ευκολία σε πιέσεις, κάτω από συνθήκες όπου κυριαρχούσε ο κυβερνητισμός του ΣΥΡΙΖΑ, περνώντας σε ευρείες λαϊκές μάζες τη συντηρητική αντίληψη για άμεσες λύσεις εντός του παρόντος συστήματος, αφήνοντας άθικτο το πλέγμα της εξάρτησης.
Το γεγονός αυτό παρήγαγε τη γεμάτη αυταπάτες εκλογική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα μεταβατικό πρόγραμμα που εξασφάλισε την εκλογική νίκη του Γενάρη, που προορισμός του ήταν η μεγάλη απάτη του Ιούλη με την υπογραφή του 3ου μνημονίου. Επί της ουσίας η στρατηγική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι ένα κακοτυπωμένο αντίγραφο της εκλογικά χρήσιμης αλλά αποτυχημένης στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ, την οποία τώρα υιοθετεί ως βάση συγκρότησης η Λαϊκή Ενότητα του Λαφαζάνη και αποτελεί τη βάση οποιασδήποτε τωρινής ή μελλοντικής συνεργασίας τους. Και στις δύο περιπτώσεις, ανεξάρτητα από τα μεγάλα λόγια και την κούφια αριστερή ή επαναστατική φλυαρία, τα μεταβατικά προγράμματα οδηγούν στον κυβερνητισμό και τροφοδοτούνται από αυτόν.
Οι συγκλίσεις αυτές, ανεξάρτητα από το πώς θα μορφοποιηθούν, θα ανακυκλώσουν τα αδιέξοδα και θα σπείρουν νέες συγχύσεις και απογοητεύσεις σε ένα αγωνιστικό δυναμικό, ιδιαίτερα στον χώρο της νεολαίας, υπονομεύοντας το κύρος και τις αξίες του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος.
Στους αναγκαίους αγώνες που θα ξεσπάσουν για την ανατροπή της βάρβαρης πολιτικής του τρίτου μνημονίου, οι δυνάμεις αυτές θα επαναφέρουν από την «πίσω πόρτα» την παραλυτική δράση του φανερού ή καλυμμένου ρεφορμισμού πίσω από εντυπωσιασμούς και δήθεν αγωνιστικές φανφάρες, προσδοκώντας έντεχνα σε εκλογικά οφέλη.
Το Μ-Λ ΚΚΕ έχει εξ αρχής καταγγείλει τον ρόλο και τον ρεφορμιστικό χαρακτήρα αυτών των μεταβατικών προγραμμάτων, την επιζήμια δράση τους στο εργατικό και λαϊκό κίνημα και τον γενικότερο συμφιλιωτισμό των δυνάμεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με δυνάμεις σαν τον ΣΥΡΙΖΑ και τη νεότευκτη Λαϊκή Ενότητα.
Για άλλη μία φορά η ζωή δείχνει πως χωρίς στέρεη μαρξιστική-λενινιστική βάση, εύκολα δυνάμεις που μιλάνε για αντικαπιταλισμούς και επαναστάσεις καταλήγουν «αδειανά πουκάμισα» που προσκολλώνται σε κάθε ευκαιριακή, ρεφορμιστική δύναμη που επιζητεί μερίδιο και ρόλο στο αστικό πολιτικό «παιχνίδι».